Έγραψε κάποτε ο διαπρεπής καθηγητής Μανώλης Ανδρόνικος: “Η ελληνική γη δεν μας αποκάλυψε ακόμη τα μεγάλα μυστικά της”. Άραγε πόσο δύσκολο είναι να αποκαλυφθούν τα μυστικά της γης ετούτης;
Σαν κέντρο του κόσμου μοιάζει αυτό το τρίγωνο στο κέντρο, στον ομφαλό της Αθήνας.
Χωρίς δεύτερη σκέψη αποφάσισα να ανταποκριθώ στην πρόσκληση-πρόκληση της καθηγήτριας Δρ. Άννας Λυδάκη και να προσπαθήσω να καταγράψω, όσο αυτό είναι εφικτό, την πλατεία Εξαρχείων και πάσης Ελλάδος, όπως συμπληρώνει πάντα ο πατέρας μου, όταν συζητά με τους φίλους του.
Η βόλτα-μελέτη της πλατείας έγινε πολλές φορές, διαφορετικές μέρες και ώρες. Η πρώτη λέξη, η οποία έρχεται στο μυαλό ενός απλού περιηγητή είναι η λέξη “πολυπολιτισμικότητα”. Οριζόντια θες να δεις την κοινωνία ή κάθετα, σε τάξεις ή φυλές, σε επίπεδα οικονομικά ή κοινωνικά, όλα συναντώνται εδώ.
Μια σελίδα είναι η πλατεία Εξαρχείων από τετράδιο έκθεσης, εκείνου του με το μονόπαντα μεγάλο περιθώριο, για να αφήνει κενό στα γραφόμενα να αναπνέουν, αλλά και να μπορεί ο καθένας να καταγράψει τις παρατηρήσεις του.
Τροφοδότης και αιμοδότης της πλατείας τα γειτνιάζοντα εκπαιδευτικά ιδρύματα: το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και το Ε' Γυμνάσιο και Λύκειο. Θα ξεκινήσω το οδοιπορικό από τη γωνία Θεμιστοκλέους και Ανδρέου Μεταξά, η γκαλερί, η οποία διοργανώνει κάθε χρόνο την cheapart 20 χρόνια τώρα σε ένα νεοκλασικό χρώματος σομόν. Στο ισόγειο, στο κατάστημα “Παράσταση” πουλούν ρούχα. Όλοι οι εξωτερικοί τοίχοι του ισογείου είναι μια ματιέρα με γκράφιτι και αποκόμματα ξεκολλημένων αφισών.
Αν περάσεις απέναντι στην οδό Α. Μεταξά άλλο ο νεοκλασικό, το καφέ “Διπλό”. Κίτρινο χρώμα, καθαρό μόνο με μια κοπέλα με ένα σακουβαγιάζ ζωγραφισμένη στο τοίχο σαν αναγγελία τύπου “εισέρχεστε σε φευγάτη περιοχή”.
Η Θεμιστοκλέους έγινε πεζόδρομος σε κάποια ανάπλαση και έτσι μεγάλωσε η πλατεία. Τραπεζάκια κάτω από ομπρέλες, φοιτητές διαβάζουν, ατημέλητοι άνθρωποι ξεφαντώνουν στο διαδίκτυο και ξεκοκαλίζουν εφημερίδες και περιοδικά. Το περίπτερο σαν φυλάκιο ελέγχει την πλατεία.
Δίπλα άλλο καφέ και άλλο κι όλα συνονθύλευμα απλωμένα κομματάκια ύφασμα, όπου αφρικάνοι και ασιάτες πουλούν την πραμάτεια τους, είδη λαϊκής τέχνης των χωρών, τους παράνομα cd και dvd. Έρχεται και εισβάλλει η οδός Βαλτετσίου, πεζοδρομήθηκε και αυτή και μεγάλωσε κι άλλο η πλατεία, λες κι έπρεπε να συμπεριλάβει στην αγκαλιά της την ιστορική πλέον ταβέρνα “Ροζαλία”. Ένα καφέ με ναργιλέ και μετά η μπλε πολυκατοικία. Έργο-μνημείο αρχιτεκτονικής από τα λίγα του 20ου αιώνα. Εγκατάλειψη, αλλά η διακριτική αρχοντιά διαφαίνεται. Στη γωνία Θεμιστοκλέους και Αραχώβης στο ισόγειο της μπλε πολυκατοικίας το καφέ “Φλοράλ”, βιβλιοπωλείο, αίθουσα για παρουσιάσεις βιβλίων, πολυχώρος, όπως άστοχα τους ονομάζουν.
Έξω από το “Φλοράλ” εκτός από τα τραπεζάκια ένα δεύτερο περίπτερο φυλά την άλλη γωνία της πλατείας. Απέναντι σα διασχίζει κάποιος κάθετα την Αραχώβης το VOX. Θερινός κινηματογράφος πάνω στην ταράτσα ενός εγκαταλελειμμένου καταστήματος.
Εδώ τελειώνει η Αραχώβης και αρχίζει η Στουρνάρη. Πρώτο κατάστημα το φαρμακείο. Σε γυάλες οι σύριγγες. Όλη μέρα πουλά σύριγγες. Το επόμενο μαγαζί καφετέρια. Το παλιό “Tzaf” εξού και το καλλιτεχνικό όνομα του E' αρρένων τότε “Tzaf collage”. Mπιλιάρδο και καφές, τσιγάρο στο πατάρι και στο υπόγειο. Σαν να παίρνανε τα σχολιαρόπαιδα ενέργεια, πριν την ακολασία της μπουρδελότσαρκας.
Μέχρι την Σπύρου Τρικούπη καφέ, ταχυφαγεία, μπυραρίες και απέναντι το τρίτο περίπτερο της πλατείας. Άλλο ένα φυλάκιο της τριγωνικής πλατείας στέκεται εκεί. Ψιλικατζίδικα, καφέ, σουβλατζίδικα όλη η Σπύρου Τρικούπη
Όλες οι πολυκατοικίες από τη δεκαετία του 1930 και μετά με πολλά φυτά και τέντες. Όλοι οι τοίχοι βρώμικοι, λεροί, με κόλλα από άφησες, με γκράφιτι και με μπογιές πεταμένες.
Αστοί υπερήλικες, φοιτητές, μαθητές, αστυνομικοί, ματατζήδες, έμποροι ναρκωτικών, πρεζόνια βαποράκια, άστεγοι, σκύλοι, περαστικοί κουστουμάτοι, ηθοποιοί, καλλιτέχνες, αναρχικοί κυκλοφορούν στο κεντρικό πυρήνα της πλατείας. Εκεί που στα παρτέρια φυτρώνουν δέντρα, παγκάκια κείτονται με σκοπό να φιλοξενήσουν τους περαστικούς και τους θαμώνες της πλατείας. Στο κέντρο του κέντρου του κέντρο του κόσμου ένα άγαλμα-φωτιστικό, το οποίο ουδείς το θυμάται ποτέ αναμμένο τρία αγγελάκια-θεματοφύλακες της πλατείας. Συνάξεις αναρχικών και αντιεξουσιαστών, πανό με συνθήματα, τέχνη και ιδεολογία, ναρκωτικά και ζωή εξουσία παρούσα και νομιμότητα απούσα.
Η πλατεία δεν ερημώνει ποτέ. Όλοι συνυπάρχουν και όλοι παίρνουν ζωή από τη ζωντάνια της.
Το κλασικό φαινόμενο των Εξαρχείων είναι η αμφισβήτηση. Διάχυτη παντού. Αποδεκτή από όλους. Εδώ όλοι είναι στραμμένοι στην ελεύθερη διακίνηση κάθε ιδέας. Δεν υπάρχουν απολιτίκ εδώ. Αυτοπροσδιοριζόμενοι πνευματικοί ιδεαλιστές. Τυχοδιώκτες της αμφισβήτησης.
“Όλοι θα έπρεπε να είμαστε Εξαρχειώτες”
που λέει και ο πατέρας.
Σαν κέντρο του κόσμου μοιάζει αυτό το τρίγωνο στο κέντρο, στον ομφαλό της Αθήνας.
Κουβαλάω μέσα μου παιδιόθεν διηγήσεις ακριβείς, γλαφυρές και αληθείς. Ο πατέρας μου, Ανδρέας, έχει το χάρισμα της παραμυθένιας διήγησης και έτσι μου έλεγε για ανθρώπους, πράγματα, μαγαζιά, συναθροίσεις, μπιλιάδρα, βόλτες, έρωτες, διαδηλώσεις, ξύλο σε συμπλοκές και υπέροχα ξενύχτια, άλλοτε στο κέντρο της πλατείας και άλλοτε σε “γιάφκες”, όταν μαθητές και αργότερα φοιτητές μαζεύονταν για ένα και μόνο σκοπό. Κάτι πολύ απλό: να κάνουν έναν κόσμο, όχι στα μέτρα μας, αλλά στα μέτρα του τέλειου.
Χωρίς δεύτερη σκέψη αποφάσισα να ανταποκριθώ στην πρόσκληση-πρόκληση της καθηγήτριας Δρ. Άννας Λυδάκη και να προσπαθήσω να καταγράψω, όσο αυτό είναι εφικτό, την πλατεία Εξαρχείων και πάσης Ελλάδος, όπως συμπληρώνει πάντα ο πατέρας μου, όταν συζητά με τους φίλους του.
Η βόλτα-μελέτη της πλατείας έγινε πολλές φορές, διαφορετικές μέρες και ώρες. Η πρώτη λέξη, η οποία έρχεται στο μυαλό ενός απλού περιηγητή είναι η λέξη “πολυπολιτισμικότητα”. Οριζόντια θες να δεις την κοινωνία ή κάθετα, σε τάξεις ή φυλές, σε επίπεδα οικονομικά ή κοινωνικά, όλα συναντώνται εδώ.
Μια σελίδα είναι η πλατεία Εξαρχείων από τετράδιο έκθεσης, εκείνου του με το μονόπαντα μεγάλο περιθώριο, για να αφήνει κενό στα γραφόμενα να αναπνέουν, αλλά και να μπορεί ο καθένας να καταγράψει τις παρατηρήσεις του.
Τροφοδότης και αιμοδότης της πλατείας τα γειτνιάζοντα εκπαιδευτικά ιδρύματα: το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και το Ε' Γυμνάσιο και Λύκειο. Θα ξεκινήσω το οδοιπορικό από τη γωνία Θεμιστοκλέους και Ανδρέου Μεταξά, η γκαλερί, η οποία διοργανώνει κάθε χρόνο την cheapart 20 χρόνια τώρα σε ένα νεοκλασικό χρώματος σομόν. Στο ισόγειο, στο κατάστημα “Παράσταση” πουλούν ρούχα. Όλοι οι εξωτερικοί τοίχοι του ισογείου είναι μια ματιέρα με γκράφιτι και αποκόμματα ξεκολλημένων αφισών.
Αν περάσεις απέναντι στην οδό Α. Μεταξά άλλο ο νεοκλασικό, το καφέ “Διπλό”. Κίτρινο χρώμα, καθαρό μόνο με μια κοπέλα με ένα σακουβαγιάζ ζωγραφισμένη στο τοίχο σαν αναγγελία τύπου “εισέρχεστε σε φευγάτη περιοχή”.
Η Θεμιστοκλέους έγινε πεζόδρομος σε κάποια ανάπλαση και έτσι μεγάλωσε η πλατεία. Τραπεζάκια κάτω από ομπρέλες, φοιτητές διαβάζουν, ατημέλητοι άνθρωποι ξεφαντώνουν στο διαδίκτυο και ξεκοκαλίζουν εφημερίδες και περιοδικά. Το περίπτερο σαν φυλάκιο ελέγχει την πλατεία.
Δίπλα άλλο καφέ και άλλο κι όλα συνονθύλευμα απλωμένα κομματάκια ύφασμα, όπου αφρικάνοι και ασιάτες πουλούν την πραμάτεια τους, είδη λαϊκής τέχνης των χωρών, τους παράνομα cd και dvd. Έρχεται και εισβάλλει η οδός Βαλτετσίου, πεζοδρομήθηκε και αυτή και μεγάλωσε κι άλλο η πλατεία, λες κι έπρεπε να συμπεριλάβει στην αγκαλιά της την ιστορική πλέον ταβέρνα “Ροζαλία”. Ένα καφέ με ναργιλέ και μετά η μπλε πολυκατοικία. Έργο-μνημείο αρχιτεκτονικής από τα λίγα του 20ου αιώνα. Εγκατάλειψη, αλλά η διακριτική αρχοντιά διαφαίνεται. Στη γωνία Θεμιστοκλέους και Αραχώβης στο ισόγειο της μπλε πολυκατοικίας το καφέ “Φλοράλ”, βιβλιοπωλείο, αίθουσα για παρουσιάσεις βιβλίων, πολυχώρος, όπως άστοχα τους ονομάζουν.
Έξω από το “Φλοράλ” εκτός από τα τραπεζάκια ένα δεύτερο περίπτερο φυλά την άλλη γωνία της πλατείας. Απέναντι σα διασχίζει κάποιος κάθετα την Αραχώβης το VOX. Θερινός κινηματογράφος πάνω στην ταράτσα ενός εγκαταλελειμμένου καταστήματος.
Εδώ τελειώνει η Αραχώβης και αρχίζει η Στουρνάρη. Πρώτο κατάστημα το φαρμακείο. Σε γυάλες οι σύριγγες. Όλη μέρα πουλά σύριγγες. Το επόμενο μαγαζί καφετέρια. Το παλιό “Tzaf” εξού και το καλλιτεχνικό όνομα του E' αρρένων τότε “Tzaf collage”. Mπιλιάρδο και καφές, τσιγάρο στο πατάρι και στο υπόγειο. Σαν να παίρνανε τα σχολιαρόπαιδα ενέργεια, πριν την ακολασία της μπουρδελότσαρκας.
Μέχρι την Σπύρου Τρικούπη καφέ, ταχυφαγεία, μπυραρίες και απέναντι το τρίτο περίπτερο της πλατείας. Άλλο ένα φυλάκιο της τριγωνικής πλατείας στέκεται εκεί. Ψιλικατζίδικα, καφέ, σουβλατζίδικα όλη η Σπύρου Τρικούπη
Όλες οι πολυκατοικίες από τη δεκαετία του 1930 και μετά με πολλά φυτά και τέντες. Όλοι οι τοίχοι βρώμικοι, λεροί, με κόλλα από άφησες, με γκράφιτι και με μπογιές πεταμένες.
Αστοί υπερήλικες, φοιτητές, μαθητές, αστυνομικοί, ματατζήδες, έμποροι ναρκωτικών, πρεζόνια βαποράκια, άστεγοι, σκύλοι, περαστικοί κουστουμάτοι, ηθοποιοί, καλλιτέχνες, αναρχικοί κυκλοφορούν στο κεντρικό πυρήνα της πλατείας. Εκεί που στα παρτέρια φυτρώνουν δέντρα, παγκάκια κείτονται με σκοπό να φιλοξενήσουν τους περαστικούς και τους θαμώνες της πλατείας. Στο κέντρο του κέντρου του κέντρο του κόσμου ένα άγαλμα-φωτιστικό, το οποίο ουδείς το θυμάται ποτέ αναμμένο τρία αγγελάκια-θεματοφύλακες της πλατείας. Συνάξεις αναρχικών και αντιεξουσιαστών, πανό με συνθήματα, τέχνη και ιδεολογία, ναρκωτικά και ζωή εξουσία παρούσα και νομιμότητα απούσα.
Η πλατεία δεν ερημώνει ποτέ. Όλοι συνυπάρχουν και όλοι παίρνουν ζωή από τη ζωντάνια της.
Το κλασικό φαινόμενο των Εξαρχείων είναι η αμφισβήτηση. Διάχυτη παντού. Αποδεκτή από όλους. Εδώ όλοι είναι στραμμένοι στην ελεύθερη διακίνηση κάθε ιδέας. Δεν υπάρχουν απολιτίκ εδώ. Αυτοπροσδιοριζόμενοι πνευματικοί ιδεαλιστές. Τυχοδιώκτες της αμφισβήτησης.
“Όλοι θα έπρεπε να είμαστε Εξαρχειώτες”
που λέει και ο πατέρας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου