Ρεαλιστικές προτάσεις για ειρήνευση στον τόπο «ναυάγησαν», και η Ανάσταση που όλοι εύχονταν στα λόγια καθυστέρησε να 'ρθει...Πριν από 60 χρόνια, λίγο πριν και μετά το Πάσχα του 1949, εκδηλώνεται η τελευταία απόπειρα για ειρήνευση στην Ελλάδα του Εμφυλίου πολέμου.
Δυστυχώς, πάλι, χωρίς αποτέλεσμα, όπως κι ένα χρόνο νωρίτερα.
Τώρα, όμως, η τελική έκβαση είναι προδιαγεγραμμένη πια και ζήτημα χρόνου η στρατιωτική νίκη των κυβερνητικών δυνάμεων. Η ελληνική στρατιωτικο-πολιτική ηγεσία ξορκίζει τις προτάσεις για ειρήνη. «Παράδοση άνευ όρων» είναι η μόνιμη επωδός. Δεν αρκείται στην ήττα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας. Επιδιώκει τη συντριβή με απόλυτο τρόπο.
Ο αρχιστράτηγος Αλ. Παπάγος, στο πασχαλινό μήνυμά του, χαρακτηρίζει τις πρωτοβουλίες ως «απεγνωσμένη προσπάθεια του εχθρού». Τις καταγγέλλει «ως δήθεν ειρηνευτικές προτάσεις». Η αναφορά αυτή, καθώς και η σχετική διαταγή που θα ακολουθήσει λίγο αργότερα με το ίδιο περιεχόμενο και «οδηγίες» για την αντιμετώπισή τους, δείχνουν ότι η ειρήνευση είχε απήχηση στους στρατευμένους και τον λαό.
Οι προτάσεις είχαν διατυπωθεί τη Μεγάλη Εβδομάδα από την «Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση». Αν και παραμένει αδιευκρίνιστο ποιος είχε τη σχετική πρωτοβουλία (η ίδια, η Σοβιετική Ενωση ή οι ΗΠΑ), συνιστούσαν μια αχτίδα φωτός εκείνη τη σκοτεινή εποχή.
Πρόθυμοι οι Αγγλοαμερικανοί Η ηγεσία του ΚΚΕ, παρά τις ρητορείες «περί αήττητου» του ΔΣΕ», για τον καθένα ήταν φανερό ότι αναζητούσε μια διέξοδο στα αδιέξοδα. Οι προτάσεις κινούνταν στον άξονα κατάπαυση του πυρός και γενική αμνηστία, με μεσολάβηση του ΟΗΕ. Διενέργεια εκλογών, με συμμετοχή εκπροσώπων της Αριστεράς στην προετοιμασία και διεξαγωγή τους. «Είμαστε διατεθειμένοι για τις μεγαλύτερες υποχωρήσεις», διακήρυσσε.
Η σοβιετική διπλωματία έθεσε άτυπα το ζήτημα στον ΟΗΕ. Εκεί εκτός των άλλων περιλαμβάνονταν και άλλοι όροι όπως η διακοπή κάθε εξωτερικής βοήθειας, η απόσυρση των ξένων δυνάμεων από την Ελλάδα κ.λπ. Σύμφωνα με την κυρίαρχη άποψη ανησυχούσε ότι με πρόσχημα τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο και μετά την «αποσκίρτηση» της Γιουγκοσλαβίας, μπορούσε να εκδηλωθεί στρατιωτική επέμβαση στην Αλβανία και τη Βουλγαρία.
Αμερικανοί και Βρετανοί φάνηκαν διατεθειμένοι να το συζητήσουν. Για πολλούς και διάφορους λόγους, που δεν είχαν σχέση με τις ελληνικές στρατιωτικές επιχειρήσεις. Αλλά με τη στάση της ΕΣΣΔ απέναντι στην «ανταρσία» του Τίτο και γενικώς τα Βαλκάνια, όπου δεν επιθυμούσαν, μάλλον, ευρύτερα στρατιωτική εμπλοκή.
Οι προτάσεις θα υποβληθούν από τον υφυπουργό Εξωτερικών Α. Γκρομίκο και στην ελληνική αντιπροσωπεία στον διεθνή οργανισμό.
Η αναταραχή που κατέλαβε την Αθήνα εξαιτίας του φόβου ότι οι Αγγλοαμερικανοί σύμμαχοί της συζητούν ερήμην της το «Ελληνικό», κόπασε γρήγορα μετά τις διευκρινίσεις, που πήρε από την Ουάσιγκτον και το Λονδίνο. Τα δυο κέντρα επαναβεβαίωσαν την προσήλωσή τους στη στρατιωτική λύση στο πεδίο της μάχης.
Ετσι οι ειρηνευτικές προτάσεις περνώντας από διάφορες φάσεις (διαβουλεύσεις στον ΟΗΕ, διεθνές συνέδριο ειρήνης στο Παρίσι, τετραμερή διάσκεψη για το γερμανικό κ.λπ.) θα ναυαγήσουν. Στα τέλη Μαϊου αποτελούσαν πλέον παρελθόν. Η Ανάσταση ούτε εκείνο το Πάσχα ήρθε...
Η ειρήνη δεν πρόλαβε να φυτρώσει μέσα στα χαλάσματαΑντί για αναστάσιμα πυροτεχνήματα τον ουρανό σκίζουν οι λάμψεις από βόμβες. Η φωτογραφία προέρχεται από το Πολεμικό Μουσείο και αποτυπώνει την έκρηξη εμπρηστικής βόμβας Ναπάλμ στις γραμμές του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας στον Γράμμο. Την άνοιξη-καλοκαίρι του 1949 το νέο αμερικανικό όπλο δοκιμάστηκε με «επιτυχία» στα βουνά της Ηπείρου και της Μακεδονίας.
20 Απριλίου 1949 Ο υπουργός Δικαιοσύνης στην Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση Μ. Πορφυρογένης διατυπώνει πρώτη φορά τις προτάσεις για ειρήνευση. Η ελληνική κυβέρνηση και ο αρχιστράτηγος Παπάγος στην Αθήνα τις καταγγέλλουν ως τέχνασμα των κομμουνιστοσυμμοριτών και δέχονται μόνο την «άνευ όρων παράδοση».
20 Μαϊου 1949Η Σοβιετική Ενωση ανακοινώνει λεπτομέρειες για το σχέδιο ειρήνευσης στην Ελλάδα, έπειτα από διαβουλεύσεις στο πλαίσιο του ΟΗΕ. Θα τις διατυπώσει και στο πλαίσιο της τετραμερούς διάσκεψης για το γερμανικό ζήτημα (Μάιος-Ιούνιος 1949), αλλά δεν θα υπάρξει απάντηση και συνέχεια. Ιούνιος 1949 Οι προτάσεις για ειρήνευση αποτελούν παρελθόν. Ο Εθνικός Στρατός μετά τις εκκαθαρίσεις (Πελοπόννησο, Ρούμελη Θεσσαλία, Μακεδονία, Θράκη) έχει περιορίσει τον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας στον Γράμμο και το Βίτσι. Η αναλογία των δυνάμεων σε στρατιώτες είναι περίπου 20 προς 1...
ΕΠΕΙΤΑ ΑΠΟ ΜΙΑ ΔΕΚΑΕΤΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ
Πάνω απ όλα ο πόθος για ειρήνη
Γιατί αυτή η πανελλήνια διάθεση, εν μέσω του αδελφοκτόνου πολέμου, για «ξεφάντωμα» το Πάσχα του 1949; Οι επιδερμικές δημοσιογραφικές εξηγήσεις για την «επιδρομή εις τας εξοχάς» δίνουν εξηγήσεις του τύπου: «Είναι η αγάπη προς το ύπαιθρο που τους τραβάει; Είναι η ρομαντική επιθυμία για το ειδυλλιακό Πάσχα του ελληνικού χωριού και του νησιού που συγκινεί τη χριστιανική τους ψυχή; Είναι η επωφελής εκμετάλλευσις της διημέρου ή τριημέρου πασχαλινής αργίας; Είναι ίσως όλα αυτά...»
Ισως, αλλά δεν αρκούν ως απαντήσεις σε μια χώρα που γιόρταζε το Πάσχα έπειτα από μια μακρά διαδοχή «κατάμαυρων» γιορτών. Σαν να βρισκόταν σε μια διαρκή κατάσταση σταύρωσης... Οι ουσιαστικές απαντήσεις βρίσκονται αλλού. Κι αν έχουν σημασία δεν είναι μόνο γιατί εξηγούν τα φαινομενικά ακατανόητα. Αλλά και επειδή δίνουν απαντήσεις σε ευρύτερα ζητήματα.
Οπως για παράδειγμα στην απομόνωση του ΔΣΕ, αλλά, επίσης τις στρατιωτικές εξελίξεις και το τέλος του εμφυλίου πολέμου. Ο ιστορικός Γ. Μαργαρίτης έχει ασχοληθεί και με την πτυχή αυτή στο κλασικό πλέον έργο του «Ιστορία του ελληνικού εμφυλίου πολέμου 1946-49») σημειώνει, λοιπόν, για την περίοδο (άνοιξη-αρχές καλοκαιριού 1949): «Κόντευαν να κλείσουν δέκα χρόνια «έκτακτων συνθηκών», μέσα στα οποία η ελληνική κοινωνία είχε γνωρίσει όλα τα χρώματα της βίας.
Εκδρομείς στην ΠάρνηθαΗ πολιτική διάθεση έκλινε μάλλον προς την παραίτηση και την παθητική αντιμετώπιση των καταστάσεων. Διακρινόταν στα κοινωνικά εκείνα στρώματα πού είχαν πετύχει να εξομαλύνουν κάπως την καθημερινότητά τους, μια εντυπωσιακή δίψα για ζωή. Δεν είχαν ακόμη φύγει οι τελευταίοι αντάρτες από την Πάρνηθα και το βουνό άρχισε να δέχεται «εκδρομείς» από τα μεσαία και μικροαστικά στρώματα της Αθήνας. Για τους πολλούς ο πόλεμος ήταν πλέον αφύσικος, ενοχλητικός, εχθρικός Ακόμη και για τους προερχομένους από την Αριστερά, από το μεγάλο ρεύμα της Αντίστασης, οι αιτίες και τα επιχειρήματα του πολέμου είχαν καταστεί δυσνόητα και, σε κάθε περίπτωση, ανενεργά. Και όμως, οι αντάρτες ήταν ακόμη στην Εύβοια...»
Στις αλλαγές που έχουν συντελεστεί όλο το προηγούμενο διάστημα σε κοινωνικό επίπεδο καθοριστικό ρόλο φαίνεται να παίζει και μια άλλη καινούργια παράμετρος: « Η ελληνική κοινωνία, περίπου στο σύνολό της, είχε πλέον αποδεχτεί τη νίκη των κυβερνητικών δυνάμεων. Αυτό στην πράξη μεταφραζόταν σε πολλαπλασιασμό, ως και κυριαρχία, των πρακτικών, των προσωπικών στρατηγικών αποδέσμευσης από την παράταξη των ηττημένων...
Το ζητούμενο ήταν πλέον η επανένταξη στην κοινωνία, ή συνέχεια της ζωής, έστω και κάτω από τους δυσμενείς όρους που επιφυλάσσονταν στον νικημένο και στον ύποπτο. Η αλλαγή αυτή στον τρόπο σκέψης, αυτό το μαζικό κίνημα παραίτησης, δεν μπορούσε παρά να έχει άμεσες επιπτώσεις στις στρατιωτικές τύχες του πολέμου...»
Ο ΔΣΕ απομονωμένος στον Γράμμο και το Βίτσι, αποξενωμένος τυπικά και ουσιαστικά από τις κοινωνίες που βρίσκονται πια στα μετόπισθεν του «εχθρού», στα μηνιαία δελτία στρατολογίας δεν μνημονεύει νέους μαχητές για τον Απρίλιο του 1949.
«Ετοιμοι να σταματήσουμε...»«Για να πετύχουμε ειρήνη και γαλήνη στην Ελλάδα είμαστε έτοιμοι να κάνουμε τις πιο μεγάλες υποχωρήσεις. Κάνουμε τη δήλωση αυτή αν και ο Δημοκρατικός Στρατός της Ελλάδας παραμένει ακατανίκητος... Είμαστε έτοιμοι να σταματήσουμε τον πόλεμο μόλις στην Ελλάδα εξασφαλιστεί η δυνατότητα να ζει κανείς χωρίς τον τρόμο του θανάτου, μόλις θα σταματήσουν οι μαζικές εκτελέσεις, μόλις θα δοθεί γενική αμνηστία» (απόσπασμα από τις προτάσεις της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης για ειρήνευση).
«Μη δίνετε προσοχή...»«Η όλη προσπάθεια των Κομμουνιστοσυμμοριτών αποβλέπει εις τον κλονισμόν του ηθικού... Η υποταγή των κομμουνιστοσυμμοριτών δεν επιτυγχάνεται διά συμβιβασμών ή και κατευνασμών, αλλά διά της ισχύος των ενόπλων δυνάμεων, αι οποίαι τότε και μόνον θα θεωρήσουν το έργον των λήξαν, όταν ο Σλαβοκίνητος Κομμουνιστοσυμμοριτισμός καταθέση άνευ όρων τα όπλα... Μη δίδετε προσοχή ούτε και πίστιν εις τα διαδόσεις...» (Διαταγή του Γ Σώματος Στρατού για την «κομμουνιστική προπαγάνδα ειρηνεύσεως»)
Περιμένοντας την ήττα«...Την άνοιξη του 1949 διατύπωσε το ΚΚΣΕ τη γνώμη πως έπρεπε να σταματήσει ο ένοπλος αγώνας. Είδαμε κι εμείς αυτή την ανάγκη. Καταρτίσαμε και σχέδιο υποχώρησης. Και ήμασταν έτοιμοι να το εφαρμόσουμε, αλλά μεσολάβησε μια κίνηση στους κύκλους του ΟΗΕ για λύση του ελληνικού ζητήματος και αναβλήθηκε προσωρινά η εφαρμογή του σχεδίου. Με την προσμονή των αποτελεσμάτων της κίνησης για ειρηνική λύση του ελληνικού προβλήματος, μας πρόλαβε η επίθεση του κυβερνητικού στρατού τον Αύγουστο στον Γράμμο και η ήττα μας». (Μ. Παρτσαλίδης, επικεφαλής της Κυβέρνησης του Βουνού)
ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑΟ βασιλιάς Παύλος «γιορτάζει» το Πάσχα του 1949 με στρατευμένους σε μονάδα των Αθηνών. Ανησυχεί για τις προτάσεις ειρήνης και δεν επιθυμεί να περιοριστεί στη «νίκη». Θέλει τη συντριβή των «κομμουνιστοσυμμοριτών».
Μια παράξενη ομαδική έξοδος των Αθηναίων «Η μισή Αθήνα ετοιμάζεται σήμερα (Σάββατο) να το σκάση. Πάσχα στην Αθήνα; Ανιαρή και ενοχλητική υπόθεσις. Ας βγούμε και παραέξω λιγάκι. Κι ας κάνουμε Πάσχα στο Λουτράκι, στην Αίγινα, στην Υδρα, στις Σπέτσες, στη Μύκονο, στο Ναύπλιο, στον Μυστρά, στο Ξυλόκαστρο, στη Χαλκίδα...
Οπου τέλος πάντων πηγαίνει πλοίο, αυτοκίνητο, μοτοσυκλέτα, τραίνο, ποδήλατο, ημίονος. Οπουδήποτε, εκτός από την πανηγυρίζουσα και βαρελοκροτούσαν πρωτεύουσαν. Εκατοντάδες εκδρομών έχουν αναγγελθή και οργανωθή και ο προβλεπόμενος αριθμός των εκδρομέων έχει συμπληρωθή από εικοσαημέρου. Δεν χωράνε άλλοι. Οι άλλοι ας πάνε ιδιωτικώς. Και θα πάνε!»
Πασχαλινές κοινοτοπίες θα σκεφτεί οποιοσδήποτε. Ετσι θα ήταν οι σκέψεις, όπως και πάμπολλα παρόμοια ρεπορτάζ τις ίδιες μέρες στον Τύπο, δεν έβλεπαν το φως ακριβώς πριν από 60 χρόνια. Το 1949, όταν η Ελλάδα βίωνε ακόμη την τραγωδία του εμφυλίου πολέμου, διαβάζουμε στις εφημερίδες:
«Κόσμος και κοσμάκης εξεχύθη τα ημέρας του Πάσχα εις τας εκδρομάς...»
«Το Μεγάλο Σάββατο και την Κυριακή τα λεωφορεία αναχωρούσαν κάθε δέκα λεπτά της ώρας...»
Στο Λουτράκι «ξενοδοχεία, σπίτια, εστιατόρια, ταβέρνες, ήταν υπερπλήρη...»
Στα πλοία του Αργοσαρωνικού «πλήθος οι επιβάτες, γεμάτα τα σαλόνια, οι καμπίνες, το κατάστρωμα... Ο ένας περίμενε για να σηκωθή ο άλλος για να του πάρη τη θέση...»
Στα ξενοδοχεία των κοντινών νησιών «όλα ήταν πιασμένα. Πού να βρης δωμάτιο αν δεν είχες τηλεγραφήσει από τις προηγούμενες μέρες;
Παράλογα μοιάζουν όλα αυτά. Κάτι παραπάνω, αν αναλογιστείς ότι για να... εκδράμεις πέρα από το Λουτράκι, χρειαζόσουν ειδική άδεια. Ασυμβίβαστα πράγματα με την εντύπωση που έχουν οι περισσότεροι για την εποχή.
Τι συνέβαινε, λοιπόν, το Πάσχα της 24ης Απριλίου 1949 στην Αθήνα του 1,3 εκ. κατοίκων και γενικότερα στην Ελλάδα των 7 εκ. πολιτών;
Η εξήγηση είναι κάπως σύνθετη, αλλά θα μπορούσε να συνοψισθεί στον πανελλήνιο πόθο για ειρηνική ζωή».
(Σ.σ.: Οι πασχαλινές περιγραφές προέρχονται από τις εφημερίδες «ΕΘΝΟΣ», «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» και «ΕΜΠΡΟΣ».)
Τάκης Κατσιμάρδος
Ο αρχιστράτηγος Αλ. Παπάγος, στο πασχαλινό μήνυμά του, χαρακτηρίζει τις πρωτοβουλίες ως «απεγνωσμένη προσπάθεια του εχθρού». Τις καταγγέλλει «ως δήθεν ειρηνευτικές προτάσεις». Η αναφορά αυτή, καθώς και η σχετική διαταγή που θα ακολουθήσει λίγο αργότερα με το ίδιο περιεχόμενο και «οδηγίες» για την αντιμετώπισή τους, δείχνουν ότι η ειρήνευση είχε απήχηση στους στρατευμένους και τον λαό.
Οι προτάσεις είχαν διατυπωθεί τη Μεγάλη Εβδομάδα από την «Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση». Αν και παραμένει αδιευκρίνιστο ποιος είχε τη σχετική πρωτοβουλία (η ίδια, η Σοβιετική Ενωση ή οι ΗΠΑ), συνιστούσαν μια αχτίδα φωτός εκείνη τη σκοτεινή εποχή.
Πρόθυμοι οι Αγγλοαμερικανοί Η ηγεσία του ΚΚΕ, παρά τις ρητορείες «περί αήττητου» του ΔΣΕ», για τον καθένα ήταν φανερό ότι αναζητούσε μια διέξοδο στα αδιέξοδα. Οι προτάσεις κινούνταν στον άξονα κατάπαυση του πυρός και γενική αμνηστία, με μεσολάβηση του ΟΗΕ. Διενέργεια εκλογών, με συμμετοχή εκπροσώπων της Αριστεράς στην προετοιμασία και διεξαγωγή τους. «Είμαστε διατεθειμένοι για τις μεγαλύτερες υποχωρήσεις», διακήρυσσε.
Η σοβιετική διπλωματία έθεσε άτυπα το ζήτημα στον ΟΗΕ. Εκεί εκτός των άλλων περιλαμβάνονταν και άλλοι όροι όπως η διακοπή κάθε εξωτερικής βοήθειας, η απόσυρση των ξένων δυνάμεων από την Ελλάδα κ.λπ. Σύμφωνα με την κυρίαρχη άποψη ανησυχούσε ότι με πρόσχημα τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο και μετά την «αποσκίρτηση» της Γιουγκοσλαβίας, μπορούσε να εκδηλωθεί στρατιωτική επέμβαση στην Αλβανία και τη Βουλγαρία.
Αμερικανοί και Βρετανοί φάνηκαν διατεθειμένοι να το συζητήσουν. Για πολλούς και διάφορους λόγους, που δεν είχαν σχέση με τις ελληνικές στρατιωτικές επιχειρήσεις. Αλλά με τη στάση της ΕΣΣΔ απέναντι στην «ανταρσία» του Τίτο και γενικώς τα Βαλκάνια, όπου δεν επιθυμούσαν, μάλλον, ευρύτερα στρατιωτική εμπλοκή.
Οι προτάσεις θα υποβληθούν από τον υφυπουργό Εξωτερικών Α. Γκρομίκο και στην ελληνική αντιπροσωπεία στον διεθνή οργανισμό.
Η αναταραχή που κατέλαβε την Αθήνα εξαιτίας του φόβου ότι οι Αγγλοαμερικανοί σύμμαχοί της συζητούν ερήμην της το «Ελληνικό», κόπασε γρήγορα μετά τις διευκρινίσεις, που πήρε από την Ουάσιγκτον και το Λονδίνο. Τα δυο κέντρα επαναβεβαίωσαν την προσήλωσή τους στη στρατιωτική λύση στο πεδίο της μάχης.
Ετσι οι ειρηνευτικές προτάσεις περνώντας από διάφορες φάσεις (διαβουλεύσεις στον ΟΗΕ, διεθνές συνέδριο ειρήνης στο Παρίσι, τετραμερή διάσκεψη για το γερμανικό κ.λπ.) θα ναυαγήσουν. Στα τέλη Μαϊου αποτελούσαν πλέον παρελθόν. Η Ανάσταση ούτε εκείνο το Πάσχα ήρθε...
Η ειρήνη δεν πρόλαβε να φυτρώσει μέσα στα χαλάσματαΑντί για αναστάσιμα πυροτεχνήματα τον ουρανό σκίζουν οι λάμψεις από βόμβες. Η φωτογραφία προέρχεται από το Πολεμικό Μουσείο και αποτυπώνει την έκρηξη εμπρηστικής βόμβας Ναπάλμ στις γραμμές του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας στον Γράμμο. Την άνοιξη-καλοκαίρι του 1949 το νέο αμερικανικό όπλο δοκιμάστηκε με «επιτυχία» στα βουνά της Ηπείρου και της Μακεδονίας.
20 Απριλίου 1949 Ο υπουργός Δικαιοσύνης στην Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση Μ. Πορφυρογένης διατυπώνει πρώτη φορά τις προτάσεις για ειρήνευση. Η ελληνική κυβέρνηση και ο αρχιστράτηγος Παπάγος στην Αθήνα τις καταγγέλλουν ως τέχνασμα των κομμουνιστοσυμμοριτών και δέχονται μόνο την «άνευ όρων παράδοση».
20 Μαϊου 1949Η Σοβιετική Ενωση ανακοινώνει λεπτομέρειες για το σχέδιο ειρήνευσης στην Ελλάδα, έπειτα από διαβουλεύσεις στο πλαίσιο του ΟΗΕ. Θα τις διατυπώσει και στο πλαίσιο της τετραμερούς διάσκεψης για το γερμανικό ζήτημα (Μάιος-Ιούνιος 1949), αλλά δεν θα υπάρξει απάντηση και συνέχεια. Ιούνιος 1949 Οι προτάσεις για ειρήνευση αποτελούν παρελθόν. Ο Εθνικός Στρατός μετά τις εκκαθαρίσεις (Πελοπόννησο, Ρούμελη Θεσσαλία, Μακεδονία, Θράκη) έχει περιορίσει τον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας στον Γράμμο και το Βίτσι. Η αναλογία των δυνάμεων σε στρατιώτες είναι περίπου 20 προς 1...
ΕΠΕΙΤΑ ΑΠΟ ΜΙΑ ΔΕΚΑΕΤΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ
Πάνω απ όλα ο πόθος για ειρήνη
Γιατί αυτή η πανελλήνια διάθεση, εν μέσω του αδελφοκτόνου πολέμου, για «ξεφάντωμα» το Πάσχα του 1949; Οι επιδερμικές δημοσιογραφικές εξηγήσεις για την «επιδρομή εις τας εξοχάς» δίνουν εξηγήσεις του τύπου: «Είναι η αγάπη προς το ύπαιθρο που τους τραβάει; Είναι η ρομαντική επιθυμία για το ειδυλλιακό Πάσχα του ελληνικού χωριού και του νησιού που συγκινεί τη χριστιανική τους ψυχή; Είναι η επωφελής εκμετάλλευσις της διημέρου ή τριημέρου πασχαλινής αργίας; Είναι ίσως όλα αυτά...»
Ισως, αλλά δεν αρκούν ως απαντήσεις σε μια χώρα που γιόρταζε το Πάσχα έπειτα από μια μακρά διαδοχή «κατάμαυρων» γιορτών. Σαν να βρισκόταν σε μια διαρκή κατάσταση σταύρωσης... Οι ουσιαστικές απαντήσεις βρίσκονται αλλού. Κι αν έχουν σημασία δεν είναι μόνο γιατί εξηγούν τα φαινομενικά ακατανόητα. Αλλά και επειδή δίνουν απαντήσεις σε ευρύτερα ζητήματα.
Οπως για παράδειγμα στην απομόνωση του ΔΣΕ, αλλά, επίσης τις στρατιωτικές εξελίξεις και το τέλος του εμφυλίου πολέμου. Ο ιστορικός Γ. Μαργαρίτης έχει ασχοληθεί και με την πτυχή αυτή στο κλασικό πλέον έργο του «Ιστορία του ελληνικού εμφυλίου πολέμου 1946-49») σημειώνει, λοιπόν, για την περίοδο (άνοιξη-αρχές καλοκαιριού 1949): «Κόντευαν να κλείσουν δέκα χρόνια «έκτακτων συνθηκών», μέσα στα οποία η ελληνική κοινωνία είχε γνωρίσει όλα τα χρώματα της βίας.
Εκδρομείς στην ΠάρνηθαΗ πολιτική διάθεση έκλινε μάλλον προς την παραίτηση και την παθητική αντιμετώπιση των καταστάσεων. Διακρινόταν στα κοινωνικά εκείνα στρώματα πού είχαν πετύχει να εξομαλύνουν κάπως την καθημερινότητά τους, μια εντυπωσιακή δίψα για ζωή. Δεν είχαν ακόμη φύγει οι τελευταίοι αντάρτες από την Πάρνηθα και το βουνό άρχισε να δέχεται «εκδρομείς» από τα μεσαία και μικροαστικά στρώματα της Αθήνας. Για τους πολλούς ο πόλεμος ήταν πλέον αφύσικος, ενοχλητικός, εχθρικός Ακόμη και για τους προερχομένους από την Αριστερά, από το μεγάλο ρεύμα της Αντίστασης, οι αιτίες και τα επιχειρήματα του πολέμου είχαν καταστεί δυσνόητα και, σε κάθε περίπτωση, ανενεργά. Και όμως, οι αντάρτες ήταν ακόμη στην Εύβοια...»
Στις αλλαγές που έχουν συντελεστεί όλο το προηγούμενο διάστημα σε κοινωνικό επίπεδο καθοριστικό ρόλο φαίνεται να παίζει και μια άλλη καινούργια παράμετρος: « Η ελληνική κοινωνία, περίπου στο σύνολό της, είχε πλέον αποδεχτεί τη νίκη των κυβερνητικών δυνάμεων. Αυτό στην πράξη μεταφραζόταν σε πολλαπλασιασμό, ως και κυριαρχία, των πρακτικών, των προσωπικών στρατηγικών αποδέσμευσης από την παράταξη των ηττημένων...
Το ζητούμενο ήταν πλέον η επανένταξη στην κοινωνία, ή συνέχεια της ζωής, έστω και κάτω από τους δυσμενείς όρους που επιφυλάσσονταν στον νικημένο και στον ύποπτο. Η αλλαγή αυτή στον τρόπο σκέψης, αυτό το μαζικό κίνημα παραίτησης, δεν μπορούσε παρά να έχει άμεσες επιπτώσεις στις στρατιωτικές τύχες του πολέμου...»
Ο ΔΣΕ απομονωμένος στον Γράμμο και το Βίτσι, αποξενωμένος τυπικά και ουσιαστικά από τις κοινωνίες που βρίσκονται πια στα μετόπισθεν του «εχθρού», στα μηνιαία δελτία στρατολογίας δεν μνημονεύει νέους μαχητές για τον Απρίλιο του 1949.
«Ετοιμοι να σταματήσουμε...»«Για να πετύχουμε ειρήνη και γαλήνη στην Ελλάδα είμαστε έτοιμοι να κάνουμε τις πιο μεγάλες υποχωρήσεις. Κάνουμε τη δήλωση αυτή αν και ο Δημοκρατικός Στρατός της Ελλάδας παραμένει ακατανίκητος... Είμαστε έτοιμοι να σταματήσουμε τον πόλεμο μόλις στην Ελλάδα εξασφαλιστεί η δυνατότητα να ζει κανείς χωρίς τον τρόμο του θανάτου, μόλις θα σταματήσουν οι μαζικές εκτελέσεις, μόλις θα δοθεί γενική αμνηστία» (απόσπασμα από τις προτάσεις της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης για ειρήνευση).
«Μη δίνετε προσοχή...»«Η όλη προσπάθεια των Κομμουνιστοσυμμοριτών αποβλέπει εις τον κλονισμόν του ηθικού... Η υποταγή των κομμουνιστοσυμμοριτών δεν επιτυγχάνεται διά συμβιβασμών ή και κατευνασμών, αλλά διά της ισχύος των ενόπλων δυνάμεων, αι οποίαι τότε και μόνον θα θεωρήσουν το έργον των λήξαν, όταν ο Σλαβοκίνητος Κομμουνιστοσυμμοριτισμός καταθέση άνευ όρων τα όπλα... Μη δίδετε προσοχή ούτε και πίστιν εις τα διαδόσεις...» (Διαταγή του Γ Σώματος Στρατού για την «κομμουνιστική προπαγάνδα ειρηνεύσεως»)
Περιμένοντας την ήττα«...Την άνοιξη του 1949 διατύπωσε το ΚΚΣΕ τη γνώμη πως έπρεπε να σταματήσει ο ένοπλος αγώνας. Είδαμε κι εμείς αυτή την ανάγκη. Καταρτίσαμε και σχέδιο υποχώρησης. Και ήμασταν έτοιμοι να το εφαρμόσουμε, αλλά μεσολάβησε μια κίνηση στους κύκλους του ΟΗΕ για λύση του ελληνικού ζητήματος και αναβλήθηκε προσωρινά η εφαρμογή του σχεδίου. Με την προσμονή των αποτελεσμάτων της κίνησης για ειρηνική λύση του ελληνικού προβλήματος, μας πρόλαβε η επίθεση του κυβερνητικού στρατού τον Αύγουστο στον Γράμμο και η ήττα μας». (Μ. Παρτσαλίδης, επικεφαλής της Κυβέρνησης του Βουνού)
ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑΟ βασιλιάς Παύλος «γιορτάζει» το Πάσχα του 1949 με στρατευμένους σε μονάδα των Αθηνών. Ανησυχεί για τις προτάσεις ειρήνης και δεν επιθυμεί να περιοριστεί στη «νίκη». Θέλει τη συντριβή των «κομμουνιστοσυμμοριτών».
Μια παράξενη ομαδική έξοδος των Αθηναίων «Η μισή Αθήνα ετοιμάζεται σήμερα (Σάββατο) να το σκάση. Πάσχα στην Αθήνα; Ανιαρή και ενοχλητική υπόθεσις. Ας βγούμε και παραέξω λιγάκι. Κι ας κάνουμε Πάσχα στο Λουτράκι, στην Αίγινα, στην Υδρα, στις Σπέτσες, στη Μύκονο, στο Ναύπλιο, στον Μυστρά, στο Ξυλόκαστρο, στη Χαλκίδα...
Οπου τέλος πάντων πηγαίνει πλοίο, αυτοκίνητο, μοτοσυκλέτα, τραίνο, ποδήλατο, ημίονος. Οπουδήποτε, εκτός από την πανηγυρίζουσα και βαρελοκροτούσαν πρωτεύουσαν. Εκατοντάδες εκδρομών έχουν αναγγελθή και οργανωθή και ο προβλεπόμενος αριθμός των εκδρομέων έχει συμπληρωθή από εικοσαημέρου. Δεν χωράνε άλλοι. Οι άλλοι ας πάνε ιδιωτικώς. Και θα πάνε!»
Πασχαλινές κοινοτοπίες θα σκεφτεί οποιοσδήποτε. Ετσι θα ήταν οι σκέψεις, όπως και πάμπολλα παρόμοια ρεπορτάζ τις ίδιες μέρες στον Τύπο, δεν έβλεπαν το φως ακριβώς πριν από 60 χρόνια. Το 1949, όταν η Ελλάδα βίωνε ακόμη την τραγωδία του εμφυλίου πολέμου, διαβάζουμε στις εφημερίδες:
«Κόσμος και κοσμάκης εξεχύθη τα ημέρας του Πάσχα εις τας εκδρομάς...»
«Το Μεγάλο Σάββατο και την Κυριακή τα λεωφορεία αναχωρούσαν κάθε δέκα λεπτά της ώρας...»
Στο Λουτράκι «ξενοδοχεία, σπίτια, εστιατόρια, ταβέρνες, ήταν υπερπλήρη...»
Στα πλοία του Αργοσαρωνικού «πλήθος οι επιβάτες, γεμάτα τα σαλόνια, οι καμπίνες, το κατάστρωμα... Ο ένας περίμενε για να σηκωθή ο άλλος για να του πάρη τη θέση...»
Στα ξενοδοχεία των κοντινών νησιών «όλα ήταν πιασμένα. Πού να βρης δωμάτιο αν δεν είχες τηλεγραφήσει από τις προηγούμενες μέρες;
Παράλογα μοιάζουν όλα αυτά. Κάτι παραπάνω, αν αναλογιστείς ότι για να... εκδράμεις πέρα από το Λουτράκι, χρειαζόσουν ειδική άδεια. Ασυμβίβαστα πράγματα με την εντύπωση που έχουν οι περισσότεροι για την εποχή.
Τι συνέβαινε, λοιπόν, το Πάσχα της 24ης Απριλίου 1949 στην Αθήνα του 1,3 εκ. κατοίκων και γενικότερα στην Ελλάδα των 7 εκ. πολιτών;
Η εξήγηση είναι κάπως σύνθετη, αλλά θα μπορούσε να συνοψισθεί στον πανελλήνιο πόθο για ειρηνική ζωή».
(Σ.σ.: Οι πασχαλινές περιγραφές προέρχονται από τις εφημερίδες «ΕΘΝΟΣ», «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» και «ΕΜΠΡΟΣ».)
Τάκης Κατσιμάρδος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου