Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα των άρθρων -Τα δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν τους συγγραφείς.

Ιανουαρίου 12, 2017

Ελίτ και Σόιμπλε θέλουν τη δραχμή καθώς πλέον δεν πρόκειται να τους κοστίσει τίποτα...

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
Ένας επί πλέον συνήγορος είναι ο κ. Σόιμπλε, αφενός μεν επειδή δεν πιστεύει πως η Ελλάδα είναι σε θέση να ανακάμψει εντός της Ευρωζώνης, αφετέρου λόγω του ότι επιθυμεί να διεξάγει το πείραμα – ενώ δεν πρόκειται να του κοστίσει τίποτα, αφού θα του ανήκει ήδη η χώρα.


Είναι πλέον εμφανές ότι, η οικονομική ελίτ της χώρας στρέφεται προς τη λύση της δραχμής (ανάλυση) – συνεπικουρούμενη από εκείνους τους πολιτικούς που φοβούνται πως θα κληθούν τελικά να πληρώσουν για τις τεράστιες ευθύνες τους, όσον αφορά την κακοδιαχείριση της οικονομίας εκ μέρους τους, εάν τελικά η Ελλάδα χρεοκοπήσει.


Αυτό τουλάχιστον συμπεραίνεται, μεταξύ άλλων, από την αλλαγή στάσης του υπουργού οικονομικών του Κ. Καραμανλή, του Γ. Αλογοσκούφη, ο οποίος αναφέρθηκε δημοσίως στην ανάγκη συντεταγμένης εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ και επιστροφής στη δραχμή (πηγή: Zero) – επικαλούμενος την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ, η οποία δεν προκάλεσε κανένα θέμα (εκτός βέβαια από την τρομακτική υποτίμηση της στερλίνας).


Φυσικά η οικονομική ελίτ, η οποία φοβάται κυρίως τις κοινωνικές αναταραχές και εξεγέρσεις, διαθέτει αρκετά ευρώ στο εξωτερικό, οπότε θα μπορούσε να αγοράσει σημαντικά πάγια περιουσιακά στοιχεία στην Ελλάδα – τα οποία ήδη πωλούνται σε εξευτελιστικές τιμές, ενώ θα μειώνονταν ακόμη περισσότερο σε όρους ευρώ, εάν η χώρα υιοθετούσε τη δραχμή.


Πόσο μάλλον την πρώτη χρονική περίοδο, όπου η δραχμή θα υποτιμούταν εξτρεμιστικά, έως ότου επανέλθει στην κανονική της ισοτιμία – αφού θα έκλειναν για μερικές ημέρες οι τράπεζες, η ρευστότητα θα υποχωρούσε σημαντικά, θα «μεταφράζονταν» οι καταθέσεις σε δραχμές, θα σχηματίζονταν ουρές στα ΑΤΜ για την ανάληψη ποσών που ίσως δεν θα ξεπερνούσαν τις 60 δραχμές ανά εβδομάδα (εάν επιλεχθεί η ισοτιμία δραχμής/ευρώ στο 1:1), οι τιμές των εισαγομένων προϊόντων θα εκτοξεύονταν στα ύψη, θα υπήρχαν μεγάλες ελλείψεις κοκ.


Ένας επί πλέον συνήγορος της δραχμής είναι η Γερμανία του κ. Σόιμπλε, αφενός μεν επειδή δεν πιστεύει πως η Ελλάδα είναι σε θέση να ανακάμψει εντός της Ευρωζώνης, αφετέρου λόγω του ότι επιθυμεί διακαώς να διεξάγει το πείραμα της εξόδου κάποιας χώρας από το κοινό νόμισμα – μεταξύ άλλων για να χρησιμοποιηθεί ως «παράδειγμα προς αποφυγή» για τα άλλα κράτη, έτσι ώστε να πάψουν να αντιδρούν στην πολιτική λιτότητας και να αποδεχθούν τη γερμανική ηγεμονία.


Προτιμάει δε την Ελλάδα, αφού έχει εξασφαλίσει μέσω του PSI, καθώς επίσης του τρίτου μνημονίου (Υπερταμείο), την «κατάσχεση» της δημόσιας περιουσίας της – επίσης της ιδιωτικής, με τη βοήθεια του αφελληνισμού των τραπεζών (ανάλυση).


Υπενθυμίζουμε πως για το ξεπούλημα των τραπεζών όχι μόνο δεν εισέπραξε τίποτα το δημόσιο αλλά, αντίθετα, του κόστισε περί τα 40 δις € – ενώ υπεξαιρέθηκαν ουσιαστικά οι μετοχές των ιδιωτών επενδυτών, από μία ενέργεια που χαρακτηρίσθηκε ως «το σκάνδαλο των σκανδάλων». Εκτός αυτού, τόσο οι πλειστηριασμοί, όσο και η εξαγορά της υπόλοιπης περιουσίας των Ελλήνων θα είναι πολύ πιο συμφέρουσα σε δραχμές – οπότε η δραχμή εξυπηρετεί τον κ. Σόιμπλε από πολλές διαφορετικές πλευρές.


Περαιτέρω, έχουμε την άποψη ότι, με κριτήριο τη μισθολογική ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας, η οποία έχει πλέον επιτευχθεί μέσω της εσωτερικής υποτίμησης, η πτώση της ισοτιμίας της δραχμής δεν θα υπερέβαινε το 20% – μετά από την πρώτη περίοδο βέβαια, όπου ασφαλώς θα ξεπερνούσε το 50%. Απαραίτητη προϋπόθεση θα ήταν προφανώς η σωστή διαχείριση της εξόδου από το ευρώ, κυρίως όμως η συνέχεια, εκ μέρους της (όποιας) κυβέρνησης της – διαφορετικά όλα μπορούν να συμβούν, όπως στην περίπτωση της Βενεζουέλας. Ειδικότερα τα εξής:


Το παράδειγμα της Βενεζουέλας


Η Βενεζουέλα οδηγείται ολοταχώς προς τη χρεοκοπία, παρά το ότι το δημόσιο χρέος της είναι της τάξης του 50% του ΑΕΠ της έναντι 180% της Ελλάδας, λόγω του εξωτερικού χρέους της – κυρίως επειδή τα συναλλαγματικά της αποθέματα μειώθηκαν από 40 δις $ το 2009 στα 10 δις $, παρά το ότι πούλησε χρυσό το 2016 για να τα αυξήσει (170 τόνους, με αποτέλεσμα να διαθέτει πλέον λιγότερο από 190 τόνους, σε σύγκριση με τους 360 τόνους πρόσφατα – γράφημα).

Επεξήγηση γραφήματος: Εξέλιξη των συναλλαγματικών αποθεμάτων της Βενεζουέλας (γαλάζια καμπύλη), σε σχέση με τα αποθέματα χρυσού (διακεκομμένη μαύρη καμπύλη).


Η αιτία είναι εν πρώτοις οι πτωτικές τιμές του πετρελαίου, από τις εξαγωγές του οποίου εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό τα οικονομικά της – αφού δεν παράγει σχεδόν τίποτα. Κάτι ανάλογο θα μπορούσε να συμβεί με την Ελλάδα, εάν υπήρχε πτώση στα τουριστικά της έσοδα, μεταξύ άλλων ως αποτέλεσμα της υποτιμημένης δραχμής χωρίς την ταυτόχρονη ανάλογη αύξηση των αφίξεων – επειδή ο παραγωγικός ιστός της χώρας μας είναι επίσης κατεστραμμένος, οπότε εξαρτάται από τις εισαγωγές, μεταξύ των οποίων από τις πρώτες ύλες για την παραγωγή προϊόντων.


Όσον αφορά τις ελληνικές εξαγωγές, σημαντικότερες είναι αυτές των προϊόντων διύλισης πετρελαίου – τα οποία όμως αγοράζονται και πωλούνται σε δολάρια, οπότε δεν θα γινόντουσαν πιο φθηνά από μία υποτιμημένη δραχμή.


Περαιτέρω στη Βενεζουέλα, το πετρέλαιο χρηματοδοτεί περισσότερο από το 50% του προϋπολογισμού της, ενώ είναι σχεδόν το μοναδικό εξαγωγικό της προϊόν (ουσιαστικά όπως ο τουρισμός για την Ελλάδα). Εκτός αυτού, το σύνολο σχεδόν του κοινωνικού της κράτους, στα πλαίσια της «Βολιβαριανής επανάστασης» των Chavez και Maduro, έχει χρηματοδοτηθεί από τη νομισματική επέκταση – από το συνεχές τύπωμα δηλαδή χρημάτων (όπως πρεσβεύουν οι υποστηρικτές της δραχμής, με στόχο την επιστροφή της Ελλάδας σε πορεία ανάπτυξης).


Ως εκ τούτου το 1998, πριν δηλαδή την προεδρεία Chavez, η εκτεταμένη ευρεία προσφορά χρήματος (Μ3), ανερχόταν στα 10,6 δις Μπολίβαρ (1 VEF = 095 €). Το 2010 είχε υπερβεί τα 290 δις Μπολίβαρ (VEF), ενώ τον Οκτώβρη του 2016 έφτασε στα 7.513,9 δις Μπολίβαρ – αυξήθηκε δηλαδή κατά περίπου 710 φορές (γράφημα).

Επεξήγηση γραφήματος: Εξέλιξη της ποσότητας χρήματος Μ3 στη Βενεζουέλα.


Συνεχίζοντας, ως αποτέλεσμα της αύξησης της ποσότητας χρήματος, το ποσοστό πληθωρισμού ανήλθε από το 25% πριν το 2012 στο 180% το 2015 – όπου η κυβέρνηση σταμάτησε πρακτικά να δημοσιεύει στοιχεία. Σύμφωνα τώρα με το ΔΝΤ, ο πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 480% το 2016, καθώς επίσης στο 1.640% το 2017 – ενώ την ίδια στιγμή μειώθηκαν η παραγωγή πετρελαίου και οι εξαγωγές, από 30,7 δις βαρέλια το τρίτο τρίμηνο του 2008 στα 10 δις βαρέλια ανά τρίμηνο.


Από την άλλη πλευρά, το Φεβρουάριο του 2016 η κυβέρνηση της Βενεζουέλας υποτίμησε το νόμισμα της επίσημα απέναντι στο δολάριο κατά 37% – από 6,3 δηλαδή Μπολίβαρ ανά δολάριο, στα 10 Μπολίβαρ. Εν τούτοις η ισοτιμία στη μαύρη αγορά ήταν ήδη στα 1.000 Μπολίβαρ ανά δολάριο – γεγονός από το οποίο συμπεραίνεται ότι, οι αναφορές σε μία ρυθμιζόμενη ισοτιμία είναι ανόητες, αφού δεν λαμβάνουν υπ’ όψιν τη μαύρη αγορά (όπως στο παράδειγμα της Αιγύπτου).


Συνοψίζοντας, είναι θέμα χρόνου η στάση πληρωμών της Βενεζουέλας, αφού σύντομα δεν θα είναι σε θέση να χρηματοδοτεί τις εισαγωγές της. Υποθέτουμε δε πως θα αναγκασθεί τελικά να ζητήσει τη βοήθεια του ΔΝΤ – αφού προηγουμένως βυθιστεί στο χάος, «εμπλουτισμένο» με κοινωνικές αναταραχές και εξεγέρσεις, συμπαρασύροντας πιθανότατα αρκετές από τις γειτονικές της χώρες.


Επίλογος


Ολοκληρώνοντας, δεν ισχυριζόμαστε πως κάτι ανάλογο θα συνέβαινε στην Ελλάδα, μετά την ενδεχόμενη υιοθέτηση της δραχμής. Πιστεύουμε όμως πως σήμερα, σε αντίθεση με το 2010 ή, έστω, πριν από την υπογραφή του PSI, η επιστροφή στη δραχμή θα ήταν μία εξαιρετικά δύσκολη διαδικασία, ακόμη και για μία κυβέρνηση με θεϊκές ικανότητες – την οποία μάλλον δεν διαθέτουμε.


Οφείλει δε να δοθεί η απαιτούμενη σημασία στο γεγονός ότι, ακόμη και αν διαγραφούν όλα τα δημόσια χρέη ή εάν μετατραπούν σε δραχμές, τα ιδιωτικά ούτε διαγράφονται, ούτε μετατρέπονται σε δραχμές όσον αφορά τα εξωτερικά χρέη – γεγονός που σημαίνει ότι, η δραχμή θα συνοδευόταν από ένα κύμα εταιρικών χρεοκοπιών.


Επί πλέον από τη μείωση του ΑΕΠ σε όρους ευρώ κατά το ποσοστό της υποτίμησης, καθώς επίσης του ανάλογου περιορισμού της αγοραστικής αξίας των εισοδημάτων (μισθών, συντάξεων κοκ.) – όταν οι τιμές των προϊόντων θα αυξάνονταν, επειδή τα περισσότερα είναι εισαγόμενα.


Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου