Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα των άρθρων -Τα δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν τους συγγραφείς.

Απριλίου 25, 2010

ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΑΜΦΙΛΟΧΙΑ


Εντυπωσιακό οδοιπορικό, δυτική Αιτωλοακαρνανία, από τη Βόνιτσα ...




Η Αμφιλοχία είναι μια όμορφη κωμόπολη που αιχμαλωτίζει αμέσως το βλέμμα του επισκέπτη. Χτισμένη αμφιθεατρικά στο μυχό του
Αμβρακικού κόλπου σε μια εξαιρετικά σημαντική γεωγραφική θέση. Βρίσκεται πάνω στο μοναδικό φυσικό πέρασμα από τη Δυτική Ρούμελη προς την Ήπειρο και
δίνει την εντύπωση πως από εκεί μπορείς να ελέγχεις όλη τη θαλάσσια περιοχή.


Λόγω του επίκαιρου της θέσης, ο τόπος φαίνεται ότι αποτελούσε πάντα, ήδη από την κλασική αρχαιότητα, τον τελευταίο σταθμό πριν την Ήπειρο. Μαρτυρίες που βεβαιώνουν ότι εκεί σταματούσαν οι οδοιπόροι και οι έμποροι για να ξεκουραστούν έχουμε από την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Στο σημείο όπου χτίστηκε αργότερα η σύγχρονη πόλη, υπήρχε σταθμός καραβανιών, «Καραβάν Σαράι», από το οποίο πήρε το όνομα «Καρβασαράς» ο πρώτος οικισμός. Η ονομασία αυτή παρέμεινε σε ισχύ μέχρι το 1907, οπότε μετονομάστηκε σε Αμφιλοχία, από το αρχαίο τοπωνύμιο της ευρύτερης περιοχής.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΜΦΙΛΟΧΙΑΣ
Η αρχαία Αμφιλοχία, όπως την περιγράφει ο γεωγράφος Στράβων, βρισκόταν στο βορειότερο άκρο της Ακαρνανίας, δίπλα στον Αμβρακικό κόλπο. Στα βόρεια συνόρευε με την Αμβρακία και ανατολικά με τις χώρες των Αγραίων και των Δολόπων. Αναφερόμενος στους αρχαίους κατοίκους ο Στράβων τους θεωρεί Ηπειρώτες. Ο Θουκιδίδης τους χαρακτηρίζει βαρβάρους, ενώ την ίδια άποψη είχε και ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος Γ’, ο οποίος θεωρούσε ότι δεν είναι ελληνικό φύλο εξαιτίας της διαλέκτου τους, που του ήταν εντελώς ακατανόητη.


Κυρίαρχη πόλη στην περιοχή ήταν το Αμφιλοχικό Άργος. Σύμφωνα με την παράδοση που διασώθηκε σε αρχαίες πηγές, ιδρύθηκε από τον Αμφίλοχο, ονομαστό μάντη από το Άργος της Πελοποννήσου, ο οποίος πήρε μέρος στον Τρωικό Πόλεμο και στην εκστρατεία των Επιγόνων εναντίον των Θηβών. Ο μυθικός ήρωας μαζί με τον αδελφό του Αλκμέωνα έγιναν μητροκτόνοι, φονεύοντας τη μητέρα τους Εριφύλη, επειδή φερόταν άστοργα προς τον πατέρα τους Αμφιάραο. Όμως, μετά το τέλος του Τρωικού πολέμου ο Αμφίλοχος δεν μπορούσε να ζήσει υπό το βάρος των τύψεων στη γενέτειρα του. Έτσι, με άλλους Αργείους φυγάδες έγινε ο πρώτος οικιστής του Αμφιλοχικού Άργους και, ταυτόχρονα, ο γενάρχης του Αιτωλικού και Ακαρνανικού μαντικού γένους.

Για την πρωτεύουσα των Αμφιλοχίων υπάρχουν αρκετές αναφορές στο Θουκιδίδη, τον Πτολεμαίο και τον Πολύβιο. Όμως η ακριβής θέση της πόλης δεν έχει εντοπιστεί, καθώς στην περιοχή δεν έχει γίνει ουσιαστική αρχαιολογική έρευνα. Ο Θουκιδίδης γράφει ότι η πόλη είναι παραθαλάσσια, ενώ ο Πολύβιος αναφέρει ότι απέχει 180 στάδια, περίπου 2 χιλιόμετρα, από τη θάλασσα. Το πιο πιθανό σημείο όπου βρισκόταν το Αμφιλοχικό Αργος είναι στη θέση Καινούργιο, κοντά στο σημερινό οικισμό Βλίχα. Εκεί υπάρχουν λείψανα τειχών οχυρωματικών, ενώ έχουν ανακαλυφθεί και αρχαίοι τάφοι. Η πόλη άκμασε στην περίοδο 350 - 250 π.Χ., όπως φαίνεται από τα νομίσματα που έχουν ανακαλυφθεί, τα οποία είναι απομιμήσεις των κορινθιακών στατήρων.

Στη Ρωμαϊκή εποχή και στη Βυζαντινή η περιοχή έπεσε σε αφάνεια και, πιθανώς, εκεί που χτίστηκε αιώνες αργότερα η σημερινή Αμφιλοχία να παρέμεινε μικρός οικισμός, ο οποίος να αποτελούσε συνήθη στάση εμπόρων και ταξιδιωτών που πήγαιναν από κει προς την ακμάζουσα Ήπειρο. Η πόλη, που εκείνες τις εποχές γνώρισε ανάπτυξη, ήταν η Αμβρακία, που ερημώθηκε στο τέλος της Τουρκοκρατίας. Οι Οθωμανοί, πάντως, έδωσαν μεγάλη σημασία στη στρατηγικής σημασίας θέση και είχαν κατασκευάσει οχυρωματικά έργα. Στη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης ο Κραβασαράς χρησιμοποιήθηκε ως σταθμός ανεφοδιασμού για τα οθωμανικά στρατεύματα, ιδιαίτερα στη διάρκεια των πολιορκιών του Μεσολογγίου. Στις 29 Σεπτεμβρίου του 1825 έγινε μια από τις πιο σημαντικές μάχες στη Δυτική Ρούμελη. Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης επιτέθηκε κατά της τουρκικής φρουράς, που είχε διοικητή τον Βασιάμπεη. Οι Οθωμανοί γνώρισαν μεγάλη ήττα και άφησαν στο πεδίο της μάχης περισσότερους από 300 νεκρούς και πολλά λάφυρα. Αργότερα, όμως, οι Τούρκοι ανακατέλαβαν την περιοχή και την κράτησαν υπό την κυριαρχία τους μέχρι το τέλος του Αγώνα. Η τουρκική φρουρά, που είχε δύναμη 1300 ανδρών, συνθηκολόγησε και εγκατέλειψε αμαχητί τον Κραβασαρά στις 13 Απριλίου του 1829.


ΜΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΚΩΜΟΠΟΛΗ ΣΕ ΚΟΜΒΙΚΟ ΣΗΜΕΙΟ
Η σύγχρονη Αμφιλοχία άρχισε να δημιουργείται μετά την απελευθέρωση. Όπως αναφέραμε το χωριό ονομάστηκε Κραβασαράς και οι πρώτοι κάτοικοι του ήταν πρόσφυγες από την εγκαταλειμμένη πλέον Αμβρακία. Ο πρώτος οικισμός δημιουργήθηκε στη θέση Μπιστιντζανέικα, στο ανατολικό μέρος της πόλης, στις παρυφές του Πλατού. Το 1856 άρχισε να χτίζεται στη σημερινή της μορφή η πόλη, βάσει εγκριθέντος ρυμοτομικού διαγράμματος, το οποίο αποτελεί ένα από τα παλαιότερα σχέδια πόλης στην Ελλάδα.


Στην κατοχή η Αμφιλοχία πλήρωσε βαρύ τίμημα στους κατακτητές, οι οποίοι έκαναν φόνους και τεράστιες καταστροφές στην πόλη. Περισσότεροι από 30 κάτοικοι εκτελέστηκαν και τα περισσότερα σπίτια κάηκαν. Έτσι η ανοικοδόμηση άρχισε αμέσως μετά την απελευθέρωση και πήρε μεγαλύτερους ρυθμούς από τη δεκαετία του ‘80 και ύστερα.

Η πόλη είναι χτισμένη αμφιθεατρικά και μέσα από αυτή διέρχεται η μεγάλη οδική αρτηρία Αντιρρίου - Αγρινίου - Αμφιλοχίας - Άρτας. Από το Αντίρριο απέχει 128 χιλιόμετρα και 344 από την Αθήνα. Είναι έδρα του ομώνυμου Δήμου, στον οποίο υπάγονται τα χωριά και οικισμοί Στάνος, Σπάρτο, Μπούκα, Σαρδίνια, Ανοιξιάτικο, Αμπελάκι, Μέγας Κάμπος, Λουτρό, Κεχρινιά, Βαρετάδα και Κομποθέκλα.

Η Αμφιλοχία είναι το μοναδικό αστικό κέντρο του Βάλτου, το κεφαλοχώρι της περιοχής όπου βρίσκονται συγκεντρωμένες οι υπηρεσίες. Η οικονομική ζωή του τόπου στηρίζεται κυρίως στον τουρισμό και την παραγωγή αγροτικών προϊόντων. Καλλιεργείται καπνός ποικιλίας τσεμπέλι, ελιές, εσπεριδοειδή, καλαμπόκι και οπωροκηπευτικά. Ιδιαίτερα αναπτυγμένη είναι η κτηνοτροφία και η παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων. Στην ευρύτερη περιοχή υπάρχουν πέντε μεγάλα τυροκομεία. Η φέτα της Αμφιλοχίας είναι ονομαστή, ενώ εξαιρετικής ποιότητας είναι η κεφαλογραβιέρα και το πεκορίνο.

Ο Αμβρακικός κόλπος είναι ένας σπουδαίος ψαρότοπος. Η γαρίδα που αλιεύεται στην περιοχή είναι μοναδική, ενώ υπάρχουν σε αφθονία σουπιές, καλαμάρια, λιθρίνια, κεφαλόπουλα, κουτσομούρες, γλώσσες και άλλα νόστιμα θαλασσινά. Στο κόλπο αφθονούν επίσης και οστρακοειδή, όπως τα μύδια και οι πίνες. Μέσα στον Αμβρακικό και πλησίον της Αμφιλοχίας μπορεί κάποιος να δει τον κρατήρα σβησμένου ηφαιστείου. Βρίσκεται στο ανατολικό άκρο του όρμου, στην άκρα του Αγ. Γεωργίου και σε απόσταση περίπου 150 μέτρων από την ακτή. Ο κρατήρας είναι σε βάθος 3,5 μέτρων και οι τελευταίες εκρήξεις του ηφαιστείου έγιναν το 1847 και το 1865.

Η περιοχή του Βάλτου θεωρείται ένας από τους πλουσιότερους κυνηγότοπους της Ελλάδας. Στα ορεινά υπάρχει πλούσια άγρια ζωή. Είναι από τα αγαπημένα μέρη των κυνηγών του αγριογούρουνου, ενώ υπάρχουν σε αφθονία μπεκάτσες, φάσες, λαγοί, κοτσύφια και άλλα θηράματα. Μόνο φέτος ήταν λιγοστές οι μπεκάτσες και οι φάσες και τους λόγους μας τους εξηγεί παρακάτω ο πρόεδρος του Κυνηγετικού Συλλόγου. Επίσης, στους πλούσιους υδροβιότοπους του Αμβρακικού καταφεύγει μεγάλος αριθμός πουλιών, αλλά το κυνήγι τους είναι απαγορευμένο.



«ΕΙΣΑΙ ΤΡΕΛΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΑΡΕΘΑ» ???
 Σημείο αναφοράς στην περιοχή είναι το μοναστήρι στα Αρέθα, πάνω στα βουνά, σε ένα τόπο εξαιρετικής φυσικής ομορφιάς. Απέχει περισσότερο από 20 χιλιόμετρα από την Αμφιλοχία. Ο δρόμος είναι αρκετά καλός χωματόδρομος και σύντομα αναμένεται να ασφαλτοστρωθεί. Παραμένει άγνωστο πότε ιδρύθηκε η μονή και ποιος είναι ο κτήτωρ.


Σύμφωνα με την παράδοση την έκτισε ένας Κωνσταντινοπολίτης, ο οποίος είδε σε όραμα την Παναγία. Όπως μας αφηγήθηκε ο φιλόξενος γέροντας Συμεών, η Παναγία του ζήτησε να χτίσει τρία μοναστήρια και σε αντάλλαγμα θα του υποδείκνυε κρυμμένο θησαυρό. Ο Κωνσταντινοπολίτης ξεκίνησε γι αυτό το σκοπό και στη Θεσσαλονίκη είδε νέο όραμα, στο οποίο του αναφέρθηκε ως τόπος ίδρυσης του ενός μοναστηριού ένα μέρος με το όνομα Βάλτος. Έτσι, ο άγνωστος ιδρυτής της μονής έφτασε στο σημείο που του υποδείχθηκε και εκπλήρωσε το τάμα του.

Το καθολικό της μονής είναι αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Όπως φαίνεται από εντοιχισμένη επιγραφή εξωτερικά του ιερού έχει κτιστεί το 1742. Πρόκειται για τρίκλιτο ναό, τετρακίονο και σταυρεπίστεγο. Έχει πέντε οκτάπλευρους τρούλους και στο εσωτερικό του ξεχωρίζει το ξυλόγλυπτο τέμπλο και η πλούσια αγιογράφηση. Στον πρόναο υπάρχουν κι άλλες τοιχογραφίες και στη ρίζα του ενός κίονα υπάρχει χοντρή αλυσίδα.

Είναι απομεινάρι άλλων εποχών, κατά τις οποίες κυριαρχούσε η δεισιδαιμονία και τα μοναστήρια χρησιμοποιούνταν ως τόποι εγκλεισμού των ψυχικώς πασχόντων. Τότε όσοι αντιμετώπιζαν ψυχική διαταραχή θεωρούνταν συλλήβδην «δαιμονισμένοι» και οδηγούνταν δια της βίας σε εκκλησίες για να ιαθούν. Εκεί, στη μονή, οι δύσμοιροι ασθενείς δένονταν με τις χοντρές αλυσίδες και τους «διάβαζαν» μέχρι να απελευθερωθούν από τα κακά πνεύματα. Από την ταλαιπωρία της δέσμευσης, που μπορεί να κρατούσε και ημέρες, ο ανθρώπινος οργανισμός εξουθενωνόταν και κατέρρεε, με αποτέλεσμα ο «δαιμονισμένος» να θεωρείται ιαθείς! Πιθανότατα οι περιπτώσεις εγκλεισμού και δέσμευσης στο μοναστήρι των ψυχικά αρρώστων να ήταν συχνό φαινόμενο και έτσι να εξηγείται η αποστροφή «είσαι τρελός για τ’ Αρέθα» που λένε ακόμη και σήμερα οι κάτοικοι του Βάλτου.

Πάντως το μοναστήρι, το οποίο έπαθε τεράστιες ζημιές από τους βομβαρδισμούς των Γερμανών και καταστράφηκε η βιβλιοθήκη του, έχει σήμερα ανακαινισθεί. Έχουν φτιαχτεί σύγχρονοι ξενώνες και, μάλιστα, ο ένας έξω από το μοναστήρι προορίζεται για τους κυνηγούς, οι οποίοι, κατά παράδοση, πήγαιναν στην περιοχή με τα πλούσια θηράματα και φιλοξενούνταν στο μοναστήρι.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου