Αγάπη και μάλιστα παράνομη, αλλεπάλληλες οικογενειακές τραγωδίες.
Φτώχεια και αμύθητα πλούτη, ίντριγκες και εκκλησιαστικές φιλοδοξίες.
Όλα αυτά εκτυλίσσονται στις 500 σελίδες του βιβλίου, «Τα πουλιά πεθαίνουν τραγουδώντας», ένα μπεστ σέλερ που κατάφερε να ξεπεράσει τα τριάντα εκατομμύρια αντίτυπα και να μεταφραστεί σε τουλάχιστον είκοσι γλώσσες.
Εκατομμύρια γυναίκες σε όλο τον κόσμο ερωτεύτηκαν τον γοητευτικό πρωταγωνιστή του βιβλίου, Ραλφ ντε Μπρικασάρ, ο οποίος στην ιστορία του βιβλίου ξεκινάει από απλός ιερέας εξορισμένος στην Αυστραλία και καταλήγει καρδινάλιος στο Βατικανό.
Την ίδια …υστερία είχε προκαλέσει και ο Ρετ Μπάτλερ από το «Όσα παίρνει ο άνεμος», ενώ πολλοί έσπευσαν να συγκρίνουν την εκδοτική επιτυχία των δύο βιβλίων, καθώς η συνταγή της επιτυχίας ήταν παρόμοια.
Όλα αυτά εκτυλίσσονται στις 500 σελίδες του βιβλίου, «Τα πουλιά πεθαίνουν τραγουδώντας», ένα μπεστ σέλερ που κατάφερε να ξεπεράσει τα τριάντα εκατομμύρια αντίτυπα και να μεταφραστεί σε τουλάχιστον είκοσι γλώσσες.
Εκατομμύρια γυναίκες σε όλο τον κόσμο ερωτεύτηκαν τον γοητευτικό πρωταγωνιστή του βιβλίου, Ραλφ ντε Μπρικασάρ, ο οποίος στην ιστορία του βιβλίου ξεκινάει από απλός ιερέας εξορισμένος στην Αυστραλία και καταλήγει καρδινάλιος στο Βατικανό.
Την ίδια …υστερία είχε προκαλέσει και ο Ρετ Μπάτλερ από το «Όσα παίρνει ο άνεμος», ενώ πολλοί έσπευσαν να συγκρίνουν την εκδοτική επιτυχία των δύο βιβλίων, καθώς η συνταγή της επιτυχίας ήταν παρόμοια.
Το βιβλίο εκδόθηκε στην Ελλάδα το 1978 από τις εκδόσεις Ζάρβανος (και το 2000 από το Bell), στην Αμερική όμως είχε κυκλοφορήσει έναν χρόνο νωρίτερα και αμέσως έγινε τεράστια εκδοτική επιτυχία.
Ήταν το δεύτερο βιβλίο της Αυστραλέζας – νευροφυσιολόγου στο επάγγελμα – Κoλίν ΜακΚάλοου η οποία είχε μεταναστεύσει στις ΗΠΑ για να διδάξει στην Ιατρική Σχολή του Γέιλ στο Κονέκτικατ. Της άρεσε τις νύχτες να κάθεται στο γραφείο της και να γράφει και πάντα έψαχνε ένα τρόπο να εξασφαλίσει τα γεράματά της, πράγμα που δεν της υποσχόταν η επιστημονική έρευνα.
Το πρώτο της βιβλίο με τίτλο «Τιμ» ήταν μια ερωτική ιστορία ενός πνευματικά καθυστερημένου νεαρού άντρα και μιας κατά πολύ μεγαλύτερής του γυναίκας, που κυκλοφόρησε το 1974.
Ωστόσο δεν είχε μεγάλη απήχηση και δεν σημείωσε ιδιαίτερη επιτυχία, αλλά άνοιξε στην Κολίν ΜακΚάλου τον δρόμο. Οι ειδικοί είδαν σε αυτή ένα ταλέντο που θα οδηγούσε σε εμπορική επιτυχία.
Πριν καν γράψει το δεύτερο μυθιστόρημά της, ο εκδοτικός οίκος Avon Books φρόντισε να εξασφαλίσει τα δικαιώματα για μια έκδοση τσέπης έναντι του αστρονομικού ποσού των 1,9 εκατ. δολαρίων.
Η πλοκή του βιβλίου είχε τη συνταγή της εμπορικής επιτυχίας.
Ένας καθολικός παπάς, ο Ραλφ ντε Μπρικασάρ, με εμφάνιση ζεν πρεμιέ, ερωτεύεται τη νεαρή Μέγκι Κλίρι που τη γνωρίζει από μωρό και κάνει μαζί της έναν γιο, ο οποίος θα γίνει επίσης παπάς.
Η επιτυχία
Αν και οι κριτικοί «έθαψαν» το βιβλίο σε εφημερίδες και περιοδικά, χαρακτηρίζοντας το ως σκουπιδοσαπουνόπερα, το αναγνωστικό κοινό είχε διαφορετική άποψη όπως φάνηκε από τις πωλήσεις.
Επρόκειτο για ένα καθαρά λαϊκό ανάγνωσμα.
Στις 500 σελίδες του βιβλίου εκτυλισσόταν μια οικογενειακή τραγωδία που απλωνόταν σε τρεις γενιές, χωρίς διαστροφές αλλά με πολλή δυστυχία και απλά συναισθήματα που εύκολα μπορούσαν να αγγίξουν τον καθένα.
Ίσως γι’ αυτό κέρδισε με τόση ευκολία το πλατύ κοινό.
Ήταν «τόσο ρομαντικό και καθαρό», έγραψε η Αλις Τέρνερ στους «New York Times», «που μπορούσες άνετα να το κάνεις δώρο στη θεία Τίλι, αλλά και να το πάρεις μαζί σου στη θάλασσα χωρίς να ντρέπεσαι για την επιλογή σου».
Η μεταφορά στην μικρή οθόνη
Ήταν το δεύτερο βιβλίο της Αυστραλέζας – νευροφυσιολόγου στο επάγγελμα – Κoλίν ΜακΚάλοου η οποία είχε μεταναστεύσει στις ΗΠΑ για να διδάξει στην Ιατρική Σχολή του Γέιλ στο Κονέκτικατ. Της άρεσε τις νύχτες να κάθεται στο γραφείο της και να γράφει και πάντα έψαχνε ένα τρόπο να εξασφαλίσει τα γεράματά της, πράγμα που δεν της υποσχόταν η επιστημονική έρευνα.
Το πρώτο της βιβλίο με τίτλο «Τιμ» ήταν μια ερωτική ιστορία ενός πνευματικά καθυστερημένου νεαρού άντρα και μιας κατά πολύ μεγαλύτερής του γυναίκας, που κυκλοφόρησε το 1974.
Ωστόσο δεν είχε μεγάλη απήχηση και δεν σημείωσε ιδιαίτερη επιτυχία, αλλά άνοιξε στην Κολίν ΜακΚάλου τον δρόμο. Οι ειδικοί είδαν σε αυτή ένα ταλέντο που θα οδηγούσε σε εμπορική επιτυχία.
Πριν καν γράψει το δεύτερο μυθιστόρημά της, ο εκδοτικός οίκος Avon Books φρόντισε να εξασφαλίσει τα δικαιώματα για μια έκδοση τσέπης έναντι του αστρονομικού ποσού των 1,9 εκατ. δολαρίων.
Η πλοκή του βιβλίου είχε τη συνταγή της εμπορικής επιτυχίας.
Ένας καθολικός παπάς, ο Ραλφ ντε Μπρικασάρ, με εμφάνιση ζεν πρεμιέ, ερωτεύεται τη νεαρή Μέγκι Κλίρι που τη γνωρίζει από μωρό και κάνει μαζί της έναν γιο, ο οποίος θα γίνει επίσης παπάς.
Η επιτυχία
Αν και οι κριτικοί «έθαψαν» το βιβλίο σε εφημερίδες και περιοδικά, χαρακτηρίζοντας το ως σκουπιδοσαπουνόπερα, το αναγνωστικό κοινό είχε διαφορετική άποψη όπως φάνηκε από τις πωλήσεις.
Επρόκειτο για ένα καθαρά λαϊκό ανάγνωσμα.
Στις 500 σελίδες του βιβλίου εκτυλισσόταν μια οικογενειακή τραγωδία που απλωνόταν σε τρεις γενιές, χωρίς διαστροφές αλλά με πολλή δυστυχία και απλά συναισθήματα που εύκολα μπορούσαν να αγγίξουν τον καθένα.
Ίσως γι’ αυτό κέρδισε με τόση ευκολία το πλατύ κοινό.
Ήταν «τόσο ρομαντικό και καθαρό», έγραψε η Αλις Τέρνερ στους «New York Times», «που μπορούσες άνετα να το κάνεις δώρο στη θεία Τίλι, αλλά και να το πάρεις μαζί σου στη θάλασσα χωρίς να ντρέπεσαι για την επιλογή σου».
Η μεταφορά στην μικρή οθόνη
Λίγο αργότερα το βιβλίο μεταφέρθηκε στη μικρή οθόνη, όπου τον ρόλο του Ραλφ ντε Μπρικασάρ ενσάρκωσε ο ηθοποιός Ρίτσαρντ Τσάμπερλεν. Ο ηθοποιός κατάφερε να αποδώσει πολύ καλά τον ρόλο του ιερωμένου με την αδύναμη σάρκα και την τεράστια θρησκευτική φιλοδοξία. Δίπλα του ήταν η πανέμορφη Μέγκι, τον ρόλο της οποίας ανέλαβε η ηθοποιός Ρέιτσελ Γουόρντ. Ο έρωτας ενός παπά και μιας καλλονής ήταν ανυπέρβλητο θέαμα για την εποχή του.
Η μίνι τηλεοπτική σειρά προβλήθηκε για πρώτη φορά στην Αμερική τον Μάρτιο του 1983, ενώ ένα χρόνο αργότερα την είδαμε και στην Ελλάδα από την ΕΡΤ.
Η σειρά κατάφερε να καθηλώσει παγκοσμίως 110 εκατ. τηλεθεατές.
Πληροφορίες αντλήθηκαν από το ένθετο της εφημερίδας «Τα Νέα», με τίτλο «Τα μπεστ σέλερ της παραλίας»
Η μίνι τηλεοπτική σειρά προβλήθηκε για πρώτη φορά στην Αμερική τον Μάρτιο του 1983, ενώ ένα χρόνο αργότερα την είδαμε και στην Ελλάδα από την ΕΡΤ.
Η σειρά κατάφερε να καθηλώσει παγκοσμίως 110 εκατ. τηλεθεατές.
Πληροφορίες αντλήθηκαν από το ένθετο της εφημερίδας «Τα Νέα», με τίτλο «Τα μπεστ σέλερ της παραλίας»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου