Η γενιά Χ δηλαδή αυτοί που είναι γεννημένοι το 1965-1980 είναι μία γενιά που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη χώρα μας γιατί τόσο ο Αλέξης Τσίπρας όσο και ο Πάνος Καμμένος ανήκουν σε αυτή. Είναι η μικρότερη πληθυσμιακά γενιά συγκρινόμενη με τη γενιά που προηγήθηκε (τη γενιά του Πολυτεχνείου/baby boomers) και την επόμενη τη Γενιά Υ (δύο άκρως ατομικιστικές γενιές).
Ονομάστηκε Χ από το περίφημο βιβλίο του Ντάγκλας Κάπλαντ (Douglas Coupland). Η Γενιά Χ ονομάστηκε «χαμένη» λόγω του σκεπτικισμού, κυνισμού (κάποιοι θα υποστήριζαν μηδενισμού) που τη διακρίνει. Δεν είναι τυχαίο ότι έχει και το χαμηλότερο ποσοστό συμμετοχής στις εκλογές σε σχέση με τις άλλες γενιές. Οφείλεται στον κυνισμό έναντι του πολιτικού συστήματος και στην ακόλουθη απόρριψή του.
Είναι, κατά κάποιους, η πιο μορφωμένη γενιά (στις ΗΠΑ το 35% των μελών της Γενιάς Χ έχουν πτυχία Πανεπιστημίου έναντι 19% της Γενιάς Υ ή Millennials). Την πανεπιστημιακή εκπαίδευση δεν τη συνέδεσαν με την επαγγελματική αποκατάσταση και τον πλουτισμό αλλά ήθελαν μία διαφορετική πορεία στη ζωή τους κάτι που την έκανε να διαφέρει από τις άλλες γενιές.
Εάν και είναι μία γενιά αρκετά εναλλακτική όπου τα μέλη της διαφοροποιούνται πολύ το ένα από το άλλο, χαρακτηριστικό τους είναι ότι η δημιουργία επαγγελματικής καριέρας δεν ήταν στα ενδιαφέροντά τους, απεχθάνονταν άλλωστε τους γιάπης.Πιθανόν αυτός να είναι ένας από τους λόγους που λίγοι από αυτούς ακόμα και μέχρι σήμερα έχουν ανελιχθεί σε υψηλές ιεραρχικά θέσεις, παρά τα προσόντα τους. Ο άλλος λόγος είναι ότι η γενιά του Πολυτεχνείου/baby boomers κατέχει τις υψηλές θέσεις και δεν είναι διατεθειμένη να τις εγκαταλείψει. Δεν είναι τυχαίο ότι η γενιά του Πολυτεχνείου όταν αποφασίσει να εγκαταλείψει κάποια θέση, προωθεί σε αυτή τους σημερινούς τριαντάρηδες (τη γενιά Υ) που είναι άλλωστε τα δικά της παιδιά.
Είναι προσεκτικοί όσον αφορά τη διαχείριση των οικονομικών σε σχέση με την προηγούμενη γενιά των baby boomers ή γενιά του Πολυτεχνείου στα καθ’ημάς ειδικότερα γιατί μεγάλωσε σε μία δύσκολη οικονομικά περίοδο όπως ήταν η δεκαετία του 1980 όπου αρκετοί είδαν τους γονείς τους να χάνουν τις δουλειές τους και να καταστρέφονται οικονομικά (κάτι αντίστοιχο βλέπουν και τα παιδιά της γενιάς Χ που είναι η γενιά Ζ). Είναι η γενιά που επαναστάτησε εναντίον της Γενιάς του Πολυτεχνείου βλέποντας με ειρωνεία και κυνισμό τη μετέπειτα δυσάρεστη εξέλιξή της. Αντισυμβατική, αντι-γιάπι, με όνειρα όχι εστιασμένα στην απόκτηση χρήματος αλλά στη διεύρυνση του πνεύματος πολλές φορές μέσω των ταξιδιών, είναι η γενιά που έδωσε τη μουσική της δεκαετίας του 1990 και την rave κουλτούρα.
Ο σκεπτικισμός τους αφορά όλες τις πλευρές της ζωής τους. Θεωρούνται δύσκολοι καταναλωτές και έχουν το δεύτερο υψηλότερο εισόδημα από όλες τις γενιές και τους αρέσουν τα πολυτελή προϊόντα χωρίς όμως αυτά να χάνουν την πρακτικότητά τους. Παρά το γεγονός ωστόσο ότι έχουν υψηλά εισοδήματα, οι αποταμιεύσεις τους δεν είναι αντίστοιχες γιατί είναι επιβαρυμένοι με δάνεια (στο εξωτερικό κυρίως σπουδαστικά) και τη φροντίδα των παιδιών. Δίνει σημασία στην επωνυμία και τείνει να είναι πιστή σε αυτή.
Είναι μία γενιά που έχει σχέση και με το Διαδίκτυο και με τα κοινωνικά μέσα αφού δαπανούν κατά μέσο όρο επτά ώρες την εβδομάδα στο Facebook ενώ το 58% τους αρέσει να ενημερώνονται από το YouTube. Συμμετέχουν στα κοινωνικά μέσα από τις 20:00 μέχρι τα μεσάνυχτα. Χρησιμοποιούν τα κοινωνικά μέσα για ενημέρωση και όχι για αυτοπροβολή όπως κάνουν οι μεταγενέστερες γενιές. Απεχθάνονται την επίδειξη χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι δεν τους αρέσει να ζουν σε ωραία σπίτια, να ξοδεύουν και να βγάζουν χρήματα.
Στον χώρο εργασίας χαρακτηρίζονται από επινοητικότητα και ανεξαρτησία γι’αυτό και τους αρέσει να εργάζονται αυτόνομα χωρίς κανέναν «πάνω από το κεφάλι τους». Υπήρξε η πρώτη γενιά που μεγάλωσε με Η/Υ (αλλά γνωρίζει πως είναι ο κόσμος και χωρίς τους Η/Υ) γι’αυτό και χειρίζεται άνετα τα κινητά τηλέφωνα, το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, τα κινητά, τα laptops χωρίς όμως να παραγνωρίζει τη σημασία της προσωπικής επικοινωνίας. Δεν είναι πιστοί σε έναν εργοδότη και τους αρέσει να αλλάζουν γι’αυτό και μαθαίνουν αλλά και προσαρμόζονται γρήγορα πάντα όμως με τους δικούς τους όρους. Δεν ζουν για να εργάζονται αλλά εργάζονται για να ζουν, τους αρέσει να εργάζονται σε ένα φιλικό επαγγελματικό περιβάλλον χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι δεν εργάζονται πολλές ώρες ή ότι δεν είναι ανταγωνιστικοί. Οι διευθυντές αυτής της γενιάς χρησιμοποιούν το χιούμορ και τα παιχνίδια ως μέρος των εργασιακών δραστηριοτήτων.
Στην Ελλάδα, η Γενιά Χ είναι η πρώτη γενιά που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα (γι’αυτό και είναι ευαισθητοποιημένη στα θέματα του αστικού περιβάλλοντος σε σχέση με τις προηγούμενες που έβλεπαν την Αθήνα ως προσωρινό τόπο διαμονής με απώτερο όνειρο την επιστροφή στο χωριό), πρόλαβε τις αλάνες, τις γειτονιές και την κρατική τηλεόραση.
Έζησε την προσωπική επικοινωνία και όχι μόνο την ηλεκτρονική. Φλέρταρε, δημιουργούσε σχέσεις, πολλές φορές ζωής. Πρόλαβε τη δωρεάν εκπαίδευση χωρίς τη συνοδεία πλήθους φροντιστηρίων. Είχε ενδιαφέροντα, έβγαινε έξω χωρίς όμως ούτε να παραμελεί τις σπουδές της ούτε αργότερα την εργασία της. Διάβασε βιβλία και εφημερίδες στη χάρτινη μορφή τους και ακόμα τα διαβάζει χωρίς όμως να δυσκολεύεται με τον ηλεκτρονικό τύπο και τα ηλεκτρονικά βιβλία. Είναι η γενιά που δεν συνάντησε προβλήματα επαγγελματικής αποκατάστασης μετά το πτυχίο γιατί το ποσοστό ανεργίας ήταν πολύ χαμηλό.
Για πολλούς είναι η γενιά που θα δώσει λύση στο τρέχον πρόβλημα της ανθρωπότητας γιατί είναι η γενιά που συνδέει το παλιό με το καινούριο συνδυάζοντας τη γνώση του παρελθόντος αλλά και του μέλλοντος. Η γενιά του Πολυτεχνείου/baby boomers είναι προσκολλημένοι στο παρελθόν και αδυνατούν να δουν το μέλλον ενώ η γενιά Υ ζει στο μέλλον αλλά δεν γνωρίζει τίποτα από το παρελθόν. Η γενιά Χ είναι ο συνδετικός κρίκος, η ενδιάμεση γενιά και αυτός που θα δώσει και πρέπει να δώσει τη λύση.
Φωτεινή Μαστρογιάννη |
mastroyanni
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου