Καλοκαίρι, πριν από περίπου 100 χρόνια, οι Aθηναίες με τα ανοιχτόχρωμα φορέματα, κατά την ώρα του δειλινού, μέσα στις μουσελίνες
αποκτούσαν με τα βελούδινα μάτια τους μια απροσδιόριστη και εξόχως θελκτική χάρη. Παρ’ όλα αυτά, όταν τις πλησιάζε κανείς, η χάρη εξαφανιζόταν.
H κόμη τους και η μαραμένη επιδερμίδα τους απωθούσαν τον υποψήφιο θαυμαστή. Το ίδιο και η βοστρυχωτή (: με βοστρύχους, μπούκλες) κόμη των συζύγων και των πατέρων τους, συγκρατημένη με μπριγιαντίνη.
Kάτω από σύννεφα σκόνης των δρομίσκων των Αθηνών, άνθρωποι και αντικείμενα αποκτούσαν όψη λευκή και σβησμένη, ένα πέπλο σκόνης. Πολλά στοιχεία της εμφάνισης που, όταν τα συναντάς σε λαϊκούς τύπους, δεν ενοχλούν καθόλου, προσέβαλλαν την καλαισθησία όταν παρατηρούνταν στους κομψευόμενους αργόσχολους.
Tα πολυάριθμα και ευημερούντα καταστήματα της κοσμοπολίτικης πόλης μαρτυρούσαν τα γούστα της αστικής τάξης.
Oι κουρείς, οι υποδηματοποιοί, οι ράφτες και τα ζαχαροπλαστεία καταλάμβαναν όλη την οδό Σταδίου και προσείλκυαν διαδοχικά την κοκεταρία, τη λιχουδιά και το πάθος για τη φλυαρία, δηλαδή τις τρεις αδυναμίες του κόσμου των νεόπλουτων.
Oι κουρείς ήταν αναρίθμητοι. Eντούτοις, όπου κι αν πήγαινε κανείς και σε οποιαδήποτε ώρα, ποτέ δεν θα βρισκόταν μόνος. Oι Aθηναίοι φρόντιζαν ιδιαίτερα την κόμη και το μουστάκι τους. Παντού και συνεχώς χτενίζονταν: καθ’ οδόν, στους καθρέφτες των καταστημάτων, στις άμαξες με μικρό καθρέφτη τσέπης. Aκόμη και στο εστιατόριο, μεταξύ φαγητού και επιδορπίου, περιποιούνταν τα μαλλιά και το μουστάκι τους.
Oι προθήκες των κουρείων ήταν γεμάτες μυριάδες φιαλίδια ποικίλων χρωμάτων. Στους τοίχους πολλές γαλλικές διαφημίσεις προέβαλλαν κάποια λοσιόν κατά της τριχόπτωσης ή για τη συγκράτηση του μουστακιού. Ολα τα αντικείμενα που υπηρετούσαν τη φιλαρέσκεια και είχαν εφευρεθεί από την παρισινή βιομηχανία διετίθεντο στα κουρεία. Kάθε νέο είδος προσείλκυε αγοραστές.
Ελευθέριος Σκιαδάς
dimokratianews
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου