Νοεμβρίου 25, 2024

Αλλαγές στο Κληρονομικό Δίκαιο

Το τελευταίο χρονικό διάστημα πληροφορούμαστε από τα μέσα

μαζικής ενημέρωσης για τις επερχόμενες αλλαγές στο κληρονομικό δίκαιο, που ετοιμάζει η κυβέρνηση μέσω του Υπουργείου Δικαιοσύνης, αλλαγές που θα φέρουν τα “πάνω- κάτω” στο κληρονομικό δίκαιο, επιχειρώντας μετά από πολλές δεκαετίες την αναμόρφωσή του. Για τον σκοπό αυτό συστήθηκε και ειδική επιτροπή με επικεφαλής τον καθηγητή κ. Απ. Γεωργιάδη, με χρονικό ορίζοντα παρουσίασης των νέων διατάξεων εντός του επόμενου έτους.


Το κληρονομικό δίκαιο είναι τμήμα του Αστικού Κώδικα και θεσπίσθηκε στη μορφή, που το γνωρίζουμε σήμερα και που εφαρμόζεται σε όλη τη χώρα, πριν από περίπου ογδόντα χρόνια.

 Η νομοθετική πρωτοβουλία βασίζεται στην παραδοχή ότι «Με την πάροδο του χρόνου έχουν επέλθει κοινωνικές και δημογραφικές μεταβολές, ως επί το πλείστον κοινές στο σύνολο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το Κληρονομικό Δίκαιο, ως συνέχεια του Ενωσιακού Δικαίου -Ενοχικού και Εμπράγματου-, επιτελεί σημαντική κοινωνική λειτουργία. Για τον λόγο αυτό πρέπει να συμβαδίζει με τις σύγχρονες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες. Υπάρχουν λόγοι, λοιπόν, που καθιστούν αναγκαίο τον εκσυγχρονισμό και καλούμαστε να εξετάσουμε την αναμόρφωσή του», όπως τόνισε ο υφυπουργός Δικαιοσύνης κ. Ιωάννης Μπούγας.

Ας δούμε όμως τις επιδιωκόμενες αλλαγές ή άλλως τους τομείς, στους οποίους το Υπουργείο Δικαιοσύνης επιθυμεί να επιφέρει αλλαγές :


Πρώτη αλλαγή είναι η αναγνώριση κληρονομικού δικαιώματος σε πρόσωπα, που δε συνδέονται με συγγενική σχέση με τον αποβιώσαντα – κληρονομούμενο προκειμένου να συνάδει με «τις μεταβολές που υφίσταται ο θεσμός της οικογένειας, τη διεύρυνση της ελευθερίας του διατιθένται, την αναμόρφωση του δικαίου της νόμιμης μοίρας, αλλά και των διαθηκών».


Πρόθεση λοιπόν είναι να κληρονομούν τον αποβιώσαντα όχι μόνο ο/η σύζυγος και τα παιδιά του αλλά και κάποιοι ή κάποιες άλλες, που θα επικαλούνται ή θα μπορούν να επικαλεστούν ότι υπήρξαν σύντροφοι ζωής του αποβιώσαντα. Με ποιά κριτήρια όμως, χρονικά ή ποιοτικά θα προκύπτει η συντροφικότητα εν ζωή ; Σε ποιό ποσοστό θα κληθεί ο/η σύντροφος να κληρονομήσει και εις βάρος ποιού ; του τέκνου ή του/της συζύγου ; Μήπως όμως με αυτόν τον τρόπο επιβάλουμε τη βούληση του νομοθέτη στον αποβιώσαντα ; Τι εμπόδισε τον αποβιώσαντα και δεν τίμησε σε τυχόν διαθήκη του ή δεν «εξασφάλισε» εν ζωή έναν ή μία σύντροφο ζωής ; Μήπως δεν το επιθυμούσε ; Όλα αυτά τα εύλογα ερωτήματα πρέπει να απαντηθούν με πειστικά επιχειρήματα, γιατί διαφορετικά θα προκύψουν πολλοί και μακροχρόνιοι δικαστικοί αγώνες προκειμένου να διευκρινιστεί το κληρονομικό δικαίωμα εκάστου.

Με αυτή την αλλαγή – μέτρο επιχειρείται ένα πλήγμα στο θεσμό της νόμιμης μοίρας, του ελάχιστου δηλαδή ποσοστού, που δικαιούνται ο/η σύζυγος και τα παιδιά του αποβιώσαντα από την περιουσία του, περιουσία στην οποία μπορεί να έχουν συμβάλει ακόμα και ουσιαστικά. Θα πρέπει δε να διευκρινιστεί στην περίπτωση, που θεσπισθεί ένα τέτοιο δικαίωμα, ποιά θα είναι η φορολογική του αντιμετώπιση, θα θεσπισθεί δηλαδή ένα καινούργιο αφορολόγητο ή θα εξομοιωθεί με το αφορολόγητο του/της συζύγου ;


Δεύτερη αλλαγή είναι ο δραστικός περιορισμός του κληρονομικού δικαιώματος των γονέων, που φημολογείται ότι θα φθάσει στην πλήρη κατάργηση στις περιπτώσεις, που οι γονείς του αποβιώσαντος είναι σε μεγάλη ηλικία, δηλαδή ογδόντα και πλέον ετών.


Το συγκεκριμένο μέτρο πέραν του αντισυνταγματικού του χαρακτήρα προσκρούει και σε σωρεία λογικών επιχειρημάτων και ηθικών αναστολών, καθώς επιλέγεται ένα ηλικιακό όριο, πέραν του οποίου κρίνεται άνευ ουσίας και αλυσιτελές το να κληρονομήσει κάποιος. Η αιτιολογία αυτού του μέτρου δεν μπορεί να αποτελέσει επιχείρημα σε καμία περίπτωση. Δεν μπορείς να στερείς από κανέναν το δικαίωμα στην κληρονομία – ιδιοκτησία, που πολλές φορές είναι το ακίνητο, που ο ίδιος είχε αποκτήσει – κατασκευάσει με τους κόπους μιας ζωής και το πρόσφερε στο παιδί του και που η ίδια η ζωή, παίζοντάς του ένα άσχημο παιχνίδι, του το φέρνει πίσω. Είναι ο ίδιος άνθρωπος, που έχει το δικαίωμα του εκλέγειν, τη φοροδοτική ικανότητα και υποχρέωση αλλά που θα του στερήσει κάποιος το συγκεκριμένο δικαίωμα ;


Τρίτη αλλαγή είναι η επιχειρούμενη εισαγωγή στο ελληνικό δίκαιο του θεσμού των κληρονομικών συμβάσεων, κάτι που ο νομοθέτης εδώ και ογδόντα χρόνια είχε απαγορεύσει ρητά και που ακόμη και στην περίπτωση, που είχε συναφθεί τη θεωρούσε νομικά ανίσχυρη.


Είναι γεγονός ότι ο θεσμός των κληρονομικών συμβάσεων ισχύει σε αρκετά κράτη, που εφαρμόζουν το αγγλοσαξωνικό σύστημα δικαίου, εδώ και αρκετά χρόνια, δίνοντας στον διαθέτη τη δυνατότητα μιας πλήρους ελεύθερης διάθεσης της περιουσίας του. Η εφαρμογή του ανωτέρω θεσμού στα κράτη που ισχύει, έχει καταδείξει ότι αυτή η πλήρης ελευθερία, που αποδίδεται στον άνθρωπο, οδηγεί πολλές φορές σε αποφάσεις, που πλήττουν βάναυσα το θεσμό της οικογένειας και δεν παρέχουν προστασία στα αδύναμα μέλη αυτής. Φαινόμενα ουσιαστικής αποκλήρωσης τέκνων ή καταφανούς αδικίας κάποιων από τους κληρονόμους είναι συνήθη και η απόπειρα εξορθολογισμού απαιτεί πολυετείς δικαστικές διενέξεις και αρκετά χρήματα υποστήριξης του δικαστικού αγώνα, με αβέβαιο πάντα αποτέλεσμα.


Ας μην ξεχνούμε ότι σε περίπτωση που ο διαθέτης καταρτίσει μια κληρονομική σύμβαση με τον συμβατικό – εν δυνάμει κληρονόμο του, αυτή δεν ανακαλείται, δηλαδή αν αλλάξουν οι σχέσεις ή οι συνθήκες, δεν μπορεί να αλλάξει αυτή η σύβαση παρά μόνο με τη σύμπραξη και των δύο συμβαλλομένων. Είναι δε προβλέψιμο πως αν ή όταν παρασχεθεί αυτή η δυνατότητα, τότε θα παρατηρηθεί το φαινόμενο, που ήθελε να αποτρέψει ο προ ογδόντα ετών νομοθέτης, δηλαδή να αποτελέσει η κληρονομιαία περιουσία αντικείμενο συναλλαγής και ο διαθέτης υποκείμενο πιέσεων.


Τέταρτη αλλαγή είναι η προσπάθεια να γίνει με διαφορετικό τρόπο και εκτός του σημερινού κανόνα της κληρονομικής διαδοχής η διάθεση άυλων περιουσιακών στοιχείων, όπως το σήμα μιας επιχείρησης, η επωνυμία της, πνευματικά και άλλα δικαιώματα. Αυτή η απόπειρα είναι επίκαιρη και χρήζει περαιτέρω επεξεργασίας, αν και με αναλογική εφαρμογή διατάξεων, που ρυθμίζουν εταιρικά σχήματα, θα μπορούσε να προβλεφθεί η διάθεσή τους εντός της επιχείρησης και η αποζημίωση από αυτήν των νόμιμων κληρονόμων.


Σε όλα δε τα ανωτέρω προβλέπεται και η θέσπιση χρονικού περιορισμού – ορίου στην αποδοχή του κληρονομικού δικαιώματος και της περιουσίας, προσπαθώντας να επιφέρει την τάξη στις περιουσίες, που λόγω πολυετούς απουσίας στο εξωτερικό ή διενέξεων μεταξύ των συγκληρονόμων απαξιώνονται και χρονίζουν είναι θετικό μέτρο, αλλά πάλι είναι πολύ δύσκολο και κατά περίπτωση οριζόμενο το χρονικό όριο και οι πιθανές επιπτώσεις προσκρούουν και σε συνταγματικές διατάξεις. Θα χάνει δηλαδή κάποιος την πατρογονική του περιουσία επειδή είναι στο εξωτερικό και δεν κατάφερε να τη δηλώσει εντός του χρονικού ορίου που τυχόν θα θεσπισθεί ;


Έχω αφήσει στο τέλος, ίσως το πιο δυσεπίλυτο πρόβλημα, που επιχειρείται να ρυθμισθεί, αυτό των ιδιόχειρων – ιδιόγραφων διαθηκών, «καθώς συνήθως είναι περισσότερες από μία, με αντιφατικές οδηγίες ή ρυθμίσεις που δεν βγάζουν νόημα, με αμφισβητήσεις στην υπογραφή εκείνου που αφήνει την περιουσία του» και που προτείνεται να αντικατασταθεί από ψηφιακές μόνο διαθήκες, οι οποίες στο εξής θα καταρτίζονται και θα δημοσιεύονται από συμβολαιογράφο.


Θα συμφωνήσω με την αιτιολογία, ναι έχουμε δει και τέτοιες ιδιόγραφες διαθήκες, αντιφατικές, δυσνόητες και περίπλοκες αλλά αρκεί αυτό για να στερήσουμε από τον Έλληνα πολίτη το δικαίωμα, που έχει εδώ και τουλάχιστον ογδόντα έτη, να μπορεί με μια απλή του έγγραφη δήλωση, όπου και όποτε επιθυμεί, να διαθέσει τα περιουσιακά του στοιχεία ; Να δηλώσει την τελευταία του βούληση. Οπωσδήποτε θα πρέπει να εκσυγχρονιστεί ο θεσμός της ιδιόγραφης διαθήκης και να εξοπλιστεί με εχέγγυα ασφάλειας, μυστικότητας και ταχύτητας στη σύνταξη και τη δημοσίευση, πλην όμως η ψηφιοποίηση ή η υπογραφή μέσω .gov, όπως έχει ακουστεί ενός τέτοιου εγγράφου, όχι μόνο δεν το ισχυροποιεί αλλά ουσιαστικά καταργεί τη μυστικότητα, που πρέπει να έχει και ουδέν εχέγγυο προσφέρει ως προς το πρόσωπο, που τυχόν απέστειλε στη χρήσιμη κατά τα άλλα πλατφόρμα το έγγραφο. Θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι δεν ψηφιοποιούνται τα πάντα, τουλάχιστον σήμερα και επίσης θα πρέπει να μας απασχολήσει λίγο περισσότερο, γιατί για ογδόντα και πλέον έτη δεν υπήρξε καμία αλλαγή στον πυρήνα του κληρονομικού δικαίου.


Έχοντας πλήρη εμπιστοσύνη στην επιτροπή, που έχει συγκροτηθεί και θεωρώντας ότι ο νομοθέτης, για να είναι «σοφός» πρέπει πάντα να αφουγκράζεται τις ανάγκες και τα προβλήματα της κοινωνίας, αναμένω με εξαιρετικό ενδιαφέρον το σχέδιο νόμου, που θα εκπονηθεί.


Θεόδωρος Χαλκίδης


Γενικός Γραμματέας


Σ.Σ.Ε.Α.Π.Α.Δ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου