Νοεμβρίου 22, 2024

Σαρλ Ντε Γκολ: Ο αρχιτέκτονας της Ε’ Γαλλικής Δημοκρατίας

Ο Σαρλ Ντε Γκολ (Charles de Gaulle) ήταν γάλλος στρατιωτικός και

πολιτικός, από τις ηγετικές μορφές του 20ου αιώνα. Υπήρξε ο αρχιτέκτονας της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας και διετέλεσε Πρόεδρος της Γαλλίας από το 1958 έως το 1969.


Ο Σαρλ Αντρέ Ζοζέφ Μαρί Ντε Γκολ γεννήθηκε στις 22 Νοεμβρίου 1890 στη Λιλ της Βόρειας Γαλλίας και καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια της Βουργουνδίας. Ο πατέρας του ήταν καθηγητής φιλοσοφίας και λογοτεχνίας και η μητέρα του μακρινή απόγονος Σκώτων και Ιρλανδών προσφύγων.

Αν κι έλαβε πολύπλευρη μόρφωση, από μικρός έδειχνε ενδιαφέρον για τα στρατιωτικά και το 1912 αποφοίτησε από τη διάσημη Στρατιωτική Ακαδημία του Σεν Σιρ με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού. Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου συνελήφθη αιχμάλωτος από τους Γερμανούς στη Μάχη του Βερντέν και απελευθερώθηκε με τη λήξη του πολέμου. Κατά τη διάρκεια της αιχμαλωσίας του αποπειράθηκε να δραπετεύσει πέντε φορές.


Το 1919 έλαβε μέρος στον Ρωσο-Πολωνικό πόλεμο, ως μέλος της γαλλικής στρατιωτικής αποστολής, που βοήθησε το νεοσύστατο πολωνικό κράτος να αντιμετωπίσει τον Κόκκινο Στρατό. Για τις υπηρεσίες του τιμήθηκε με ανώτατο παράσημο και προβιβάσθηκε σε ταγματάρχη. Έπειτα υπηρέτησε ως διοικητής μονάδων στη Γαλλία και στο εξωτερικό.


Ως επιτελικός αξιωματικός πρότεινε την αλλαγή του επιχειρησιακού δόγματος του γαλλικού στρατού, με τη χρήση μηχανοκίνητων δυνάμεων, που θα συνδύαζαν δύναμη πυρός και ευελιξία. Τις προτάσεις του αυτές κατέθεσε στα βιβλία του «Προς τον επαγγελματικό στρατό» (1934) και «Η Γαλλία και ο στρατός της» (1938). Το 1937 προήχθη σε συνταγματάρχη.


Στην διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και λίγο πριν από την κατάρρευση της Γαλλίας τον Ιούνιο του 1940, ο Ντε Γκολ, που είχε προαχθεί σε υποστράτηγο και διοικούσε τεθωρακισμένη μεραρχία, διορίστηκε υφυπουργός εθνικής άμυνας, με αρμοδιότητα το συντονισμό των ενεργειών με τη Βρετανία. Μετά την κατάρρευση και τον διαμελισμό της (τη Βόρεια Γαλλία κατείχαν οι Γερμανοί, ενώ στη Νότια Γαλλία σχηματίστηκε η δοσιλογική κυβέρνηση του Βισί υπό τον στρατάρχη Πετέν), ο Ντε Γκολ εγκατέλειψε τη χώρα του και ηγήθηκε της αντίστασης από το εξωτερικό.


Στις 18 Ιουνίου 1940 απηύθυνε ραδιοφωνικό μήνυμα από το Λονδίνο προς το γαλλικό λαό και τον κάλεσε να συνεχίσει τον αγώνα εναντίον των Γερμανών. Το 1943 εγκαταστάθηκε στην Αλγερία, όπου κατάφερε να σχηματίσει στρατό από τις αποικίες. Με τη βοήθεια των συμμάχων οι «Ελεύθεροι Γάλλοι», πολέμησαν στο πλευρό τους, διασώζοντας την τιμή της Γαλλίας και περιφρουρώντας το δικαίωμα της χώρας τους να μιλά ισότιμα με τους Συμμάχους. Στις 25 Αυγούστου 1944, ο Ντε Γκολ εισήλθε θριαμβευτικά στο Παρίσι ως ελευθερωτής.

Στην ελεύθερη πλέον Γαλλία ο Ντε Γκολ έγινε πρωθυπουργός. Σχημάτισε προσωρινή κυβέρνηση συνασπισμού, αλλά παραιτήθηκε στις αρχές του 1946 λόγω των σοβαρών διαφορών που προέκυψαν στο εσωτερικό της και κυρίως με τους πανίσχυρους κομμουνιστές. Το 1951 συμμετείχε στις κοινοβουλευτικές εκλογές με το Κόμμα του Συναγερμού του Γαλλικού Λαού, αλλά δεν εξασφάλισε πλειοψηφία και αποχώρησε από την πολιτική. Ύστερα από μία μακρά περίοδο σιωπής, ο Ντε Γκολ κλήθηκε το 1958 να αναλάβει την πρωθυπουργία για να χειριστεί το εκρηκτικό πρόβλημα της Αλγερίας σε μια Γαλλία που βίωνε συνθήκες εμφυλίου πολέμου.


Την ίδια χρονιά προώθησε συνταγματική αναθεώρηση, βάσει της οποίας ιδρύθηκε η Ε’ Γαλλική Δημοκρατία. Κύριο χαρακτηριστικό της αναθεώρησης ήταν η ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας και ειδικά των εξουσιών του Προέδρου της Δημοκρατίας. Στις 21 Δεκεμβρίου εξελέγη Πρόεδρος της Δημοκρατίας με το κόμμα «Ένωση για την Νέα Δημοκρατία» (UNR), λαμβάνοντας το 62,35% των ψήφων. Επανεξελέγη πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας στις 19 Δεκεμβρίου 1965, όταν στο δεύτερο γύρο επικράτησε του σοσιαλιστή συνυποψηφίου του Φρανσουά Μιτεράν (55,20% των ψήφων έναντι 44,80%).


Στόχος του Ντε Γκολ εξαρχής ήταν να αναδείξει τη Γαλλία σε παγκόσμια δύναμη. Για το σκοπό αυτόν απέκλινε από την πολιτική των άλλων δυτικών χωρών. Αναγνώρισε τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, ανέπτυξε καλές σχέσεις με τη Σοβιετική Ένωση, πραγματοποίησε ανοίγματα στον αραβικό κόσμο και στη Λατινική Αμερική. Το 1966 απέσυρε τις γαλλικές δυνάμεις από το ΝΑΤΟ, διότι θεώρησε τον τρόπο λήψης των αποφάσεων μειωτικό για τη Γαλλία.


Έλαβε αρνητική θέση στην είσοδο της Αγγλίας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (νυν Ευρωπαϊκή Ένωση), ενώ αντιθέτως κατέβαλε έντονες προσπάθειες για τη βελτίωση των γαλλογερμανικών σχέσεων και τη στενή οικονομική συνεργασία με την άλλοτε μεγάλη αντίπαλο της χώρας του. Έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην παραγωγή πυρηνικής ενέργειας και κατέστησε τη Γαλλία πυρηνική δύναμη (1960). Καταδίκασε την αμερικανική πολιτική στο Βιετνάμ και υποστήριξε την ανεξαρτητοποίηση της γαλλόφωνης επαρχίας του Κεμπέκ στον Καναδά.

Το κυριότερο εξωτερικό ζήτημα που χειρίσθηκε ήταν η κρίση της Αλγερίας, που κατέληξε στην ανεξαρτησία της παλαιάς αυτής γαλλικής αποικίας με τη Συνθήκη του Εβιάν (18 Μαρτίου 1962) και το δημοψήφισμα της 1ης Ιουλίου 1962. Στις 22 Αυγούστου του ίδιου χρόνου, ένας δυσαρεστημένος από την εξέλιξη αυτή αξιωματικός της πολεμικής αεροπορίας αποπειράθηκε να δολοφονήσει τον Ντε Γκολ, όταν έβαλε με αυτόματο όπλο κατά του αυτοκινήτου στο οποίο επέβαινε ο ίδιος και η σύζυγός του σε προάστιο του Παρισιού. Ο Ζαν Μπαστιέν-Τιρί συνελήφθη, καταδικάστηκε σε θάνατο κι εκτελέστηκε τον επόμενο χρόνο.


Στις 16 Μαΐου 1963, ο Ντε Γκολ έφθασε για επίσημη επίσκεψη στην Αθήνα (η πρώτη Γάλλου προέδρου), όπου του επιφυλάχθηκε θερμή υποδοχή. Ήταν μια ευκαιρία για τον τότε έλληνα πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή να θέσει στον Ντε Γκολ το αίτημα για την είσοδο της Ελλάδας στην ΕΟΚ. Στις 18 Μαΐου, ο γάλλος πρόεδρος μίλησε στην ελληνική Βουλή, όπου χειροκροτήθηκε θερμά απ’ όλες τις πτέρυγες.


Στο εσωτερικό μέτωπο, αφού ξεπέρασε επιτυχώς τη νεανική εξέγερση του Μάη του 1968, ο Ντε Γκολ εισηγήθηκε συνταγματική αναθεώρηση σχετική με τις δικαιοδοσίες του κοινοβουλίου και την περιφερειακή οργάνωση της χώρας, με στόχο την περαιτέρω ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας. Οι προτάσεις του απορρίφθηκαν στο δημοψήφισμα της 27ης Απριλίου 1969 και ο Ντε Γκολ παραιτήθηκε από το προεδρικό αξίωμα. Τον αντικατέστησε προσωρινά ο μέχρι τότε πρωθυπουργός Ζορζ Πομπιντού, ο οποίος στις προεδρικές εκλογές που πραγματοποιήθηκαν σύντομα, την 1η Ιουνίου, εκλέχθηκε με ποσοστό 58,21%.


Ο Σαρλ Ντε Γκολ πέθανε στις 9 Νοεμβρίου 1970 στην εξοχική του κατοικία στο Κολομπέ-λε -ντεζ-Εγκλίζ της νοτιοανατολικής Γαλλίας, σε ηλικία 79 ετών. Ήταν νυμφευμένος από το 1921 με την Ιβόν Βεντρού (1900-1979), με την οποία απέκτησε τρία παιδιά. Το 1972 εκδόθηκαν τα απομνημονεύματά του με τον τίτλο «Απομνημονεύματα Ελπίδας».



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου