Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα των άρθρων -Τα δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν τους συγγραφείς.

Νοεμβρίου 16, 2016

Μαραθώνιος και οι περιπέτειες του Τύμβου από αρχαιοκάπηλους! Αποκαλύψεις από δυο ιστορικούς

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Ένα κείμενο επίκαιρο λόγω του Αυθεντικού Μαραθώνιου που γίνεται σήμερα, για τις “περιπέτειες” του Τύμβου των Αθηναίων στη νεώτερη εποχή, και μέχρι να αποδειχθεί επιστημονικά ότι είναι ο ομαδικός τάφος των Αθηναίων πεσόντων της μάχης του Μαραθώνα. Πολλά από τα στοιχεία αυτά ήταν άγνωστα και αποκαλύφθηκαν για πρώτη φορά στο βιβλίο που έγραψαν οι Κωνσταντίνος Λαγός και Φώτιος Καρυανός, με τίτλο Μάχη του Μαραθώνα, η Ανατροπή, Εκδόσεις «Μένανδρος»,
Ο ΦΩΒΕΛ, Ο ΕΛΓΙΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΟΙ ΑΡΧΑΙΟΚΑΠΗΛΟΙ. Ο ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑΣ ΤΗΣ ΒΡΑΖΙΛΙΑΣ ΠΕΤΡΟΣ ΚΑΙ Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΗΣ ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΑΣ ΤΗΣ ΟΥΑΛΛΙΑΣ. ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΟΙ «ΒΑΖΟΥΝ» ΤΑ ΓΥΑΛΙΑ ΣΤΟΝ ΣΛΗΜΑΝ!


Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, οι Αθηναίοι πεσόντες της μάχης του Μαραθώνα (490 π.Χ.) ετάφησαν τιμητικά στο πεδίο όπου σκοτώθηκαν. Ο Παυσανίας, που επισκέφθηκε τον Μαραθώνα περίπου το 165 μ.Χ, δηλαδή εξήμισι αιώνες μετά τη μάχη, επιβεβαίωσε την αναφορά αυτή, καταγράφοντας ότι οι τάφοι των Αθηναίων πεσόντων βρίσκονταν πράγματι στο πεδίο της μάχης. Ξένοι περιηγητές στην Ελλάδα τον 18ο και τις αρχές του 19ου αι., κατέγραφαν στις ταξιδιωτικές τους εντυπώσεις την ύπαρξη ενός μεγάλου χωμάτινου τύμβου, ύψους 12 μέτρων και διαμέτρου 50 μέτρων, στο νότιο μέρος της πεδιάδας του Μαραθώνα τον οποίο οι ντόπιοι αποκαλούσαν «Σορό» (σήμερα είναι γνωστός ως Τύμβος των Αθηναίων) Το μνημείο αυτό αποτελούσε και τη μεγαλύτερη ορατή ανθρώπινη κατασκευή στον Μαραθώνα, αφού διακρινόταν σε μεγάλη απόσταση από την πεδιάδα και από τα βουνά που την περιβάλλουν. Με βάση το δεδομένο αυτό και μόνο, και δίχως να γνωρίζουν τι υπήρχε κάτω από το χώμα του, οι ξένοι περιηγητές θεωρούσαν ταιριαστό κάτω απ’ αυτό τον τύμβο να βρισκόταν ο ομαδικός τάφος των πεσόντων Αθηναίων Μαραθωνομάχων, καθώς ο εντυπωσιακός του όγκος θα θύμιζε για πάντα στους επισκέπτες της περιοχής τον ηρωισμό και τη θυσία τους. Πρώτος, ο Άγγλος περιηγητής Richard Chandler, που επισκέφθηκε τον Μαραθώνα το 1765, δημοσίευσε αυτή την άποψη. Το 1788, ο Louis-Francois-Sebastien Fauvel, Γάλλος πρόξενος στην Αθήνα και διαβόητος αρχαιοκάπηλος πραγματοποίησε την πρώτη (λαθρ)ανασκαφή στον Σορό, πιστεύοντας ότι θα έβρισκε τις ταφές των Αθηναίων Μαραθωνομάχων και θα μετέφερε στη Γαλλία τυχόν κτερίσματα που θα ξέθαβε εκεί. Όμως, η ανασκαφή του δεν αποκάλυψε τίποτα –ευτυχώς!- και έτσι κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Σορός θα πρέπει να ήταν ο ομαδικός τάφος των Περσών νεκρών της μάχης και για τον λόγο αυτόν δεν υπήρχαν κτερίσματα στο εσωτερικό του. Ο Άγγλος περιηγητής Edward Clarke, που επισκέφθηκε τον Μαραθώνα το 1801, επαναδιατύπωσε την άποψη ότι ο Σορός κάλυπτε τις ταφές των Αθηναίων Μαραθωνομάχων. Μετά από αυτόν, οι περισσότεροι περιηγητές που επισκέφτηκαν τον Μαραθώνα, μέχρι και τα πρώτα χρόνια της Ανεξαρτησίας, αποδέχονταν ότι ο Σορός ήταν ο ομαδικός τάφος των πεσόντων Αθηναίων.






Όμως, στα μέσα του 19ου αι. ορισμένοι λόγιοι διατύπωσαν αμφιβολίες αν ο τύμβος αυτός είχε σχέση με τη μάχη του Μαραθώνα. Θεώρησαν πως επρόκειτο για «προϊστορική» κατασκευή και δεν ήταν ο ομαδικός τάφος των Αθηναίων (ή των Περσών) πεσόντων του 490 π.Χ. Αυτοί οι μελετητές της μάχης του Μαραθώνα στηρίχθηκαν κυρίως στο γεγονός ότι μεταξύ 1788 και της δεκαετίας του 1830 πραγματοποιήθηκαν διάφορες λαθρανασκαφές στον Σορό που δεν έριξαν φως στην ταυτότητα και τη χρονολόγηση του μνημείου. Μετά την λαθρανασκαφή του Fauvel στον Σορό το 1788, και ο Έλγιν –ένας πιο διαβόητος αρχαιοκάπηλος- πραγματοποίησε μαζί με τη γυναίκα μικρής κλίμακας λαθρανασκαφή στην κορυφή του μνημείου το 1802 που απέδωσαν ελάχιστα και ασήμαντα ευρήματα. Υπήρξαν, όμως, και πολλοί άλλοι «ανώνυμοι» περιηγητές-αρχαιοκάπηλοι που έκαναν και εκείνοι τις λαθρανασκαφές τους στον Σορό, αναζητώντας ευρήματα από τη μάχη. Οι ενέργείες τους προκάλεσαν σημαντικές φθορές στο μνημείο: Σήμερα, ο Τύμβος των Αθηναίων έχει ύψος 9 μέτρα, ενώ αρχικά ήταν 12 μέτρα. Φαίνεται ότι τρία μέτρα της κορυφής του τύμβου χάθηκαν εξαιτίας των εκτεταμένων λαθρανασκαφών. Σ’ ένα σχέδιο του Σορού του 1835, (ΕΙΚΟΝΑ 1) φαίνεται ότι η κορυφή του τύμβου είχε ανασκαφεί σε μεγάλο βάθος. Το χάσμα αυτό διακρινόταν από μεγάλη απόσταση ως «τραύμα» στο μνημείο, δημιουργώντας δυσάρεστη αίσθηση στους καλόπιστους επισκέπτες του Σορού. Ένας απ’ αυτούς ήταν και ο Λόρδος Βύρων, που είδε το μνημείο στη διάρκεια της επίσκεψής του στον Μαραθώνα το 1810, και εξέφρασε την οργή του για τη βεβήλωση του μνημείου στο ποίημά του Childe Harold II, LXXXIX.




Αν και δεν έχουμε κάποιο στοιχείο ότι οι διάφορες λαθρανασκαφές στον Σορό μέχρι και τη δεκαετία του 1830 αποκάλυψαν ευρήματα που σχετίζονται με τους Μαραθωνομάχους, ίσως μερικά αρχαία όπλα που σήμερα εκτίθενται στο Βρετανικό Μουσείο στο Λονδίνο να προέρχονται από εκεί. Πρόκειται για αιχμές βελών και μία λαβή από ελληνικό ξίφος που χρονολογούνται στην εποχή της μάχης του Μαραθώνα και έχουν ως προέλευση «τάφο στην πεδιάδα του Μαραθώνα» (ΕΙΚΟΝΑ 2). Επίσης, υπάρχει η -ανεπιβεβαίωτη- καταγραφή του Άγγλου περιηγητή, Heathcote Campion, ότι λίγο πριν από το 1836, βρέθηκε μέσα στο χώμα «ενός τύμβου» στον Μαραθώνα, που πιθανότατα είναι ο Σορός, μια κορινθιακή περικεφαλαία. Η συγκεκριμένη περικεφαλαία (ΕΙΚΟΝΑ 3) ίσως να είναι εκείνη που λέγεται ότι βρέθηκε το 1834 στον Μαραθώνα, μαζί με ένα τμήμα ανθρώπινου κρανίου στο εσωτερικό της (ΕΙΚΟΝΑ 3α), και εκτίθεται σήμερα στο Βασιλικό Μουσείο του Οντάριο (Royal Ontario Museum) στον Καναδά.








Αξίζει να επισημανθεί ότι για τις ελληνικές Αρχές δεν υπήρξε ποτέ θέμα αμφισβήτησης ή έστω αμφιβολίας ότι ο Σορός σηματοδοτούσε τον ομαδικό τάφο των Αθηναίων πεσόντων της μάχης του Μαραθώνα. Με κυβερνητική διαταγή το 1835 απαγορεύτηκαν οι λαθρανασκαφές στον Σορό, προκειμένου να προφυλαχθούν οι ταφές των Μαραθωνομάχων. Επρόκειτο για ένα από τα πρώτα αρχαία μνημεία για τα οποία το νεοσύστατο ελληνικό κράτος έδειξε κάποιο ενδιαφέρον. Μάλιστα, το 1876, πάρθηκαν και τα πρώτα πρακτικά μέτρα για την προστασία και την ανάδειξη του Σορού. Στην περίμετρο του ανοίχτηκε μια τάφρος και με το χώμα που ανασκάφηκε, δημιουργήθηκε ένα χωμάτινο τοίχος με μία μόνο είσοδο. Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον ότι το έργο αυτό δεν χρηματοδοτήθηκε από το καχεκτικό και χρεωκοπημένο ελληνικό κράτος, αλλά από μία μάλλον απίθανη πηγή: τον Πέτρο Β΄, αυτοκράτορα της Βραζιλίας! Αξίζει να επισημάνουμε ότι στη διάρκεια του 19ου αιώνα και πολύ πριν από τον «αυτοκράτορα της μπάλας», Πελέ, η Βραζιλία κυβερνήθηκε από πραγματικούς αυτοκράτορες! Ο τελευταίος ήταν ο Πέτρος Β΄, ο οποίος το 1876 πραγματοποίησε ένα ταξίδι σε πολλές χώρες της Αμερικής, της Ευρώπης και της Ασίας. Τότε ήταν που επισκέφθηκε και την Φιλαδέλφεια στις ΗΠΑ, όπου θαύμασε από κοντά την νέα εφεύρεση του «τηλεφώνου». Ο εφευρέτης του, Graham Bell, έβαλε στο αυτί του αυτοκράτορα το ακουστικό ενός τηλεφώνου και πήγε σε μία άλλη συσκευή αρκετά μακριά, όπου και του μίλησε. Ο αυτοκράτορας τρόμαξε και αναφώνησε σε αυτούς γύρω του: «αυτό το πράγμα μου μιλάει!». Έτσι ο Πέτρος Β΄ πέρασε στην Ιστορία ως ο πρώτος ηγέτης κράτους που χρησιμοποίησε το τηλέφωνο! Στη διάρκεια του ίδιου ταξιδιού, ο Πέτρος επισκέφθηκε και την Αθήνα όπου έγινε επίτιμο μέλος της «Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας». Φαίνεται ότι η αγάπη που είχε ο Πέτρος για την αρχαία Ελλάδα και η τιμή που του έκαναν οι Έλληνες ευχαρίστησαν τόσο πολύ τον ξένο ηγέτη ώστε χρηματοδότησε το έργο στο Σορό στον Μαραθώνα. Η παλαιότερη γνωστή απεικόνιση του Σορού με το τείχος του Πέτρου της Βραζιλίας είναι ένα σκίτσο που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα London Illustrated News, το 1877, με την ευκαιρία της επίσκεψης στον Μαραθώνα της Αλεξάνδρας, πριγκίπισσας της Ουαλίας και αδελφής του Γεωργίου Α΄, βασιλιά της Ελλάδας (ΕΙΚΟΝΑ 4). Στα τέλη του 19ου αι., αποφασίστηκε να αποκατασταθεί ο περιβάλλων χώρος γύρω από τον Σορό, και έτσι το χωμάτινο τείχος κατεδαφίστηκε και η τάφρος έκλεισε.
Η διχογνωμία σχετικά με την ταυτότητα του Σορού συνεχίστηκε στη μεγαλύτερη διάρκεια του 19ου αι., ελκύοντας το ενδιαφέρον του Heinrich Schliemann, που επισκέφθηκε για πρώτη φορά τον Μαραθώνα το 1870. Ο Γερμανός αρχαιολόγος προσπάθησε να επιλύσει το μυστήριο της χρονολόγησης του Σορού, πραγματοποιώντας, το 1883 και το 1884, την πρώτη οργανωμένη και νόμιμη ανασκαφή του μνημείου. Ο Schliemann ξεκίνησε να ανασκάπτει τον Σορό από την κορυφή προς τα κάτω -όπως είχε κάνει έναν αιώνα νωρίτερα και ο Fauvel- κάνοντας παράλληλα και μια μικρότερη ανασκαφή στην ανατολική πλευρά του. Όμως, συνάντησε μεγάλες δυσχέρειες, κυρίως λόγω του νερού που ανέβλυζε από την τομή που είχε κάνει στην ανατολική πλευρά του Σορού. Εκτός από το συγκεκριμένο πρόβλημα, η ανασκαφή δεν έφερε στο φως ευρήματα, που να αποδείκνυαν ότι ο Σορός περιείχε ταφές της εποχής της μάχης. Έτσι, ο Schliemann διέκοψε απογοητευμένος την ανασκαφή, εισπράττοντας μια από τις σπάνιες αποτυχίες του. Στο πόρισμα της ανασκαφής του Σορού, ανέφερε ότι το μνημείο ήταν ένα «κενοτάφιο» που το χρονολόγησε στον 19ο αι. π.Χ., συνεπώς δεν σχετιζόταν με τη μάχη του Μαραθώνα, και έτσι συμφωνούσε με τους λογίους που το θεωρούσαν έργο της προϊστορικής εποχής.
Αμέσως σχεδόν μετά τη δημοσίευση του πορίσματος της ανασκαφής του Σορού από τον Schliemann, ο επόπτης της ανασκαφής του, ο Έλληνας αρχαιολόγος Δημήτριος Φίλιος, διαφώνησε με τα συμπεράσματα του Γερμανού συναδέλφου του. Υποστήριξε ότι θα έπρεπε να πραγματοποιηθεί νέα ανασκαφή στο μνημείο, προκειμένου να βρεθούν ασφαλή στοιχεία για την ταυτοποίησή του. Η ενέργεια του Φίλιου ήταν ριψοκίνδυνη για την καριέρα και τη φήμη του καθώς την εποχή εκείνη ο Schliemann ήταν ο διασημότερος αρχαιολόγος σε όλο τον κόσμο. Όμως τα επιχειρήματά του Φίλιου έπεισαν την ελληνική κυβέρνηση και έτσι η Γενική Εφορεία Αρχαιοτήτων ανέλαβε να πραγματοποιήσει νέα ανασκαφή στον Σορό, με υπεύθυνο αυτή τη φορά έναν Έλληνα αρχαιολόγο. Επρόκειτο για τον Βαλέριο Στάη, Έφορο Αρχαιοτήτων, διευθυντής του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και αρχαιολόγος με μεγάλη εμπειρία στην ανασκαφή αρχαίων τύμβων. Ο Στάης ανέσκαψε τον Σορό το 1890/1891 και το έργο του παραμένει μέχρι σήμερα η πιο σημαντική επιστημονική έρευνα του μνημείου. Η μέθοδος που ακολούθησε ο Στάης διέφερε από εκείνες του Fauvel και του Schliemann, αφού έκανε τις σκαφικές τομές στα πλάγια του μνημείου και όχι στην κορυφή του. Έτσι, κατάφερε να προσεγγίσει και σημεία που βρίσκονταν κάτω από το επίπεδο της βάσης του Σορού. Εκεί αποκάλυψε μαζικές ανθρώπινες ταφές, που αποτελούνταν από μεγάλη ποσότητα στάχτης και απανθρακωμένων οστών, μαζί με ακέραια και θρυμματισμένα αττικά αγγεία του 6ου και των αρχών του 5ου αι. π.Χ. Έγινε τότε ξεκάθαρο ότι ο Σορός πράγματι κάλυπτε μια ομαδική ταφή, που ανήκε στις αρχές του 5ου αι. π.Χ. και δεν ήταν προϊστορική κατασκευή. Επιπλέον, στους νεκρούς είχαν αποδοθεί ιδιαίτερες τιμές, καθώς οι σοροί τους είχαν αποτεφρωθεί πριν από την ταφή. Στην Αθήνα της πρώιμης κλασικής εποχής, σπάνια οι νεκροί αποτεφρώνονταν, ενώ δεν έχει βρεθεί σε κανένα άλλο σημείο της Ελλάδας άλλη μαζική αποτέφρωση και ταφή πολλών νεκρών αυτής της περιόδου. Έτσι, ο Στάης απέκλεισε την περίπτωση να επρόκειτο για ταφές τοπικής μόνο σημασίας και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το μνημείο αυτό ήταν πράγματι ο ομαδικός τάφος των Αθηναίων πεσόντων στη μάχη του Μαραθώνα. Η ανασκαφή του Στάη είχαν σαν αποτέλεσμα να επικρατήσει η ονομασία «Τύμβος των Αθηναίων» για τον ομαδικό τάφο των Μαραθωνομάχων. Το πόρισμα της ανασκαφής του κατέδειξε ότι οι Αθηναίοι, μετά το πέρας της μάχης, συνέλεξαν τις σορούς των πεσόντων ανδρών τους, τις αποτέφρωσαν και στη συνέχεια έθαψαν τα απανθρακωμένα οστά και τις στάχτες τους κάτω από το σημείο όπου βρίσκεται σήμερα ο Τύμβος των Αθηναίων.
Καθώς τα απανθρακωμένα ανθρώπινα οστά που βρήκε ο Στάης διαλύονταν εύκολα, έπρεπε όχι μόνο να γνωστοποιήσει, αλλά ταυτόχρονα και να προστατεύσει τα ευρήματά του. Λόγω της σπουδαιότητας της ανακάλυψης, αλλά και της πιθανότητας κάποιοι μελετητές να αμφισβητούσαν στοιχεία του πορίσματός του, πριν καταχώσει και πάλι τις εγκαταστάσεις και τα απανθρακωμένα οστά, ο Στάης τα παρουσίασε σε τέσσερις ειδικούς, τρεις Έλληνες: τους Π. Καββαδία, Κ. Μητσόπουλο και Γ. Καβεράου, και έναν Γερμανό: τον Lolling, όλοι τους επιστήμονες διεθνούς κύρους, οι οποίοι υπέγραψαν μαζί με τον Στάη κοινή δήλωση, όπου πιστοποιούσαν την αυθεντικότητα του πορίσματός του. Αυτό σημαίνει ότι τα λείψανα των Μαραθωνομάχων βρίσκονται μέχρι και σήμερα κάτω από τον τύμβο τους. Τα ακέραια αγγεία είχαν τοποθετηθεί ως κτερίσματα στις ταφές, ενώ τα θρυμματισμένα ίσως είχαν χρησιμοποιηθεί στο «νεκρόδειπνο» που παρέθεσαν οι συγγενείς των νεκρών μετά την κηδεία τους (τα οποία στο τέλος τα θρυμμάτισαν και τα τοποθέτησαν στις ταφές), είτε αποτελούσαν τις τελευταίες προσφορές στους νεκρούς. Σήμερα εκτίθενται στο μικρό, αλλά όμορφο και καλά οργανωμένο Αρχαιολογικό Μουσείο του Μαραθώνα.



Κωνσταντίνος Λαγός και Φώτιος Καρυανός, Μάχη του Μαραθώνα, η Ανατροπή, Εκδόσεις «Μένανδρος», Αθήνα, 2015.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου