Δωδεκάθεο. Η Πατρώα Θρησκεία των Αιγυπτίων ενώ κατηγορούν τον Χριστιανισμό ως μη ελληνική θρησκεία, οι δωδεκαθεϊστές… αιγυπτιολάτρες!
Οι θεοί του Ολύμπου ήταν αιγυπτιακοί και όχι ελληνικοί, όπως μαρτυρούν οι ίδιοι οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς.
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες κυρίως του Ηρόδοτου, του Εκαταίου του Αβδηρίτη και του Διόδωρου Σικελιώτη, οι τάχα «υπερ-Έλληνες» νεοπαγανιστές οφείλουν πολλές ευχαριστίες στους Αιγύπτιους μετανάστες του τόπου μας, επειδή οι πρόγονοί μας πήραν από τον αρχαίο αιγυπτιακό πολιτισμό, τους περισσότερους θεούς στους οποίους πιστεύουν σήμερα οι νέο-ειδωλολάτρες. Μάλιστα, αγαπούν τόσο πολύ τους αιγυπτιακής προέλευσης «θεούς», που την θρησκεία στην οποία τους εντάσσουν, την ονομάζουν «Πατρώα Θρησκεία». Βεβαίως, αυτό δεν είναι ψέμα, διότι το δωδεκάθεο αποτελούσε πράγματι «Πατρώα Θρησκεία», όχι όμως των Ελλήνων, αλλά των Αιγυπτίων!
Όταν λοιπόν οι νεοπαγανιστές (και οι κρυφοί θαυμαστές τους) διατυπώνουν το γνωστό τους εθνικιστικό υβρεολόγιο για τον Χριστιανισμό, επειδή δήθεν αποτελεί… εβραϊκή θρησκεία ή δήθεν αποτελεί θρησκεία μιας ξένης κοσμοθεωρίας (βλέπε ντοκιμαντέρ «Black Μπεεε»), τότε οι Χριστιανοί οφείλουμε να τους θυμίζουμε με επιμονή την αιγυπτιακή προέλευση της θρησκείας του δωδεκαθεϊσμού. Αν δέχονται ότι οι εισαγόμενοι θεοί της Αιγύπτου αποτελούσαν «Πατρώα θρησκεία» των Ελλήνων, εξίσου τους είναι αδύνατο να αρνηθούν ότι ο Χριστιανισμός αποτελεί την πίστη των Πατέρων μας εδώ και 17 αιώνες.
Οι μαρτυρίες
Μαρτυρία 1: Ηρόδοτος
Ο αρχαίος Έλληνας ιστορικός Ηρόδοτος (περ. 484 – περ. 430 π.Χ.) γράφει:
α) «Τα ονόματα όλων σχεδόν των θεών ήρθαν στην Ελλάδα από την Αίγυπτο. Ξέρω από τις έρευνες που έκανα ότι ήρθαν απ’ έξω και συγκεκριμένα από την Αίγυπτο, διότι τα ονόματα αυτά ήταν γνωστά στους Αιγυπτίους από τα βάθη των αιώνων»[1].
Ο Ηρόδοτος δεν εννοεί βέβαια ότι τα ίδια τα ονόματα των θεών του Ελληνικού πανθέου ήρθαν από την Αίγυπτο (γνωρίζει τη διαφορά στις ονομασίες τους, π.χ. Άμμων και Ζευς), αλλά ότι οι Ελληνικοί θεοί προσδιορίστηκαν και η λατρεία τους εγκαθιδρύθηκε και καθορίστηκε με βάση τους Αιγυπτιακούς[2]
Μαρτυρία 2: Ηρόδοτος
Επίσης, σε άλλο σημείο ο Ηρόδοτος συμπληρώνει:
«… σχετικά με τις μυστικές τελετουργίες της Δήμητρας, τις οποίες οι Έλληνες αποκαλούν Θεσμοφόρια […] ήταν οι κόρες του Δαναού που έφεραν αυτή την τελετή από την Αίγυπτο και δίδαξαν τις Πελάσγιες γυναίκες πώς να την εκτελούν»[3].
Μαρτυρία 3: Ηρόδοτος
Επιπλέον, ο Έλληνας ιστορικός μας βεβαιώνει τα εξής για τις Διονυσιακές τελετές (τις θυσίες προς τιμήν του, το έθιμο της φαλλικής λιτανείας κ.λπ.):
«Δεν θα παραδεχτώ ποτέ ότι οι παρόμοιες τελετές που οργανώνονται στην Ελλάδα και την Αίγυπτο είναι το αποτέλεσμα απλής σύμπτωσης – αν αλήθευε αυτό, οι τελετές μας θα είχαν Ελληνικό χαρακτήρα και δεν θα είχαν εισαχθεί πρόσφατα στην Ελλάδα. Ούτε θα δεχτώ ποτέ ότι οι Αιγύπτιοι πήραν από τους Έλληνες αυτό ή οποιοδήποτε άλλο έθιμό τους»[4].
Φανταστείτε: ο ίδιος ο Ηρόδοτος ομολογεί ότι οι τελετές αυτές δεν είχαν ούτε καν ελληνικό χαρακτήρα!
Μαρτυρία 4: Εκαταίος Αβδηρίτης και Διόδωρος Σικελιώτης
Όπως και ο Ηρόδοτος, την εισαγωγή θεοτήτων από την Αίγυπτο, επιβεβαιώνει και ο Διόδωρος Σικελιώτης (1ος αι. π.Χ.) για τον οποίο μάλιστα γνωρίζουμε πως βρίσκεται σε συμφωνία με τον «Εκαταίο τον Αβδηρίτη, που επισκέφτηκε την Αίγυπτο στις αρχές του τρίτου προ Χριστού αιώνα»[5].
Άρα, ο Διόδωρος αποδέχεται και επιβεβαιώνει μια μαρτυρία δύο αιώνες αρχαιότερη, σύμφωνα με την οποία:
«… από την Αίγυπτο πήραν όλες τις γνώσεις για τις οποίες θαυμάστηκαν από τους Έλληνες. Ο Ορφέας, για παράδειγμα, πήρε από την Αίγυπτο τις περισσότερες από τις μυστικές τελετουργίες, τις οργιαστικές τελετές που συνοδεύουν τις περιπλανήσεις του και τη μυθική παράδοση για τις εμπειρίες του στον Άδη. Γιατί η λατρεία του Όσιρι είναι ίδια μ’ εκείνη του Διονύσου, ενώ της Ίσιδος είναι πανομοιότυπη με την αντίστοιχη της Δήμητρας και μόνο τα ονόματα έχουν αλλάξει»[6].
Είναι ντροπιαστικό, ότι οι νεοπαγανιστές θέλουν να μας επιβάλλουν ως δήθεν ελληνική, μια εντελώς ξένη θρησκεία την οποία οι πρόγονοί μας εισήγαγαν αυτούσια από την Αίγυπτο!
Μαρτυρία 5: Εκαταίος Αβδηρίτης και Διόδωρος Σικελιώτης
Επίσης, οι δύο ιστορικοί συμφωνούν μαζί με τον Ηρόδοτο για την εισαγωγή των πρωτόγονων διονυσιακών τελετών:
«… οι Έλληνες, παίρνοντας από την Αίγυπτο τα όργια και τις εορτές του Διονύσου, τιμούν το γεννητικό μόριο τόσο στα μυστήρια τους όσο και στις τελετουργίες και θυσίες προς τιμήν του θεού και το ονομάζουν φαλλό»[7].
Για άλλη μια φορά αξίζουν «συγχαρητήρια» στους νέο-ειδωλολάτρες και στον Θόδωρο Μαραγκό που έφτιαξε ολόκληρο ντοκιμαντέρ για να υμνήσει τις τόσο «λεπτεπίλεπτες» και «διακριτικές» τελετουργίες όπως αυτή, κατά την οποία θα πρέπει να φανταστούμε τους πρόγονούς μας να προσκυνούν με υψωμένα τα χέρια έναν… ορθωμένο φαλλό-τοτέμ σαν ιθαγενείς πρωτόγονης φυλής! Έ-λ-ε-ο-ς!
Μαρτυρία 6: Σχόλιο στα «Αργοναυτικά» του Απολλώνιου Ροδίου
Μια ακόμη σημαντική πληροφορία προκύπτει από σχόλιο στα «Αργοναυτικά» του Απολλώνιου Ροδίου (IV, 257-262c) το οποίο ξεκάθαρα αναφέρεται σε δώδεκα [ιβ] θεούς της Αιγύπτου ως προστάτες των ζωδιακών συμβόλων[8]:
«Ίππυς δε τους Αιγυπτίους πρώτους γεγενήσθαι στοχάζεται εκ της του αέρος κράσεως και εκ του γονιμώτατον είναι το του Νείλου ύδωρ. γεγονέναι δε αυτούς φησιν ο Απολλώνιος προ του πάντα τα άστρα φανήναι. καθό την τε φύσιν κατανοήσαι αυτών δοκούσι και τα ονόματα θείναι, και τα μεν ιβ [12] ζώδια θεούς βουλαίους προσηγόρευον»[9].
Βεβαίως, η επιρροή αυτή από την Αίγυπτο συνεχίστηκε και κατά την ελληνιστική εποχή. Γνωρίζουμε ότι η ελληνιστική θεότητα του Ερμή του Τρισμέγιστου «προέκυψε από τη μεταφορά στην ελληνική Θρησκεία του αιγυπτιακού Θεού Θωθ […] Με την εγκαθίδρυση της δυναστείας των Πτολεμαίων, Έλληνες έποικοι εγκαταστάθηκαν μεταξύ άλλων και στην ιερή πόλη του Θωθ. Από αυτόν τον ελληνικό πυρήνα και από την συγκρητιστική τάση της εποχής προέκυψε η ταύτιση του Ερμή και του Θωθ. Σε όστρακο που χρονολογείται από τον 2ο αι. π.Χ. ιερέας του Θωθ τον αναφέρει ως Τρισμέγιστο. Η ονομασία του αυτή ήταν φυσικό να αποδοθεί και στον αντικαταστάτη του, τον Ερμή […] Την εποχή λοιπόν των Πτολεμαίων μεταφράζονται τα ιερά αιγυπτιακά κείμενα του Τρισμέγιστου Θωθ ως Τρισμέγιστου Ερμή πλέον»[10].
Μάλιστα, η αιγυπτιολατρεία είναι προφανής ακόμα και στις πιο «κατώτερες» θρησκευτικές της εκδηλώσεις, καθώς στην Αιγυπτιακή θρησκεία συνυπήρχαν ο ανθρωπομορφισμός και η αντίληψη για θεούς με μορφές ζώων. Οι πρόγονοί μας λοιπόν ήταν κανονικότατα παγανιστικά «πρόβατα» της αιγυπτιολατρείας, αφού τα απομεινάρια ακόμα και ζωόμορφων δανείων είναι υπαρκτά στην δήθεν «ελληνική πατρώα θρησκεία»:
1) Σύνδεση του Διόνυσου με μορφή ζώου μας αναφέρει ο Πλούταρχος (50-120 μ.Χ.):
«Γιατί οι γυναίκες των Ηλείων, όταν ψάλλουν ύμνους στον Διόνυσο, τον παρακαλούν να έρθει σ’ αυτές με πόδι ταύρου; Ο ύμνος έχει ως εξής:
Έλα, ήρωα Διόνυσε, / στον ιερό ναό των Ηλείων, / μαζί με τις Χάριτες, / στον ναό, με το ταυρίσιο πόδι σου, σπεύδοντας.
Μετά τραγουδούν δυο φορές: ‘’Άξιε ταύρε’’»[11].
2) Αλλά και ο Όμηρος, ενδεχομένως να μας έχει παραδώσει ίχνη ζωόμορφων χαρακτηριστικών για τη θεά Ήρα, με μια φράση την οποία επαναλαμβάνει στην Ιλιάδα 14 φορές: «βοώπις πότνια Ήρη» (βοώπις= η έχουσα οφθαλμούς βοός, η βοϊδομάτα).
3) Ο Arthur Bernard Cook, στο εκτενές κεφάλαιο «Ο Δίας ως ταύρος» παραθέτει παράσταση ενός Διός Ολβίου με κέρατα ταύρου σε στήλη της Αυτοκρατορικής εποχής (1ος αι. μ.Χ.) από τα περίχωρα της Κυζίκου[12].
4) Επίσης, η μυθική θεότητα Εκάτη, εμφανίζεται συχνά με τη μορφή διάφορων ζώων, όπως άλογο, σκύλος, λύκος κ.λπ[13].
5) Γνωστότατος είναι και ο τραγόμορφος θεός Πάνας που περιγράφεται με κέρατα, σώμα τριχωτό, κάτω άκρα τράγου και πόδια με σχιστή οπλή[14]. Μάλιστα, ο Ηρόδοτος γράφει: «Στην Ελλάδα, ο Ηρακλής, ο Διόνυσος κι ο Πάνας θεωρούνται οι νεότεροι θεοί. Στην Αίγυπτο, αντίθετα, ο Πάνας είναι πολύ αρχαίος…»[15].
Επίλογος
Οι παραπάνω μαρτυρίες είναι αρχαιότατες και ξεκάθαρες. Το Δωδεκάθεο δεν είναι τίποτε άλλο παρά η «πατρώα θρησκεία» των… Αιγυπτίων και δεν έχει καμία σχέση με την Ελλάδα η οποία απλώς εισήγαγε ξένους θεούς και τους άλλαξε τα ονόματα.
Να προσθέσουμε ότι καμία αντίρρηση των νεοπαγανιστών στις παραπάνω μαρτυρίες δεν πρέπει να γίνεται δεκτή. Όταν αρχαίες μαρτυρίες αναφέρουν τους δήθεν ελληνικούς θεούς ως αιγυπτιακούς, η μόνη μαρτυρία που θα μπορούσε να συζητηθεί είναι κάποια που θα έλεγε ότι οι θεοί δεν εισήχθησαν από την Αίγυπτο.
Δεν γνωρίζουμε να υπάρχει τέτοια ευθεία μαρτυρία άρνησης εισαγωγής θεών από την Αίγυπτο, αλλά και αν υπάρχει και θελήσουν να χαρακτηρίσουν το ζήτημα ως αμφιλεγόμενο, και πάλι τίποτε δεν βεβαιώνει τους νεοπαγανιστικούς ισχυρισμούς ότι η δήθεν «ελληνική πατρώα θρησκεία» δεν ήταν αιγυπτιακή!
Μπορούμε λοιπόν κλείνοντας, να πούμε ότι οι νεοπαγανιστές μπορούν κάλλιστα να χαρακτηριστούν ως… αιγυπτιολάτρες, και αφού ως γνήσια «πρόβατα» υιοθέτησαν μια εισαγόμενη θρησκεία.
Σημειώσεις
[1] Στο πρωτότυπο: «Σχεδόν δε και πάντων τα ουνόματα των θεών εξ Αιγύπτου ελήλυθε ες την Ελλάδα. Διότι μεν γαρ εκ των βαρβάρων ήκει, πυνθανόμενος ούτω ευρίσκω εόν. Δοκέω δ’ ων μάλιστα απ’ Αίγυπτον απίχθαι» (Ηρόδοτος, «Ιστορίαι» 2,50). Η μετάφραση από το Ηρόδοτος, «Ιστορία #2. Ευτέρπη» (σειρά «Οι Έλληνες» #45), Κάκτος, Αθήνα 1994, σελ. 101.
[2] Βλ. Σχόλια στο Ηρόδοτος, «Ιστορία #2. Ευτέρπη», ό.π., σελ. 270-271, σημ. #81.
[3] Στο πρωτότυπο: «Και της Δήμητρος τελετής περί, την οι Έλληνες Θεσμοφόρια καλέουσι […] αι Δαναού θυγατέρες ήσαν αι την τελετήν ταύτην εξ Αιγύπτου εξαγαγούσαι και διδάξασαι τας Πελασγιώτιδας γυναίκας» (Ηρόδοτος, «Ιστορίαι» 2,171). Η μετάφραση από το Ηρόδοτος, «Ιστορία #2. Ευτέρπη», ό.π., σελ. 245.
[4] Στο πρωτότυπο: «Ου γαρ δη συμπεσείν γε φήσω τα τε εν Αιγύπτω ποιεύμενα τω θεώ και τα εν τοίσι Έλλησι. ομότροπα γαρ αν ην τοίσι Έλλησι και ου νεωστί εσηγμένα. Ου μεν ουδέ φήσω όκως Αιγύπτιοι παρ’ Ελλήνων έλαβον ή τούτο ή άλλο κου τι νόμαιον» (Ηρόδοτος, «Ιστορίαι» 2,49). Η μετάφραση από το Ηρόδοτος, «Ιστορία #2. Ευτέρπη», ό.π., σελ. 99.
[5] Βλ. εισαγωγή στο Διόδωρος Σικελιώτης, «Άπαντα 1 (Βιβλιοθήκης ιστορικής, Βίβλος πρώτη)», Κάκτος, Αθήνα 1997, σελ. 22.
[6] Στο πρωτότυπο: «… εξ Αιγύπτου μετενηνέχθαι πάντα δι’ ων παρά τοις Έλλησιν εθαυμάσθησαν. Ορφέα μεν γαρ των μυστικών τελετών τα πλείστα και τα περί την εαυτού πλάνην οργια ζόμενα και την των εν άδου μυθοποιίαν απενέγκασθαι. την μεν γαρ Οσίριδος τελετήν τη Διονύσου την αυτήν είναι, την δε της Ίσιδος τη της Δήμη τρος ομοιοτάτην υπάρχειν, των ονομάτων μόνων ενηλλαγμένων» (Διόδωρος Σικελιώτης, «Βιβλιοθήκη ιστορική» 1,95). Η μετάφραση από το Διόδωρος Σικελιώτης, «Άπαντα 1…», ό.π., σελ. 271-273.
[7] Στο πρωτότυπο: «Διό και τους Έλληνας, εξ Αιγύπτου παρειληφότας τα περί τους οργιασμούς και τας Διονυσιακάς εορτάς, τιμάν τούτο το μόριον εν τε τοις μυστηρίοις και ταις του θεού τούτου τελεταίς τε και θυσίαις, ονομάζοντας αυτό φαλλόν» (Διόδωρος Σικελιώτης, «Βιβλιοθήκη ιστορική» 1,22). Η μετάφραση από το Διόδωρος Σικελιώτης, «Άπαντα 1…», ό.π., σελ. 81.
[8] Charlotte R. Long, «The twelve gods of Greece and Rome», E.J. Brill, New York 1987, σελ. 150: «A scholion on Apollonius Rhodius’ Argonautica […] refers to the Twelve Gods (of Egypt) as protectors of the zodiac signs».
[9] C. Wendel, «Scholia in Apollonium Rhodium Vetera» Berlin 1935, σελ. 274.
[10] Βλ. Εισαγωγή στο Ερμής Τρισμέγιστος, Άπαντα, τόμ. 4, «Μαγικά – Κυρανίδες», εκδ. Κάκτος, Αθήνα 2001, σελ. 810-812.
[11] Στο πρωτότυπο: «Διά τι τον Διόνυσον αι των Ηλείων γυναίκες υμνούσαι παρακαλούσι βοέω πόδι παραγίνεσθαι προς αυτάς; έχει δ’ όντως ο ύμνος Ελθείν, ήρω Διόνυσε, / Αλείων ες ναόν / αγνόν συν Χαρίτεσσιν. / ες ναόν τω βοέω ποδι θύων. είτα δις επάδουσιν ‘’άξιε ταύρε’’» (Πλούταρχος, «Αίτια Ελληνικά» 299b). Η μετάφραση από το Πλούταρχος, «Ηθικά», τόμ. 8 (σειρά «Οι Έλληνες» #350), Κάκτος, Αθήνα 1995, σελ. 207.209.
[12] Βλ. Arthur Bernard Cook, «Zeus: A Study in Ancient Religion», Vol. 3, part 1, Cambridge University Press 1940, σελ. 629 (fig. 427). Βλ. και στο διαδίκτυο ΕΔΩ [17/6/2012].
[13] Βλ. Grimal Pierre, «Λεξικό της Ελληνικής και Ρωμαϊκής Μυθολογίας», University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 192α.
[14] Βλ. Grimal Pierre, «Λεξικό …», ό.π., σελ. 529β.
[15] Στο πρωτότυπο: «Εν Έλλησι μεν νυν νεώτατοι των θεών νομίζονται είναι Ηρακλέης τε και Διόνυσος και Παν, παρ’ Αιγυπτίοισι δε Παν μεν αρχαιότατος…» (Ηρόδοτος, «Ιστορίαι» 2,145). Η μετάφραση από το Ηρόδοτος, «Ιστορία #2. Ευτέρπη», ό.π., σελ. 213.
Τι γράφει και το wikipedia για το Δωδεκάθεο
Με τον όρο αρχαία ελληνική θρησκεία εννοείται το σύνολο των δοξασιών και τελετουργικών δρώμενων που τελούνταν στην αρχαία Ελλάδα με τη μορφή λατρευτικών παραδόσεων, ως πρακτικό θεμέλιο και συμπλήρωμα της ελληνικής μυθολογίας. Καθώς μάλιστα στον αρχαιοελληνικό κόσμο οι θρησκευτικές πρακτικές διέφεραν κατά τόπους, θα μπορούσε πιθανώς να αναφερθεί κανείς σε ελληνικές θρησκείες. Οι λατρευτικές πρακτικές των Ελλήνων εκτείνονταν πέρα από τα όρια της ηπειρωτικής Ελλάδας στα νησιά και τις ακτές της Ιωνίας στη Μικρά Ασία, τη Μεγάλη Ελλάδα (Σικελία και νότια Ιταλία) και στις διασκορπισμένες ελληνικές αποικίες της δυτικής Μεσογείου όπως η Μασσαλία. Το ελληνικό θρησκευτικό παράδειγμα επηρέασε τις θρησκευτικές πρακτικές των Ετρούσκων και ιδιαίτερα τις τοπικές, αστικές λατρείες των Ρωμαίων.
Η ακαδημαϊκή έρευνα υποδεικνύει ότι η πρώιμη ελληνική θρησκεία προήλθε ή επηρεάστηκε σημαντικά από σαμανιστικές πρακτικές των στεππών της κεντρικής Ασίας, διαμέσου της ελληνικής αποικίας της Ολβίας στην Σκυθία, στη βόρεια ακτή της Μαύρης θάλασσας με κατάληξη τις πεδιάδες της Θεσσαλίας.
Αρχαϊκή και κλασική περίοδος
Μετά την καταστροφή των μυκηναϊκών ανακτόρων, γεγονός που επηρέασε σημαντικά τις πολιτισμικές εξελίξεις στον ελλαδικό χώρο φαίνεται πως άλλαξαν και οι λατρευτικές συνήθειες. Η διακοπή της λατρείας στα ανακτορικά ιερά φαίνεται πως ώθησε προς την κατεύθυνση νέων υπαίθριων λατρευτικών κέντρων, με παράλληλη ανάπτυξη της ηρωικής λατρείας. Η λατρεία θεοτήτων -γνωστών όπως φαίνεται ήδη από τη μυκηναϊκή εποχή- τα οποία θα συγκροτήσουν αργότερα το Δωδεκάθεο είναι παρούσα σε ιερά όπως αυτά της Αρτέμιδος του Δία, του Απόλλωνα ή Απέλλωνα, της Αθηνάς και του Ποσειδώνα στην Αττική, την Πελοπόννησο ή τη Σάμο και σε ναούς της μέσης γεωμετρικής περιόδου στην Έφεσο και την Ερέτρια με έντονη αναθηματική δραστηριότητα.
Κατά την αρχαϊκή εποχή ο Όμηρος και ο Ησίοδος παίζουν το ρόλο τους, με τα δημοφιλή επικά τους ποιήματα, στην οριστική συγκρότηση και κάποια τυποποίηση του ελληνικού πανθέου, παρά τις κατά τόπους διαφοροποιήσεις. Η θρησκευτική λατρεία αποκτά ισχυρό αστικό χαρακτήρα σε αυτήν την εποχή που θεμελιώνονται οι πόλεις-κράτη ως κεντρικοί πολιτειακοί σχηματισμοί: σκοπός της λατρείας είναι η εξασφάλιση της εύνοιας των θεών σε ατομικό αλλά -ιδίως- και σε κοινοτικό επίπεδο. Καθώς έχει διατηρηθεί η μνήμη της αναπαράστασης φυσικών δυνάμεων ως θεοτήτων, οποιαδήποτε κακοτυχία ή φυσική καταστροφή αποδίδεται στην οργή των θεών. Στους τελευταίους οι Έλληνες προσωποποιούσαν τις κοσμικές δυνάμεις που είναι ισχυρότερες από τον Άνθρωπο και «τη δράση των οποίων αναγνώριζαν στον κόσμο, στην κοινωνική ζωή και στην προσωπική ζωή του ατόμου».
Αυτή την περίοδο οριστικοποιούνται και οι πυρήνες των ελληνικών, μυητικών μυστηριακών λατρειών, όπως του Διονύσου ή της Δήμητρας, οι οποίες αρχικώς έχουν περιθωριακό και μη ελεγχόμενο από το κράτος χαρακτήρα. Εδώ φαίνεται καθαρά η προϊστορική πηγή της ελληνικής λατρείας στην ανάγκη ελέγχου της σοδειάς και της ετήσιας βλάστησης με τη βοήθεια συμπαθητικής μαγείας, με προσπάθεια δηλαδή να ελεγχθεί ο ημερολογιακός ή ο καθημερινός ηλιακός κύκλος μέσω συμβολικής μυθολογικής και τελετουργικής αναπαράστασής του, ή ακόμα και σε σαμανιστικές πρακτικές. Ωστόσο κατά τα τέλη του έκτου αιώνα π.Χ. ένα κύμα μυστικισμού, πιθανώς καταγόμενο από την Αίγυπτο, σαρώνει τον ελλαδικό χώρο. Η ελληνική φιλοσοφία, που είχε ήδη γεννηθεί στην Ιωνία, το προσεγγίζει και έτσι εμφανίζεται η πρώιμη μεταφυσική. Ο πυθαγορισμός και ο ορφισμός αποτελούν τυπικά δείγματα της εποχής, ενώ γρήγορα τοπικές μυστηριακές λατρείες (όπως τα Ελευσίνια Μυστήρια, τα Μυστήρια του Διονύσου ή τα Καβείρια Μυστήρια) επηρεάζονται σημαντικά από αυτές τις εξελίξεις.
Προέλευση
Για τις νέες λατρευτικές συνήθειες ο Ηρόδοτος στο Β΄ βιβλίο Ευτέρπη, μας γνωστοποιεί ότι η προέλευση του όλων των θεών του πανθέου ήταν από τους αρχαίους Αιγύπτιους, όπου ήταν οι πρώτοι που δημιούργησαν τα ονόματα των δώδεκα θεών, ίδρυσαν βωμούς, αγάλματα και ναούς προς τιμήν τους και έπειτα τα υιοθέτησαν οι Έλληνες.
Ο Ηρόδοτος συνεχίζει λίγο παρακάτω και προσθέτει ότι τα ονόματα όλων το θεοτήτων που προήλθαν ήταν γνωστά στους Αιγύπτιους από τα βάθη των αιώνων με μόνες εξαιρέσεις, από τα ονόματα του Ποσειδώνα τον οποίο έμαθαν από τους Λίβυους και των Διόσκουρων και ότι η λατρεία τους εγκαθιδρύθηκε και καθορίστηκε με βάση τους Αιγυπτίους.
πηγη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου