Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα των άρθρων -Τα δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν τους συγγραφείς.


Αυγούστου 07, 2016

Λαϊκισμός: Το Παπατζιλίκι της Ανάπτυξης



Αποδεικνύεται ότι ο λαϊκισμός προκαλεί βαρύτατης μορφής διανοητική αναπηρία και εξ αυτής μύρια δεινά έπονται

Οι τεράστιες επιδοτήσεις προς την Αθήνα τα τελευταία 35 χρόνια και η μεγάλη πρόκληση για την Ευρώπη. Το κόστος του λαϊκισμού και η ασυναρτησία που αυτός προκαλεί προσλαμβάνει πλέον απίστευτες διαστάσεις. Στη σημερινή πραγματικότητα δε, αποτελεί θανατηφόρο οικονομικό και κοινωνικό καρκίνο για τη χώρα.

Τα 35 τελευταία χρόνια, δηλαδή από την ένταξή μας στη σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση ως το δέκατο μέλος της το 1981, η Ελλάδα δέχτηκε σε επιδοτήσεις και ποικίλης μορφής δάνεια, από την Ευρώπη κυρίως, το απίστευτο ποσόν των 1.260 δισεκατομμυρίων ευρώ -ήτοι, διαχρονικά, κάπου επτά Ακαθάριστα Εγχώρια Προϊόντα (ΑΕΠ).

Και για να γίνουμε πιο σαφείς, το ποσό αυτό αντιστοιχεί σε 63 χρόνια δυτική οικονομική βοήθεια στους πεινασμένους της Αφρικής, ενώ αντιπροσωπεύει δέκα φορές την οικονομική στήριξη που δέχθηκαν τα 20 τελευταία χρόνια οι 12 χώρες της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης, όταν κατάφεραν να απαλλαγούν από την κομμουνιστική πανώλη. Γι’ αυτό, εξάλλου, οι χώρες αυτές σήμερα, ως μέλη της ΕΕ, αντιδρούν στη χορήγηση νέας βοήθειας προς την Ελλάδα, η οποία δείχνει να θέλει να διατηρήσει τον σοβιετικό χαρακτήρα της οικονομίας της.


«Η επιθυμία αυτή του ελληνικού λαού είναι θεμιτή και σεβαστή, όμως ΔΕΝ μπορεί να υλοποιηθεί με δικά μας λεφτά. Εάν ο ελληνικός λαός θέλει ένα νεοκομμουνιστικό καθεστώς, είναι ελεύθερος να το αποκτήσει, αλλά με τα δικά του μέσα. Και βέβαια εκτός ευρωζώνης και ΕΕ, καθ’ όσον παρόμοια καθεστώτα δεν είναι συμβατά με τις ευρωπαϊκές αρχές περί δημοκρατίας και σεβασμού των ανθρώπινων δικαιωμάτων» μας είπε Σλοβάκος συνάδελφος.

Παρόμοιο είναι το διανοητικό κλίμα που κερδίζει έδαφος πλέον και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, οι δε συνέπειες για την εικόνα και τη φήμη της χώρας ίσως αποδειχθούν μοιραίες.

Πέρα από το απίστευτο υλικό του κόστος, ο ελληνικός μεταπολιτευτικός λαϊκισμός έχει προσλάβει πλέον και ολέθριες συνθηματικές διαστάσεις, που τροφοδοτούν και ποικίλες επικοινωνιακές υπερβολές, προσβλητικές για την Ελλάδα. Θα πρέπει δε, από την άποψη αυτή, να τονίσουμε ιδιαίτερα ότι, ως υπουργός Οικονομίας, ο κ. Γ. Βαρουφάκης προκάλεσε τεράστια ζημιά στη χώρα, σε όλα τα επίπεδα. Άτομο επηρμένο, βαθύτατα αντιδημοκρατικό και προκλητικό λόγω αμάθειας, ο πρώην υπουργός υπήρξε το μοιραίο λάθος του πρωθυπουργού κ. Αλέξη Τσίπρα. Λάθος του οποίου το υπέρογκο κόστος ήδη καταβάλλει ο ελληνικός λαός. Έπεται δε και συνέχεια.

Μέσα λοιπόν σε αυτό το πνιγηρό περιβάλλον, είναι πλέον ξεκάθαρο ότι κλείνει με τρόπο δραματικό και ο μεταπολιτευτικός κύκλος -με αυτούς που εξέθρεψαν τον λαϊκισμό να περιμένουν μία νέα ευκαιρία. Τα όρνεα του λαϊκισμού -ζάπλουτα, διεφθαρμένα, αδίστακτα και διεστραμμένα- είναι έτοιμα να επωφεληθούν από την ελληνική τραγωδία για να ανανεώσουν ένα σύστημα διαφθοράς και κρατικο-κομματικής διαπλοκής, το οποίο όμως σήμερα δεν θα μπορεί να δανείζεται.

Συνεπώς, η επιβίωση του λαϊκισμού ως πηγή εξουσίας και χρήματος προϋποθέτει και την απαραίτητη δημοκρατική εκτροπή. Ήδη, ο φαιοκόκκινος βόθρος φουσκώνει. Οι δημοκρατικές αντιστάσεις θα αρχίσουν να αποδυναμώνονται. Η Ευρώπη κάπου έχει χάσει τον προσανατολισμό της. Αν κάνει το μοιραίο λάθος να αφήσει ελεύθερο πεδίο στον ελληνικό νεολαϊκισμό, θα έχει συνυπογράψει την αυριανή αποσύνθεσή της.

Υπό αυτή την έννοια, το ελληνικό πρόβλημα δεν είναι πλέον τεχνοκρατικό και αμιγώς οικονομικό. Είναι πρωτίστως ηθικο-πολιτικό και πολιτιστικό. Είναι πρόβλημα-πρόκληση για την Ευρώπη του 21ου αιώνα, η οποία, σχεδόν 60 χρόνια μετά το ξεκίνημα της ενοποιητικής της διαδικασίας, υπό πρωτόγνωρες θεσμικές συνθήκες, δεν έχει το ιστορικό δικαίωμα να αφήσει τις δυνάμεις του ζόφου, της παρακμής και της πολιτικής χυδαιότητας να τη διαλύσουν. Όσο για την Ελλάδα, όλοι οι δημοκράτες αντίπαλοι του νεολαϊκισμού και της εθνικιστικής ασυναρτησίας καλούνται να αντισταθούν. Πολύ σθεναρά, μάλιστα. Για την επιβίωσή τους και το μέλλον της ιστορίας μας.

Οι κυβερνήσεις της 5ετίας σπατάλησαν 26 μήνες, ή 780 ημέρες, ή περίπου 8.000 ώρες, διαπραγματευόμενες δανεικά και συμφωνίες για μνημόνια. Απίστευτα νούμερα, αλλά με υψηλό κόστος, συνθέτουν την πολιτική-θέαμα στην Ελλάδα, η οποία παραμένει χωρίς αποτελέσματα και με την χώρα να φθίνει πνευματικά και παραγωγικά.

Συμπεριλαμβανομένου και του δημοψηφίσματος, η χώρα βαδίζει προς την όγδοη εκλογική αναμέτρηση από τον Μάϊο του 2009, όταν έγιναν οι ευρωεκλογές που προετοίμασαν την αποχώρηση του τότε πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή από την εξουσία. Οκτώ εκλογικές αναμετρήσεις σε έξι χρόνια σίγουρα είναι ένα πανευρωπαϊκό, αν όχι και παγκόσμιο, ρεκόρ για μία χώρα που τελεί υπό καθεστώς κοινοβουλευτικής δημοκρατίας –και η οποία, ενώ την ίδια περίοδο γνωρίζει οξύτατη οικονομική και διαρθρωτική κρίση, είχε επικεφαλής της επτά διαφορετικούς πρωθυπουργούς και έξι υπουργούς Οικονομικών.

Επίσης, την ίδια περίοδο αλλά με έμφαση από τον Μάϊο του 2012 και μετά, οι πρωθυπουργοί και υπουργοί Οικονομικών της χώρας πέρασαν 26 μήνες, ή 780 ημέρες, ή περίπου 8.000 ώρες, διαπραγματευόμενοι δανεικά και συμφωνίες για μνημόνια που ποτέ δεν έγιναν πράξη όπως θα έπρεπε. Αμέτρητοι είναι και οι μήνες που δαπανήθηκαν από υπουργούς των ελληνικών κυβερνήσεων για ατέρμονες συζητήσεις με τις τρόϊκες και με κατάληξη … το μηδέν εις το πηλίκον.

Βέβαια, τα ρεκόρ συζητήσεων, ταξιδιών, κόστους και χασίματος χρόνου καταρρίφθηκαν το τελευταίο επτάμηνο, με τελικό αποτέλεσμα η Ελλάδα να υπογράφει μία τρίτη μνημονιακή σύμβαση αξίας 80 δισεκατ. ευρώ, η οποία είναι σχεδόν πανομοιότυπη με τις δύο προηγούμενες. Με άλλα λόγια, από το 2010 έως σήμερα, πέρα από οριζόντιες περικοπές εκεί όπου εύκολα πραγματοποιούνται και με νέο υπέρογκο δανεισμό, στην χώρα δεν έγινε καμμία ουσιαστική μεταρρύθμιση.

Δαπανήθηκαν όμως περί τα 1.100 εκατ. ευρώ σε εκλογές, ταξίδια, δημοψηφίσματα, πήγαινε-έλα της τρόϊκας και άλλα σχετικά, με την οικονομία να βρίσκεται σε ύφεση και τις ελληνικές τράπεζες να μην γνωρίζουν τί θα ξημερώσει αύριο. Έτσι, παρά την κρίση, στην χώρα δεν έγινε καμμία απολύτως προσπάθεια να διορθωθούν τα κακώς κείμενα και να υπάρξει επιτέλους μία έστω και στοιχειώδης προσαρμογή στον κόσμο του σήμερα. Μετά 34 έτη παρουσίας στην σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση, στην ουσία η Ελλάδα παραμένει το μέλος-παράσιτο αυτής της Ενώσεως και δεν διαφαίνεται κάποια άμεση αλλαγή στο καθεστώς αυτό.

Αντιθέτως, την πενταετία της κρίσης, στην χώρα γνώρισε ημέρες δόξας η αποκαλούμενη πολιτική-θέαμα, με αποτέλεσμα να βρεθούν σε σημαντικές θέσεις του πολιτικού προσκηνίου πραγματικά απορρίμματα της πολιτικής, αρκετά από τα οποία είναι και «εκπρόσωποι του λαού» στην Βουλή. Στο πλαίσιο αυτής της πραγματικότητας, όπου η γελοιότητα και ο κουτσαβακισμός αποτελούν κανόνες συμπεριφοράς, το θεσμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εκδηλώνονται απαξιώνεται –και από το σημείο αυτό και μετά η δημοκρατία εισέρχεται σε φάση εξευτελισμού.Στο μέτρο λοιπόν που ένα πελατειακό και κομματοκρατικό μόρφωμα, όπως το ελληνικό, λειτουργεί ως παλκοσένικο, δύο είναι τα βασικά γνωρίσματά του: Πρώτον, η ικανοποίηση των επιμέρους αναγκών των πελατών του και, δεύτερον, η τροφοδοσία των τελευταίων με το ευτελέστερο δυνατό πολιτικό θέαμα.

Ο καθηγητής κ. Χαρ. Τσούκας στο πολύ σημαντικό βιβλίο του “Η Τραγωδία Των Κοινών” αναφέρει πολύ εύστοχα:


«Σε ένα τέτοιο πολιτικό πλαίσιο, οι θεσμοί αποσπώνται από την κύρια αποστολή τους, που είναι η παραγωγή συλλογικών αγαθών στην υπηρεσία του δημόσιου συμφέροντος, και αναπτύσσονται άτυποι κανόνες λειτουργίας οι οποίοι σχετίζονται (σε ποικίλους βαθμούς) με τη εξυπηρέτηση των πολιτικών αφεντικών. Εντός των διαστρεβλωμένων θεσμών, άτομα και ομάδες έχουν κίνητρα να φροντίζουν, με κάθε τρόπο, το στενό τους συμφέρον. Οι πολιτικοί έχουν κίνητρα να μην παίρνουν αποφάσεις με βραχυπρόθεσμο πολιτικό κόστος και οι πολίτες-πελάτες έχουν κίνητρα να πιέζουν τους πολιτικούς (ή τους εντολοδόχους τους στον κρατικό μηχανισμό) προκειμένου να αποσπάσουν ατομικά ή συντεχνιακά οφέλη (ρουσφέτια, διευκολύνσεις και προσόδους), επιτείνοντας έτσι τον κατακερματισμό. Στο μέτρο που οι θεσμοί υποτάσσονται στη κομματοκρατική-πελατειακή λογική, ατροφούν και, αργά ή γρήγορα, διαφθείρονται.

Η ποιότητα των παραγόμενων συλλογικών αγαθών μειώνεται και το κόστος παροχής τους αυξάνεται, η διοίκηση των θεσμών εκπίπτει σε βαριεστημένη διαχείριση, ενώ ως επικεφαλής των θεσμών αναδεικνύονται όχι διοικητικά και επαγγελματικά επαρκείς ηγέτες, έτοιμοι να πάρουν δύσκολες αποφάσεις, αλλά πειθήνιοι εντολοδόχοι των πολιτικών προϊσταμένων ή μεντόρων τους, χάρη στους οποίους αναρριχήθηκαν σε θέσεις ευθύνης. Ιδού λοιπόν όλα τα στοιχεία της καθοδικής πορείας που οδήγησε στο εθνικό ναυάγιο: α) πολιτική διαφθορά (πελατειακή-κομματοκρατική πολιτική λογική), β) στρέβλωση, απίσχναση και απαξίωση των θεσμών, γ) ηγετική ανεπάρκεια. Σε τέτοιες συνθήκες, το πραγματικά ενδιαφέρον ερώτημα δεν είναι γιατί χρεοκοπήσαμε, αλλά γιατί αργήσαμε τόσο πολύ να χρεοκοπήσουμε;»

Και, βέβαια, όσο το θέαμα θα επικρατεί της πολιτικής, η κατάσταση θα διαιωνίζεται –με την ξεδιάντροπη ιδιοτέλεια, την ανομία, τον λαϊκισμό και τις φαντασιώσεις ενός μυθικού παρελθόντος να μεταθέτουν τα πραγματικά προβλήματα στο μέλλον. Αυτό που για τους θεατές της ευτέλειας δεν υπάρχει.

Φίλοι και φίλες, εν όψει εκλογών σας παροτρύνω να διαβάσετε το βιβλίο του φίλου καθηγητή Γιώργου Μπήτρου, που περιγράφει πως θα μπορούσε να προκύψει μια άλλη Ελλάδα αν οι ζωτικές δυνάμεις της αφήνονταν ελεύθερες να δημιουργήσουν. “Ποτέ πια πτώχευση”– Εκδόσεις Επίκεντρο. Συμπληρωματικά πολύ σημαντικό και το βιβλίο του Χαρίδημου Τσούκα “Η τραγωδία των κοινών”-Εκδ. Ικαρος.

Τα μνημόνια κατεδάφισαν, μεταξύ πολλών άλλων και ένα ολόκληρο σύστημα από βεβαιότητες που είχε κατστικωθεί στο συλλογικό ασυνείδητο των νεοελληνικών ανθρώπινων ζώων της μεταπολίτευσης, Ήρθε λοιπόν η ώρα για τον λογαριασμό, που πια δεν τον πληρώνει μόνον ο χοντρός της παρέας.

Η απάτη ως ιστορική φάρσα

ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «ΗΤΑΝ Ο ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ, ΗΛΙΘΙΕ!» ΚΑΤΑΓΡΑΦΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΚΑΤΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΩΝ ΑΜΙΣΘΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ

Μία από τις πιο βάρβαρες από τις απάτες αυτές, παρέα με τον εθνικοσοσιαλισμό και τον φασισμό, υπήρξε και το –κατ’ ευφημισμόν αποκαλούμενο «επανάσταση» –πραξικόπημα των μπολσεβίκων στην Ρωσία του 1917. Δύο κορυφαίοι Ρώσοι ιστορικοί, οι Michel Hellerκαι Alexander Nekrich, στο εξ επτακοσίων σελίδων πολύκροτο βιβλίο τους «Η Ουτοπία στην Εξουσία» (εκδ. Calmann-Levy, 1982), εξηγούν με κάθε λεπτομέρεια και με βάση απίθανα στοιχεία από σοβιετικές πηγές ότι η περίφημη «επανάσταση» του Οκτωβρίου 1917 δεν ήταν τίποτε περισσότερο από ένα πραξικόπημα των μπολσεβίκων, οι οποίοι ανέτρεψαν την κυβέρνηση του επικεφαλής των μενσεβίκων (σοσιαλιστές δημοκράτες της εποχής) Αλέξανδρου Κερένσκυ.

Ο Κερένσκυ είχε ήδη φθαρεί από τον πόλεμο, τον υψηλό πληθωρισμό και την ατυχή επέμβαση του δημοκράτη στρατηγού Κορνίλωφ στην Πετρούπολη κατά των μπολσεβίκων –οι οποίοι προσποιούνταν ότι στήριζαν τον Κερένσκυ, αλλά στην ουσία, κατόπιν εντολής των Γερμανών, είχαν διεισδύσει στην κυβέρνησή του για να την διαβρώσουν και να την ρίξουν όταν θα ήταν η κατάλληλη στιγμή. Με άλλα λόγια, ενώ η Ρωσία βρισκόταν σε πόλεμο και αντιμετώπιζε πολύπλευρη πολιτική κρίση, οι μπολσεβίκοι του Λένιν, διψασμένοι για εξουσία, συμμάχησαν με τους εχθρούς της χώρας τους για να ανατρέψουν όχι τον Τσάρο αλλά την προσωρινή κυβέρνηση που τον είχε ήδη ανατρέψει έξι μήνες πριν και η οποία προσπαθούσε να βρει τον βηματισμό της σε μία Ρωσία που βρισκόταν σε πλήρη αναβρασμό, έχοντας γνωρίσει επίσης και εντυπωσιακή οικονομική ανάπτυξη από το 1910 έως το 1914.

Όμως, μετά την κατάληψη της εξουσίας και την εγκατάσταση της πιο βάρβαρης κομμουνιστικής δικτατορίας στην Ρωσία, η χώρα γνώρισε τραγικές στιγμές και, αν το λενινιστικό καθεστώς μπόρεσε να αντέξει οικονομικά, το οφείλει στην γενναιόδωρη χρηματοδότηση του Γερμανού Κάϊζερ και του Αμερικανού δισεκατομμυριούχου Μάϊκ Χάμμερ –ο οποίος αγόρασε για ένα κομμάτι χρυσό κομμάτια γης που αργότερα αποδείχθηκαν χρυσοφόρα, καθ’ όσον ήσαν πετρελαιοφόρα. Παρόλα αυτά, με αφορμή την κολλεκτιβοποίηση της γης, η Ρωσία γνώρισε τον μεγάλο λιμό της περιόδου 1920-1921, με εκατομμύρια νεκρούς, το βάρος των οποίων υποχρέωσε τον Λένιν να ζητήσει βοήθεια από την Δύση, με την υπόσχεση ότι θα αποπλήρωνε τα τσαρικά χρέη που δήλωνε ότι δεν θέλει να αποπληρώσει.

Όπως γράφει δε ο ιστορικός Βλαντιμίρ Ζελλί, μετά τις πρώτες αμερικανικές επενδύσεις στην Ρωσία σε δυνητικές πετρελαιοπηγές, ο Βλαδίμηρος Λένιν πήγε στους Ιταλούς για σύναψη δανείου, μιας και οι Ιταλοί δανειοδοτούσαν χωρίς να λαμβάνουν υπ’ όψη τους παλαιότερες αρνήσεις πληρωμών. Βεβαίως, απευθύνθηκε επίσης και στους φίλους τους από τα παλιά Γερμανούς –οι οποίοι κατασκεύαζαν όλη την πολεμική τους βιομηχανία στην Ρωσία, αφού τους είχε απαγορευθεί να την κατασκευάζουν στο έδαφός τους μετά την λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Το 1935, η γερμανική Dresdner Bank επιχορηγεί την ΕΣΣΔ με 200.000.000 μάρκα, με την προϋπόθεση να χρησιμοποιηθούν για την αγορά γερμανικών προϊόντων (Πηγή: Το Άλμπουμ της Σύγχρονης Ιστορίας, Οι Μεγάλες Δεκαετίες, Τόμος Δ). Η μεγάλη «μπίζνα», όμως, έγινε με την Σουηδία, που την χρησιμοποίησε σαν το μεγαλύτερο πλυντήριο εξαγωγής χρυσού (Πηγή: ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ, ΤΡΟΤΣΚΙ). Η ΕΣΣΔ είναι η μεγαλύτερη χώρα του κόσμου σε εξόρυξη χρυσού. Στο βιβλίο «Ήταν ο κομμουνισμός, Ηλίθιε!» καταγράφονται και οι συνθήκες καταναγκαστικής εργασίας εκατομμυρίων αμίσθων εργατών που εξόρυσσαν χρυσό για να κάνει μπίζνες η σοβιετική πλουτοκρατία-νομενκλατούρα.

Έτσι, στο ερώτημα πώς χρηματοδότησε ο Λένιν την χώρα του μετά την άρνηση πληρωμών, έχουμε της εξής πηγές: 1. διεθνές κεφάλαιο, 2. διεθνείς εμπορικές συμφωνίες με τις καταραμένες καπιταλιστικές χώρες, 3. εμπόριο χρυσού, 4. πετρέλαιο-φυσικό αέριο, 5. καταναγκαστική εργασία –και να μην ξεχάσουμε, 6. εμπόριο όπλων. Σε οποιαδήποτε συμπλοκή ανά τον κόσμο, η μία πλευρά χρησιμοποιούσε σοβιετικά πολεμικά συστήματα.Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι οι κύριοι προμηθευτές του Ισπανικού Εμφυλίου ήταν οι αιώνιοι συνεργάτες Γερμανοί και Σοβιετικοί. Όλες αυτές οι λεπτομέρειες άρχισαν να έρχονται στην επιφάνεια την περίοδο του Μιχαήλ Γκορμπατσώφ, ο οποίος, όταν είδε ποιο ήταν το εξωτερικό χρέος της χώρας του, κατάλαβε ότι είχε μπει στην οδό της αρχής του τέλους.

Έτσι, για να κατευνάσει τα πνεύματα των αγορών και να μην αποκλειστεί από αυτές, ο Σοβιετικός ηγέτης το 1986 αποπλήρωσε 46 εκατ. λίρες τσαρικό χρέος στους Βρεταννούς και άρχισε να διαπραγματεύεται το ίδιο και με τους Γάλλους. Επίσης, όπως προκύπτει από τα αρχεία της γαλλικής εφημερίδας Μοντ, το 1986 ο Μ. Γκορμπατσώφ –που είχε την συμπάθεια της Μάργκαρετ Θάτσερ– ζήτησε να γίνει διαγραφή σοβιετικών δανείων. Η απάντηση ήλθε καταπέλτης από το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα: αν δεν πληρώσετε τα τσαρικά δάνεια, δεν σάς κουρεύουμε το χρέος (The dangers of sovereigndebtdefault).

Ποιοι γνωρίζουν, εξάλλου, ότι ο Μπρέζνιεφ το 1982 εξέδωσε ομόλογα ύψους 25 τρισεκατ. ρουβλίων, τα οποία αναγκάζεται έως σήμερα να αποπληρώνει ο Πούτιν από τα έσοδα της πώλησης του πετρελαίου; Πόσοι αφελείς και αγνοί ψηφοφόροι της αριστεράς ξέρουν πόσο ήταν το χρέος που άφησε η Σοβιετική Ένωση το 1989 για τον λαό της μετά την κατάρρευσή της, στις καταραμένες διεθνείς χρηματαγορές του καπιταλιστικού συστήματος; 68 δισεκατομμύρια δολάρια. Ακόμα, στην φιλορωσική Ελλάδα που περιμένει να «σωθεί» από τον Βλαδίμηρο Πούτιν, πόσοι είναι αυτοί που πληροφορήθηκαν την ρωσική χρεοκοπία του 1998 και την έξοδο της χώρας στις αγορές 12 χρόνια μετά, υπό συνθήκες σκληρής λιτότητας;

Τέλος, αξίζει να επισημανθεί ότι, μετά την κατάρρευση της κομμουνιστικής δικτατορίας, απεδείχθη ότι οι δορυφόροι της ΕΣΣΔ είχαν συνολικά χρέη 110 δισεκατ. δολλαρίων –τα οποία, παρά τα κάποια κουρέματα, για να μπορούν να τα αποπληρώνουν χρειάστηκε να απελευθερώσουν τις οικονομίες τους και, κυρίως, να τις απαλλάξουν, όσο γίνεται βέβαια, από διεφθαρμένους γραφειοκρατικούς βρόχους, οι οποίοι ήσαν και η κύρια αιτία της οικονομικής τους πανώλους. Μία οικονομική πανώλη που ήδη έχει πλήξει και την τελευταία κομμουνιστική χώρα της Ευρώπης, την Ελλάδα, στην οποία οι θαυμαστές της μεγάλης απάτης δίνουν την μάχη της ανόδου και παραμονής τους στην εξουσία επικαλούμενοι αυτά που ούτε οι εκβιασμοί του Λένιν δεν μπόρεσαν να πετύχουν.

Το παπατζιλίκι της δήθεν ανάπτυξης

Θα παρακαλούσαμε τους κ.κ. υπουργούς, τραπεζίτες, οικονομολόγους και λοιπούς περί την οικονομία ειδήμονες να μην μάς ζαλίζουν με στομφώδεις πομφόλυγες περί αναπτύξεως. Η χώρα αυτή και οι κάτοικοί της δεν θέλουνούτε επενδύσεις, ούτε ανάπτυξη, ούτε πρόοδο –τίποτε που να κλονίζει τον περίφημο «ελληνικό καπιταλισμό», ο οποίος δήθεν θα ανατραπεί από τις δυνάμεις της «προόδου». Η χώρα αυτή βρίσκεται μεν στην 31η θέση των πλουσιοτέρων χωρών του κόσμου, αλλά το πώς βρέθηκε εκεί και ποιες είναι οι προοπτικές της για το μέλλον είναι μια άλλη ιστορία.

Το ελληνικό μεταπολεμικό «θαύμα» οφείλεται πρωτίστως σε τρεις βασικούς παράγοντες: στην πλουσιοπάροχη αμερικανική βοήθεια στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, στην αναπροσαρμογή του Σπύρου Μαρκεζίνη που άνοιξε τον δρόμο για την ένταξή μας στο ευρωπαϊκό μόρφωμα 28 έτη αργότερα και στον άκρατο δανεισμό της μετά την ένταξή μας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα εποχής. Δανεισμός που συμπληρώθηκε και από σημαντικές κοινοτικές ενισχύσεις, οι οποίες σε κάποια φάση έφθασαν να αντιπροσωπεύουν το 6% του Ακαθαρίστου Εγχωρίου Προϊόντος μας.

Αυτές οι ισχυρές κεφαλαιακές ενισχύσεις, οι οποίες στην ουσία υποκαθιστούσαν το εσωτερικό έλλειμμα αποταμιεύσεως, αντί να συμβάλλουν στον σταδιακό εκσυγχρονισμό της ελληνικής οικονομίας και της κοινωνικής διαρθρώσεως της χώρας, έδωσαν την μεγάλη ευκαιρία στο πολιτικό σύστημα να δημιουργήσει σε θεσμικό επίπεδο κλειστές δομές, αρκετά συγγενείς με αντίστοιχες στις γειτονικές μας, τότε υπό κομμουνιστικό καθεστώς, χώρες.

Με βάση έτσι αυτό το πρότυπο, όπως τόνισε προσφάτως στην Αθήνα σε μία ενδιαφέρουσα ομιλία του ο καθηγητής του Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Μασαχουσέτης Ντάρον Ατζέμογλου, αντί η Ελλάδα να ανοιχθεί στον κόσμο και να ενσωματωθεί στον διεθνή καταμερισμό της εργασίας, έγινε μία κλειστή θεσμικά χώρα, χαμηλής παραγωγικότητας και μη ανταγωνιστική. Κατά συνέπεια, παρά την συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την ευρωζώνη, η σημερινή Ελλάδα είναι μία κλειστή οικονομία, με υπερμέγεθες παρεμβατικό και προστατευτικό κράτος, το οποίο στην διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου μοίραζε προσόδους και προνόμια στους πολιτικούς πελάτες του και προστάτευε συγκεκριμένα ολιγοπωλιακά επιχειρηματικά συμφέροντα. Αυτά της διαπλοκής και της αποκρουστικής στις μέρες μας αντιμεταρρυθμιστικής συμμαχίας.

Ακόμα χειρότερα, η συμμαχία αυτή, παρά το γεγονός ότι οδήγησε την χώρα στην πτώχευση, στην παρούσα φάσηδεν έχει ούτε καν το αίσθημα της αυτοσυντηρήσεως. Προσπαθεί έτσι με νύχια και με δόντια να αποτρέψει κάθε μέτρο που θα βοηθούσε την χώρα να βγει από την θεσμική της μιζέρια. Εσχάτως δε, στους πολιτικούς συμμάχους της αντιμεταρρυθμιστικής συμμαχίας προσετέθη και η ελληνική δικαιοσύνη, η οποία, αντί να ασχολείται με τα σοβαρά προβλήματά της, επιδιώκει να είναι και ρυθμιστής της οικονομίας –και το τεράστιο πρόβλημα των καθυστερήσεων στην απονομή δικαιοσύνης γίνεται οξύτερο, με δικαστικές αποφάσεις οι οποίες τρέπουν πλέον εις φυγήν ακόμα και τους πλέον παράτολμους επενδυτές.

Έτσι, το κράτος των κλειστών θεσμών και της χωρίς όρια διαπλοκής είναι πλέον αυτοπαγιδευμένο σε αυτό το φαινόμενο που ο καθηγητής Ντ. Ατζέμογλου αποκαλεί «θεσμική παγίδα του μεσαίου εισοδήματος» (Middle Income Institutional Trap). Η δε έξοδος από την παγίδα αυτή –το μέγεθος της οποίας δεν γνωρίζουμε κατά πόσον έχουν συνειδητοποιήσει και οι δανειστές μας– είναι πρακτικά αδύνατη αν δεν προηγηθούν ριζικές θεσμικές ανατροπές.

Πώς, όμως, μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο σε μία ακίνητη κοινωνία;

Τα πιο δυναμικά, τολμηρά και παραγωγικά άτομα της χώρας μεταναστεύουν σε πιο φιλόξενους και ανοικτούς στην δημιουργία προορισμούς. Ένα άλλο σημαντικό κομμάτι του πληθυσμού μας έχει προσβληθεί από δημοσιοπληξία και αδυνατεί να προσχωρήσει σε νέες μορφές νεωτερικότητος και πρωτοβουλιών. Περίπου τρία εκατομμύρια Νεοέλληνες είναι συνταξιούχοι και με το ζόρι τα φέρνουν βόλτα. Οι δε ενεργοί συμπολίτες μας, αν αποφασίσουν να αυτοεπιχειρήσουν, αντιμετωπίζουν γραφειοκρατία, έλλειψη ρευστότητος, αδιαφορία και μία διάχυτη κακομοιριά που καταστρέφει κάθε ίχνος αισιοδοξίας. Σε πολιτικό επίπεδο, η κατάσταση είναι θλιβερή και κάποιες φωνές που προσπαθούν να αρθρώσουν έναν διαφορετικό πολιτικό λόγο μπαίνουν στην απομόνωση.

Έτσι, μια χώρα που διαθέτει πολλά και σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα για να προκόψει, αυτοκαταδικάζεται στην περιθωριοποίηση λόγω δραματικής θεσμικής ανεπάρκειας σε όλα τα επίπεδα. Σε τελική ανάλυση, το μήνυμα που περνά προς τα έξω είναι ότι, παρά την υπερχρέωσή της, η Ελλάδα λέει «όχι, δεν θέλουμε ανάπτυξη». Της αρκεί η κακομοιριά του σκοτεινού γραφειοκρατικού και θρασύτατου άρπαγος της διαπλοκής.

Και εις ανώτερα.-

@Αθ. Παπανδρόπουλος 08/2015



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου