Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα των άρθρων -Τα δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν τους συγγραφείς.

Ιουνίου 16, 2017

Αφροδίσιο Όρος: Τα ξεχασμένα χωριά του «111»,«E πατριώτες! Ελάτε από εδώ να σας τρατάρουμε ένα τσίπουρο. Δεν περνάνε συχνά ξένοι από τον τόπο μας».


Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...



Μοναδικές διαδρομές σε τόπους κοντινούς στην πρωτεύουσα, μα μακρινούς στον χρόνο. Περιηγητικές αναζητήσεις στο παρελθόν και στην Ιστορία, σε χωριά που ρήμαξαν, σε ανθρώπους που έφυγαν μα και σε μια φύση που μαγεύει με την απλότητα και την ομορφιά της.
«E πατριώτες! Ελάτε από εδώ να σας τρατάρουμε ένα τσίπουρο. Δεν περνάνε συχνά ξένοι από τον τόπο μας».

Δεν θέλαμε και πολύ! Εδώ και ώρα σεργιανούσαμε στα χορταριασμένα καλντερίμια, διαβαίναμε αυλόπορτες και πλατείες χωρίς να συναντήσουμε ψυχή. Μετά τις πρώτες απαραίτητες συστάσεις, μοιραία η κουβέντα στράφηκε γύρω απ’ το χωριό.



«…Ρήμαξε το χωριό μας παιδιά! Κάποτε το σχολείο ήταν γεμάτο μαθητές. Τις Kυριακάδες στην πλατεία γινόταν το αδιαχώρητο. Να γέλια, κεράσματα, κουβεντολόι, μικροκαβγάδες… ζωντάνια! Οι πλαγιές ολόγυρα βούιζαν από τα κυπροκούδουνα. Πάνω από 20.000 γιδοπρόβατα ροβολούσαν στα βοσκοτόπια του Αφροδίσιου. Το τυρί και το γάλα τους ήταν περιζήτητα. Ούτε που μπορούσαμε τότε να φανταστούμε τι θα γινόταν. Ηρθε ο πόλεμος, η Κατοχή, τα παιδιά μας βγήκαν στα βουνά. O Εμφύλιος μας ρήμαξε, η μετανάστευση μας τσάκισε. Στα σπιτικά, οι νοικοκυραίοι, ο ένας μετά τον άλλον μαντάλωναν τα πορτοπαράθυρα και τραβούσαν για Γερμανία, Βέλγιο, Καναδά… Οσοι απέμειναν προτίμησαν τη σιγουριά του δρόμου και κατέβηκαν στον Νέο Πάο, κάτω στον ?111?, κι όχι μόνο από το Βεσίνι, μα κι απ’ το Σκούπι, το Δεχούνι, τον Πάο, τις Σειρές και τ’ άλλα γειτονικά χωριά…»

Μ’ έναν κόμπο στον λαιμό ακούγαμε προσεκτικά τα λόγια του γέροντα βοσκού και με δυσκολία φέρναμε στον νου εικόνες από εκείνες τις παλιές, καλές μέρες αφού τριγύρω μας ορθώνονταν σαν στοιχειά μοναξιάς και εγκατάλειψης τα χαλάσματα, θυμίζοντάς μας τον δρόμο χωρίς επιστροφή που πήρε τούτο το σημαντικό κάποτε, κεφαλοχώρι.

Είναι κι αυτός ένας πονεμένος τόπος όπως εκατοντάδες άλλοι της ελληνικής υπαίθρου που κάποτε έσφυζε από ζωή συντηρώντας μια παραγωγική κοινότητα που εξασφάλιζε στέγη, τα προς το ζην και πρόσφερε χαρά στην καθημερινότητα εκατοντάδων οικογενειών. Σήμερα έχει απομείνει ξεχασμένος, σαν σκέλεθρο του χρόνου, εμπνέοντας μόνο περιηγητικό ενδιαφέρον σε μας τους περαστικούς και συχνά αδιάφορους επισκέπτες. Και σίγουρα δεν του άξιζε μόνο αυτό.

Ομως ας προσπαθήσουμε να βάλουμε τα πράγματα σε μια σειρά. Ο ορεινός δρόμος που συνδέει την Τρίπολη με την Πάτρα -γνωστός στους ντόπιους σαν «111»-, επιχειρεί μια εγκάρσια τομή πάνω στα μονοπάτια των αρχαίων περιηγητών σ’ ένα τραχύ και δύσβατο ανάγλυφο, διασχίζοντας τοποθεσίες φυσικού και ιστορικού ενδιαφέροντος. Ειδικά το τμήμα της διαδρομής από το χωριό Βλαχέρνα της Αρκαδίας μέχρι τα Τριπόταμα της Αχαΐας, κρύβει τα περισσότερα αξιοθέατα.



Ο «111» στο ύψος της Χελωνοσπηλιάς.Αφού έχουμε αφήσει πίσω τον εθνικό δρόμο Τρίπολης ? Κορίνθου,ακολουθούμε τις ταμπέλες για Λεβίδι-Βυτίνα. Περνάμε το Λεβίδι και στον κόμβο της Βλαχέρνας στρίβουμε δεξιά για Πάτρα (αριστερά ο δρόμος τραβά για Βυτίνα, Πύργο). Ακολουθούν αρκετές στροφές που συντονίζονται με την κοίτη του Λάδωνα ποταμού μέσα σε οργιώδη βλάστηση. Περνάμε τις διασταυρώσεις για Δάρα, Κλειτορία, Πεύκο και Δάφνη και συνεχίζουμε λίγο ακόμη έως το χωριό Νέος Πάος το οποίο βρίσκεται πάνω στον οδικό άξονα. Διοικητικά η περιοχή υπάγεται στην Αχαΐα, όμως ουσιαστικά βρισκόμαστε στα όρια των Νομών Αχαΐας, Αρκαδίας Ηλείας.



Ο τόπος μοιάζει να πολιορκείται από τους ορεινούς όγκους του Αφροδίσιου όρους (νότια) και των παραφυάδων του Χελμού (βόρεια). Οι κορφές που ορθώνονται ολόγυρα μπορεί να μην ξεπερνούν σε ύψος τα 1.500 ? 1.600 μέτρα, ωστόσο δείχνουν εντυπωσιακές με τις αλλεπάλληλες επάλξεις τους.

Αναμφίβολα πρόκειται για ένα από τα πιο δυσπρόσιτα τοπία της Αρκαδικής γης με αρχιτεκτονικό ωστόσο ενδιαφέρον που κρύβεται στη νοσταλγική ατμόσφαιρα των παραδοσιακών οικισμών. Τον τόπο διατρέχουν οι ορεινοί ποταμοί Σειραίος (παραπόταμος του Ερύμανθου) και Πάος (παραπόταμος του Λάδωνα).

Από το Νέο Πάο, που απέχει 220 χιλιόμετρα από την Αθήνα, 65 από την Τρίπολη και 95 από την Πάτρα θα σταθούμε και θα επιχειρήσουμε σύντομες εξορμήσεις προς Βορρά και Νότο.

Η νοσταλγία της πέτρας



Ο ναός του Αγίου Πέτρου κάτω από την κορφή του Αφροδίσιου Ορους, πλάι στα ερείπια του ναού της Ερικύνης Αφροδίτης.Από το Νέο Πάο ο ορεινός αλλά ασφάλτινος πλέον δρόμος, εύκολα θα μας φέρει μετά 2 χιλιόμετρα στο παλιό χωριό Πάος που βρίσκεται σε ύψος 850 μέτρων σε ομαλή πλαγιά. Η προηγούμενη ονομασία του οικισμού ήταν Σκούπι, ενώ μετά το 1928 μετονομάστηκε σε Πάος απ’ την αρχαία πόλη Πάος ή Πάιον που υπαγόταν στο Βασίλειο του Κλείτορος και γνώρισε ιδιαίτερη ανάπτυξη τον 7ο και 6ο π.Χ. αιώνα. Στο Σκούπι -όσο και αν φαίνεται σήμερα παράξενο- λειτούργησε, μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους, το πρώτο ελεύθερο ελληνικό σχολείο!



Σήμερα το χωριό έχει εγκαταλειφθεί τελείως και μόνο 1-2 οικογένειες βοσκών χρησιμοποιούν κάποια από τα σπίτια για λίγους μήνες. Τα υπόλοιπα έχουν μετατραπεί σε στάβλους ή έχουν καταρρεύσει.

Νοτιότερα στη ράχη του Αφροδίσιου Ορους, σε μια απόκρημνη και ορεινή γωνιά, βρίσκεται το χωριό Βεσίνι. Για να έρθει κάποιος εδώ θα πρέπει να επιστρέψει και πάλι στο Νέο Πάο και ν’ ακολουθήσει τον δρόμο που φεύγει νότια. Δεν θα χρειαστεί να διανύσετε περισσότερα από 3 χιλιόμετρα έντονα ανηφορικού, ασφάλτινου δρόμου.

Και εδώ τα σημάδια της εγκατάλειψης είναι φανερά. Ο ορεινός οικισμός, κτισμένος εξ ολόκληρου από άσπρη πέτρα, σήμερα έρημος, δέχεται τους λιγοστούς επισκέπτες αναπολώντας το παρελθόν. Οι τελευταίοι κάτοικοι έφυγαν από εδώ στα μέσα της δεκαετίας του ‘70. Με το πέρασμα των εποχών τα παλιότερα σπίτια κατέρρευσαν από τη διάβρωση. Το 1978 με Προεδρικό Διάταγμα το Βεσίνι χαρακτηρίσθηκε «Παραδοσιακός Οικισμός». Δεν είναι λίγοι οι κάτοικοι που ζουν πλέον είτε στον Νέο Πάο είτε στα μεγάλα αστικά κέντρα της Πελοποννήσου και έρχονται εδώ για να φροντίσουν τα σπιτικά τους, να τα προετοιμάσουν για τον χειμώνα και έπειτα να επιστρέψουν ξανά στη σιγουριά της πόλης.



Δάφνη, παλιά λεγόταν Στρέζοβα και ήταν φημισμένο κεφαλοχώρι.Σήμερα όσοι επισκέπτες ανηφορίσουν τον σύντομο ασφάλτινο δρόμο θα αντικρίσουν -ιδίως τον χειμώνα- σφραγιστά παράθυρα και ερμητικά κλεισμένες πόρτες. Μοναδικοί μόνιμοι κάτοικοι είναι ένας-δύο τσομπάνηδες που εξακολουθούν να βόσκουν τα λιγοστά πια κοπάδια τους στις απόκρημνες πλαγιές.



Το όνομα του οικισμού πιθανόν να προήλθε από την αρχαία λέξη «βήσσα», που σημαίνει δασωμένος τόπος, βαθύς μεταξύ βουνών, καθώς παλαιότερα το χωριό ήταν χτισμένο χαμηλά στη θέση «Βρυτσούλια» ή «Ισιώματα». Το καλοκαίρι οι κτηνοτρόφοι ανέβαζαν τα κοπάδια τους στα υψίπεδα όπου υπήρχαν πηγαία νερά και δροσιά. Κάπου εκεί, γύρω στα 1700 τα κτηνοτροφικά κονάκια άρχισαν να μετασχηματίζονται στους πρώτους οικιστικούς πυρήνες.

Από τις όχθες του Λάδωνα στην αρχαία Ψωφίδα

Εφορμώντας και πάλι από το χωριό Νέος Πάος οδηγούμε δυτικά με κατεύθυνση προς Λεβίδι. Στα 4 χιλιόμετρα θα δούμε δεξιά τον ασφάλτινο δρόμο που κατηφορίζει για το κεφαλοχώρι Δάφνη, το χωριό Πουρναριά και πέφτει στον παραλίμνιο δρόμο ο οποίος σέρνεται γύρω από τις όχθες της τεχνητής λίμνης του Λάδωνα και καταλήγει στο φράγμα.

Το χωριό Δάφνη με 600 μόνιμους κατοίκους είναι το αδιαμφισβήτητο κεφαλοχώρι της περιοχής και ανέκαθεν θεωρούνταν το εμπορικό και διοικητικό κέντρο των παραποτάμιων χωρών του Λάδωνα. Μέχρι το 1928 ονομαζόταν Στρέζοβα και ήταν έδρα των Φράγκων αρχόντων.



Στο σαγματοποιείο του κυρίου Βασίλη στη Δάφνη.Τελευταία, μετά τη δημιουργία της τεχνητής λίμνης του Λάδωνα, οι δυνατότητες που πρόσφερε ο ποταμός για υπαίθριες δραστηριότητες, χάρισαν στη Δάφνη τη φήμη δημοφιλούς ορεινού προορισμού για όσους αγαπούν τα εναλλακτικά σπορ όπως το rafting, το kayak, το mountain bike (ορεινή ποδηλασία) στις πανέμορφες παραποτάμιες διαδρομές. Στην εύκολα προσβάσιμη κοίτη του ποταμού έχουν δημιουργηθεί εγκαταστάσεις για τις παραπάνω δραστηριότητες (Πληροφορίες www.ecoaction.gr ).



Από τη Δάφνη κατηφορίζοντας προς φράγμα Λάδωνα, μετά το χωριό Πουρναριά μπορείτε να προσεγγίσετε τις όχθες της τεχνητής λίμνης και να συνεχίσετε μέχρι το φράγμα. Επίσης αξίζει να φθάσετε μέχρι την απόμερη τοποθεσία όπου βρίσκεται το γεφύρι Κυράς.

Βέβαια, τώρα την άνοιξη, όταν έχουν προηγηθεί έντονες βροχοπτώσεις και το ποτάμι έχει κατακλύσει με νερό τον ταμιευτήρα της λίμνης, το γεφύρι μοιάζει να πνίγεται καθώς βουλιάζει στα θολά νερά. Το καλοκαίρι όμως θα δείτε όλη του την κορμοστασιά μήκους 55 μέτρων, με τα πέντε καλοδιατηρημένα τόξα του να έχει αναδυθεί από τον λασπωμένο βυθό. Το γεφύρι της «Κυράς» χρονολογείται τον 13ο αιώνα. Κάποτε ήταν πολυσύχναστο αφού διευκόλυνε την επικοινωνία μεταξύ Βόρειας και Κεντρικής Πελοποννήσου, ενώ επί Φραγκοκρατίας συνέδεε τη Στρέζοβα (Δάφνη) με την Κερπινή.

Επιστρέφουμε πίσω στον «111» και κατευθυνόμαστε προς Πάτρα, περνάμε τον Νέο Πάο και στα 8 χιλιόμετρα συναντάμε το χωριό Τριπόταμα πάνω στο σταυροδρόμι των Νομών Αχαΐας, Ηλείας, Αρκαδίας.



Ο Νέος Πάος και ο δρόμος Τριπόλεως – Πατρών (111), στο βάθος του κάδρου διακρίνεται το χωριό του Παλιού Πάου.Σε αυτό το σημείο συμπλέκονται οι ορεινοί όγκοι του Χελμού, των Λάμπειων ορέων με τον Ερύμανθο, του Αφροδίσιου με τα Γορτυνιακά βουνά και σμίγουν τα νερά τους τα ποτάμια Αροάνιος, Σειραίος και Ερύμανθος. Το χωριό απλώνει τα αραιά δομημένα σπίτια του σε μια σχετικά μεγάλη κατάφυτη έκταση, κυρίως γύρω από τις όχθες του Ερύμανθου ποταμού και σε ύψος 650 μέτρων, κοντά στη θέση όπου εντοπίζεται η περίφημη αρκαδική αρχαία Ψωφίδας.



Η ιστορία της αρχαίας αυτής πόλης χάνεται πίσω στα χρόνια των Πελασγών. Ως πρώτος αποικιστής παρουσιάζεται ο μυθικός Ερύμανθος. Στη συνέχεια εμφανίζεται ως μία από τις σημαντικότερες πόλεις των Αρκάδων, ενώ αργότερα καταλαμβάνεται από τους Αχαιούς. Οι φιλήσυχοι κάτοικοί της ζούσαν από το κυνήγι, την κτηνοτροφία και τη γεωργία, ενώ πρώτιστη απασχόλησή τους είχαν την καλλιέργεια, αλλά και την εμπορεία του θαυματουργού φαρμακευτικού βοτάνου «πανάκεια», από το οποίο πήρε το όνομά της η κόρη του Ασκληπιού. Κατά πάσα πιθανότητα σε αυτήν την περιοχή αναφέρεται το κυνήγι του Ερυμάνθιου κάπρου που ήταν τέταρτος άθλος του Ηρακλή.

Η πλούσια και ισχυρή αρχαία πόλη-κράτος έκοβε δικό της νόμισμα. Ηταν μέλος της Αχαϊκής Συμπολιτείας και πέρασε σε παρακμή όταν ο ελλαδικός χώρος κατακλύστηκε από τους Ρωμαίους. Το τελειωτικό χτύπημα ήρθε το 396 μ.Χ. όταν η Ψωφίδα εκθεμελιώθηκε μαζί με τις περισσότερες ιστορικές πολιτείες του Μοριά από τους Γότθους του φοβερού και τρομερού Αλάριχου. Τα υπόλοιπα τα ανάλαβε ο πανδαμάτωρ χρόνος. Σήμερα, εκτός από ένα μικρό μέρος των κυκλώπειων τειχών, δεν είναι και πολλά πράγματα ευδιάκριτα. Σε μικρή απόσταση από τον αρχαιολογικό χώρο συναντάμε το φρουριακής μορφής μοναστήρι της Παναγίας (1817) όπου στον περίβολο του υπάρχουν τμήματα αρχαίων στηλών και κιονόκρανα.

Στη ράχη του Αφροδίσιου Ορους
Δεν θα το δείτε να ποζάρει ανάμεσα στα ψηλότερα βουνά του Μοριά. Η Μαύρη Βρύση, η ψηλότερη κορφή του Αφροδίσιου όρους μόλις αγγίζει τα 1.445 μέτρα. Παρ’ όλα αυτά, αξίζει τον κόπο να περιπλανηθείς στις πλαγιές του αναζητώντας ορεινά περάσματα που θα σε βγάζουν προς την πλευρά την Αρκαδίας.



Το φρουριακής μορφής μοναστήρι της Παναγιάς είναι κτισμένο στη θέση της αρχαίας Ψωφίδας.Η διαδρομή που θα προτείνουμε ν’ ακολουθήσετε έχει αρκετές στροφές. Ξεδιπλώνεται όμως όλη σε ασφάλτινο πλέον οδόστρωμα και θα σας περάσει από τα χώματα της Αχαΐας στη γη της Αρκαδίας αφού βέβαια πρώτα δρασκελίσετε την ανεμοδαρμένη ράχη του βουνού.



Οδηγώντας πάντα στον «111», μόλις 500 μέτρα μετά το Νέο Πάο εγκαταλείπουμε την εθνική οδό και στρίβουμε αριστερά σε στενό αμαξωτό δρόμο.

Περνάμε στα δεξιά μας τον χωματόδρομο που οδηγεί στο επίσης εγκαταλειμμένο πετρόχτιστο χωριό Δεχούνι και ανηφορίζουμε με γρήγορες απανωτές στροφές σε καλά πατημένο χώμα που αναρριχάται στις δασωμένες με θεόρατες βελανιδιές πλαγιές.

Φτάνοντας σε ύψος 1.350 μέτρων και καθώς δρασκελίζουμε το διάσελο «Νεραϊδοράχη», αποκαλύπτεται προς Δυσμάς η ανυπέρβλητη θέα. Ολη σχεδόν η Αχαΐα και η Ηλεία ποζάρουν κάτω από τα πόδια μας. Εδώ βρίσκεται το εκκλησάκι του Αγίου Πέτρου, μα και τα απομεινάρια απ’ τους κίονες του φημισμένου αρχαίου ιερού της Ερυκίνης Αφροδίτης (7ος π.Χ. αι.). Στη συνέχεια ο δρόμος περνά από την Αχαΐα στην Αρκαδία κατηφορίζοντας με συνεχή φιδογυρίσματα, μέχρι να επανέλθει σε ήρεμη πορεία πριν από το χωριό Κοντοβάζαινα. Για τους «αχόρταγους» ένα νέο πεδίο περιπέτειας και περιηγήσεων ανοίγεται διάπλατο προς τα όμορφα χωριά της Γορτυνίας, τη Δήμητρα, το Βελιμάχι, τη Βάχλια και τα Τρόπαια.



Η κοίτη του ποταμού Λάδωνα κάτω από το χωριό Δάφνη.Η αρχαία πόλη Πάος που την αναφέρουν τόσο ο αρχαίος ιστορικός Ηρόδοτος όσο και ο περιηγητής Παυσανίας, εντοπίζεται ανατολικά του χωριού Νέος Πάος και ήταν μία από τις πόλεις της Αρκαδικής Αζανίας. Η πόλη ήταν γνωστή και από τη λατρεία των Διόσκουρων (Κάστωρ και Πολυδεύκης), δίδυμα τέκνα του Δία και της Λήδας και αδέρφια της ωραίας Ελένης.



Στέγη από μολύβι

Το πέτρινο ξωκλήσι του Αγίου Πέτρου που βρίσκεται στη ράχη του Αφροδισίου Ορους, πλάι στα υπολείμματα του ναού της Αφροδίτης και σε υψόμετρο 1.350 μ. Μάλιστα λέγεται ότι η στέγη του ήταν καλυμμένη με μολύβι. Κατά την Επανάσταση του 1821 το υλικό αυτό μεταφέρθηκε πάνω σε μουλάρια στα μπαρουτάδικα της Δημητσάνας για να λιώσει και να γίνει βόλια για τα καριοφίλια των αγωνιστών.

Ενας ευτυχισμένος άνθρωπος

Στην αρχαία Ψωφίδα έζησε και ο Αγλαός (το όνομά του σημαίνει λαμπρός, φωτεινός), ένας ταπεινός και ολιγαρκής γεωργός που χαιρόταν τις μικρές χαρές της ζωής και που σύμφωνα με το Μαντείο των Δελφών ήταν «ευτυχέστερος του πάμπλουτου Κροίσου»! Ο χρησμός έκανε έξαλλο τον παντοδύναμο Κροίσο που κατάλαβε το βαθύτερο νόημά του μόνο όταν σύρθηκε ηττημένος από τον Πέρση βασιλιά Κύρο.



Κείμενο: Ζερμαίν Αλεξάκη
Φωτογραφίες: Θοδωρής Αθανασιάδης www.viewsofgreece.gr
πηγη ethnos.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου