Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα των άρθρων -Τα δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν τους συγγραφείς.

Δεκεμβρίου 02, 2011

Της μάνας σου

Απο Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...Μάγισσα Κίρκη

Είπα κι εγώ το ένα και μοναδικό ρημαδο-Σαββατοκύριακο που έχω, να κάτσω να ξεκουραστώ και να δω το παιδάκι μου αλλά για άλλη μια φορά γαμήθηκε ο Αλλαντίν αφού με το καλημέρα σας, Σάββατο πρωί-πρωί, έσκασε μύτη άλλο χαλί από αυτό που παραγγείλαμε και τελευταία στιγμή έτρεχα να δω που θα αφήσω το μωρό
για να πάω στην ηλίθια να της γαμήσω το σπιτάκι. Αφού για το λάθος της βλαμμένης (το οποίο εννοείται πως όχι μόνο δεν παραδέχτηκε αλλά είχε και ύφος, όπως δηλαδή ήταν έτσι κι αλλιώς από τη πρώτη στιγμή που μπήκαμε για να ψωνίσουμε) έφυγα από τη μία άκρη της Αθήνας στην άλλη ανεβοκατεβάζοντας χαλιά και κυρίως καντήλια, αποφάσισα πως αυτή ήταν η τελευταία φορά που στηρίζω τον μαλ....σόρρυ τον μαγαζάτορα της γειτονιάς ο οποίος με ταμπέλα "ΚΛΕΙΝΟΥΜΕ-ΞΕΠΟΥΛΗΜΑ" κολλημένη στη βιτρίνα για κανα πεντάρι χρόνια προσπαθεί να ξεπουλήσει ό,τι ξέμεινε του αργαλειού προσλαμβάνοντας όποιο ζώο βρεί μπροστά του επειδή δίνει 400 ευρώ.Πολυεθνική και πάλι πολυεθνική.Τουλάχιστον από αυτές τρώνε και καμια πεντακοσαριά οικογένειες.


Αφού αλλάζουμε το χαλί, το ανεβάζουμε ξανά σπίτι και πουτσοκυλιόμαστε πάνω του για το καλό, ξεκινάμε για τα γνωστά του Σαββάτου: Σούπερ μάρκετ, jumbo και- για πρώτη φορά στη ζωή μου-λαική. Ε ναι λοιπόν κυρίες και κύριοι, πρώτη φορά μετά από 20 χρόνια βρέθηκα στη λαική αγορά, εμπειρία που έμεινε αξέχαστη (στους πωλητές) και που όχι μόνο συνοδεύτηκε από ακράδαντο ενθουσιασμό και επιφωνήματα τύπου "Ωχ κοίτα ένα πράσσο!" αλλά αποδείχτηκε και άκρως εκπαιδευτική καθώς κάλυψε πολλά κενά (δυστυχώς όχι του εγκεφάλου μου) όπως οτι νόμιζα π.χ. πως το σπαράγγι το ξεριζώνουν από το μαύρο χάραμα κι -όταν δεν κλείνουν την Εθνική-το φέρνουν στη λαική και το πουλάνε οι αγρότες αυτοπροσώπως σαν να λέμε "δια χειρός Σπαράγγι". Μετά είδα ότι εκτός από φρούτα και λαχανικά πουλάνε κι αυγά και μέλι και ελιές αλλά αυτό δεν με ενθουσίασε ιδιαίτερα γιατί στο κέντρο που έμενα πούλαγαν και κιλότες και κινητά και κλεμμένα γυαλιά και ναρκωτικά οπότε πήγαινες στη λαική για μήλα κι έφευγες κουνουπίδι! Επίσης έμαθα ότι από κάποια ώρα και μετά, οι τιμές πέφτουν στο μισό και μακάρι να συνέβαινε το ίδιο και με τις φούστες ή τις γόβες να πάει το sleeping bag έξω απ' το Zara σύννεφο. Στη συνέχεια βέβαια άρχισα να κρυώνω και κυρίως να εκνευρίζομαι με τόση γκαρίλα αυξομειωμένη - "ΈΕΕΕΛΑΑΑΑ το ΣΤΑΦΥΛΙ παιδιά ΕΛΑΑΑΑΑ λέμε ΠΩΠΩΠΩ" γαμώ τον Διόνυσο κι εσένα μαζί που μου΄χεις τρυπήσει το τύμπανο- και απαιτώ με δημοκρατικές διαδικασίες "να φύγουμε τώρα", κι αν στενοχωρήθηκα για κάτι ήταν που δεν έκατσα περισσότερο στις πατάτες που΄χε ένα ωραίο γαλαζομάτικο τεκνάκι να σε πετάξει πάνω στον πάγκο μέχρι να πείς "μελίγκρα". Εν τω μεταξύ έχει πάει η ώρα 18.00 και το παιδί δεν το έχω δεί-λίγο ακόμη και θα βάλω τη Χατζηβασιλείου να του στείλει πακέτο που μέσα θα’ χει μια φωτογραφία μου, ένα ηχογραφημένο γαμοσταυρίδι στην κότα που έστειλε λάθος χαλί και μισό κιλό φλάσκες απ’ την ημέρα που χάθηκαν τα ίχνη μου- αλλά ευελπιστώ τουλάχιστον στην Κυριακή (μπουχαχα!).

Ξημερώνει Κυριακή που να μην ξημέρωνε κι είμαι στο πόδι απ’τις 07.30. Φτιάχνω ομελέτα με λουκάνικα για πρωινό στην κολώνα (πες την τσιμεντογωνία) του σπιτιού που είναι άρρωστη, στρώνω τραπέζι και σερβίρω, παράλληλα φτιάχνω καφέ, βράζω το πρώτο νερό της ημέρας (ακολουθούν άλλα 56.789) για να φτιάξω το γάλα του παιδιού και βάζω και το πρώτο πλυντήριο πιάτων (ακολουθούν άλλα δέκα). Κρυώνω το γάλα, μαζεύω το τραπέζι κι έχοντας πιεί όλο κι όλο δυο γουλιές απ' τον καφέ, ξυπνάει το κολωνάκι κλαίγοντας. Του δίνω το γάλα του κι η κολώνα πάει (ξανά) για ύπνο ενώ κυνηγάω το κολωνάκι το οποίο μπουσουλάει στα χαλιά που μαδάνε, οπότε μεταφέρει το πορτοκαλί το χνούδι σε όλο το σπίτι. Αδειάζω το πλυντήριο που 'χει τελειώσει, το τιγκάρω άλλη μια δόση (ούτε ταβέρνα να΄χα) και αλλάζω το παιδί ενώ μόλις τελειώνω μαζεύω πάνες-κρέμες-μαντήλια και πάω να καθαρίσω τα φρούτα και να τα βάλω στο μίξερ για το πρώτο άλεσμα της ημέρας (ακολουθούν άλλα πενήντα). Φτιάχνω φρουτόκρεμα, καθίζω το παιδί στο καρότσι και σε μια απελπισμένη προσπάθεια να του τραβήξω την προσοχή για να κεντράρει στο πιάτο και να φάει, στέκομαι στη μέση του σαλονιού και χορεύω, χτυπώντας παλαμάκια, τραγουδώντας-μην-τα-κάνω-όλα-λίμπα-μην-τα-κάνω-ρημαδιό και στήνοντας ολόκληρο βαριετέ η Σαπουντζάκη, αλλά εκείνο κυριολεκτικά στα τέτοια του πότε σκύβει το κεφάλι για να δεί τις κάλτσες του, πότε το γυρίζει στο πλάι γιατί δεν θέλει, μετά χώνει το χέρι στο πιάτο, μετά κλωτσάει τον καναπέ ώστε να πάρει φόρα και να φύγει με το καρότσι προς τα πίσω για να μην φάει, μετά γκρινιάζει μετά βαριέται και στο τέλος πασαλείβεται και ξαναχέζει. Τελειώνει τη φρουτόκρεμα, του δίνω νερό, του πλένω τα μούτρα, τον ματα-ξαναλλάζω, βάζω τη σαλιάρα στα άπλυτα και εκείνον στο πάρκο του, για να ντυθώ με μουσική υπόκρουση κλάμα-υστερία-απόγνωση και να τον πάω βόλτα.


Βγαίνουμε απ' το σπίτι και μόλις γυρνάμε τις βιτρίνες, φτάνουμε στην παρλιακή χαρά αλλά με πιάνει κόψιμο κι εκεί που πάω να τον βάλω στην κούνια με βλέπουν παραξενεμένοι όλοι οι γονείς να δένω ξανά το παιδί στο καρότσι σε fast rewind και να κάνω ράλυ προς το σπίτι κρατώντας με το 'να χέρι το Chicco και με το άλλο τον κώλο μου. Μπαίνω έντρομη, δίνω στον μπέμπη ένα Lucky check για να σκίζει όσο θα λείπω, καταλήγω να χέζω με μουσική υπόκρουση κλάμα-υστερία-απόγνωση και μόλις τελειώνω κοιτάζω το ρολόι μου και βλέπω ότι είναι ώρα να πιεί το γάλα του. Βράζω νερό, ετοιμάζω το γάλα και του το δίνω τραγουδώντας "Μυστικέ μου έρωτα" οπότε τον παίρνει ο ύπνος. Με το που τον ακουμπάω στο στρώμα, ορμάω ξανά έξω απ’ το σπίτι κουτρουβαλώντας στα σκαλιά για να προλάβω το γυμναστήριο που κλείνει σε μια ώρα. Μπουκάρω με φόρα, σχεδόν περνάω μες από την τζαμαρία απευθείας στον διάδρομο, κοπανιέμαι μέχρι να σβήσουν τα φώτα και φεύγω μαζί με τον ιδιοκτήτη που κλειδώνει και με κοιτάζει κουνώντας το κεφάλι του-ανάθεμα-με-τους-χοντρούς-που-έμπλεξα-δεν-άνοιγα-καλύτερα-σουβλατζίδικο!

Επιστρέφω σπίτι, μαζεύω σαλιάρες μπιμπερό και πιπίλες απ΄το πάτωμα και βάζω να φάω ενώ παράλληλα ζεσταίνω και το φαγητό του παιδιού. Εκείνη την ώρα βρίσκουν να ξυπνήσουν όλοι μαζί οπότε για άλλη μια φορά τρώω με την ουρά του γαύρου να σαλεύει στο κάτω χείλος σε φάση «παίρνω αγκαλιά το παιδί που κλαίει-τρώω-επιβλέπω το βράσιμο-καταπίνω-αφήνω το παιδί στο χαλί να μπουσουλήσει-τρώω-σηκώνομαι να δω που πάει μη χτυπήσει-καταπίνω-κλείνω το μάτι κι ανακατεύω-τρώω» πάντα ανάμεσα σε «Κικήηηη νερό» «Κικήηηη ένα βρεγμένο πανί φέρε» «Κικήηηη είναι έτοιμες οι μπριζόλες; Για δες!» «Κικήηη το μουνί της μάνας σου»!

Βάζω το φαγητό στο μούλτι, το αλέθω και το χώνω στη μούρη του παιδιού το οποίο έχω καθίσει με το ζόρι στο καρότσι αλλάζοντας ρεπερτόριο -λόγω της περασμένης ώρας-με αποσπάσματα απ΄τα Αστέρια Γλυφάδας και δως του "Στην υγειά της αγάμητης που δεν άξιζε τόσο" και "Άντε να μην τρελλαθώ τί με κοιτάς ως εδώ" ενώ παίζω το τελευταίο μου χαρτί "Και με πιάνουν τα κλάμματα που' μαι μόνος χαράματα" (και που' μαι μάνα για κλάμματα), αλλά εκείνο συνεχίζει να είναι στα τέτοια του δηλαδή πότε να σκύβει το κεφάλι για να δεί τις κάλτσες του, πότε να το γυρίζει στο πλάι γιατί δεν θέλει, μετά να χώνει το χέρι στο πιάτο, μετά να κλωτσάει τον καναπέ ώστε να πάρει φόρα για να φύγει με το καρότσι προς τα πίσω και να μην φάει, μετά να γκρινιάζει μετά να βαριέται και τελικά να πασαλείβεται και να ξαναχέζει. Αφού τον αλλάζω και τον κυνηγάω στα πατώματα και λιώνω φαγητά και ζεσταίνω νερά -γιατί είμαι ο άνθρωπος βραστήρας-είναι η ώρα για την κρέμα του και ξαναβάλε το μούλτι και ξαναφέρε στο σαλόνι τον Βαγγέλη Σειληνό με το μπαλέτο του και κάν'τον και μπάνιο γιατί είναι ολόκληρος πορτοκαλί χνούδι-ρυζάλευρο βανίλια και ζέχνει και άδειασε και το πλυντήριο πιάτων που κοντεύει να κάψει φλάντζα και α! το παιδί έχεσε πάλι και τρείς ώρες μεταφυσική συζήτηση πώς κατεβαίνει το πετσάκι και "Κικήηη μπες στο google να δείς τί είναι αυτά που έβγαλε ο μικρός στην πλάτη" και "να σου πώωωω, βγάλε και το κοτόπουλο να ξεπαγώνει", στο τέλος μ' αρέσει που αναρωτιέστε "μα γιατί δεν γράφεις;". Έλα ντε! Εδώ δεν προλαβαίνω να κλάσω, όχι να γράψω, μαράζι το΄χω ένα πρωί-ένα μόνο-να ανοίξω το μάτι χωρίς να τρέχω πανικόβλητη και να σκεφτείτε ότι τις υπόλοιπες δουλειές τις κάνει ο άντρας μου.

Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, είναι ακριβώς μεσάνυχτα, κι εγώ που απ΄την κούραση έχω γίνει κολοκύθα μόλις έχω τελειώσει το φαγητό για αύριο και βράζω άλλο ένα νερό ενώ το πλυντήριο ακόμα πλένει και σε κάτι άσχετα μονόλεπτα ελεύθερου χρόνου σκέφτομαι πόσο χαζή είμαι που ανησυχούσα ότι δεν θα χάσω τα κιλά της εγκυμοσύνης (εδώ κοντεύω να χάσω κι αυτά που είχα απ' το Γυμνάσιο) και μετά παρακαλάω να ξημερώσει η Δευτέρα για να πάω στο γραφείο και να πιώ έναν καφέ με την ησυχία μου. Για αυτό όταν ακούω διάφορα ζευγάρια να λένε με παράπονο "Αχ να΄χαμε κι εμείς ένα παιδάκι" και δως του εξωσωματικές και εμβρυομεταφορές και σπέρμα-courier και ένα χρόνο προετοιμασία για να συλλάβουν, αναρωτιέμαι που κανείς μέχρι τώρα δεν τους έχει πεί ότι στην πραγματικότητα αυτό που χρειάζονται περισσότερο απ' όλα, είναι ένα χρόνο γιόγκα κι ένα γερό πλυντήριο πιάτων!

(κι όμως όταν σου πιάνει τα μάγουλα με τα δυο του χέρια και σε φιλάει, τα ξεχνάς όλα.....)





Αφιερωμένο εξαιρετικά στη Χρύσα, μαμά τριών παιδιών (δύο μικρά κι άλλο ένα ο σύζυγος που αρρώστησε!) η οποία πέρασε εξίσου επεισοδιακό ΣΚ!


   



Απο Μάγισσα Κίρκη


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου