Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα των άρθρων -Τα δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν τους συγγραφείς.

Νοεμβρίου 17, 2023

Χριστούγεννα Προ Χριστού

Αυτοί είναι οι Μύθοι των Χριστουγέννων. Μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού, οι γιορτές και οι τελετές των προηγούμενων θρησκειών όχι μόνο δεν σταμάτησαν αλλά σε μερικές περιπτώσεις ενισχύθηκαν. Οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι, συνηθισμένοι και...


«Τα τρία κακά της μοίρας μας Ιουδαϊσμός, Χριστιανισμός, Μουσουλμανισμός, δεν τα βλέπω να καταστρέφονται σύντομα, ειδικά τώρα που η άκρα επιθετικότητα του τελευταίου, επηρεάζει μοιραία και την επιθετικότητα των άλλων δύο» Δημήτριος Χοροσκελης

Ο Ιησούς Χριστός Είναι μια Αντιγραφή του Θεού -Ήλιου.

Τα Χριστούγεννα δεν είναι αυτά που ξέρετε. Τρεις αιώνες μετά τη γέννηση του Χριστού ορίσθηκαν χρονολογικά ο ευαγγελισμός της Θεοτόκου και η γέννηση του Χριστού. Οι ιστορικές πηγές υποδεικνύουν ότι ο εορτασμός των Χριστουγέννων άρχισε να τηρείται στη Ρώμη γύρω στο 335 μ.κ.ε. αν και κάποιοι ερευνητές, βασιζόμενοι σε αρχαίους ύμνους με χριστουγεννιάτικη θεματολογία, θεωρούν ότι τα πρώτα βήματα που οδήγησαν στον εορτασμό αυτό έγιναν μέσα στον 3ο αιώνα. Η παράδοση θεωρεί ότι η αρχαιότερη ομιλία για τη γιορτή των Χριστουγέννων εκφωνήθηκε από τον “Μέγα” Βασίλειο στην Καππαδοκία το έτος 376 μ.κ.ε.

Αυτοί είναι οι Μύθοι των Χριστουγέννων

Οι προσπάθειες επικράτησης των Χριστιανικών Τελετών

Μετά την βίαιη και σκόπιμη επικράτηση του Χριστιανισμού, οι γιορτές κι οι τελετές των προηγούμενων θρησκειών όχι μόνο δεν σταμάτησαν αλλά σε μερικές περιπτώσεις ενισχύθηκαν. Οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι, συνηθισμένοι και εθισμένοι στο Διονυσιακό Πνεύμα, ανέμεναν τις χρονικές περιόδους αυτών των εορτών για να τις τιμήσουν δεόντως. Μια από τις πλέον σημαντικές γιορτές ήταν η ρωμαϊκή γιορτή των Καλενδών, που ξεκινούσε στις 25 Δεκεμβρίου και κρατούσε έως στις 7 Ιανουαρίου.

Στο διάστημα αυτό, λαός και εξουσία τελούσαν ένα ατέλειωτο ξεφάντωμα που περιελάμβανε κρασοκατανύξεις, φαγοπότια, πανηγύρια, θεατρικές παραστάσεις και κάθε είδους δημόσια θεάματα. Οι πολίτες συνήθιζαν να στολίζουν σπίτια και καταστήματα, να παίζουν τυχερά παιχνίδια, να μεταμφιέζονται, να τραγουδούν και να χορεύουν. Ο χριστιανισμός, προσπάθησε πολύ να δώσει ένα τέλος στις κρατούντες παγανιστικές γιορτές. Κλήθηκε με τον τρόπο του να συμβάλει ως αναμορφωτικός και ενοποιητικός παράγοντας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, προσπαθώντας να ακυρώσει το περιεχόμενο των ειδωλολατρικών εθίμων που ήταν δημοφιλή τότε, μετατρέποντας το περιεχόμενό τους σε χριστιανικό. Δεν ήταν όμως εύκολο να ξεριζώσει και να βάλει φραγμό σε συνήθειες αιώνων.

Μία από τις πρώτες ενέργειες του χριστιανικού κράτους ήταν να απαγορεύσει τις Διονυσιακές γιορτές του Δωδεκαήμερου των Καλενδών. Το να καταργήσει όλες τις προϋπάρχουσες γιορτές με κύρια και προεξέχοντα αυτή της περιόδου των Καλενδών σήμαινε βαθιά ρήξη με το κατεστημένο και ιδιαίτερα με το λαό. Έτσι ξεκίνησε μια σειρά από διαφωτιστικές, προπαγανδιστικές έως και καταδικαστικές ενέργειες,που έφεραν σχετικά αποτελέσματα. Οι τότε ρήτορες της εκκλησίας χαρακτήριζαν τις γιορτές «έργα του διαβόλου» και των «κακοποιών πνευμάτων». Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος τις κατακεραύνωνε και προέτρεπε τους χριστιανούς να απέχουν από αυτές. «Τίποτε δεν είναι εχθρικότερο προς το πνεύμα του χριστιανισμού, όσο τα συμβαίνοντα κατά τις νύχτες εκείνες», διακήρυττε.

Η «Εν Τρούλλω» ή «Πενθέκτη» Σύνοδος της Κωνσταντινουπόλεως, καταδικάζει τον εορτασμό των Καλενδών, των Βρουμαλίων, των Ανθεστηρίων, καθώς και τις Διονυσιακές Πομπές και τις μεταμφιέσεις. Ο χριστιανισμός στάθηκε αμείλικτος απέναντι στις γιορτές των Καλενδών, όπως επίσης και σε κάθε υπόλειμμα Διονυσιακής τελετής. Ο λαός όμως επέμενε, έστω και κάπως περιορισμένα, να γιορτάζει, μη λογαριάζοντας τις συνέπειες και καταδίκες.

Έτσι η εορτή της γέννησης του Χρίστου στήθηκε στην περίοδο της γιορτής των Καλενδών για να περιορίσει την αρχή της οργιαστικής περιόδου και να βάλει φραγμό στις ειδωλολατρικές συνήθειες. Όσο όμως η βυζαντινή αυτοκρατορία ήταν στην ακμή της, οι παλιές συνήθειες συνέχιζαν να τηρούνται, μάλιστα τις μέρες των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων, με τον πιο έντονο τρόπο. Ο κόσμος έξαλλος ξεχύνονταν στις πλατείες και στους δρόμους τραγουδώντας και χορεύοντας, αδιαφορώντας για τις προτροπές της εκκλησίας. Όταν άρχισε να ξεπέφτει η Βυζαντινή αυτοκρατορία, τότε μόνο άρχισαν να εκφυλίζονται και οι ειδωλολατρικές αυτές γιορτές.

Happy Birthday Mithras, Krishna, Dionyse, Jesus

Διαλέγεις και παίρνεις

Η υποτιθέμενη γέννηση του Ιησού τοποθετείται γύρω στο 7 ή 6 π.κ.ε. ή μεταξύ του 4 ως 1 π.κ.ε. Αυτό συμβαίνει καθώς το σημερινό ημερολόγιο, στηρίζεται βασικά στους υπολογισμούς του μοναχού και αστρονόμου Διονυσίου του Μικρού, που κατά τον 4ο αιώνα μ.κ.ε. καθόρισε με τα τότε υπάρχοντα δεδομένα, το έτος 754 από κτίσεως Ρώμης ως το χρόνο της γέννησης του Ιησού, αντί του έτους 747 όπως θα έπρεπε με τα σημερινά δεδομένα. Αυτό σημαίνει πως, αν σήμερα ήταν δυνατό να γίνει επανακαθορισμός του παγκόσμιου ημερολογίου, η αρχή του χριστιανικού ημερολογίου θα βρισκόταν επτά περίπου χρόνια νωρίτερα.

Τη στιγμή αυτή, συμβαίνει το παράδοξο να θεωρούμε ότι εξαιτίας των λανθασμένων υπολογισμών, η γέννηση του Ιησού να τοποθετείται σε χρόνια προ Χριστού. Η ακριβής χρονολόγηση της ζωής του Ιησού είναι αδύνατη, αφού οι υπάρχουσες μαρτυρίες που προέρχονται από την Καινή Διαθήκη χαρακτηρίζονται από χρονολογική ασάφεια [όπως κι ολόκληρη η χριστιανική θρησκεία άλλωστε] κι επίσης το αφετηριακό 1 μ.κ.ε. δεν εναρμονίζεται επακριβώς με τα γενικότερα ιστορικά δεδομένα των χρόνων εκείνων. Για την ακριβή ημερομηνία γενέσεως του Ιησού δεν γίνεται καμιά αναφορά στην Καινή Διαθήκη, αλλά και κανείς από τους Αποστόλους δεν μιλά για την 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα γενεθλίων και πως θα μπορούσε άλλωστε!!

Για κάποιους ερευνητές, τις πρώτες αναφορές περί εορτασμού της γέννησης του Ιησού –αρχικά στις 6 Ιανουαρίου– τις συναντάμε στα κείμενα του Πάπα Τελεσφόρου 125-136 μ.κ.ε. στοιχεία που από άλλους δεν θεωρούνται αυθεντικά, αλλά παρεμβολές που έγιναν σε μετέπειτα χρόνο. Σύμφωνα με τα γραφόμενα στην Καινή Διαθήκη, τόσο ο Χριστός όσο και οι μαθητές του δεν γιόρταζαν γενέθλια. Ο ίδιος λένε ό,τι ζήτησε από τους μαθητές του να γιορτάζουν την ανάμνηση του θανάτου του. Χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι υπήρχε κάπου συγκεκριμένη εντολή ή απαγόρευση του εορτασμού των γενεθλίων, οι Ιουδαίοι της συγκεκριμένης περιόδου απέρριπταν αυτόν τον εορτασμό, θεωρώντας τον Παγανιστική συνήθεια.

Παρόμοια στάση ακολούθησαν και οι Χριστιανοί στους δύο πρώτους αιώνες της χριστιανικής εκκλησίας. Όσο κι αν προκαλεί έκπληξη σήμερα, τα Χριστούγεννα δεν γιορτάζονταν στην πρώτη Εκκλησία. Ο Ωριγένης θεωρεί ότι στην Βίβλο μόνο εκείνοι που δεν αναγεννήθηκαν (που δεν έγιναν Χριστιανοί) τηρούν τέτοιους εορτασμούς. Ο Άγιος Ειρηναίος και ο Τερτυλλιανός επίσης, δεν εμφανίζουν τη Γιορτή της Γέννησης στους καταλόγους τους με τους χριστιανικούς εορτασμούς.

Γεγονός είναι πως δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς γεννήθηκε ο Ιησούς Χριστός. [ ή αν γεννήθηκε καν] Από υπολογισμούς θεωρείται ως πιθανή χρονική περίοδος μεταξύ του 6 – 2 π.κ.ε. Η ημερομηνία της 25ης Δεκεμβρίου ως ημέρα γέννησης του Χριστού, αναφέρεται για πρώτη φορά από τον επίσκοπο Ρώμης, Ιππόλυτο, το έτος 235 μ.κ.ε. και μόλις το 336 μ.κ.ε. εμφανίζονται για πρώτη φορά στο Ρωμαϊκό ημερολόγιο.

Η επιλογή της 25ης Δεκεμβρίου έγινε από τον Πάπα Ιούλιο τον Α, τον 4ο μ.κ.ε. αιώνα μετά από έρευνα που έγινε στα αρχεία της Ρώμης για την χρονιά της επί αυτοκράτορα Οκταβιανού Αυγούστου απογραφής, και κατόπιν υπολογισμών βάση των Ευαγγελίων, επειδή η συγκεκριμένη ημερομηνία συνέπιπτε με τα ειδωλολατρικά τελετουργικά για το Χειμερινό Ηλιοστάσιο ή την Επιστροφή του Ήλιου. Επίσης, στα αρχεία της Εκκλησίας της Ρώμης φέρεται να υπήρχε έγγραφο του Ιωσή που που έδειχνε ότι ο Ιησούς γεννήθηκε την 9η του μήνα Σαπέτ, που αντιστοιχεί στην 25η Δεκεμβρίου. Το ευαγγελικό στοιχείο που λήφθηκε υπόψη είναι η φράση από το κατ’ Ιωάννη κεφ. γ’ εδαφ. 30: «Εκείνον δει αυξάνειν, εμέ ελατούσθαι».

25 Δεκεμβρίου: Η γιορτή του Ακατανίκητου Θεού Ηλιου, του Διόνυσου και του Μίθρα



Στη Ρώμη το καλαντάρι των Φιλοκαλίων (354 μ.κ.ε.) περιλαμβάνει στην ημερομηνία της 25ης Δεκεμβρίου, απέναντι από την Παγανιστική «Natalis invicti» δηλαδή «γέννηση του Ακατανίκητου (Ηλιου)» την φράση «VIII kaalitan nattis Christus in Bethleem Iudea».

Τον καιρό του Αγίου Αυγουστίνου η ημερομηνία της Γιορτής της Γέννησης είχε καθοριστεί, πάντως ο Αυγουστίνος την παραλείπει από τον κατάλογό του με τις σημαντικές χριστιανικές επετείους. Θεωρείται ότι θεμελιώδη σχέση με την επικράτηση αυτής της ημερομηνίας δεν είχε το χειρόγραφο του Ιωσήπου, αλλά η ανταγωνίστρια του Χριστιανισμού λατρεία του Ήλιου με τη γιορτή του «Dies Natalis Solis Invicti», όπως ήταν ο πλήρης τίτλος της (ημέρα γέννησης του Ακατανίκητου Ήλιου).

Στον καθορισμό της 25ης Δεκεμβρίου ως ημερομηνίας εορτασμού συντέλεσαν προφανώς η μεγάλη εθνική εορτή του Ακατανίκητου Θεού Ήλιου και ο εορτασμός των γενεθλίων του Μίθρα, που ήταν διαδεδομένη σε όλη την επικράτεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ο εορτασμός αυτής της ημέρας ως ημέρας γέννησης του Χριστού επηρεάστηκε από τις παγανιστικές γιορτές που τηρούνταν εκείνον τον καιρό, όπως τα Σατουρνάλια και τα Μπρουμάλια, που τηρούνταν τις τελευταίες μέρες του Δεκεμβρίου σε ανάμνηση της χρυσής εποχής ελευθερίας και ισότητας, και προς τιμήν του Ηλιου, ο οποίος κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο ξαναγεννιέται και αρχίζει τη νικηφόρα πορεία του.

Αυτό το φυσικό φαινόμενο θεωρούνταν κατάλληλο σύμβολο της εμφάνισης του Ήλιου της Δικαιοσύνης, που διέλυε τη μακρά νύχτα της αμαρτίας και των σφαλμάτων. Για τον ίδιο λόγο το θερινό ηλιοστάσιο (24 Ιουνίου) επιλέχθηκε αργότερα για τη γιορτή του Ιωάννη του Βαπτιστή, ως της καταλληλότερης υπενθύμισης την δικής του χαμηλής αυτο-εκτίμησης ότι θα έπρεπε να μειώνεται, ενώ ο Χριστός θα έπρεπε να αυξάνεται. Έκτοτε ο Χριστός όφειλε να είναι ο Ήλιος, ο δίδων το φως εις τον κόσμο. Στις προθέσεις του Πάπα Ιουλίου Α΄ ήταν να αντικατασταθεί ο ειδωλολατρικός εορτασμός από το Χριστιανικό. Πριν εορταζόταν στις 6 Ιανουαρίου μαζί με τον εορτασμό των Θεοφανίων. Μετέπειτα το έθιμο μεταφέρθηκε στην Ανατολή, πιθανότατα από τον Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό το 378-381 περίπου μ.κ.ε. Ο Ιωάννης Χρυσόστομος (345-407 μ.κ.ε.) σε ομιλία του για τη γέννηση του Χριστού, αναφέρει ότι είχε αρχίσει στην Αντιόχεια να γιορτάζονται τα Χριστούγεννα στις 25 Δεκεμβρίου.

Το σίγουρο είναι ότι την εποχή του Ιουστινιανού, τον 6ο αιώνα, ο εορτασμός των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου είχε εξαπλωθεί σχεδόν σε όλη την Ανατολή. Το 529 ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός απαγόρευσε την εργασία και τα δημόσια έργα κατά τη διάρκεια των εορτών των Χριστουγέννων και ανακήρυξε δημόσια αργία. Ως το 1100, καθώς είχε επεκταθεί η δράση των χριστιανών ιεραποστολών στις Παγανιστικές ευρωπαϊκές φυλές, σχεδόν όλοι οι ευρωπαϊκοί λαοί γιόρταζαν τα Χριστούγεννα. Εντούτοις, αργότερα, εξαιτίας της μεταρρύθμισης, απαγορεύτηκε ή περιορίστηκε κατά περιόδους η τήρησή του εορτασμού τους σε διάφορες χώρες της Ευρώπης και στην Αμερική, καθώς θεωρούνταν ότι περιλάμβανε σε μεγάλο βαθμό ειδωλολατρικά στοιχεία.

Για την προέλευση του πληθυντικού (Χριστούγεννα) υποστηρίζονται δύο απόψεις. Η μία που τα συνδέει με μια αρχαία συνήθεια που είχε εφαρμοστεί από τον 5ο, περίπου, π.κ.ε. αιώνα στην ιουδαϊκή εορτή των Πουρείμ («Γι’ αυτό, ονόμασαν τις ημέρες αυτές Πουρείμ, από το όνομα Πουρ», Εσθ. 9:26). Κατά τη δεύτερη άποψη ο πληθυντικός προέρχεται κατ’ αντιστοιχία προς την ονομασία των αρχαίων ελληνικών και ρωμαϊκών εορτών, όπως τα Μπρουμάλια και τα Σατουρνάλια.

Το 1752, αφαιρέθηκαν 11 ημέρες από το έτος, όταν έγινε η αλλαγή από το Ιουλιανό στο Γρηγοριανό ημερολόγιο. Κατά συνέπεια, η ημερομηνία της 25ης Δεκεμβρίου μετακινήθηκε κατά 11 ημέρες. Κάποιες αιρέσεις της Χριστιανικής εκκλησίας, (παλαιοημερολογίτες) γιορτάζουν ακόμα και σήμερα τα Χριστούγεννα στις 7 Ιανουαρίου (25 Δεκεμβρίου με το Ιουλιανό ημερολόγιο). Πολλά θεολογικά επιχειρήματα προβλήθηκαν υποστηρίζοντας ή αντικρούοντας την ημερομηνία αυτή.

Η 25η Δεκεμβρίου είχε ως αποτέλεσμα να θεσπίσει και την ανταλλαγή δώρων κατά τα Χριστούγεννα, συνήθεια που ήρθε από τις Ρωμαϊκές Καλένδες, εξ’ ου και η ονομασία «Κάλαντα». Στις σκανδιναβικές χώρες στο τέλος του έτους προστέθηκε και μία άλλη γιορτή, του Αγίου Νικολάου-Σάντα Κλάους, που είναι ο άγιος των παιδιών και γιορτάζεται μεν την 6η Δεκεμβρίου, πλην είναι ο άγιος που πολιτογραφήθηκε ως ο άγιος των χριστουγεννιάτικων δώρων.

Πίσω από τα κάλαντα κρύβεται ένα αρχαίο Ελληνικό έθιμο με το όνομα Ειρεσιώνη, που αναφέρεται ήδη από τον Όμηρο, ο οποίος ευρισκόμενος στην Σάμο, σκάρωσε διάφορα τραγούδια τα οποία μαζί με μια ομάδα παιδιών τα τραγουδούσαν στα σπίτια των πλουσίων ευχόμενοι πλούτο, χαρά και ειρήνη. Συμβόλιζε την ευφορία και γονιμότητα της γης και εορτάζονταν δυο φορές το χρόνο, μια την Ανοιξη με σκοπό την παράκληση των ανθρώπων προς τους Θεούς κυρίως του Απόλλωνος-Ηλιου και των Ωρών για προστασία της σποράς και μια το Φθινόπωρο, για να τους ευχαριστήσουν για την συγκομιδή των καρπών. Ταυτόχρονα με τις ευχαριστίες προς τους Θεούς, έδιναν ευχές και στους συνανθρώπους.

Το έθιμο του Χριστουγεννιάτικου δένδρου έχει τις ρίζες του στην αρχαία Αίγυπτο, όπου ο Άγιος Βονιφάτιος, θέλοντας να αντικαταστήσει την ιερότητα που απέδιδαν οι ειδωλολάτρες στη δρυ, εντάσσει για πρώτη φορά το χριστουγεννιάτικο δέντρο στους ναούς του χριστιανικού κόσμου στη Γερμανία του 8ο αιώνα. Έως και τον 16ο αιώνα το δένδρο απαντάται μόνο στους ναούς, ενώ αργότερα μπαίνει και στολίζεται στα σπίτια των χριστιανών.

Φίλιππος Βρετάκος στο βιβλίο του «Οι δώδεκα μήνες του έτους και αι κυριώτεραι εορταί των» αναφέρει «Το χριστουγεννιάτικον δένδρον συμβολίζει την αιωνιότητα της ζωής, διότι δεν γηράσκει και δεν χάνει, επομένως, την νεότητά του. Το δένδρον όμως των Χριστουγέννων δεν το ευρίσκω, εγώ τουλάχιστον, ως ξενικήν συνήθειαν, ως νομίζεται γενικώς, αλλ” εν μέρει ως αρχαίαν ελληνικήν. Είναι, δηλαδή, υπολείμματα της περιφήμου «ειρεσιώνης», και της «ικετηρίας» των αρχαίων Ελλήνων, και μάλιστα των αρχαίων Αθηναίων. Ήσαν δε η μεν Ικετηρία κλάδος ελαίας, από του οποίου εκρέμων ποκάρια μαλλιού, και έφερον αυτόν όσοι ήθελον να ικετεύσουν τον Θεόν ομαδικώς, δια την απαλλαγήν του τόπου από δεινού τινός κακού, π.χ. από νοσήματος, πανώλους, χολέρας ή ομοίου. Ως επί το πολύ, όμως, εβάσταζε την Ικετηρίαν άνθρωπος, ο οποίος ήθελε να τεθή υπό την προστασίαν θεού και της ανωτέρας αρχής, για να προβή εις αποκαλύψεις εναντίον ισχυρών ανθρώπων ή αρχόντων.»

Τα αναμμένα κεράκια στο δέντρο του σπιτιού του, λέγεται πως πρώτος τοποθέτησε ο Μαρτίνος Λούθηρος πολύ αργότερα. Στην Αγγλία, το φωτισμένο με κεράκια δέντρο, ήρθε επί βασίλισσας Βικτορίας. Ο πρίγκιπας Αλβέρτος υπήρξε ο πρώτος που οργάνωσε ένα φωτισμένο χριστουγεννιάτικο δέντρο για την βασιλική οικογένεια και το προσωπικό των ανακτόρων του Μπάκιγχαμ. Το 1833 το χριστουγεννιάτικο δέντρο φτάνει και στην Ελλάδα. Το πρώτο δέντρο φώτισε τα ανάκτορα του Όθωνα στο Ναύπλιο. Η εμπορική εκμετάλλευση των Χριστουγέννων σε πολλές χώρες πήρε γιγαντιαίες διαστάσεις. Ο καρδινάλιος Σπέλμαν είπε κάποτε: «Το κουδούνισμα των μηχανικών ταμείων σκεπάζει το μήνυμα της ειρήνης και της καλής θέλησης».


Η ιστορία του Θεού Ήλιου

Λατρεία του Αρχοντα Ήλιου

Aπό τα πανάρχαια χρόνια οι άνθρωποι σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης λάτρεψαν ως Θεούς τα δύο πιο χαρακτηριστικά και ευκολοδιάκριτα ουράνια σώματα, τον Ήλιο και τη Σελήνη. Στο πλαίσιο αυτής της λατρείας ο ρόλος της Σελήνης ήταν απλώς χθόνιος και ημερολογιακός, ενώ ο αντίστοιχος ρόλος του Ήλιου ουσιαστικός και καταλυτικός. Tη μακρινή εκείνη περίοδο της δημιουργίας των πρώτων οργανωμένων ανθρώπινων ομάδων διακρίνεται εύκολα η επίδραση του Ήλιου στην κοινωνική τους συγκρότηση. Aυτό δεν είναι παράδοξο, αν αναλογιστούμε τον φόβο, το δέος αλλά και τις μεταβαλλόμενες φυσικές και κοινωνικές αναγκαιότητες τις οποίες επέβαλε η περιοδική εναλλαγή μέρας και νύχτας, σαφούς επακόλουθου της παρουσίας ή απουσίας του άστρου της μέρας.

Ήταν, λοιπόν, φυσική συνέπεια ο Πανόπτης Ήλιος να αποτελέσει την πρώτη θεότητα την οποία συνέλαβε διαισθητικά η ανθρώπινη λογική, μια θεότητα η λατρευτική δύναμη της οποίας δεν εκφυλίστηκε στο πέρασμα των αιώνων. Πολλοί ερευνητές θεωρούν ότι η λατρεία του Ήλιου παραμένει ακόμη και σήμερα εν ζωή, εντάσσοντας τον Xριστιανισμό στις σχετικές θρησκείες. O Ήλιος κατείχε δεσπόζουσα θέση στις αρχαίες θρησκείες.Όπως μπορούμε να διαπιστώσουμε, σε όλες αυτές τις θρησκείες είναι κύριο κατηγορούμενο του υπέρτατου θεού ή ταυτίζεται μ’ αυτόν. O Θεός Ήλιος, με οποιοδήποτε όνομα κι αν εμφανιζόταν, αποτελούσε και αποτελεί τον χορηγό του φωτός και της ζωής στη Γη, ενώ παράλληλα συμπυκνώνει την εγγύηση της τάξης και ευρυθμίας του σύμπαντος κόσμου.

Όλοι οι αρχαίοι λαοί συσχέτιζαν το Ηλιακό Φως με τη φώτιση και τη δημιουργική δύναμη της φύσης, γι’ αυτό ο Ήλιος συμβόλιζε και για πολλούς συνιστούσε την πηγή της σοφίας. O φωτεινός Ήλιος εκπροσωπούσε τον Μέγα Θεό του επάνω κόσμου σε αντίθεση με τη νυχτερινή, χθόνια θεότητα της Σελήνης, που χρησιμοποιήθηκε αρχικά ως ημερολογιακό πρότυπο. O άρχοντας του στερεώματος ως λαμπρός, πανόπτης θεός αντιπροσώπευε τη δύναμη, την ευεργεσία, τη δικαιοσύνη και τη σοφία, ιδιότητες σπουδαίες σε οποιαδήποτε ηλιολατρική δοξασία.Oι ηλιακές Θεότητες ήταν οι κυρίαρχες και υπέρτατες δυνάμεις που ήλεγχαν και επόπτευαν τα πάντα.

Όλοι σχεδόν οι ανθρώπινοι πολιτισμοί ανέπτυξαν και χρησιμοποίησαν ηλιακά σύμβολα στις θρησκείες τους. Στις θρησκείες αυτές επιβλήθηκε η λατρεία και ο πανηγυρικός εορτασμός του Θεού Ήλιου στις περιόδους ακριβώς που συνέπιπταν με τα τέσσερα χαρακτηριστικά σημεία της ετήσιας φαινόμενης τροχιάς του γύρω από τη Γη, δηλαδή τις δύο ισημερίες και τα δύο ηλιοστάσια. Στις συγκεκριμένες ημερομηνίες τοποθετούνταν πάντα μεγάλες γιορτές, ο απόηχος των οποίων φτάνει μέχρι τις ημέρες μας. Oι πανάρχαιες αυτές τελετουργίες, κατέχουν ακόμη και σήμερα αξιόλογη θέση στην κοινωνική και θρησκευτική συγκρότηση των κοινωνιών μας.

Oι περίοδοι εορτασμού και λατρείας του Ήλιου επελέγησαν με βασικό κριτήριο το γεγονός ότι αυτές σηματοδότησαν σημαντικές στιγμές της εξέλιξης των εποχών του έτους, ενός βαρυσήμαντου παράγοντα ανάπτυξης μιας οργανωμένης κοινωνίας. Eξάλλου, ας μην ξεχνάμε ότι οι περισσότεροι αρχαίοι λαοί ξεκίνησαν τις αστρονομικές παρατηρήσεις τους και τη μέτρηση του χρόνου υπολογίζοντας τις ημερομηνίες των ηλιοστασίων και των ισημεριών, καθώς και των ετήσιων-περιοδικών ή μη- εναλλαγών του έναστρου νυχτερινού ουρανού.

O Ήλιος λατρεύτηκε με μεγαλοπρέπεια από τους αρχαίους Έλληνες, τους Bαβυλώνιους, τους Aιγύπτιους, τους Iνδούς, τους Πέρσες και τους λαούς της Nότιας και Kεντρικής Aμερικής. Oι Oρφικοί, τον θεωρούν ως σύμβολο Θείας δύναμης. Kατά τους ύστερους ρωμαϊκούς χρόνους, μετά από προσπάθειες του αυτοκράτορα Aυρηλιανού (215-275 μ.κ.ε.), η Ηλιολατρεία κατέλαβε σημαντικότατη θέση στη θρησκευτική ζωή της αυτοκρατορίας, οδηγώντας τελικά σε αυτό που σήμερα αποκαλούμε Ηλιακό Μονοθεϊσμό.Όλοι σχεδόν οι Θεοί εκείνης της περιόδου είχαν Ηλιακές ιδιότητες και ως εκ τούτου τόσο στον Mίθρα όσο και στον Xριστό αποδόθηκαν χαρακτηριστικά τέτοιων Θεοτήτων.

Στις ισημερίες και στα αντίστοιχα ηλιοστάσια τοποθετήθηκαν σπουδαίες γιορτές με θαυμάσιο τελετουργικό και λαϊκά -κατά τόπους- έθιμα, τα οποία εκχριστιανισμένα επιζούν μέχρι σήμερα. Eίναι γεγονός ότι κάθε λαός μέσω των εορτών, των ηθών και των εθίμων του εκφράζει χαρακτηριστικές και συχνά κρυφές πτυχές της εν γένει κοινωνικής ζωής του. Tα έθιμα, εμπνευσμένα άλλοτε από πανάρχαιες φυσικές λατρείες και δεισιδαιμονίες και άλλοτε από θεολογικές δοξασίες, αποτελούν πάντα μια εκδήλωση του ψυχισμού ενός λαού και επομένως, πολλές φορές, αφορμή γλεντιού και εκτόνωσης.

Tονίζουμε ότι, στο μακρινό παρελθόν, για τον πρωτόγονο η παρατήρηση και η κατανόηση των εποχικών μεταβολών που επέβαλε η πορεία του Ήλιου από τα ισημερινά σημεία και τα ηλιοστάσια, ήταν θεμελιώδης προϋπόθεση για την επιβίωσή του. H ζωή του εξαρτιόταν από τον κύκλο της βλάστησης και γι’ αυτό ανέδειξε τη Γαία σε Mητέρα θεά, λόγω της αστείρευτης αναπαραγωγικής της ικανότητας. Παράλληλα με τη Mητέρα Γη, τίμησε και το ετήσιο φαινόμενο της εποχικής περιοδικότητας της βλάστησης στη μορφή ενός Θεού, που αποτελούσε το ταίρι της Θεάς και ο οποίος πεθαίνει και ανασταίνεται ανά έτος, όπως νεκρώνει και ξαναβλασταίνει η φύση ολόκληρη.

Eπιπλέον, η εαρινή ισημερία (21 Mαρτίου) και η αντίστοιχη φθινοπωρινή (22 Σεπτεμβρίου) για το βόρειο ημισφαίριο της Γης χρησιμοποιήθηκαν ως ημερολογιακά ορόσημα, και το ίδιο συνέβη για το θερινό (21 Iουνίου) και για το χειμερινό ηλιοστάσιο (22 Δεκεμβρίου). Στις δύο ισημερίες, στις οποίες παλιότερα πανηγυρίζονταν τα Mεγάλα Eλευσίνια, τα Mυστήρια του Όσιρη και της Ίσιδας, καθώς και τα Iλάρια, σήμερα γιορτάζεται ο Eυαγγελισμός της Θεοτόκου. Στα αντίστοιχα ηλιοστάσια, στα οποία ο Ήλιος βρίσκεται στη μεγαλύτερη δυνατή απόσταση (βόρεια ή νότια) από τον ισημερινό, γιορτάζουμε στο μεν θερινό το Γενέθλιον του Aγίου Iωάννου του Προδρόμου, στο δε χειμερινό, τη Γέννηση του Iησού, με τα αντίστοιχα κατά τόπους πανάρχαια παγανιστικά έθιμα που επιζούν μέχρι σήμερα.

H ιστορία του Ήλιου

Όλοι οι αρχαίοι λαοί, λάτρευαν σαν Θεό τον φωτοδότη και ζωοδότη Ήλιο. Σύμφωνα με τη μυθολογία μας ο Ήλιος (δωρικά Aέλιος ή Άλιος και ομηρικά Hέλιος) ήταν Tιτανίδης, τέκνο του Yπερίωνος και της Θείας (Θυίας), ενώ αδελφές του ήταν η Σελήνη και η Hώ (Aυγή). Ήδη από τον 5ο π.κ.ε. αιώνα δεν θεωρείται αυτοτελής Θεότητα, αλλά συγχέεται με τον Aπόλλωνα, ο οποίος γι’ αυτό καλείται και Φοίβος, κυριολεκτικά ο Λάμπων Θεός.

O Ήλιος, σύμφωνα με την αρχαία ελληνική παράδοση, διέσχιζε κατά τη διάρκεια της ημερήσιας πορείας του τον ουρανό καθισμένος σε ένα χρυσό άρμα που το έσερναν τέσσερις πυρίπνοοι ίπποι, ο Eώος, ο Aίθων, ο Πυρόεις και ο Φλέγων, φωτίζοντας με τις ακτίνες του το όλον Σύμπαν. Kαθημερινά ολοκλήρωνε την πορεία του φτάνοντας κάθε βράδυ στη χώρα των Eσπερίδων, απ’ όπου – διασχίζοντας τον Ωκεανό- επέστρεφε στην Aνατολή -χώρα των Aιθιόπων- ξαπλωμένος σ’ ένα χρυσό κρεβάτι, φτιαγμένο από τον Ήφαιστο, για να λάμψει και πάλι την επόμενη μέρα πάνω από τον κόσμο. Στην αρχαία Eλλάδα το πλέον ονομαστό κέντρο της λατρείας του ήταν η Pόδος, όπου υπήρχε και άγαλμά του, ο περίφημος Kολοσσός -ένα από τα επτά θαύματα της αρχαιότητας. Προς τιμήν του γιορτάζονταν τα Aλίεια, κατά τη διάρκεια των οποίων πρόσφεραν στον Θεό ένα άρμα ζευγμένο σε τέσσερις ίππους (τέθριππο) που το έριχναν στη θάλασσα.

O Ήλιος είναι ο χορηγός του φωτός και της ζωής του σύμπαντος κόσμου. Eπόμενο είναι, λοιπόν, οι λαοί να καθιερώσουν προς τιμήν του τις λαμπρότερες τελετουργίες τους, ιδιαιτέρως στα τέσσερα χαρακτηριστικά σημεία της τροχιάς του, που υποδήλωναν, κατά τη διάρκεια του τροπικού-εποχικού έτους, το πέρασμα από τη μια εποχή στην άλλη. Oι τελετουργίες αυτές είχαν και έχουν κοσμικό αλλά και φιλοσοφικό νόημα. Συμβόλιζαν την ανάγκη της διευθέτησης των κρίσεων και των ανισορροπιών μεταξύ των ατόμων, των ομάδων ή ακόμη και των κοσμικών σχέσεων, ούτως ώστε ο ανανεωμένος Kόσμος να προχωρήσει στην ανασυγκρότηση της διασαλευθείσης κοσμικής τάξης.

Η ιστορία βρίθει από μνημεία και γραφές που απεικονίζουν το σεβασμό και την λατρεία του Ήλιου. Και είναι εύκολο να καταλάβει ο οποιοσδήποτε το γιατί. Κάθε πρωί ο Ηλιος ανατέλλει φέρνοντας φως, ζεστασιά και ασφάλεια γλιτώνοντας τον άνθρωπο από το κρύο και τυφλό επικίνδυνο σκοτάδι της νύχτας. Οι πολιτισμοί κατάλαβαν ότι χωρίς αυτόν, τα σπαρτά δεν θα μεγάλωναν και δεν θα υπήρχε ζωή στον πλανήτη. Η πραγματικότητα αυτή έκανε τον Ηλιο την πιο λατρευτή Θεότητα μέσα στον χρόνο. Επίσης, οι αρχαίοι πολιτισμοί γνώριζαν πολλά και για τα άστρα. Η τροχιά των άστρων, τους επέτρεπε να αναγνωρίζουν και να προβλέπουν γεγονότα που συνέβαιναν σε μακριές χρονικές περιόδους, όπως οι πανσέληνοι και οι εκλείψεις. Κατέγραψαν τις αστρικές ομάδες, αυτό που σήμερα ξέρουμε ως αστερισμούς.

Ο σταυρός του ζωδιακού κύκλου, μια από τις παλαιότερες θεμελιώδεις στην ανθρώπινη ιστορία γνώσεις, απεικονίζει τον Ηλιο καθώς περνάει από τους 12 αστερισμούς κατά τη διάρκεια του έτους. Επίσης απεικονίζει τους 12 μήνες του χρόνου, τις 4 εποχές, τα ηλιοστάσια και τις ισημερίες. Ο όρος «ζωδιακός» σχετίζεται με τον ανθρωπομορφισμό των αστερισμών ή την προσωποποίηση με φιγούρες ή ζώα. Με άλλα λόγια οι πρώιμοι πολιτισμοί δεν παρακολουθούσαν απλά τον Ηλιο και τα αστέρια, τους προσωποποίησαν με περίτεχνους μύθους για τις κινήσεις και τις σχέσεις τους. Ο Ηλιος, με τις ζωογόνες και σωτήριες ιδιότητές του, προσωποποιήθηκε σαν εκπρόσωπος του αόρατου δημιουργού ή Θεού. Ο ήλιος του Θεού. Το φως του κόσμου. Ο σωτήρας του ανθρώπινου γένους. Οι 12 αστερισμοί αντιπροσώπευαν τα σημεία της διαδρομής του ήλιου, του Θεού.

Τους δόθηκαν ονόματα, που συνήθως απεικόνιζαν στοιχεία της Φύσης που συνέβαιναν την συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Όπως για παράδειγμα, ο Υδροχόος, ο νεροκουβαλητής, που φέρνει τις ανοιξιάτικες βροχές. Ο Αιγυπτιακός Θεός Ώρος, «Ήλιος» λατρευότανε από το 3000 π. κ.ε. Ήταν ο ήλιος με ανθρώπινη μορφή και η ζωή του σε μια σειρά αλληγορικών μύθων που περιλαμβάνουν την κίνηση του ήλιου στον ουρανό. Από τα αρχαία Αιγυπτιακά ιερογλυφικά γνωρίζουμε αρκετά για τον Ηλιακό αυτόν Μεσσία. Για παράδειγμα, ο Ώρος που σημαίνει Ηλιος ή Φως, είχε έναν εχθρό που ονομαζόταν Σετ. Και ο Σετ ήταν η προσωποποίηση του Σκοταδιού ή της Νύχτας. Μιλώντας μεταφορικά, κάθε πρωί ο Ώρος κέρδιζε την μάχη ενάντια στον «Σετ», ενώ το απόγευμα ο «Σετ» νικούσε τον Ώρος και τον έστελνε στον κάτω κόσμο.

Έχει σημασία να ξέρουμε ότι η πάλη του Σκότους εναντίον του Φωτός, του καλού εναντίον του κακού (και τούμπαλιν) είναι ένας από τους πιο διαδεδομένους μυθολογικούς δυϊσμούς που υπήρξαν ποτέ και εκδηλώνεται μέχρι σήμερα σε πολλά επίπεδα.

Η ιστορία του Ώρος περιγράφεται ως εξής: Ο Ώρος γεννήθηκε 25 Δεκέμβρη, από την παρθένο Ίσιδα. Η γέννηση του συνοδεύτηκε από την εμφάνιση ενός άστρου στην ανατολή το οποίο ακολούθησαν τρεις μάγοι για να τον βρουν και να φέρουν δώρα στον νεογέννητο σωτήρα. Στην ηλικία των 12 χρόνων ήταν παιδί-δάσκαλος. Όταν έγινε 30 βαπτίστηκε από κάποιον γνωστό σαν Άναπ και έτσι άρχισε η βασιλεία του. Ο Ώρος είχε 12 μαθητές που ταξίδευαν μαζί του, έκανε θαύματα θεραπεύοντας τους αρρώστους και περπατούσε στο νερό. Ο Ώρος προσφωνούνταν με πολλά ονόματα, όπως «Αλήθεια» ή «Φως», «Υιός του Θεού», «καλός Ποιμένας», «Αμνός του Θεού» και πολλά άλλα. Αφού προδόθηκε από τον «Τύφων», ο Ώρος σταυρώθηκε, θάφτηκε για 3 μέρες και αναστήθηκε.

«Ηλιακοί Μεσσίες» Ένα μοτίβο που επαναλαμβάνεται

Αυτά τα χαρακτηριστικά του Ώρος, ανεξάρτητα αν είναι πρωτότυπα ή όχι, φαίνεται ότι διαπότισαν πολλούς πολιτισμούς μη εξαιρουμένου του μυθολογικού Χριστού. Έτσι για πολλούς ακόμα άλλους Θεούς, βρέθηκε ότι υπήρχε η ίδια γενική μυθολογική δομή.

*Ο «Άττις» στη Φρυγία, γεννήθηκε από την παρθένα «Νάνα» στις 25 Δεκέμβρη. Σταυρώθηκε, Θάφτηκε σε τάφο και μετά από 3 μέρες αναστήθηκε.

*Ο Κρίσνα στην Ινδία, γεννήθηκε από την παρθένα «Ντεβάκι» με ένα άστρο στην ανατολή να σηματοδοτεί τον ερχομό του, έκανε θαύματα με τους μαθητές του και μετά τον θάνατό του αναστήθηκε.

*Ο Διόνυσος στην Ελλάδα, γεννήθηκε από την παρθένα Σέμελη στις 25 Δεκέμβρη, ήταν δάσκαλος που ταξίδευε κάνοντας θαύματα, όπως το να μετατρέπει το νερό σε κρασί, προσφωνούνταν σαν «Βασιλεύς των Βασιλέων, «Σωτήρ», «Θείο Βρέφος», «το Αλφα και το Ωμέγα» και πολλά άλλα, μετά το θάνατό του αναστήθηκε.

*Ο Μίθρα στην Περσία, γεννήθηκε από παρθένο στις 25 Δεκέμβρη. Είχε 12 μαθητές και έκανε θαύματα. Μετά τον θάνατό του θάφτηκε για 3 μέρες και μετά αναστήθηκε. Ονομαζόταν επίσης «η Αλήθεια», «το Φως» και πολλά άλλα. Ενδιαφέρον έχει το ότι η Ιερή Ημέρα του Μίθρα, ήταν η Κυριακή.

Είναι γεγονός ότι, υπάρχουν πολυάριθμοι Σωτήρες σε διαφορετικές περιόδους σε όλο τον κόσμο που έχουν τα ίδια γενικά χαρακτηριστικά. Το ερώτημα παραμένει: γιατί αυτά τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα; Γιατί η γέννηση από παρθένο στις 25 Δεκεμβρίου; Γιατί ο θάνατος για 3 μέρες και η αναπόφευκτη ανάσταση; Γιατί 12 μαθητές ή οπαδοί; Για να το ανακαλύψουμε, ας εξετάσουμε τον πιο πρόσφατο και σύγχρονο μύθο σχετικά με τους Ηλιακούς Μεσσίες.

Ο Χριστός υποτίθεται ότι γεννήθηκε στις 25 Δεκεμβρίου από την παρθένο (!) Μαρία στη Βηθλεέμ. Η γέννησή του αναγγέλθηκε από ένα άστρο στην ανατολή, το οποίο ακολούθησαν 3 μάγοι για να φέρουν δώρα στον νεογέννητο σωτήρα. Ήταν ήδη δάσκαλος στην ηλικία των 12 και στα 30 βαπτίστηκε από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή και ξεκίνησε να κηρύττει. Ο Ιησούς είχε 12 μαθητές με τους οποίους ταξίδευε κι έκανε θαύματα, όπως να θεραπεύει τους αρρώστους, περπάτησε στο νερό, ανάστησε νεκρούς, ήταν γνωστός σαν «βασιλεύς των βασιλέων» και «υιός του θεού», «το φως του κόσμου», «Α και Ω», «ο αμνός του θεού» και πολλά άλλα. Αφού προδόθηκε από τον μαθητή του Ιούδα για 30 αργύρια σταυρώθηκε, ενταφιάστηκε και μετά από 3 μέρες αναστήθηκε και αναλήφθηκε στους ουρανούς.

Κατ’ αρχήν, η γενέθλια ακολουθία είναι τελείως αστρολογική. Το αστέρι ανατολικά είναι ο Σείριος, το φωτεινότερο άστρο στον νυκτερινό ουρανό το οποίο στις 24 Δεκέμβρη ευθυγραμμίζεται με τα 3 φωτεινότερα αστέρια της ζώνης του Ωρίωνα. Αυτά τα 3 αστέρια εξακολουθούν να ονομάζονται και σήμερα όπως και στην αρχαιότητα. Οι 3 μάγοι και το φωτεινό άστρο Σείριος δείχνουν την ανατολή της 25ης Δεκέμβρη.

Γι αυτό οι 3 μάγοι ακολουθούν το αστέρι στα ανατολικά, με σκοπό να εντοπίσουν την ανατολή, την Γέννηση του Ηλιου. Η παρθένος Μαρία είναι ο αστερισμός της παρθένου, γνωστός σαν «Virgo», η παρθένος. «Virgo» στα λατινικά σημαίνει παρθένος. Το αρχαίο σύμβολο της παρθένου είναι ένα παραλλαγμένο «Μ». Γι αυτό η Μαρία όπως και οι υπόλοιπες παρθένες μητέρες, όπως η μητέρα του «Άδωνη» «Μύρρα», ή η μητέρα του Βούδα «Μάγια», αρχίζουν από «M». Η παρθένος αναφερόταν συχνά ως ο «οίκος του άρτου» και απεικονίζονταν σαν μια παρθένα που κρατούσε ένα δεμάτι σιτάρι. Ο οίκος του άρτου και το σύμβολό του το σιτάρι, συμβολίζουν τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο, τους μήνες του θερισμού. Βηθλεέμ επίσης κυριολεκτικά σημαίνει «οίκος του άρτου», γι’ αυτό η Βηθλεέμ παραπέμπει στον αστερισμό της Παρθένου –ένα σημείο στον Ουρανό, όχι στη Γη.

25 Δεκεμβρίου: Ο Θάνατος και η Επαναγέννηση του Ήλιου, Χειμερινό Ηλιοστάσιο

Υπάρχει και ένα άλλο ενδιαφέρον φαινόμενο που λαμβάνει τόπο, γύρω στις 25 Δεκέμβρη, το Χειμερινό Ηλιοστάσιο. Από το Θερινό στο χειμερινό Ηλιοστάσιο, οι μέρες μικραίνουν και γίνονται πιο κρύες και από την πλευρά του βόρειου ημισφαιρίου ο ήλιος φαίνεται να κινείται νότια και να γίνεται μικρότερος και αδύναμος. Οι μέρες μικραίνουν και το τέλος της σοδειάς έρχεται, όσο πλησιάζουμε, το χειμερινό Ηλιοστάσιο συμβολίζοντας τον θάνατο για τους αρχαίους.

Ήταν ο θάνατος του ήλιου. Και μέχρι τις 22 Δεκεμβρίου ο θάνατος του ήλιου είναι πλήρως ορατός. Ο ήλιος που ταξίδευε νότια για 6 μήνες φτάνει στο χαμηλότερο σημείο του στον ουρανό. Εδώ συμβαίνει κάτι παράξενο, ο ήλιος σταματάει να κινείται νότια, έτσι φαίνεται για τρεις μέρες και σε αυτή την τριήμερη παύση, ο ήλιος βρίσκεται πλησιέστερα στον σταυρό του νότου, στον αστερισμό «crux». Μετά απ’ αυτό το χρονικό διάστημα, στις 25 Δεκεμβρίου, ο ήλιος κινείται μία μοίρα, αυτή την φορά βόρεια, προμηνύοντας μεγαλύτερες μέρες, ζεστασιά και ζωντάνια.

Γι’ αυτό ειπώθηκε «Ο ήλιος πέθανε στον σταυρό, ήταν νεκρός για 3 μέρες για να αναστηθεί ξανά». Αυτός είναι ο λόγος που ο Χριστός και οι υπόλοιποι Θεοί-Ηλιοι έχουν κοινό σημείο την σταύρωση, το θάνατο για 3 μέρες και την μυθολογία της ανάστασης. Είναι η μεταβατική περίοδος του ήλιου πριν αλλάξει την κατεύθυνσή του πίσω προς το βόρειο ημισφαίριο, φέρνοντας την άνοιξη άρα και την σωτηρία. Ωστόσο, δεν γιόρταζαν την ανάσταση μέχρι την Εαρινή ισημερία ή αλλιώς Πάσχα. Αυτό γίνεται επειδή κατά την διάρκεια της εαρινής ισημερίας ο Ηλιος επίσημα υπερνικά το «κακό σκοτάδι» καθώς η μέρα γίνεται μεγαλύτερη σε διάρκεια από την νύχτα και οι αναζωογονητικές συνθήκες της Ανοιξης εμφανίζονται.

Τέλος, ο πιο προφανής αστρολογικός συμβολισμός γύρω από τον Χριστό αφορά τους 12 μαθητές του. Είναι οι 12 αστερισμοί του ζωδιακού κύκλου στους οποίους ο Χριστός, ως Ηλιος, ταξιδεύει μαζί τους. Για την ακρίβεια ο αριθμός 12 ξεχειλίζει στη Βίβλο. Τα Βιβλικά κείμενα έχουν περισσότερη σχέση με την αστρολογία από οτιδήποτε άλλο. Γυρνώντας πίσω στον σταυρό του ζωδιακού κύκλου, η απεικόνιση της ζωής του ήλιου δεν είναι απλά μια καλλιτεχνική έκφραση ή εργαλείο παρακολούθησης της κίνησής του ήλιου, είναι επίσης ένα πολυχρησιμοποιημένο Παγανιστικό θρησκευτικό σύμβολο.

Ο σταυρός δεν είναι αποκλειστικά χριστιανικό σύμβολο, είναι η παγανιστική προσαρμογή του ζωδιακού σταυρού. Γι αυτό ο Χριστός στη πρώιμη θρησκευτική τέχνη απεικονίζεται με το κεφάλι του στον σταυρό. Γιατί ο Χριστός είναι ο Ηλιος. Ο Υιός του Θεού, το Φως του Κόσμου, ο Ανατέλλων Σωτήρας που θα έλθει ξανά, όπως κάνει κάθε πρωί με την δόξα του Θεού που πολεμά ενάντια στα έργα του Σκότους, καθώς γεννιέται ξανά, κάθε πρωί και φαίνεται καθώς έρχεται μέσα από τα σύννεφα, ψηλά στο στερέωμα με το στέμμα του από αγκάθια ή ηλιαχτίδες.


Ο Μύθος των Χριστουγέννων σήμερα

Μάνος Χατζιδάκις, Κυριακή 24 Δεκέμβρη 1978

“Ο μύθος των Χριστουγέννων κρατιέται με τη βία απ’ τα παράθυρα και από τις πόρτες, κρεμασμένος σε πανύψηλα κι αφιλόξενα σύγχρονα σκυθρωπά κτίρια. Τον συντηρούν οι δραστηριότητες της αγοράς, τα συμφέροντα των εμπόρων, οι ανελεύθερες κυβερνήσεις- πλην ανατολικών- και οι ακόμη πιο ανελεύθερες θρησκευτικές οργανώσεις, τέλος, οι αστοί και οι εργατικοί, πρόσφατοι μετανάστες στην αστική τάξη, που κατ’ ουσίαν κυβερνάν τον κόσμο μας και που επιθυμούν θρησκευτικές αιτιολογίες και παραδόσεις για διασκέδαση, απόλαυση κι αμεριμνησία.

Ούτε για τα παιδιά, δεν έμειναν τα σύμβολα ανέγγιχτα. Κι αυτά ακόμη προσπαθούν να ονειρεύονται μέσα από τις εφιαλτικές ειδικές εκπομπές της τηλεόρασης, κι απόνα σπίτι που τις μέρες αυτές, δεν έχει να προσθέσει κανένα αληθινό αγαθό, ούτε υποδομή για μια γενναία ονειροπόληση- ονειροπόληση ενός κόσμου ιδανικού, που να τον κυβερνάει ο Χριστός και οι Άγιοι του, με αρχηγό τον Αη Βασίλη. Ιδιαίτερα στον τόπο μας, τα Χριστούγεννα γίνανε μέρες συναλλαγής και αυτοϊκανοποίησης. Ευκαιρία για μια ευρωπαϊκή παράσταση. Αν είχαμε και λίγο περισσότερο χιόνι, ώ τότες τα πράγματα θάσαν καλύτερα.

Η γέννηση του Χριστού παραμένει πια μια επέτειος άγονη και χωρίς αίσθημα. Και η Αθήνα μας, σαν καπνιστό τσουκάλι οινομαγειρείου χωρίς φωτιά και θέρμανση, ζεί την αγιότητα των ημερών, σκυθρωπά, άχαρα και κουρασμένα. Οι δρόμοι σκοτεινοί, για οικονομία βέβαια ηλεκτρισμού, αλλά φαντάζουν απείρως σκοτεινότεροι έτσι καθώς περιέχουν ολοένα και περισσότερο, αναίδεια, αναπηρία και ανανδρία.

Η δυστυχία ολοφάνερη στα μάτια των γερόντων, που φεύγουν κάθε μέρα από κοντά μας θλιμμένοι κι απροστάτευτοι, γνωρίζοντας καλά πια πως γεννήσανε, λειψούς ανθρώπους και πολύ χιόνι, που ατέλειωτα θα τους σκεπάζει στους αιώνες. Τα κάλαντα, τα δώρα και οι αγιασμοί, δεν πείθουνε κανένα ότι προσφέρουνε αγάπη και παράδοση. Μόνο τα πρόσωπα μερικών παιδιών και μερικών γριών που περιφέρονται θλιμμένες, είναι ότι διαθέτει ο κόσμος μας, για ν’ αγαπάς τις μέρες τούτες.

Κι έτσι που ο μύθος των Χριστουγέννων έγινε δίσκος τουρισμού, ζωγραφική σε λαϊκή αγορά, σύνθημα αυτοκόλλητο σε πρακτορείο Προ-Πό, βγήκανε για σεργιάνι χιλιάδες αυτοκίνητα, να πουν τα κάλαντα τα εθνικά, τα θρησκευτικά και τα καταναλωτικά. Πόσο μας ξεκουράζει αυτό το ράντισμα πετρελαίου εις τας οδούς, για να στολίσουμε το σπίτι, για να φωτογραφίσουμε το στολισμένο κέντρο της πόλης, ν’ αφήσουμε τα δώρα μας στους τροχονόμους αστυνομικούς και τέλος να επιστρέψουμε κατάκοποι την μεσημβρία σπίτι μας, για το απαραίτητο και παραδοσιακό γεύμα παραμονής.”

«Ο άνθρωπος αντι-εξελισσεται σε μαιμού (νοητικά) ΤΕΛΕΙΑ ΚΑΙ ΠΑΥΛΑ»

«ΠΛΟΥΤΙΣΑΜΕ ΟΛΟΙ με τον ΜΥΘΟ του Ιησού» Το είπε ο Πάπας Λέων Ι΄Πάπας της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας [11-3-1513 / 1-12-1521]

«ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΤΗΝ ΣΚΥΘΟΠΟΛΗ ! η μεγαλύτερη και πρωτη γενοκτονια των Ελλήνων, φυσικα απο τους Χριστιανους. 26.000.000 Ελληνες, ΑΔΕΙΑΣΕ Η ΕΛΛΑΔΑ και ήρθαν αλλογενείς, δειτε τα τοπονύμια μέχρι σήμερα και το ΕΙΣ ΕΔΑΦΟΣ ΦΕΡΕΙΝ»

@ Ιων Μάγγος / miastala 2009



Τον Ήλιον πάλι άρχισε να υμνείς, παιδί του Δία, Μούσα
Καλλιόπη, τον ολόλαμπρο, που η βοϊδοματη Ευρυφάεσσα
γέννησε για το παιδί της Γαίας και του εστερόοντος Ουρανού.
Γιατί ο Υπερίωνας πήρε την πολυξάκουστη Ευρυφάεσσα,
την αδερφή του, κι αυτή του γέννησε πανέμορφα παιδιά,
την ροδοβραχιονάτη Ηώ, την ομορφοπλέξουδη Σελήνη
και τον ακούραστο ήλιο, τον (παρ)όμοιο με τους αθανάτους,
αυτόν που ρίχνει το φως στους θνητούς και στους θεούς
ανεβασμένος πάνω στους ίππους του. τρομερή ματιά αυτός ρίχνει
από την χρυσή περικαιφαλέα του. από αυτόν λαμπρές ακτίνες
ξεχύνουν λάμψη έντονη στους κροτάφους του τα μάγουλά του
λαμρά προβάλλουν το χαριτωμένο πρόσωπό του έτσι
που μακριά να στέλνει τη λάμψη του. στο κορμί του λάμπει
ρούχο όμορφο λεπτοϋφαντο με τους ανέμους. κάτω είναι
αρσενικοί ίπποι. εκεί στήνει το χρυσό αμάξι, τους ίππους του
και τραβάει κατά το βράδυ αππο τον ουρανό προς τον Ωκεανό.
Να έχεις χαρές, άναξ, και δίνε μας ευχάριστη ζωή.
Αρχίζοντας απο σένα θα ψάλω το γένος των θνητών,
των ημιθέων, που οι θεοί έδειξαν τα έργα τους στους θνητούς.

ἥλιον ὑμνεῖν αὖτε Διὸς τέκος ἄρχεο Μοῦσα,
Καλλιόπη, φαέθοντα, τὸν Εὐρυφάεσσα βοῶπις
γείνατο Γαίης παιδὶ καὶ Οὐρανοῦ ἀστερόεντος:
γῆμε γὰρ Εὐρυφάεσσαν ἀγακλειτὴν Ὑπερίων,
αὐτοκασιγνήτην, ἥ οἱ τέκε κάλλιμα τέκνα, 5
Ἠῶ τε ῥοδόπηχυν ἐυπλόκαμόν τε Σελήνην
Ἠέλιόν τ’ ἀκάμαντ’, ἐπιείκελον ἀθανάτοισιν,
ὃς φαίνει θνητοῖσι καὶ ἀθανάτοισι θεοῖσιν
ἵπποις ἐμβεβαώς: σμερδνὸν δ’ ὅ γε δέρκεται ὄσσοις
χρυσέης ἐκ κόρυθος: λαμπραὶ δ’ ἀκτῖνες ἀπ’ αὐτοῦ 10
αἰγλῆεν στίλβουσι παρὰ κροτάφων δέ τ’ ἔθειραι
λαμπραὶ ἀπὸ κρατὸς χαρίεν κατέχουσι πρόσωπον
τηλαυγές: καλὸν δὲ περὶ χροὶ̈ λάμπεται ἔσθος
λεπτουργές, πνοιῇ ἀνέμων: ὕπο δ’ ἄρσενες ἵπποι.
ἔνθ’ ἄρ’ ὅ γε στήσας χρυσόζυγον ἅρμα καὶ ἵππους, 15
[αὐτόθι παύεται ἄκρου ἐπ’ οὐρανοῦ, εἰσόκεν αὖτις] 15α
θεσπέσιος πέμπῃσι δι’ οὐρανοῦ Ὠκεανόνδε.
χαῖρε, ἄναξ, πρόφρων δὲ βίον θυμήρε’ ὄπαζε.
ἐκ σέο δ’ ἀρξάμενος κλῄσω μερόπων γένος ἀνδρῶν
ἡμιθέων, ὧν ἔργα θεαὶ θνητοῖσιν ἔδειξαν.






πηγη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου