Για να υποστηρίξω την ορθότητα του τίτλου του παρόντος κειμένου θα περιοριστώ ενδεικτικά σε μερικές μόνο προσωπικότητες της αρχαιότητας που διώχθηκαν.
Ο τραγικός ποιητής Αισχύλος πέθανε το 456 π.Χ. εξόριστος στη Γέλα της Σικελίας σε ηλικία 69 ετών.
Ο μυθοποιός Αίσωπος καταδικάστηκε δολίως για ιεροσυλία από ιεροδικαστές των Δελφών το 564 π.Χ. και κατακρημνίστηκε, κατά μία εκδοχή, από την κορυφή Υάμπεια του Παρνασσού.
Ο Αλκιβιάδης δολοφονήθηκε εξόριστος το 404 π.Χ. από τον Φαρνάβαζο στη Φρυγία.
Ο προσωκρατικός φιλόσοφος Αναξαγόρας πέθανε στην εξορία. Πιο συγκεκριμένα, στην ηλικία των 72 ετών διώχθηκε στην Αθήνα από την Εκκλησία του Δήμου για τις θρησκευτικές και ευρύτερα τις φιλοσοφικές του πεποιθήσεις, με το πρόσχημα της ασέβειας. Με την επέμβαση του Περικλή απέφυγε τη θανατική καταδίκη, αλλά αναγκάστηκε να εξοριστεί το 428/427 π.Χ. στη Λάμψακο, όπου ίδρυσε φιλοσοφική σχολή, την οποία διηύθυνε μέχρι το θάνατό του. Σημειωτέον ότι η περίπτωσή του αποτελεί την πρώτη δίωξη φιλοσόφου στην Αθήνα.
Ο φιλόσοφος Αριστοτέλης ο Σταγειρίτης δεν επέδειξε φιλομακεδονική στάση τα χρόνια που έζησε στην Αθήνα, όπου είχε ιδρύσει τη σχολή του, το περίφημο Λύκειο. Οι οπαδοί εντούτοις του αντιμακεδονικού κόμματος, με την είδηση του θανάτου του Μεγάλου Αλεξάνδρου το 323 π.Χ., νόμισαν ότι βρήκαν την ευκαιρία να εκδικηθούν τους Μακεδόνες στο πρόσωπο του Αριστοτέλη. ΄Ετσι, το ιερατείο, με εκπρόσωπο του τον ιεροφάντη της Ελευσίνιας Δήμητρας, και η σχολή του Ισοκράτη με τον Δημόφιλο κατηγόρησαν τον φιλόσοφο για ασέβεια («γραφή ασέβειας»). Εκείνος, επειδή κατάλαβε τα πραγματικά κίνητρα και τις αληθινές προθέσεις των μηνυτών του, κατέφυγε στη Χαλκίδα προτού να γίνει η δίκη του (323 π.Χ.). Εκεί πέθανε το 322 π.Χ.
Ο μουσικός, φιλόσοφος και θεωρητικός Δάμων (Ε’ αι. π.Χ.), δάσκαλος των σημαντικότερων προσώπων της εποχής του στην Αθήνα, εξορίστηκε.
Ο πυθαγόρειος γιατρός Δημοκίδης (500 π.Χ.) εξάσκησε την ιατρική σε πολλά μέρη της Ελλάδας, ακόμα και στην αυλή του Δαρείου. Επιστρέφοντας στην πατρίδα του, τον Κρότωνα, καταδιώχθηκε μαζί με άλλους Πυθαγορείους και κατέφυγε στις Πλαταιές.
Ο ρήτορας Δημοσθένης αυτοκτόνησε με δηλητήριο το 322 π.Χ. στην Καλαύρεια ή Καλαυρία (σημ. Πόρο μαζί με τη Σφαιρία), όπου είχε καταφύγει ικέτης στον εκεί ναό του Ποσειδώνα καταδιωκόμενος από τους Μακεδόνες.
Ο ποιητής και σοφιστής Διαγόρας ο Μήλιος (Ε’ π.Χ. αι.) κατέκρινε την ελληνική θρησκεία και ασκούσε κριτική στα Ελευσίνια Μυστήρια. Οι Αθηναίοι τον κατηγόρησαν για αθεϊα και ασέβεια, οπότε αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πόλη για να αποφύγει την καταδίκη του.
Ο φιλόσοφος από την Κρήτη Διογένης ο Απολλωνιάτης (Ε’ αι. π.Χ.), μαθητής του Αναξιμένη, καταδιώχθηκε για αθεϊα όπως και ο Αναξαγόρας.
Η ζωή του σοφού, μάντη και θεουργού Επαμεινώνδα από την Κρήτη (Ζ’–ΣΤ’ αι. π.Χ.) καλύπτεται από πολλούς μύθους και θαύματα. Είχε αναλάβει την κάθαρση της Αθήνας από το «Κυλώνειον ΄Αγος» (596 π.Χ.) και έκανε πολλούς άλλους καθαρμούς πανελληνίως. Σύμφωνα με μια παράδοση, δολοφονήθηκε από τους Σπαρτιάτες λόγω των χρησμών του.
Ο στρατηγός Θεμιστοκλής, καταδικασμένος ερήμην σε θάνατο επί μηδισμώ, αυτοκτόνησε το 460 π.Χ. στη Μαγνησία την επί του Μαιάνδρου, σε ηλικία 75 ετών, αφού είχε καταφύγει, αυτοεξόριστος, στην αυλή του πέρση βασιλέα Αρταξέρξη Α’, που του είχε ζητήσει να στραφεί εναντίον της πατρίδας του.
Ο λυρικός και ελεγειακός ποιητής Θέογνις ο Μεγαρεύς (περ. 560-500 π.Χ.) εξορίστηκε ως ολιγαρχικός και περιπλανήθηκε σε πολλά μέρη.
Ο ιστορικός Θουκυδίδης αυτοεξορίστηκε, καταδικασμένος σε θάνατο, επειδή, όταν υπηρετούσε ως στρατηγός μικρού στόλου στη Θάσο και τη Θράκη, έχασε την Αμφίπολη από τον λακεδαιμόνιο στρατηγό Βρασίδα. Μετά εικοσάχρονη αυτοεξορία στη Θράκη πέθανε περί το 396 π.Χ., σε ηλικία 75 ετών, αιφνίδια ή βίαια, όπως μπορεί κανείς να εικάσει από το έργο του που παρέμεινε ατελές.
Ο αρχιτέκτονας Ικτίνος εργάστηκε κατά το δεύτερο μισό του Ε’ π.Χ. αιώνα. Υπήρξε σύντροφος, συνεργάτης του γλύπτη Φειδία και πρέπει να εγκατέλειψε μαζί του την Αθήνα, μετά το θάνατο του Περικλή, και να εγκαταστάθηκε στην Πελοπόννησο όπου και πέθανε.
Ο επικός ποιητής Πανυάσις από την Αλικαρνασσό (Ε’ αι. π.Χ.) ήταν θείος ή εξάδελφος του Ηρόδοτου. Το 454 π.Χ. εκτελέστηκε από τον τύραννο Λύγδαμι.
Λίγο πριν από την έναρξη του Πελοποννησιακού πολέμου, ο Περικλής, η σύντροφός του Ασπασία και ο φίλος του και σπουδαίος γλύπτης Φειδίας δέχθηκαν σειρά δικαστικών επιθέσεων εις βάρος τους από την Εκκλησία του Δήμου. Πιο συγκεκριμένα, ο Περικλής κατηγορήθηκε το 430 π.Χ. για διασπάθιση του δημόσιου χρήματος και για κατάχρηση της εξουσίας. Πολλοί πιστεύουν ότι ο Περικλής υποστήριξε την επιλογή του πολέμου εναντίον της Σπάρτης και την έναρξη του ζοφερότατου Πελοποννησιακού πολέμου, επειδή η πολιτική του θέση είχε αρχίσει να κλονίζεται πολύ σοβαρά και εκείνος ήθελε να αποφύγει τον αυξανόμενο εσωτερικό ανταγωνισμό εντός των Αθηνών. Ο Περικλής κατάφερε να μειώσει το εναντίον του μένος του Δήμου, αλλά οι εσωτερικοί εχθροί του επανεμφανίστηκαν και κατάφεραν να του στερήσουν το αξίωμα του στρατηγού και να τον τιμωρήσουν με χρηματικό ποσό μεταξύ 15 και 50 ταλάντων. Εισαγγελέας στη δίκη του ήταν ο φιλόδοξος πολιτικός Κλέων. Μόλις ένα χρόνο αργότερα το 429 π.Χ. ο Περικλής επανέκτησε την εμπιστοσύνη του λαού και επανεκλέχθηκε στρατηγός, αλλά την ίδια χρονιά πέθανε από τον λοιμό που είχε ενσκύψει στην Αθήνα.
Ο Πρόδικος ο Κείος (περ. 470-μετά το 399 π.Χ.), από τους σημαντικότερους σοφιστές της αρχαιότητας, σύγχρονος του Δημόκριτου του Αβδηρίτη και του Σωκράτη, ήρθε στην Αθήνα ως πρέσβης της πατρίδας του και άσκησε το επάγγελμα του ρήτορα και δασκάλου. Καταδικάστηκε από τους Αθηναίους ως «διαφθείρων τους νέους» και ήπιε το κώνειο.
Ο ποιητής και μουσικός Στρατόνικος (Δ’ αι. π.Χ.) εκτελέστηκε από τον τύραννο Νικοκλέωνα επειδή τον σατίρισε.
Ο μέγιστος των φιλοσόφων Σωκράτης κατηγορήθηκε για ασέβεια προς τους θεούς και για τη διαφθορά των νέων, εισάγοντας καινά δαιμόνια, και καταδικάστηκε σε θάνατο πίνοντας το κώνειο το 399 π.Χ.
Ο ποιητής Τιμοκρέων ο Ρόδιος (πρώτο μισό του Ε’ αι. π.Χ.) κατηγορήθηκε μετά τους Περσικούς πολέμους (471 π.Χ.) ότι εμήδισε και εξορίστηκε. Λέγεται πως ο Θεμιστοκλής δεν ανακάλεσε την εξορία του, όπως την είχε ανακαλέσει για πολλούς άλλους συνεργάτες των Περσών, επειδή δεν πήρε χρήματα από αυτόν.
Ο γλύπτης Φειδίας, υπεύθυνος για την ανοικοδόμηση όλων των κτιριακών συγκροτημάτων στην Ακρόπολη των Αθηνών, την οποία του είχε αναθέσει ο φίλος του Περικλής, κατηγορήθηκε στην Αθήνα μία πρώτη φορά για κατάχρηση ενός συγκεκριμένου ποσού χρυσού και αθωώθηκε. Μία δεύτερη φορά κατηγορήθηκε για αλαζονεία, επειδή είχε δήθεν φιλοτεχνήσει στην ασπίδα του χρυσελεφάντινου αγάλματος της θεάς Αθηνάς μια σκηνή, η οποία απεικόνιζε τον εαυτό του μαζί με μιαν άλλη μορφή που έμοιαζε υπερβολικά στον Περικλή, να πολεμούν εναντίον των μυθικών Αμαζόνων. Ο Πλούταρχος αναφέρει πως ο Φειδίας πέθανε στη φυλακή, ενώ σύμφωνα με τον χρονικογράφο του Δ’ π.Χ. αιώνα Φιλόχωρο μετά την ολοκλήρωση του αγάλματος της Παρθένου ο Φειδίας εγκατέλειψε για πάντα την Αθήνα προκειμένου να αποφύγει την καταδίκη του για αλαζονεία και κατέφυγε στην Ολυμπία. Το εργαστήριό του βρισκόταν στην ΄Αλτη. Εκεί με τους τεχνίτες του εργαστηρίου του και με συνεργάτη τον γλύπτη Κολώτη φιλοτέχνησε το κολοσσιαίο χρυσελεφάντινο λατρευτικό άγαλμα του Διός, ένα από τα επτά θαύματα του κσμου. Δυστυχώς κι εδώ τον Φειδία τον κυνήγησε η ίδια μοίρα, αφού φυλακίστηκε και πάλι για κατάχρηση και κλοπή χρυσού και φυλακίστηκε ώς τον θάνατό του.
Φοίβος Ι. Πιομπίνος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου