Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα των άρθρων -Τα δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν τους συγγραφείς.

Νοεμβρίου 08, 2010

Αθήνα 2010: Νέοι, με πτυχία και άστεγοι

Ανδρας, ημεδαπός, 30-55 ετών, με πανεπιστημιακές γνώσεις, που μιλά άπταιστα μία ή δύο ξένες γλώσσες, όμως από κάποια λανθασμένη επιλογή ή από ένα γύρισμα της τύχης βρέθηκε στον δρόμο, απόκληρος της ζωής, δίπλα σε τοξικομανείς και μετανάστες! Αυτή είναι η «ταυτότητα» του «νεοάστεγου» των Αθηνών, όπως προκύπτει
από τα στοιχεία της μη κυβερνητικής οργάνωσης «ΚΛΙΜΑΚΑ» και τις μαρτυρίες των ίδιων των φιλοξενούμενων του ξενώνα αστέγων στο Γκάζι!




Η είδηση πριν από λίγες ημέρες ήταν σοκαριστική. Ενας άστεγος στον Ταύρο, που είχε βρει καταφύγιο από το κρύο σε έναν κάδο απορριμμάτων, διαμελίστηκε από απορριμματοφόρο. Κάθε χρόνο, δεκάδες συνάνθρωποί μας πετιούνται στον δρόμο ή καταφεύγουν σε ξενώνες αστέγων που μπορούν ακόμη να σηκώσουν το οικονομικό βάρος της περίθαλψης και της σίτισής τους. Σε αυτούς όλο και πιο συχνά έρχονται να προστεθούν, ως ένα ακόμη θύμα της κρίσης, πολλοί Ελληνες, οι οποίοι ελλείψει δουλειάς και επειδή αδυνατούν να πληρώσουν το ενοίκιο, μένουν στον δρόμο και κοιμούνται στα παγκάκια.





ΞΕΠΕΡΝΟΥΝ ΤΟΥΣ 1.700



Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της οργάνωσης «ΚΛΙΜΑΚΑ», που προσφέρει υπηρεσίες σε ευπαθείς ομάδες, από δείγμα 200 ατόμων που δήλωσαν απώλεια στέγης μέσα στο 2010, το 80% των «νεοαστέγων» είναι άντρες ηλικίας μεταξύ 30 και 55 και άνεργοι. Επίσης, πολλοί είναι ναυτικοί που έμειναν χωρίς δουλειά, άνθρωποι υψηλότερης μόρφωσης και κοινωνικής στάθμης, όπως πτυχιούχοι που χρεοκόπησαν λόγω χρεών σε κάρτες ή δάνεια, αλλά και η λεγόμενη «γενιά των 700 ευρώ» που δεν έχει καμία υποστήριξη.



Οι διαστάσεις που έχει πάρει τα τελευταία χρόνια το πρόβλημα των αστέγων είναι ορατές και στα συσσίτια των δήμων, όπου κάθε μεσημέρι ο κόσμος σχηματίζει ουρές. «Εκεί αποτυπώνεται ανάγλυφα η αύξηση, δεδομένου ότι έχουν αυξηθείί και οι Ελληνες» λέει στην «Espresso της Κυριακής» ο πρόεδρος του Ιδρύματος Αστέγων του δήμου Αθηναίων και συμπληρώνει: «Εχουν πληγεί αυτοί που μέχρι πρότινος αποκαλούσαμε “νοικοκυραίους”. Πλέον ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας έχει ανάγκη. Προ εξαμήνου είχαμε περίπου 1.700 ημεδαπούς άστεγους στην Αθήνα. Ηρθε η ώρα η κοινωνία να δείξει το πρόσωπο της ανοχής και της αλληλεγγύης».



Από την πλευρά της, η συντονίστρια του προγράμματος στήριξης αστέγων της οργάνωσης «ΚΛΙΜΑΚΑ» Αντα Αλαμάνου σημειώνει: «Ο άστεγος δεν χρειάζεται μόνο στέγη. Υπάρχει ένα σύνολο προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι αυτοί, όπως διάφορα προβλήματα ψυχικής υγείας, έλλειψη ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και υποστηρικτικού περιβάλλοντος, με αποτέλεσμα να βιώνουν τον κοινωνικό αποκλεισμό. Οπότε όλες οι υπηρεσίες και τα προγράμματα που αφορούν αστέγους πρέπει να καλύπτουν το σύνολο των αναγκών αυτών των ανθρώπων».





«ΣΤΙΣ ΟΥΡΕΣ ΣΙΤΙΣΗΣ ΑΠΟΤΥΠΩΝΕΤΑΙ Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΦΑΙΝΙΟΜΕΝΟΥ. ΗΡΘΕ Η ΩΡΑ Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΝΑ ΔΕΙΞΕΙ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ»





«Μπήκα εγγυητής και έχασα το σπίτι»



Ο 50χρονος Κ.Κ. είναι ένας «κοσμογυρισμένος» άστεγος. Για εννέα χρόνια δούλευε σε κρουαζιερόπλοια και ταξίδευε σε όλον τον κόσμο, όμως έχασε το σπίτι του, με αποτέλεσμα να μείνει στον δρόμο. «Μπήκα εγγυητής και έχασα το σπίτι μου. Το έριξα λίγο και στην αλητεία και στο σορολόπ!»



Οπως λέει, τα τελευταία δύο χρόνια μένει σε ένα δωματιάκι του ξενώνα αστέγων στο Γκάζι και τα πρωινά δουλεύει στην ανακύκλωση: «Στην αρχή μάζευα κουτάκια αναψυκτικών για να βγάζω τα τσιγάρα μου. Εχω φάει κρύο εγώ στα παγκάκια... Εχω βάλει και στις τσέπες» εξομολογείται ο 50χρονος κλοσάρ, ο οποίος αμέσως μετά παραδέχεται ότι, όπως οι περισσότεροι άστεγοι, έτσι κι αυτός βίωσε τον ρατσισμό. «Δεν είναι όλοι οι άστεγοι πρεζόνια και μετανάστες. Εχει δημιουργηθεί λανθασμένη εικόνα για τους ανθρώπους που ζουν στον δρόμο. Κάποιοι πιστεύουν ακόμη ότι τους αρέσει να ζουν στους δρόμους»!





«Σπούδασα εκτιμητής διαμαντιών...»





«ΑΝΤΙ ΝΑ ΜΕ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΟΥΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ, ΜΕ ΒΟΗΘΗΣΕ ΕΝΑΣ ΦΤΩΧΟΣ ΑΦΓΑΝΟΣ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΣ»



Ο Α.Ζ. γεννήθηκε στη Νότιο Αφρική από Ελληνα πατέρα και μητέρα ολλανδικής καταγωγής, η οποία τον εγκατέλειψε όταν ήταν δεκαπέντε χρόνων. Μετά τον θάνατο του πατέρα του έλαβε εντολή στράτευσης και ήρθε στην Ελλάδα για να υπηρετήσει τη θητεία του. «Στη Νότιο Αφρική σπούδασα εκτίμηση διαμαντιών, αλλά χρειάζονται πολλά χρήματα για να κάνεις μια τέτοια δουλειά. Αφού για πολύ καιρό δεν έβρισκα δουλειά ούτε στην Αθήνα ούτε στην Εύβοια, αποφάσισα να καταφύγω στην Πάτρα, με σκοπό να περάσω στην Ιταλία».



Από κει ξεκινούν και τα προβλήματα. Οπως λέει, στην Πάτρα πολλοί τον περνούσαν για Αλβανό αλλά και ο ίδιος έκρυβε από τους άλλους μετανάστες ότι είναι Ελληνας. Τελικά κατάφερε να περάσει στο Μπάρι της Ιταλίας και για λίγο έμεινε σε ένα εγκαταλειμμένο κτίριο μαζί με άλλους μετανάστες, αραβικής καταγωγής. Στη συνέχεια, ο δρόμος του τον οδήγησε σε έναν καταυλισμό του Ερυθρού Σταυρού, όπου συμβίωνε σε μία σκηνή με Μαροκινούς. Υστερα από πολλές κακουχίες επέστρεψε στην Ελλάδα. «Πολύ συχνά στους δρόμους ένιωθα ότι έχανα την ανθρωπιά μου και δεν μπορούσα να πάρω και να δώσω αγάπη. Μία μέρα πήγα σε μία εκκλησία να ζητήσω φαγητό και ο ιερέας κυριολεκτικά με πέταξε έξω, νομίζοντας ότι είμαι λαθρομετανάστης.



Ομως ένας άνθρωπος από το Αφγανιστάν με βοήθησε να επιζήσω. Με πήρε στο σπίτι του, όπου ζούσε με τους πέντε αδελφούς του. Ενιωθα πολύ θυμό, καθώς, αντί να με βοηθήσουν χριστιανοί, με βοήθησε ένας πολύ φτωχός Αφγανός μουσουλμάνος» καταλήγει ο Α.Ζ., ο οποίος ονειρευόταν να πιάσει μια αξιοπρεπή δουλειά, με καλές αποδοχές, αλλά αντ’ αυτού έμεινε στον δρόμο.





«Μιλάω τέσσερις γλώσσες»



Η ζωή του 34χρονου Μ.Κ. θα μπορούσε να γίνει σενάριο. Παιδί εύπορης οικογένειας από την επαρχία, με σπουδές και μόρφωση, αποφάσισε πριν από μερικά χρόνια να έρθει στην Αθήνα για να βρει δουλειά. «Τελείωσα το Ανοικτό Πανεπιστήμιο, μιλάω άπταιστα δύο γλώσσες, αγγλικά και γερμανικά, και μπορώ να συνεννοηθώ στα ολλανδικά και τα σουηδικά. Για τέσσερα χρόνια εργαζόμουν ως ξεναγός με μισθό 2.000-2.500 ευρώ, αλλά επειδή ήθελα μια εργασία αορίστου χρόνου, έπιασα δουλειά ως υπεύθυνος στη ρεσεψιόν ενός ξενοδοχείου».



Για οχτώ χρόνια όλα πήγαιναν καλά στη ζωή του, ώσπου μια μέρα ο διευθυντής τού ανακοίνωσε την απόλυσή του. Τους επόμενους τέσσερις μήνες ζούσε σε ξενοδοχείο, όμως, όταν τελείωσαν τα χρήματα και ακόμα δεν είχε βρει δουλειά, αναγκάστηκε μείνει στον δρόμο, σε ένα παγκάκι στο Θησείο. Αν και η ζωή στον δρόμο ήταν πολύ δύσκολη, δεν μπορεί να συγκριθεί, όπως λέει, με τη σκληρότητα των ανθρώπων: «Οταν πήρα τηλέφωνο δυο - τρεις φίλους για να τους ζητήσω δανεικά, όλοι βρήκαν διάφορες προφάσεις για να μη μου δώσουν. Ετσι κατάλαβα ποιοι είναι οι πραγματικοί μου φίλοι».



Τις τελευταίες τρεις εβδομάδες ο Μ.Κ. ζει στον ξενώνα φιλοξενίας της «ΚΛΙΜΑΚΑΣ», ενώ τα πρωινά βοηθάει στο εργαστήριο ανακύκλωσης χαρτιού της οργάνωσης. Παράλληλα, ψάχνει στις μικρές αγγελίες για δουλειά. Αν και έχει περάσει πολλά, δεν σκέφτεται ούτε για μία στιγμή να γυρίσει στο σπίτι του στην επαρχία, όπου τον περιμένει μια σίγουρη δουλειά. Εξάλλου, όπως λέει, η ίδια του η οικογένεια τού γύρισε την πλάτη επειδή διαφωνούσε με μία σχέση που είχε στο παρελθόν.



Το παράπονό του είναι ότι ο κόσμος που δεν έχει ζήσει από κοντά το δράμα των ανθρώπων που κοιμούνται στον δρόμο, δεν μπορεί να τους καταλάβει: «Αν δεν ζήσεις στο πετσί σου την απόρριψη, δεν μπορείς να καταλάβεις» λέει και συμπληρώνει: «Ευτυχώς εγώ ήμουν από τους τυχερούς, καθώς έμεινα μόνο δυόμισι μήνες στον δρόμο»!



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου