Νοεμβρίου 22, 2024

Τζακ Λόντον

O Τζακ Λόντον (Jack London) ήταν πολυγραφότατος και πολυμεταφρασμένος αμερικανός

μυθιστοριογράφος και διηγηματογράφος, τα έργα του οποίου προσεγγίζουν με ρομαντική διάθεση την τεράστια δύναμη της φύσης και την αδυσώπητη πάλη του ανθρώπου για επιβίωση. Η αριστερή ιδεολογία του εκφράστηκε στο οραματικό μυθιστόρημά του «Η σιδερένια φτέρνα» (1908), ενώ στο αυτοβιογραφικό μυθιστόρημά του «O Αλκοολικός» (1913) περιγράφει την ενασχόλησή του με το ποτό, που τον συνδέει κατά κάποιο τρόπο, με κατοπινούς ομοτέχνους του, όπως ο Τσαρλς Μπουκόφσκι και ο Τζακ Κέρουακ. Από την άλλη πλευρά, οι απόψεις του σχετικά με την ανωτερότητα της λευκής φυλής, τον κοινωνικό δαρβινισμό και την ευγονική, τον εντάσσουν στο ακροδεξιό στρατόπεδο.


Ο Τζον Γκρίφιθ Λόντον (Τσέινι το αρχικό του επώνυμο), γεννήθηκε στις 12 Ιανουαρίου 1876 στο Σαν Φρανσίσκο της Καλιφόρνιας και ήταν γιος ενός περιπλανώμενου αστρολόγου, ο οποίος εγκατέλειψε νωρίς την οικογενειακή εστία. Ο νεαρός Τζακ ανατράφηκε στο γειτονικό Όκλαντ από τη μητέρα του, που επιδιδόταν στον πνευματισμό και τον θετό του πατέρα, του οποίου πήρε το επώνυμο, με το οποίο έγινε γνωστός.



Από τα 14 του χρόνια στην… περιπέτεια


Στα 14 του εγκατέλειψε το σχολείο για να γλυτώσει από τη φτώχεια και ρίχτηκε στην περιπέτεια. Με ένα μικρό σκάφος άρχισε να εξερευνά τον Κόλπο του Σαν Φρανσίσκο, άλλοτε μαζεύοντας στρείδια παράνομα και άλλοτε μετέχοντας σε κρατικές περιπολίες για τον έλεγχο της αλιείας. Ταξίδεψε στην Ιαπωνία ως ναύτης και γνώρισε ένα μεγάλο μέρος των ΗΠΑ, είτε ως λαθρεπιβάτης σε εμπορικές αμαξοστοιχίες, είτε ως μέλος του «Στρατού του Τσαρλς Κέλι», μιας από τις πολλές οργανώσεις διαμαρτυρίας των ανέργων που είχε γεννήσει η μεγάλη οικονομική ύφεση του 1893.


Έζησε τις συνθήκες της κρίσης, κλείστηκε σε κρατητήρια για αλητεία και το 1894 έγινε μαχητικός σοσιαλιστής. Αυτομορφώθηκε, μελετώντας σε δημόσιες βιβλιοθήκες τα έργα του Κάρολου Δαρβίνου, του Καρλ Μαρξ και του Φρίντριχ Νίτσε και διαμόρφωσε ένα δικό του κράμα σοσιαλισμού και λευκού φυλετισμού.

Στα 19 του, έχοντας ολοκληρώσει τέσσερα χρόνια δευτεροβάθμιων σπουδών σε μόλις ένα έτος, γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ, αλλά ένα χρόνο αργότερα, το 1896, εγκατέλειψε τις σπουδές του για να αναζητήσει την τύχη του στα κοιτάσματα χρυσού στις όχθες του ποταμού Κλοντάικ, στα σύνορα Καναδά και Αλάσκας. Επέστρεψε άπραγος ύστερα από ένα χρόνο και μη βρίσκοντας δουλειά, αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του ως συγγραφέας.


Αφοσίωση στη συγγραφή

Άρχισε να διαβάζει μανιωδώς περιοδικά και να γράφει καθημερινά σονέτα, μπαλάντες, ευθυμογραφήματα, ανέκδοτα, περιπετειώδεις ιστορίες και ιστορίες φρίκης, αυξάνοντας διαρκώς την παραγωγή του. Η αισιοδοξία και ενεργητικότητα με την οποία αφοσιώθηκε στη συγγραφή περιγράφονται λεπτομερειακά στο αυτοβιογραφικό μυθιστόρημά του «Μάρτιν Ήντεν» («Martin Eden», 1909).


Μέσα σε δύο χρόνια, οι ιστορίες που έγραψε αντλώντας από τις περιπέτειές του στην Αλάσκα, αν και άτεχνες, άρχισαν να κερδίζουν την επιδοκιμασία του κοινού με τη φρέσκια θεματολογία και το σφριγηλό ύφος τους. Το πρώτο του βιβλίο «Ο γιος του λύκου» («The Son of Wolf», 1900), μία συλλογή διηγημάτων, διαβάστηκε αρκετά.


Στα υπόλοιπα χρόνια της σύντομης ζωής του ο Τζακ Λόντον έγραφε χωρίς διακοπή, ολοκληρώνοντας 50 βιβλία σε 17 χρόνια. Μολονότι έγινε ο πιο καλοπληρωμένος συγγραφέας της εποχής του, τα έσοδά του ποτέ δεν κάλυπταν τα έξοδά του και δεν απαλλάχθηκε ποτέ από την πιεστική ανάγκη να γράφει για να ζει.




Με ένα δικάταρτο ιστιοφόρο ταξίδεψε στο Νότιο Ειρηνικό και αφηγήθη­κε τις περιπέτειές του στο μυθιστόρημα «Οι περιπέτειες του ιστιοφόρου Σναρκ» («The Cruise of the Snark», 1911). To 1910 εγκαταστάθηκε σ’ ένα ράντσο κοντά στο Γκλεν Έλεν της Καλιφόρνιας, όπου έχτισε τη μεγαλοπρεπή κατοικία του, το «Σπίτι του Λύκου» («Wolf House»), όπως το αποκαλούσε. Εκεί έζησε τα τελευταία χρόνια της σύντομης ζωής του με τη δεύτερη σύζυγό του, τη συγγραφέα Τσάρμιαν Κίτρετζ. Από τον πρώτο του γάμο με την Ελίζαμπεθ Μάντερν είχε αποκτήσει δύο κόρες.

Ο Τζακ Λόντον πέθανε στις 22 Νοεμβρίου 1916 στο ράντσο του από υπερβολική δόση ναρκωτικών, σε ηλικία 40 ετών. Ο θάνατός του θεωρήθηκε ως αυτοκτονία. Έως το τέλος της ζωής του δεν απομακρύνθηκε από τη σοσιαλιστική του ιδεολογία και παρέμεινε ένας ήρωας για το επαναστατικό κίνημα, ακόμη και όταν ο ίδιος είχε ήδη πάψει από καιρό να ενδιαφέρεται για τους ταξικούς αγώνες.


«Το κάλεσμα της άγριας φύσης» και «Ο Ασπροδόντης»

Η λογοτεχνική παραγωγή του Τζακ Λόντον είναι άνιση από άποψη ποιότητας. Ξεχωρίζουν ασύγκριτα οι ιστορίες του από την Αλάσκα «Το κάλεσμα της άγριας φύσης» («The Call of the Wild», 1903), «Ο Ασπροδόντης» («White Fang», 1906) και «To φλογερό φως της ημέρας» («The Burning Daylight, 1910), όπου δραματοποιεί διαδοχικά τον αταβισμό, την προσαρμοστικότητα και τη έλξη της άγριας ερημιάς.



Εκτός από το «Μάρτιν Ίντεν» έγραψε δύο ακόμη αυτοβιογραφικά έργα, που παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον: «Ο Δρόμος» («The Road», 1907) και «Ο Αλκοολικός» («John Barleycorn», 1913). Άλλα σπουδαία έργα του είναι «Ο θαλασσόλυκος» («The Sea - Wolf», 1904), όπου πλάθει έναν νιτσεϊκό υπεράνθρωπο ήρωα, και «Η σιδερένια φτέρνα» («The Iron Heel», 1908), μία φανταστική σύλληψη του μέλλοντος, που κατά τρόπο τρομακτικό προφήτευε τον φασισμό.


Η φήμη του Τζακ Λόντον μειώθηκε στις ΗΠΑ κατά τη δεκαετία του ’20, αλλά η δημοτικότητά του παρέμεινε μεγάλη σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο, ιδιαίτερα στη Σοβιετική Ένωση, όπου μία αναμνηστική έκδοση των απάντων του το 1956 εξαντλήθηκε μέσα σε πέντε ώρες.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου