
Εξώφυλλο του νέου βιβλίου του γλωσσολόγου Μάριου Δημόπουλου, το οποίο αποτελεί το πιο ενημερωμένο βιβλίο που έχει ποτέ κυκλοφορήσει στην Ελλάδα για την καταγωγή των Αλβανών.
ΟΙ ΑΛΒΑΝΟΙ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟΧΘΟΝΕΣ, ΑΠΟΓΟΝΟΙ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΕΛΑΣΓΩΝ
ΟΙ ΚΑΥΚΑΣΙΟΙ ΑΛΒΑΝΟΙ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΓΟΝΟΙ ΕΛΛΗΝΟΠΕΛΑΣΓΩΝ ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΣΣΑΛΙΑ
Το άρθρο αποτελεί συνέχεια του ΟΙ ΑΛΒΑΝΟΙ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΟ ΦΥΛΟ
Διονύσιος Αλικαρνασσεύς «Ρωμαϊκή Αρχαιολογία», Λόγος Δεύτερος
II2 «Γένος δε το των Αλβανών μικτόν ην εκ εκ τε των Πελασγών και Αρκάδων και Επειών των εξ Ήλιδος ελθόντων»
«Ην γαρ δη και των Πελασγών γένος Ελληνικόν εκ Πελοποννήσου το αρχαίον»
Αινειάδα, Βιβλίο πρώτο
«Όθε κρατούν οι Αλβανοί πατέρες των Λατίνων»
Αχιλλεύς Λαζάρου «Ελληνισμός και λαοί νοτιοανατολικής Ευρώπης»
«Σύμφωνα με την παράδοση, την οποία διασώζουν οι Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς και Ιουστίνος, η παρακαυκάσια Αλβανία είναι δημιούργημα των Αλβανών, κατοίκων της ιταλικής πόλεως Άλβα, οι οποίοι μετανάστευσαν με αρχηγό τον Ηρακλή. Οι επίμαχες λοιπόν λέξεις σχετίζονται με την ελληνική γλώσσα καθώς και με τη λατινική, συνάμα δε με τον απώτερο Ελληνισμό, αφού η ίδρυση της απόμακρης Αλβανίας του Καυκάσου ανάγεται στον κύκλο των άθλων του Ηρακλή».
Ιάκωβος Θωμόπουλος «Πελασγικά»
«Επιρρωνύει δε τέλος την συγγένειαν των εν Καυκάσω Αλβανών προς τους εν Ευρώπη και προς τα Ελληνοπελασγικά φύλα η συνείδησις, ην είχον ούτοι περί της ιδίας καταγωγής ομολογούντες εαυτούς κατά την παράδοσιν απογόνους των εκ Θεσσαλίας μετά Ιάσονος στρατευσάντων επί τους Κόλχους, και την Ιβηρίαν και την Αλβανίαν επελθόντων μέχρι Κασπίας (Tacit. Annal. 6, 34). Η αυτή παράδοσις ιστορεί τους εν τω Ευξείνω υπό τον Καύκασον Αχαιούς, τους νομαδικώς και από της κατά θάλασσαν πειρατείας ζώντας, είτε Φθιώτας Αχαιούς από της στρατιάς του Ιάσονος είτε αποίκους Ορχομενίων Βοιωτών μετά Ιαλμένου πλανηθέντων εκεί μετά την άλωσιν της Τροίας (Στραβ. 416. 495)»
Τον τελευταίο καιρό προβάλλεται στο διαδίκτυο κυρίως από Σέρβους, Σκοπιανούς και Έλληνες εθνικιστές η αντιεπιστημονική άποψη ότι οι Αλβανοί ήρθαν τον μεσαίωνα στη Βαλκανική χερσόνησο από τον Καύκασο. Η θεωρία αυτή δεν υποστηρίζεται από κανένα σύγχρονο επιστήμονα, αλλά εξυπηρετεί πολιτικές σκοπιμότητες. Οι Σέρβοι διαδίδουν τη θεωρία αυτή, για να υποστηρίξουν ότι το Κόσοβο είναι Σερβικό, αφού οι Αλβανοί δεν είναι αυτόχθονες στα Βαλκάνια. Οι Σκοπιανοί υποστηρίζουν τη θεωρία αυτή, διότι με αυτό τον τρόπο λύνουν και το πρόβλημα των Αλβανών των Σκοπίων. Η θεωρία ότι οι Αλβανοί ως απόγονοι των Ιλλυριών είναι αυτόχθονες στην περιοχή των Σκοπίων αποτελεί μεγάλο πρόβλημα για το κράτος των Σκοπίων. Η θεωρία της προέλευσης των Αλβανών από τον Καύκασο λύνει το πρόβλημα αυτό. Τώρα όσον αφορά στους Έλληνες εθνικιστές, αυτοί υποστηρίζουν την εκ Καυκάσου προέλευση των Αλβανών λόγω αντιαλβανισμού.
Στη μελέτη μου αυτή θα δείξω ότι όχι απλώς οι Αλβανοί δεν προήλθαν από τον Καύκασο, αλλά ότι αντίθετα οι Αλβανοί μαζί με τους Αχαιούς κατά την προϊστορική περίοδο μετανάστευσαν στην περιοχή του Καυκάσου. Αυτό που δεν γνωρίζουν οι υποστηρικτές της εκ Καυκάσου προέλευσης των Αλβανών είναι ότι εκτός από τους Αλβανούς αναφέρεται στα αρχαία κείμενα και λαός με το όνομα Αχαιοί στον Καύκασο.
Αλλά ας δούμε τι υποστηρίζουν σοβαροί επιστήμονες επ’ αυτού του θέματος.
Ο Κώστας Μπίρης στο βιβλίο του «Αρβανίτες. Οι Δωριείς του νεώτερου Ελληνισμού» θεωρεί ότι οι Αλβανοί της Βαλκανικής χερσονήσου και οι Αλβανοί του Καυκάσου είναι δύο διαφορετικοί λαοί και ότι πρόκειται περί συμπτώσεως. Γράφει συγκεκριμένα: «Δεν είναι όμως τόσο απλά τα πράγματα και για το όνομα Αλβανοί. Γιατί, ενώ δεν ελέγοντο Αλβανοί όλοι οι κάτοικοι της Νέας Ηπείρου, με το όνομα αυτό ήσαν γνωστοί κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους και κατά τους πρώιμους χρόνους του μεσαίωνος οι κάτοικοι μιας περιοχής του Πόντου στους πρόποδες του Καυκάσου, και οι κάτοικοι της Λομβαρδίας στην Άνω Ιταλία. Και των μεν Αλβανών της Άνω Ιταλίας δεν έγινε καμμία σύγχυσις με τους Αλβανούς της Νέας Ηπείρου. Το γεγονός όμως ότι οι Αλβανοί του Καυκάσου έπαυσαν να αναφέρωνται στην ιστορία μετά τον έκτον αιώνα, τέσσερις δε αιώνες αργότερα αρχίζει να αναφέρεται στις ιστορικές πηγές δράσις Αλβανών ή Αλβανιτών στη Νέαν Ήπειρο, εδημιούργησε μεγάλη περιπλοκή στις θεωρίες των εθνολόγων που ασχολήθηκαν με την καταγωγή των τελευταίων αυτών. Πάντως, ύστερα από την εκτενέστατη διερεύνησι που έγινε πάνω στο θέμα αυτό, η σύγχρονη επιστήμη πιστεύει ότι μόνο για σύμπτωσι πρόκειται και δεν υπάρχει καμμία σχέσις μεταξύ των δύο λαών που σε διαφορετικές εποχές εμφανίζονται με το ίδιο όνομα, ο ένας στις ανατολικές παρυφές του Πόντου και ο άλλος στη δυτική πλευρά της χερσονήσου του Αίμου» (σελ. 15).
Ομοίως και ο Λουκάς Μπέλλος στο βιβλίο του «Αλβανικά ή αι τρεις ζώσαι διάλεκτοι της Ελληνικής γλώσσης» υποστηρίζει ότι: «Ώστε λίαν πιθανόν αποβαίνει, ότι οι νυν κάτοικοι της Ιλλυρίας (Αλβανίας) εισίν οι αρχαίοι Ιλλυριοί, ονομασθέντες Αρβανίτες από του όρους Αρβάνου κατ’ Άνναν την Κομνηνήν, μηδέν δε κοινόν έχοντες μήτε προς τους Αλβανούς της Ρώμης, οίτινες ήσαν Λατίνοι οικούντες την πόλιν Άλβανον, μήτε προς τους του Καυκάσου, οίτινες αναφέρονται Μασσαγέται, τουρκικής δηλ. φυλής» (σελ. 61).
Αμφότεροι όμως οι ερευνητές πλανώνται, όπως θα αποδείξω, διότι όλοι αυτοί οι Αλβανοί στους οποίους αναφέρονται έχουν σχέση μεταξύ τους. Πολύ σωστά ο Παναγιώτης Κουπιτώρης στο βιβλίο του «Αλβανικαί Μελέται» υποστηρίζει ότι οι Αλβανοί ήταν ένα ελληνικό φύλο, το οποίο μετανάστευσε στον Καύκασο. Γράφει συγκεκριμένα: «Επιρρωννύει δε την συγγένειαν των εν Ευρώπη και εν Καυκάσω Αλβανών και η τούτων εξ Ελλήνων καταγωγή. Κατ’ αρχαίας παραδόσεις και υπομνήματα οι συγγραφείς παραδιδόασιν ότι οι εν Καυκάσω πάλαι Αλβανοί κατήγοντο εκ Θεσσαλών των μετά Ιάσονος στρατευσάντων επί τους Κόλχους, και την Ιβηρίαν και Αλβανίαν επελθόντων μέχρι Κασπίας» (σελ. 25). Ο Κουπιτώρης παραθέτει απόσπασμα από τον Τάκιτο που επιβεβαιώνει αυτή τη θεωρία (Taciti Annal. 6, 34).
Ομοίως και ο Ιάκωβος Θωμόπουλος στο βιβλίο του «Πελασγικά» γράφει: «Επιρρωνύει δε τέλος την συγγένειαν των εν Καυκάσω Αλβανών προς τους εν Ευρώπη και προς τα Ελληνοπελασγικά φύλα η συνείδησις, ην είχον ούτοι περί της ιδίας καταγωγής ομολογούντες εαυτούς κατά την παράδοσιν απογόνους των εκ Θεσσαλίας μετά Ιάσονος στρατευσάντων επί τους Κόλχους, και την Ιβηρίαν και την Αλβανίαν επελθόντων μέχρι Κασπίας (Tacit. Annal. 6, 34). Η αυτή παράδοσις ιστορεί τους εν τω Ευξείνω υπό τον Καύκασον Αχαιούς, τους νομαδικώς και από της κατά θάλασσαν πειρατείας ζώντας, είτε Φθιώτας Αχαιούς από της στρατιάς του Ιάσονος είτε αποίκους Ορχομενίων Βοιωτών μετά Ιαλμένου πλανηθέντων εκεί μετά την άλωσιν της Τροίας (Στραβ. 416. 495)» (σελ. 687).
Ο αρχαίος λοιπόν συγγραφέας Τάκιτος αναφέρει ότι οι Αλβανοί μαζί με Αχαιούς μετανάστευσαν από τη Θεσσαλία στην περιοχή του Καυκάσου.
Η σχέση των Αλβανών της Βαλκανικής με τους Αλβανούς του Καυκάσου ενισχύεται και από τα κοινά γεωγραφικά ονόματα ανάμεσα στον Καύκασο και την Βαλκανική. Όπως θα δείτε, υπάρχουν πολλά κοινά τοπωνύμια ανάμεσα στην Ελλάδα και γενικότερα στην περιοχή του Αιγαίου με τον Καύκασο. Κάτι που σημαίνει ότι αυτές οι ομοιότητες οφείλονται σε μεταναστεύσεις Ελληνοπελασγών στον Καύκασο και όχι το αντίστροφο.
Στην Αλβανία του Καυκάσου έχουμε Κεραύνια όρη, Αλβάναν πόλιν, Αλβάνον ποταμόν (Πτολ. V, 12) και φυλή Τούσκων (Πτολ. V, 9), τα οποία σχετίζονται με τα Κεραύνια όρη στα Ιλλυρικά όρια της Ηπείρου, το Αλβανόν όρος, την Αλβανόπολη στην Ιλλυρία και τους Τόσκους στη σημερινή Αλβανία.
Ας εξετάσουμε ονόματα ποταμών που υπάρχουν στον Καύκασο και τη σχέση τους με ονόματα αρχαίων λαών, πόλεων, βουνών και ποταμών της Βαλκανικής, όπως τα συσχετίζει ο Ιάκωβος Θωμόπουλος..
Άβας. Πρβλ. τους Λελεγικούς Άβαντες στην παραλία και τα νησιά της Μ. Ασίας και στην Εύβοια.
Αλαζόνιος. Πρβλ. τους Αλιζώνες του Ομήρου, οι οποίοι κατοίκησαν κατά τον Έφορο την παραλία μεταξύ Μυσίας, Καρίας και Λυδίας.
Γέρρος. Πρβλ. Γερώνιον πόλη στα όρια μεταξύ Ιλλυρίας και Μακεδονίας.
Καμβύσης. Πρβλ. τα Καμβούνια όρη της Θεσσαλίας.
Κύρος. Πρβλ. Κίρι ποταμός της σημερινής Αλβανίας στη Σκόδρα.
Ροιτάκης. Πρβλ. Ροίτειον ακρωτήριο και πόλη Τρωάδας και Ροίτιον όρος Κορσικής.
Χάνης. Πρβλ. Χάον όρος στην Αργολίδα, Χάονες, Χαονία και Χαύνοι στην Ήπειρο.
Ας εξετάσουμε ονόματα πόλεων του Καυκάσου και τη σχέση τους με ονόματα περιοχών, πόλεων και οικογενειών της Βαλκανικής, όπως τα συσχετίζει ο Ιάκωβος Θωμόπουλος..
Αβλιάνα. Πρβλ. Αυλών πόλη στη Λακωνική, στην Αρκαδία, στην Κρήτη και στην Ήπειρο.
Βακχία. Πρβλ. Βάκχιον νησί στην Μικρασιατική παραλία.
Βαρούκα. Πρβλ. το όνομα της οικογένειας Βαρούχα της Ηπείρου.
Γάγγαρα. Πρβλ. Γάγγρη πόλη της Παφλαγονίας
Δεγλάνη. Πρβλ. το Ηπειρωτικό όνομα Δαγκλής.
Μισία. Πρβλ. Μισητός πόλη Μακεδονίας, Μίσιος ποταμός στην Πικεντίνα της Ιταλίας.
Μοζιάτα. Πρβλ. Μυζεκία περιοχή της σημερινής Αλβανίας.
Σαμουνίς. Πρβλ. Σαμουλία πόλη Καρίας.
Σανούα. Πρβλ. Σάνη πόλη Θράκης
Σώζεται μάλιστα και το όνομα του βασιλιά των Αλβανών του Καυκάσου Οροίζης ή Οροίσης, του οποίου το όνομα ο Θωμόπουλος συσχετίζει με τον Όροιδο, τον βασιλιά των Θεσπρωτικών Παραυαίων της Ηπείρου.
Από τη γλώσσα των Αλβανών του Καυκάσου σώζεται μόνο μία λέξη από τον Στράβωνα (11, 2, 15), ο οποίος γράφει ότι κάσπιον καλούσαν τον Καύκασο κατά τον Ερατοσθένη οι επιχώριοι. Ο Θωμόπουλος υποστηρίζει ότι το θέμα βρίσκεται στα αλβανικά κάρπε-α, κάρμε-α, σκρέπ-ι, σκάμbι ‘πέτρα, βράχος’.
Από όλα αυτά φαίνεται ότι οι Αλβανοί και οι Αχαιοί του Καυκάσου ήταν πανάρχαια Ελληνοπελασγικά φύλα, τα οποία είχαν μεταναστεύσει σε αυτές τις περιοχές από την Βαλκανική κατά την προϊστορική περίοδο. Επίσης το γεγονός της ύπαρξης Αχαιών στον Καύκασο ανατρέπει τη θεωρία ότι οι Αλβανοί ήρθαν από τον Καύκασο τον μεσαίωνα, διότι αν αυτό ισχύει, τότε οι υποστηρικτές της θεωρίας αυτής θα πρέπει να υποστηρίξουν ότι και Έλληνες Αχαιοί ήρθαν από τον Καύκασο.
Ο ΒΑΛΚΑΝΟΛΟΓΟΣ-ΡΩΜΑΝΙΣΤΗΣ ΑΧΙΛΛΕΥΣ ΛΑΖΑΡΟΥ ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΕΙ ΟΤΙ ΟΙ ΑΛΒΑΝΟΙ ΤΟΥ ΚΑΥΚΑΣΟΥ ΗΤΑΝ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΟΤΙ ΟΙ ΣΚΙΠΕΡΑΡΟΙ ΑΛΒΑΝΟΙ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΓΟΝΟΙ ΤΩΝ ΔΑΡΔΑΝΩΝ
Ο Αχιλλεύς Λαζάρου στον 4ο τόμο του βιβλίου του «Ελληνισμός και λαοί νοτιοανατολικής Ευρώπης» (εκδ. 2010, σελ. 620) υποστηρίζει ότι οι Αλβανοί δεν ήρθαν από τον Καύκασο, αλλά ότι έγινε ακριβώς το αντίθετο. Γράφει συγκεκριμένα: «Σύμφωνα με την παράδοση, την οποία διασώζουν οι Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς και Ιουστίνος, η παρακαυκάσια Αλβανία είναι δημιούργημα των Αλβανών, κατοίκων της ιταλικής πόλεως Άλβα, οι οποίοι μετανάστευσαν με αρχηγό τον Ηρακλή. Οι επίμαχες λοιπόν λέξεις σχετίζονται με την ελληνική γλώσσα καθώς και με τη λατινική, συνάμα δε με τον απώτερο Ελληνισμό, αφού η ίδρυση της απόμακρης Αλβανίας του Καυκάσου ανάγεται στον κύκλο των άθλων του Ηρακλή». Ως βιβλιογραφία ο Λαζάρου εκτός από τις αρχαίες πηγές χρησιμοποιεί και τη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, 1927, τ. 3ος, 403γ-406β.
Στη σελίδα 619 γράφει: «Πράγματι αρχαία πόλη Άλβα, της οποίας οι κάτοικοι καλούνται Αλβανοί, υπάρχει στην Κρήτη, στο Λάτιο της Ιταλικής χερσονήσου, στη Γαλατία, στην Ισπανία, στην Τρανσυλβανία κ.α.». Άρα λαοί με το όνομα Αλβανία υπήρχαν στην Κρήτη, στην Ιταλία και σε άλλα μέρη της Ευρώπης χιλιάδες χρόνια πριν την υποτιθέμενη άφιξη των Αλβανών από τον Καύκασο στα Βαλκάνια κατά τη βυζαντινή περίοδο. Φυσικά τέτοια άφιξη δεν έγινε ποτέ, αφού οι Αλβανοί ζούσαν επί χιλιετίες στα Βαλκάνια…Το όνομα Αλβανός φέρνουν άγιοι, όπως στην Αγγλία, όπου θεωρείται ο πρώτος μάρτυς του Χριστιανισμού επί Διοκλητιανού, και στη Γερμανία, ακριβώς δε στη Μαγνετία, άγιος, ο οποίος έχει μαρτυρήσει τον 4ο αιώνα».
Διάφορες ελληνικές εθνικιστικές ιστοσελίδες υποστηρίζουν ότι οι Αρβανίτες δεν έχουν σχέση με τους Αλβανούς, αφού το όνομα Αρβανίτες προέρχεται από το όρος Άρβανον, ενώ ο όρος Αλβανός είναι άσχετος με την ελληνική γλώσσα. Και πάλι πιάνονται αδιάβαστοι. Ο Αχιλλεύς Λαζάρου, αν και υποστηρικτής της θεωρίας ότι οι Αρβανίτες ήταν Έλληνες Βορειοηπειρώτες και όχι Αλβανοί, κονιορτοποιεί τις ανιστόρητες αυτές απόψεις. Γράφει: «Ειδικά στο Λάτιο, ΝΑ της Ρώμης, δεν είναι μόνον οι Αλβανοί, κάτοικοι της αρχαίας πόλεως Άλβα, αλλά και Άλβανον όρος, λατινικά Albanus mons, που σήμερα λέγεται Monte Cavo, και Αλβανίς λίμνη, λατινικά Albanus lacus και ιταλικά Lago di Albano…Εξ άλλου η ερμηνεία της μεταγενέστερης λέξεως Αρβανίτης ή Αλβανίτης, με ρωτακισμό του λ ή χωρίς αυτόν, είναι δυνατή με βάση τοπωνύμιο Άρβανον και Άρβανα ή Άλβανον ή Άλβανα» (4ος τόμος, σελ. 620). Επομένως οι όροι Αρβανίτες, Αλβανίτες, Αλβανοί είναι ομόρριζοι, με αναλλαγή λ και ρ, χαρακτηριστική στην ελληνική γλώσσα (π.χ. γρήγορος, γλήγορος), αλλά κάποιοι δεν θέλουν να αποδεχθούν ούτε τα αυτονόητα, αποδεικνυόμενοι και μη γνώστες των φθογγολογικών νόμων της Ελληνικής γλώσσας. Όσο για το παραμύθι ότι το όνομα Αλβανός ήρθε από τον Καύκασο, να τους ενημερώσουμε ότι στον Καύκασο υπήρχε και πόλη με το όνομα Άρβανα. Γιατί λοιπόν δεν λένε ότι και οι Αρβανίτες ήρθαν από τον Καύκασο; Αλλά και ο Αρβανίτης Κώστας Μπίρης στο βιβλίο του «Αρβανίτες, οι Δωριείς του νεώτερου Ελληνισμού» (σελ. 13-14), τον οποίον όλοι οι ελληνοκεντρικοί Αρβανίτες τον έχουν σαν ευαγγέλιο γράφει: «Κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους αναφέρονται σε μια περιοχή (της Ιλλυρίας) κάτοικοι με το όνομα Αλβανοί και Αλβανών πόλις ή Αλβανόπολις, και κατά τους βυζαντινούς αναφέρεται η πόλις ή η περιοχή αυτή με το όνομα Άλβανον. Όπως δε φαίνεται από την πορεία που περιγράφει ο Ακροπολίτης, βρισκόταν επάνω στην Εγνατία οδό, ανάμεσα στην Αχρίδα και στο Δυρράχιον, στην περιοχή δηλαδή του σημερινού Ελμπασάν. Ενώ όμως κατά τα μέσα του 13ου αιώνος ο βυζαντινός στρατηγός γράφει τους κατοίκους του Αλβάνου Αλβανίτες, δύο αιώνες πρωτύτερα ο Κεδρηνός μιλούσε για Αρβανίτες πολεμιστάς. Αλλά και η Άννα Κομνηνή κατά τα μέσα του 12ου αιώνος γράφει για Αρβανίτες και για περιοχή Άρβανα. Πραγματικά δε από την αρχαιότητα αναφέρεται, εκτός από τους τύπους Αλβανόπολις και Αλβανοί του Πτολεμαίου, πόλις Άρβων, και κάτοικοί της Αρβωνίται, από τα οποία αντιστοίχως προέκυψαν τα Άρβανα και οι Αρβανίται». Επίσης στο λεξικό Στέφανου Βυζαντίου διαβάζουμε: «Άρβων ή Αρβών ην Ιλλυρίας πόλις, ης κάτοικος Αρβωνίτης. Το εθνικόν Αρβώνιος και Αρβωνίτης».
Ότι υπήρχε τέτοιο τοπωνύμιο στην αρχαιότητα αποδεικνύεται από τον Πολύβιο, ο οποίος γράφει: «Οι δ’ άλλοι πάντες έφυγον εις τον Άρβωνα σκεδασθέντες». Από όλα αυτά γίνεται πρόδηλο ότι όλα αυτά τα ονόματα και τοπωνύμια (Αλβανοί, Άλβανα, Αρβανίτες, Άρβανον, Αρβωνίτες, Άρβων) έχουν κοινή ρίζα. Το ότι αυτοί οι Αρβανίτες-Αλβανίτες σχετίζονταν με τους Ιλλυριούς φαίνεται και από τους βυζαντινούς συγγραφείς. Ο Φραντζής γράφει: «Τω αυτώ δε φθινοπώρω του s&ηβ έτους (6962 ήτοι 1454 μ.Χ.) δηλονότι επανεστάτησαν οι της Πελοποννήσου Αλβανίται κατά των Δεσποτών και των Αυθεντών αυτών». Ο Κριτόβουλος γράφει: «Οι γαρ της Πελοποννήσου Δεσπόται, της Βυζαντίδος αλούσης, ευθύς νεωτερισάντων των εν Πελοποννήσω Ιλλυριών και επαναστάντων αυτοίς…» (Κριτοβούλου, Ιστορία των πράξεων του Μωάμεθ, Β’-Γ’, 1). Άρα οι Αλβανίτες της Πελοποννήσου ταυτίζονταν κατά τις μεσαιωνικές πηγές με τους Ιλλυριούς. Και γεννάται το ερώτημα.
Βεβαίως έχουν εκφρασθεί και άλλες παράλογες θεωρίες για την καταγωγή των Αλβανών. Ο Τούρκος καθηγητής του πανεπιστημίου της Άγκυρας Ahmet Ayudinli γράφει: «Οι σημερινοί Αλβανοί ουδεμίαν σχέσιν με τους Ιλλυριούς, αλλά από πάσης πλευράς εξεταζόμενοι αποδεικνύονται πλήρως Τούρκοι. Κοιτίς των υπήρξε το σημερινόν Αζερμπαϊτζάν» (Βαλκανική Βιβλιογραφία, 1, Συμπλήρωμα, ΙΧΜΑ, Θεσσαλονίκη 1973, 349). Τώρα πειστήκαμε. Αφού το είπαν Τούρκοι ιστορικοί, είναι έγκυρη πηγή! Όσο Τούρκος ήταν ο Όμηρος, τόσο Τούρκοι είναι και οι Αλβανοί. Και ενώ κάποιοι Τούρκοι και Σέρβοι ιστορικοί ανάγουν την καταγωγή των Αλβανών στα βάθη της Ανατολής, κάποιοι άλλοι υποστηρίζουν ότι οι Αλβανοί ήρθαν από τη Σκωτία της Μεγάλης Βρετανίας! Ο Βούλγαρος Rusi Stoikov γράφει: «Οφθαλμοφανής επίσης είναι η σχέση μεταξύ της Αλβανίας της Σκωτίας του 9ου και 11ου αιώνος και της Αλβανίας της Αδριατικής της νεωτέρας εποχής. Περί Αλβανών της Βαλκανικής Χερσονήσου δυνάμεθα να ομιλώμεν μόλις κατά την 4η δεκαετηρίδα του 11ου μ.Χ. αιώνα και εντεύθεν». Φυσικά το όνομα Αλβανία δεν προήλθε από τα Σκωτία. Ή πρόκειται για συμπτωματολογία ή πρόκειται για ονόματα που οι Ελληνεπελασγοί διέδωδαν στους βορειοευρωπαίους. Και όπως η Σκωτία ή η Ιρλανδία είναι ονόματα ελληνικά (από το σκότος και το ίρις αντίστοιχα), έτσι και το όνομα Αλβανία ίσως ήρθε από τα Βαλκάνια προς βορρά και όχι το αντίστροφο.
Ενώ όμως ο Αχιλλεύς Λαζάρου αρνείται την ιλλυρική καταγωγή των Αλβανών, τι τους θεωρεί; Τόσο σε τηλεοπτικές εκπομπές όσο και στα βιβλία του θεωρεί τους Αλβανούς ως Δαρδάνους και την πρωταρχική κοιτίδα τους τη Δαρδανία, δηλαδή το Κόσοβο! Γράφει στο βιβλίο του «Ελληνισμός και λαοί νοτιοανατολικής Ευρώπης» (εκδ. 2010, 4ος τόμος, σελ. 620): «Οι Skok, Tagliavini, Georgiev ορίζουν ως αρχική κοιτίδα των Αλβανών τη Δαρδανία. Οι Δάρδανοι λοιπόν και μετέπειτα – κατά Skok – Σκυπιτάροι προσεγγίζοντας βαθμιαία τα βόρεια παραμεθόρια της Βορείου Ηπείρου, όπου κείνται και τα Άρβανα, προσκτώνται νέο εθνικό όνομα, Αρβανίτης, Αρβανός-Αλβανός, αλλά ταυτόχρονα εμβολιάζουν τους αυτόχθονες με το γλωσσικό όργανό τους, τους εκδαρδανίζουν». Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή που συμμερίζεται και ο Λαζάρου, η γλώσσα των Δαρδάνων ήταν η Αλβανική. Οι Δάρδανοι-Αλβανοί κατέβηκαν πολύ μεταγενέστερα στη σημερινή περιοχή που κατοικούν σήμερα και εξαλβάνισαν γλωσσικά τους Βορειοηπειρώτες Έλληνες, και έτσι δημιουργήθηκαν αυτό που αποκαλούμε Αρβανίτες. Όταν ήρθαν εδώ οι Δάρδανοι πήραν το όνομα Αρβανοί-Αλβανοί από τους εδώ Έλληνες της περιοχής. Από πού όμως προήλθε το εθνικό τους όνομα Σκιπτάρ; Κατά τους Skok και Λαζάρου οι Δάρδανοι φεύγοντας από την αρχική τους κοιτίδα, τη Δαρδανία, εγκατεστάθησαν για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στην πόλη Σκόπια (τη γνωστή νυν πρωτεύουσα των Σκοπίων) και από την πόλη αυτή πήραν το όνομά τους. Παρέφθειραν το θέμα Σκοπ- σε Σκιπ, και πρόσθεσαν την χαρακτηριστική κατάληξη της αλβανικής ταρ, και έτσι σχγματίστηκε το εθνικό τους όνομα Σκιπτάρ. Ερχόμενοι στη σημερινή περιοχή της Αλβανίας δανείστηκαν το όνομα Αρβανοί-Αλβανοί, αλλά ποτέ τους δεν χρησιμοποιούν αυτό το όνομα μεταξύ τους, αλλά μόνο το Σκιπτάρ.
Και έτσι να είναι, όπως υποστηρίζει ο Λαζάρου (που δεν είναι), και πάλι οι Αλβανοί αποδεικνύονται πανάρχαιος λαός στα Βαλκάνια. Σε μια τηλεοπτική εκπομπή, ένας τηλεθεατής ρώτησε τον Α. Λαζάρου αν οι Αλβανοί σύμφωνα με τη θεωρία περί δαρδανικής τους προέλευσης μπορούν να θεωρηθούν ελληνικό φύλο. Ο Λαζάρου απάντησε «Όχι», αλλά αμέσως μετά είπε «βέβαια, αν ψάξετε στις αρχαίες ελληνικές παραδόσεις θα δείτε ότι οι Δάρδανοι σχετίζονταν με τους αρχαίους Έλληνες». Στη πραγματικότητα όχι απλώς σχετίζονταν, αλλά ήταν ένα πρωτοελληνικό φύλο που ξεκίνησε από την Πελοπόννησο και εγκαταστάθηκε στην Δαρδανία. Άρα και Δάρδανοι να είναι οι Αλβανοί αποδεικνύονται γνησιότατοι Έλληνες!
Η άποψη του Λαζάρου ότι οι Αλβανοί έλαβαν το εθνικό τους όνομα Σκιπτάρ από την πόλη Σκόπια δεν ευσταθεί για τους εξής λόγους. Οι Δάρδανοι δεν κατοικούσαν μόνο στη σημερινή περιοχή του Κοσόβου αλλά και σε ένα κομμάτι των σημερινών Σκοπίων, επομένως δεν έφυγαν από τις αρχικές εστίες τους, για να μετακινηθούν και να εγκατασταθούν στα Σκόπια και από εκεί να πάρουν το σημερινό εθνικό τους όνομα Σκιπτάρ, αφού κατοικούσαν ανέκαθεν εκεί. Αξιοσημείωτο είναι ότι το όνομα Δαρδανία κατά όλους τους σοβαρούς επιστήμονες που έχουν ασχοληθεί με το θέμα ετυμολογείται από την αλβανική λέξη δάρδα που σημαίνει αχλάδι. Επομένως η Δαρδανία σήμαινε η περιοχή των Αχλαδιών, με παρόμοιο τρόπο που εμείς οι Αρκάδες ονομάζουμε Αχλαδόκαμπο μια περιοχή της Πελοποννήσου. Αυτό αποτελεί πανηγυρική επιβεβαίωση ότι η γλώσσα των Δαρδάνων ήταν η Αλβανική και επομένως οι Δάρδανοι ήταν πρόγονοι των Κοσοβάρων και πολλών κατοίκων του κρατιδίου των Σκοπίων. Έχει λάθος βέβαια ο Λαζάρου, όταν για προπαγανδιστικούς λόγους θεωρεί ότι πρόγονοι των Αλβανών ήταν μόνο οι Δάρδανοι και αρχική τους κοιτίδα το Κόσοβο, για να υποστηρίξει ότι οι Ιλλυριοί ήταν άσχετοι με τους Ιλλυριούς. Αλλά αν ήταν έτσι γεννάται το ερώτημα ποια ήταν η μητρική γλώσσα των Ιλλυριών; Στο ερώτημα αυτό φυσικά δεν δίνει κάποια απάντηση ο Λαζάρου. Πρόγονοι των Αλβανών ήταν και οι Ιλλυριοί και οι Δάρδανοι, και τα δύο συγγενή ελληνοπελασγικά φύλα.
Ο Οικονόμος εξ Οικονόμων σε ένα παλαιό βιβλίο των μέσων του 19ου αιώνα με τίτλο «Δοκίμιον περί της πλησιεστάτης συγγενείας της Σλαβονο-Ρωσσικής γλώσσης προς την Ελληνικήν (εκδ. 1828, σελ. 76, 80) γράφει τα εξής ενδιαφέροντα: «Θρακών συγγενείς ήσαν και οι αρχαίοι Ιλλυριοί…Εις δε τους Ιλλυριούς ανάγονται Δαλμάται και Δάρδανοι και Παννόνιοι και Παίονες (άποικοι των εκ Τροίας Τευκρών) και Σικελοί και Ιάπυγες. Και άλλα έθνη Θρακικής ή Πελασγικής αρχής. Και αυτό δε της Ιλλυρίας το όνομα έχει την αυτήν αρχήν με το Ίλιον (Τρωάδα) παρά το Ίλος, και αιολικώς Ίλυς, Ίλυρ καθώς πάλιν η της Ιλλυρίας διακρινόμενη Υλλική χερσόνησος λέγεται μεν από του Ύλλου του Ηρακλέους, είχε δε και πόλιν Ύλλην ή Ύλην, συνώνυμον της εν Βοιωτία Ύλης. Και ο Σκύμνος τους της Υλλικής κατοίκους Ύλλους ονομάζει διαρρήδην, Έλληνες εκβαρβαρωθέντας τω χρόνω…Και αυτή δε η σημερινή Αλβανική, παραφυάς τις ούσα της αρχαίας Ιλλυρικής, φαίνεται τις ημιελληνική, περιέχουσα πλέον ή το εν τρίτον Ελληνικά και μάλιστα Αιολικά ονόματα». Από το απόσπασμα αυτό φαίνεται ότι οι Δάρδανοι ήταν Ιλλυριοί και σχετίζονταν με τους Θράκες. Αξιοσημείωτη μάλιστα είναι η παρατήρηση ότι το όνομα Ιλλυριοί σχετίζεται με το Ίλιον (Τρωάδα), προερχόμενο από το Ίλος. Επίσης κατά τον Οικονόμο το εν τρίτο της Αλβανικής γλώσσας έχει αιολική προέλευση.
Από όλα αυτά φαίνεται ότι το Κόσοβο είναι το λίκνο των Αλβανών-Δαρδάνων και όχι φυσικά των Σέρβων, οι οποίοι έφτασαν στην περιοχή πολλές χιλιετίες αργότερα. Δυστυχώς πριν λίγα χρόνια, όταν είχε ξεσπάσει το θέμα του Κοσόβου, ακούγαμε από «μεγαλόσχημους» Έλληνες καθηγητάδες και δημοσιογραφίσκους να λένε ότι το Κόσοβο ήταν Σερβικό, επειδή εκεί υπήρχαν σερβικές χριστιανικές εκκλησίες! Μα με το ίδιο επιχείρημα, θα έπρεπε να ισχυριστούν ότι η Μακεδονία δεν είναι ελληνική αλλά βουλγαρική, επειδή στη Μακεδονία υπήρχαν ένα σωρό βουλγαρικές εκκλησίες!
ΟΙ ΠΕΛΑΣΓΙΚΕΣ ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ ΣΤΟΝ ΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΩΡΟ ΕΙΝΑΙ ΓΡΑΜΜΕΝΕΣ ΣΕ ΑΛΒΑΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ, ΚΑΤΙ ΠΟΥ ΑΝΑΤΡΕΠΕΙ ΤΗ ΘΕΩΡΙΑ ΟΤΙ ΟΙ ΑΛΒΑΝΟΙ ΗΡΘΑΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΥΚΑΣΟ
Οι Πελασγικές επιγραφές της Λήμνου και της Κρήτης (ετεοκρητικές επιγραφές) δεν μπορούν να ερμηνευθούν με την ελληνική γλώσσα. Αίνιγμα αποτελούσε η γλώσσα των επιγραφών αυτών, μέχρι που ο γιατρός και γλωσσολόγος Ιάκωβος Θωμόπουλος κατάφερε να τις αποκρυπτογραφήσει με τη βοήθεια της Αλβανικής γλώσσας. Η εργασία του Ιάκωβου Θωμόπουλου είναι πολύ σημαντική, διότι από αυτήν αποδεικνύεται ότι η Αλβανική γλώσσα ομιλείτο στο Αιγαίο από την αρχαιότητα, με παρόμοιο τρόπο που τα αρβανίτικα ομιλούνται στη σημερινή Ελλάδα. Στην προηγούμενη μελέτη μου με τίτλο «Οι Αλβανοί είναι ένα αρχαιοελληνικό φύλο» που δημοσιεύθηκε στα ΑΟΡΑΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ (http://aorata-gegonota.blogspot.gr/2014/10/blog-post_26.html) έδειξα ότι τα αλβανικά είναι μια αρχαιοελληνική διάλεκτος. Οι αποκρυπτογραφήσεις αυτές του Ιάκωβου Θωμόπουλου ενισχύουν την άποψη ότι τα Αλβανικά ήταν ένα από τα αρχαιοελληνικά ιδιώματα που ομιλούντο στον ελλαδικό χώρο από την προϊστορική περίοδο. Αυτό αποτελεί το οριστικό τέλος της ψευδοθεωρίας ότι οι Αλβανοί ήρθαν δήθεν από τον Καύκασο στα Βαλκάνια τον μεσαίωνα, αφού από την εργασία του Θωμόπουλου αποδεικνύεται ότι οι Αλβανοί ήταν Έλληνες και κατέγραψαν τη γλώσσα τους σε πινακίδες που χρονολογούνται τον 6ο π.Χ. αιώνα.
![]() |
Η επιγραφή της Λήμνου, την οποία ο Ιάκωβος Θωμόπουλος αποκρυπτογράφησε με τη βοήθεια της Αλβανικής γλώσσας. |
Η Πελασγική επιγραφή της Λήμνου
Η Πελασγική επιγραφή της Λήμνου θεωρείται ότι δεν έχει ερμηνευθεί. Και όμως το 1912 ο ιατροφιλόσοφος και ερασιτέχνης γλωσσολόγος Ιάκωβος Θωμόπουλος στο βιβλίο του «Πελασγικά» ερμήνευσε την επιγραφή αυτή με τη βοήθεια της Αλβανικής γλώσσας, την οποία Αλβανική θεωρούσε γλώσσα Ελληνική. Ας δούμε τι γράφει: «Η σύγκρισις του Πελασγικού κειμένου προς την Αλβανικήν μετάφρασιν ή μάλλον ειπείν παράφρασιν αποδεικνύει την ταυτότητα της αρχαίας Ελληνο-Πελασγικής προς την νεωτέραν Ελληνο-Πελασγικήν ήτοι Αλβανικήν. Η δε παραβολή αμφοτέρων τούτων προς την αρχαϊκήν Ελληνικήν πείθει πάντα, ότι η αρχαία Ελληνο-Πελασγική ως και η νεωτέρα ή Αλβανική ουδέν άλλο εισίν ή απλούν Πρωτοελληνικόν ιδίωμα» (Πελασγικά, σελ. 8).
Η επιγραφή βρέθηκε το 1886 στο χωριό Καμίνια της Λήμνου από δύο εταίρους της Γαλλικής αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών και δημοσιεύθηκε στο αυτοετές Δελτίο της. Κοσμεί στήλη επιτύμβιο φέρουσα την προτομή μαχητή που κρατά δόρυ στα δεξιά και διαιρείται σε δύο τμήματα, από τα οποία το μεν Α περιβάλλει ημικυκλοειδώς την κεφαλή του μαχητή, το δε άλλο Β καταλαμβάνει το δεξιό πλάγιο της τετραπλεύρου στήλης.
Πολλά έκτοτε γράφτηκαν περί της επιγραφής. Πολλοί Ετρουσκολόγοι, όπως οι Deecke, Pauli, Torpκαι άλλοι, ορθά από ιστορικούς κυρίως λόγους ορμώμενοι διέγνωσαν τη συγγένεια της γλώσσας της Πελασγικής επιγραφής της Λήμνου προς τη γλώσσα των Τυρρηνών Πελασγών ή Ετρούσκων της Ιταλίας.
Γενικά δεκτό τυγχάνει μόνο ότι η επιγραφή γράφτηκε στη γλώσσα των Τυρσηνών Πελασγών, οι οποίοι κατά τη γενική ομολογία των αρχαίων κατοικούσαν τη νήσο Λήμνο προ της εν έτει 510 π.Χ. γενομένης Αθηναϊκής κατάκτησης. Οι αρχαίοι συγγραφείς παραδίδουν ότι τη Λήμνο έκτισαν πρώτοι οι Τυρρηνοί Πελασγοί (Θουκυδίδης, IV 109) και ότι κάποιοι από αυτούς συνέπλευσαν στην Ιταλία μαζί με τον από τη Λυδία Τυρρηνό αρχηγέτη και έγινε το έθνος των στην Ιταλία Τυρρηνών ή Ετρούσκων (Στράβωνας V 221). Οι Πελασγοί αυτοί διωκόμενοι από τη Λήμνο από τους Αθηναίους το 510 π.Χ. κατέφυγαν στη Λακεδαίμονα ως χώρα ομοφύλων (ἥκειν ἐς τοὺς πατέρας, Ηρόδοτος IV 145) και από εκεί μέρος αυτών έπλευσαν στη Θήρα και Μήλο, ενώ οι περισσότεροι οίκισαν την πόλη Λύκτο (Ηρόδοτος IV 145-150, Πλούταρχος Ηθικ. Σ. 305 και 365).
Από αυτά εικάζεται ασφαλώς ότι η επιγραφή γράφτηκε προ του 510 π.Χ. κατά τον 6ο π.Χ. αιώνα.
Ας δούμε την ερμηνεία της επιγραφής που έκανε ο Θωμόπουλος. Θα εξετάσουμε το κάθε τμήμα της επιγραφής (Α και Β) ξεχωριστά. Την ορθότητα της ερμηνείας του Θωμόπουλου δύσκολα μπορεί κάποιος να αμφισβητήσει.
Η επιγραφή πρέπει να αναγνωστεί ως εξής:
hουλαjε ζ ναφ ουθ ζιαζι μαράζ μαβ σιαλ χFεϊ ζ αFιζ ε Fισθο ζερον αϊθ Fα Μαλα σιαλ ζερον αϊ Μοριναιλ ακερ Ταβαρζι ο ζιFαϊ
Η μετάφραση της επιγραφής στην Αλβανική είναι η εξής:
Ουλάκ τσ' νεφ ουθ ζιάζι μαράς μbαj. Sιελεjκύjτσ' αβίτ βίσεν ε τιjσερόντε αΐ α Μάλα sίελεj(σιλετ) σερόντε αΐ Μουρινάιj. Αhέρε Ταβάρζι ο, σίba
Μετάφραση στη Νεοελληνική:
Οδοιπόρε, ο οποίος αριθμείς τα πένθη σας μαράζι κράτα. Επέπλεε εκείνος, ο οποίος γειτονεύει , την πατρίδα του έσωζε αυτός ή οι Μαλιείς επέπλεαν, έσωζε αυτός τους Μυριναίους. Και λοιπόν, ω Ταβάρζιε, να ζήσεις.
Τμήμα Β της επιγραφής
Η επιγραφή πρέπει να αναγνωστεί ως εξής:
hουλαjε ζι Φουκια σιαλε ζερον αϊθ ε Fισθο του Fερον α[ι] ρο μ’ Hαραλι ο ζιβαϊ επτε ζι ου αραϊτιζ Φουκε ζιFαϊ αFιζ σιαλ χFι ζ’: μαραζ μ’: αFιζ α ου μ’ αϊ
Η μετάφραση της επιγραφής στην Αλβανική είναι η εξής:
Ουλάκ sι Φούκια sίελεj (sίλετ), σερόντε αΐ βίsεν ε τίjτου βdίρεj(τουκ ου βdιέρ) αΐ. Ρρο μ’ Ηαράλι, ο sίbα: έπτε ζι. Ου αρρατίs Φουκέ. Sίbα: αβίτ: sίελεj(sίλετ) κύjτσ’ μαράς μ’ αβίτ. Α, ουμέ αΐ
Μετάφραση στη Νεοελληνική:
Οδοιπόρε όταν οι Φωκείς επέπλεαν, έσωσε αυτός την πατρίδα του απολεσθείς αυτός. Έρρωσο σε μένα, ω Χαράλη, να ζήσεις: έδωσε (επακολούθησε) πένθος. Εκδιώχθηκαν οι Φωκείς. Να ζήσεις: πλησίασε: επέπλευσε (επήλθε) εκείνος ο οποίος μαράζι μου γειτονεύει. Α, εξέλιπε αυτός.
Πλήρης λεξιλογική ανάλυση της επιγραφής έχει γίνει στο βιβλίο μου «Η καταγωγή των Ελλήνων. Γλωσσολογική και εθνολογική μελέτη» (http://www.greeks-albanians.com/top-greeks-albanians/gr-m-ga-alb/390-2014-09-18-06-12-42).
Η γλώσσα των ετεοκρητικών επιγραφών είναι η αλβανική.
Οι Ετεοκρητικές επιγραφές τρεις τον αριθμό ανακαλύφθηκαν στην Κρήτη η μεν πρώτη το 1893, η δεύτερη το 1901 και η τρίτη το 1904. Ανήκοντας, όπως αποδεικνύεται από το σχήμα των γραμμάτων, στον 6ο και 4ο π.Χ. αιώνα είναι γραμμένες με το κοινό Ελληνικό αλφάβητο, σε γλώσσα όμως η οποία μένει μέχρι τώρα ακατάληπτη. Καλούνται Ετεοκρητικές, διότι ανευρέθηκαν κατά τις ανασκαφές της αρχαίας Κρητικής πόλεως Πραισού, η οποία κατά τη ρητή ομολογία του Στράβωνα ήταν πολίχνη των Ετεοκρητών: «Σταφύλος (φησί)…το νότιον (της Κρήτης κατέχειν) Ετεόκρητας, ων είναι πολίχνιον Πράσον, όπου το του Δικταίου Διός ιερόν» (Στραβ. Χ 475). Τις επιγραφές αυτές κατάφερε ο Ιάκωβος Θωμόπουλος να ερμηνεύσει βάσει της Αλβανικής γλώσσας. Η γλώσσα δηλαδή των Ετεοκρητικών επιγραφών ήταν η Αλβανική.
Η πρώτη ετεοκρητική επιγραφή,
την οποία ο Ιάκωβος Θωμόπουλος αποκρυπτογράφησε με τη βοήθεια της Αλβανικής γλώσσας. |
Η επιγραφή πρέπει να αναγνωστεί ως εξής:
[ΣΙ] ΝΚΑΛ ΜΙΤΚΕ ΟΣ Ι ΒΑΡΞΕΙΑ [ΣΤ]Ο ΑΡΚΙΑ ΠΣΕΤΙΜΕΓΝ ΑΡΚΑΚΟΚΛΕΣΙ ΓΕΠ [Σ]Α ΣΕΠΓΝ ΑΝΑΙΤ
Η μετάφραση της επιγραφής στην Αλβανική είναι η εξής:
Sι νγκιαλ (νγκιάλτε) μικέσ’ ι (ε τίj) βάρζεjα (βάρζα, βάjζα), κετού (τσ’τού) Αρκίν(ε) (τε) πσετούεμεν (σπετούμεν) Αρκακοκλέσι jεπ. sα (sι) *σεμbνj (σεμbλ’, σεμbλέs’) Αναΐτ(εs)
Μετάφραση στη Νεοελληνική:
Επειδή θεράπευσε φίλη για αυτόν η Παρθένος, εδώ Αρκία τη σωθείσα ο Αρκακοκλής δίνει (έδωσε) ως ομοίωμα στην Αναΐτιδα.
Η δεύτερη ετεοκρητική επιγραφή
Η επιγραφή η οποία γράφτηκε, όπως αποδεικνύεται από το σχήμα των γραμμάτων,
όχι πριν από το 400 π.Χ., βρέθηκε τον Ιούνιο του 1901 από τον Άγγλο R. C.
Bosanquet στην τρίτη ακρόπολη της Πραισού μεταξύ των ερειπίων του τείχους του
περιβάλλοντος το τέμενος κατά την βόρεια είσοδο. Δημοσιεύθηκε από τον R. S.
Conway στην Επετηρίδα της Βρετανικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών (τόμος 8ος
1901-1902, σελ. 126).Η επιγραφή πρέπει να αναγνωστεί ως εξής:
ΟΝΑ ΔΕ ΣΙ Ε ΜΕΤΕ ΠΙΜΙ ΤΣΦΑ[Κ ΔΟ[Θ] [ΦΑ]ΡΑ ΛΑ ΦΡΑΙΣΟΙΙΝΑ [ΔΟ] ΡΕΣΤ[Ι] [ΔΕ] ΤΟΡΣΑΡ ΔΟ ΦΣΑΝΟ ΣΑ Τ Ο ΙΣΣΤΕ ΦΕΣΙΑ ΜΥΝ ΑΝΙ ΜΕ ΣΤΕ ΠΑΛΥΝ ΓΥΤ ΑΤ ΣΑ ΝΟΜΟΣΕ ΛΟΣ ΦΡΑΙΣΟΝΑ[ς ΤΣΑΑ ΔΟ ΦΤΕΝ. ……ΜΑ ΠΡΑ Ι ΝΑ Ι ΡΕΡΕ ……ΝΤΙΡ ΑΝ ……ΙΑΣΚΕΣ ……ΙΟΤ. ……
Η μετάφραση της επιγραφής στην Αλβανική είναι η εξής:
Ούνα, (Ουνί), δε σι τε μέτε bίμι τσφακ (τσφακ bίμι τε μέτε). Dο φάρα λα Φραίσοjίν. Dο ρέστι (ρουν, ρούεjτι) δε τερσέρ (τερσάν). Dο φσάνου (σαν, σάου), sα τ’ ου ίστε φεστίj (βεστίρε) (με) μουν ανί με (μbε) κετέ (τσ’τε) παλούν (με) γούjτ ατ(έ), sα (κε) *νόμοsε (νόμετε) λος Φραισόναsε. Τσα dο φτον. ……μα πρα ι να ι ρέρε ……πρεj ρέρεjετ ……νdιέρ (νd’)αν(ε) ……ι αsκέ s ……jo τ ……
Μετάφραση στη Νεοελληνική:
Πείνα (σιτοδεία) η δε βροχή μέτρια (ελλιπή) σοδειά των σιτηρών προμηνύει. Κάποιες φατρίες (οικογένειες) εγκατέλειψαν την Πραισία. Κάποιες κατακρατούν (μη πουλώντας) και αυτή τη βρίζα (βρόμη). Κάποιες γογγύζουν, όσο και αν σε αυτούς ήταν δύσκολο να ζητάνε τώρα εν μέσω τούτου του θορύβου να καταδιώκουν αυτούς, όσοι τους νόμους εμπαίζουν των Πραισίων. Άλλοι κάποιοι φιλεύουν (εστιάζουν) μάλλον συγγενή αυτών κάποιον ισχυρό ……παρά των ισχυρών ……μέχρι τέλους ……σε αυτούς κανένα ……όχι ……
Η τρίτη ετεοκρητική επιγραφή
Η επιγραφή αυτή ανακαλύφθηκε τον Ιούνιο του 1904 από τον Bosanquet που
συνέχιζε τις ανασκαφές στην Ακρόπολη της Πραισού και δημοσιεύθηκε από τον Conway
στην Επετηρίδα της Βρετανικής Αρχαιολογικής Σχολής (τόμ. Χ 1903/04 σελ. 115).
Ατυχώς ο λίθος βρέθηκε διά καθέτου ρήγματος ακρωτηριασμένος έτσι, ώστε σώζεται
όλων των στίχων το δεξιό μόνο μισό και δεν έχουμε κανέναν ακέραιο στίχο. Έτσι
κάθε απόπειρα προς μετάφραση αποβαίνει μάταια. Πλήρης λεξιλογική ανάλυση της επιγραφής έχει γίνει στο βιβλίο μου «Η καταγωγή των Ελλήνων. Γλωσσολογική και εθνολογική μελέτη» (http://www.greeks-albanians.com/top-greeks-albanians/gr-m-ga-alb/390-2014-09-18-06-12-42).
Συμπέρασμα για τη γλώσσα των ετεοκρητικών
επιγραφών
Ας δούμε τι γράφει ο Ιάκωβος Θωμόπουλος για τη
γλώσσα στην οποία είναι γραμμένες οι ετεοκρητικές επιγραφές: «Λυπηρόν βεβαίως τυγχάνει ότι ο οικτρός ακρωτηριασμός της Γ’ – Ετεοκρ. επιγραφής στερεί ημάς της ευκαιρίας του παρακολουθήσαι εν πάση λεπτομερεία και ακριβεία το γλωσσικόν της επιγραφής ζήτημα, και καθορίσαι, αν πρόκηται ενταύθα ουχί μόνον περί της αυτής Πελασγικής γλώσσης, αλλά και περί του αυτού διαλεκτικού ιδιώματος ως και εν ταις δύο άλλαις. Η έλλειψις όμως αύτη ουδεμίαν δύναται έχειν επίδρασιν ως προς την λύσιν του κυρίου ζητήματος, ο εστί τίνα γλώσσαν ελάλουν οι Ετεόκρητες. Και αν έτι όλως απιθάνως ισχυρίζετο τις ή και απεδείκνυε την Γ’ – Ετεοκρ. επιγραφήν γεγραμμένην εν γλώσση πάντη διαφόρω της των άλλων, πάλιν το ζήτημα της γλώσσης των Ετεοκρητών θεωρητέον ως οριστικώς και αναμφισβητήτως λελυμένον διά της Β’ – Ετεοκρ. επιγραφής. Εν ταύτη ομιλούσιν αι αρχαί της Πραισού προς τους πολίτας βεβαίως εν γλώσση, ήτις ήτο η μητρική των Πραισίων. Γινώσκομεν δ’ ασφαλώς ότι οι Πραίσιοι ήταν Ετεόκρητες. Η γλώσσα λοιπόν της Β’ – Ετεοκρ. επιγραφής, ήτις αποδεικνύεται (ως άλλως τε και η της Α’ – Ετεοκρ.) γνησία Ελληνο-Πελασγική, ακριβώς ομοία προς την γλώσσαν των Τυρρηνών Πελασγών της Λήμνου και των σημερινών Ελληνο-Πελασγών Αλβανών, ήτο η μητρική των Ετεοκρητών, οι δε Ετεόκρητες οι πανάρχαιοι της Κρήτης κάτοικοι ήσαν Πελασγοί την εθνικότητα ήτοι Πρωτοέλληνες» (Πελασγικά, έκδ. 1912, σελ. 110).
Ο Θωμόπουλος λοιπόν αποδεικνύει ότι η γλώσσα των Ετεοκρητών ήταν η Αλβανική, την οποία ονομάζει Ελληνο-Πελασγική, και τους Αλβανούς τους ονομάζει Ελληνο-Πελασγούς. Γνήσιοι Έλληνες λοιπόν είναι οι Αλβανοί και η γλώσσα τους γνήσια Ελληνική, η οποία ομιλείτο κατά την προϊστορική περίοδο, αλλά και κατά τους ιστορικούς χρόνους στην Κρήτη.
![]() |
Εξώφυλλο του νέου βιβλίου του γλωσσολόγου Μάριου Δημόπουλου, το οποίο αποτελεί το πιο ενημερωμένο βιβλίο που έχει ποτέ κυκλοφορήσει στην Ελλάδα για την καταγωγή των Αλβανών. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου