«Λέγουν ότι η ψυχή του ανθρώπου είναι αθάνατος και άλλοτε μεν τελειώνει, οπότε λέγομε ότι ο άνθρωπος αποθνήσκει, άλλοτε δε πάλιν γεννάται, ποτέ όμως δεν χάνεται»
ΜΕΝΩΝ-ΠΛΑΤΩΝ
Για τους Έλληνες όπως αποδεικνύεται και από τον μύθο των Ελευσίνιων μυστηρίων, η μεταθανάτια ζωή ήταν δεδομένη, λόγω του αιώνιου τμήματος που υπήρχε μέσα στον άνθρωπο. Σύμφωνα με την Ορφική θεολογία η ψυχή επιβιώνει του σωματικού θανάτου, και μετενσαρκώνεται ξανά σε ένα νέο σώμα.
Υποστήριζε ότι γίνονται πολλές ενσαρκώσεις έως ότου η ψυχή δεν θα χρειάζεται πια να ξανά-ενσαρκωθεί, καθώς θα ενωθεί με την παλαιότερη καθαρή της κατάσταση. Ο μύθος του Κάστορα και του Πολυδεύκη χαρακτηρίζει την πίστη αυτή. Τα δύο αδέλφια ζούσαν εναλλάξ. Όταν ζούσε ο ένας πέθαινε ο άλλος. Στον μύθο αυτό τα δύο αδέλφια αντιπροσώπευαν τα ανώτερο και το κατώτερο εγώ, που δεν μπορούν να είναι και τα δύο«ζωντανά» ταυτόχρονα. Ο Πλούταρχος μας εξηγεί στο ακόλουθο απόσπασμα το ταξίδι της ψυχής:
«Γνωρίζουμε πως η ψυχή είναι άφθαρτη και θα πρέπει να την σκεπτόμαστε σαν ένα πουλί εγκλωβισμένο. Αν μείνει για πολύ χρόνο στο σώμα και εξοικειωθεί με τούτη την ζωή σαν αποτέλεσμα κάθε είδους εμπλοκής και συνήθειας, θα λάμψει ξανά μέσα σε ένα σώμα μετά από αλλεπάλληλες γεννήσεις και δεν θα πάψει ποτέ να εμπλέκεται στα πάθη και στις τύχες αυτού του κόσμου», ενώ ο «Πυθαγόριος» Εμπεδοκλής δήλωνε για αυτούς που αμφέβαλαν για την προΰπαρξη της ψυχής:
«Άφρονες και αγνοούντες είναι και με την σκέψη τους μακριά δεν φτάνουν, αυτοί που υποθέτουν πως εκείνο που δεν υπήρχε μπορεί να υπάρξει, ή πως εντελώς να πεθάνει κάτι μπορεί , και παντελώς να εξαφανιστεί. Αδύνατον αρχή να γίνει από την Μη ύπαρξη. Αδύνατον επίσης η ύπαρξη στο τίποτε να σβήσει, διότι εκεί όπου μία ύπαρξη οδηγείτε, εκεί θα συνεχίσει να είναι. Ποτέ κανένα μην πιστέψετε που καθοδηγούμενος εις τα θέματα αυτά υπήρξε, ότι τα πνεύματα των ανθρώπων ζουν μόνο όσο η αποκαλούμενη ζωή κρατά. Ότι μονάχα τότε ζούνε, όσοι απολαμβάνουν τις χαρές και τις λύπες τους, ή ότι προτού να γεννηθούν και αφού πεθάνουν, αυτοί είναι ένα τίποτα…».
Ο Ερμής ο Τρισμέγιστος σε έναν από τους σοφούς διάλογους του εξηγεί ότι τα πάντα είναι κίνηση, και ότι θάνατος είναι η αλλαγή μιας κατάστασης σε μία άλλη:
«-Δεν παθαίνουν πατέρα τα ζωντανά όντα στον κόσμο, μολονότι αποτελούν τμήματα του κόσμου;
– Σώπα, παιδί μου, γιατί κινδυνεύεις να παραπλανηθείς από την ονομασία του φαινομένου. Τα ζωντανά όντα δεν πεθαίνουν.. Απλώς καθώς είναι σύνθετα σώματα, διαλύονται. Η διάλυση αυτή δεν είναι θάνατος, αλλά διάλυση ενός μίγματος. Και αν πρόκειται να διαλυθούν, δεν καταστρέφονται, αλλά ανανεώνονται. Τι είναι στα αλήθεια, η ενέργεια της ζωής: Δεν είναι η κίνηση; Ή τι υπάρχει στον κόσμο που μένει ακίνητο; Τίποτε, παιδί μου.-Αλλά πατέρα η Γη τουλάχιστον δεν φαίνεται να είναι ακίνητη;-Όχι παιδί μου. Κατά αντίθεση προς όλα τα όντα, που φαίνεται σταθερή, αυτή υπόκειται σε πλήθος κινήσεων. Δεν θα ήταν ανόητο να υποτεθεί ότι η τροφός όλων των όντων θα πρέπει να είναι ακίνητη, αυτή που είναι η αιτία της γέννησης όλων των όντων , αυτή που γεννάει όλα τα πράγματα; Χωρίς κίνηση πράγματι είναι αδύνατον εκείνο που γεννάει να γεννήσει οτιδήποτε…
Μάθε λοιπόν ότι όλα τα πράγματα στον κόσμο μηδενός εξαιρουμένου βρίσκονται εν κινήσει, είτε ελαττούμενα είτε αυξανόμενα. Και ότι εκείνο που βρίσκεται σε κίνηση, βρίσκεται στην ζωή, χωρίς να είναι ανάγκη κάθε ζωντανό ον να διατηρεί την ταυτότητα του. Χωρίς αμφιβολία παιδί μου, ο κόσμος όταν τον δεις στο σύνολο του είναι ακίνητος, αλλά τα μέρη του βρίσκονται όλα σε κίνηση, χωρίς ωστόσο, τίποτε να χάνεται ή να καταστρέφεται…»
Χαρακτηριστικό της πίστης στην μετενσάρκωση είναι η πληροφορία μας διασώζεται από τον Διογένη τον Λαέρτιο , ότι ο Πυθαγόρας θυμόταν προηγούμενες ενσαρκώσεις του:
«Κάποτε είχα υπάρξει σαν Εύφορβος και τραυματίστηκα από τον Μενέλαο στην άλωση της Τροίας και πέθανα. Σε εκείνη τη ζωή συνήθιζε να λέει ότι πριν ήταν ο Αιθαλίδης και είχε λάβει σαν δώρο από τον Ερμή την μνήμη των ενσαρκώσεων του….».
Για τον Πλωτίνο, η Ψυχή έχει τρεις υποστάσεις. Ζει με τον Νου και διάμεσων του Νου ενώνεται με το Ένα. Το άλλο τμήμα της αυτό που κοιτάζει προς τον βυθό (ύλη-γη), είναι υπεύθυνο για τη δημιουργία των σωμάτων. Όμως και αυτό το τμήμα ποτέ δεν χάνει την επαφή του με τον Νου. Βρίσκεται ανάμεσα στον Νου και τις αισθήσεις. Η ψυχή είναι η ενδιάμεση αιτία των αισθήσεων και ο εκπρόσωπος του Νου, η οποία έχει την δυνατότητα να υπερυψώνεται πάνω από την λογική, εφόσον προέρχεται από τον Νου και την Παγκόσμια Ψυχή, αλλά και γιατί ένα τμήμα της παραμένει πάντοτε στους κόλπους του Νου. H ψυχή είναι η παραγωγική δύναμη του κόσμου, ενεργεί σε διαφορετικά επίπεδα και με διαφορετικούς τρόπους, παράγοντας έτσι διαδοχικά πυκνότερες εικόνες ή αντανακλάσεις του εαυτού της, εμψυχωμένες όμως με όλο και λιγότερη δύναμη.
Το χαμηλότερο σημείο της εκδήλωσης της σχηματίζει τον κόσμο της ύλης και των σκιών της σπηλιάς του Πλάτων, όπου η δύναμη της συνείδησης είναι ανύπαρκτη, βυθισμένη στην αδράνεια και στον λήθαργο της ύλης. Στο χαμηλότερο επίπεδο της ζωής, οι ατομικές ψυχές έχουν έντονη την τάση της χωριστικότητας και της απομόνωσης. Αυτή η χωριστικότητα, για τον Πλωτίνο, είναι το αμάρτημα της ανθρώπινης ψυχής, το οποίο και πληρώνει αφενός στον μεταθανάτιο Άδη και αφετέρου μετενσαρκωμένη σε σώματα που ταιριάζουν όσο το δυνατό καλύτερα στις ποιότητές της. Για τον Πλάτωνα, η ψυχή είναι αθάνατη, επειδή ό,τι κινείται αιώνια είναι αθάνατο, και πραγματικό. Αντίθετα ότι είναι κινούμενο από κάτι άλλο, όταν παύει να έχει κίνηση, παύει να έχει και ζωή. Αυτό όμως που κινείται από τον εαυτόν του, είναι και η πηγή και η αρχή της κίνησης, επομένως ενέχει την αρχή της ζωής. Η ψυχή ως κάτι το αυτοκινούμενο, είναι η αρχή της κίνησης και είναι αθάνατη και άφθαρτη. Στον διάλογο του Μένων του Πλάτων ο Σωκράτης δηλώνει:
«Έχω ακούσει Μένων, λέει, σοφούς άνδρες και γυναίκες να μιλάνε για τα θεία πράγματα. Είναι ιερείς και ιέρειες που ξέρουν για ποια πράγματα μιλάνε. Τα λέει ακόμα και ο Πίνδαρος και πολλοί άλλοι από τους ποιητές που είναι θείοι. Και θα σου τα αποκαλύψω βέβαια, αλλά εσύ θα κρίνεις αν είναι σωστά ή όχι. Λένε λοιπόν ότι η ψυχή του ανθρώπου είναι αθάνατη, η οποία (μπορεί βέβαια να) τελευτά – αυτό δηλαδή που ονομάζουμε θάνατο – αλλά ξαναγεννιέται και ποτέ δε χάνεται. Πρέπει όμως να διαβιώνει κανείς όσο πιο αγνά μπορεί. Και υπάρχει σοβαρός λόγος γι’ αυτό.
Γιατί όσοι θα αποτίσουν προς την Περσεφόνη τις ποινές του παλαιού της πένθους αυτών τις ψυχές μετά από εννέα χρόνους (κύκλους ύπαρξης),στον πάνω ήλιο ανεβάζει. Και από αυτές (τις εξαγνισμένες ψυχές όταν επανενσαρκωθούν) προέρχονται οι λαμπροί βασιλιάδες και εκείνοι που εξελίσσονται ταχύτατα σε δυνατούς χαρακτήρες και σε μεγάλους σοφούς. Και μετά από αυτό (τον αλτρουιστικό άθλο, μπορεί να) αποκαλούνται αγνοί ήρωες».
Για τους Έλληνες λοιπόν ο άνθρωπος είναι τρις-υπόστατος, Σώμα ή ύλη, Ψυχή και Νους, κατά αντιστοιχία του κοσμικού τρίπτυχου Χάος, Θεός, κόσμος. Ο νοητικός κόσμος, ο Ψυχικός ή αστρικός και ο αιθερικός φυσικός κόσμος συνδέονται με τις τρεις υποστάσεις του Δία ή Ζήνα, οι οποίες αντιστοιχούν στον Ουράνιο Δία, τον χθόνιο Πλούτωνα και τον υδάτινο Ποσειδώνα. Ο πρώτος κυβερνούσε τα Ηλύσια πεδία, ο δεύτερος τον Άδη, και ο τρίτος τον ενεργειακό ωκεανό, όπου διαδραματίζεται η φυσική μας ύπαρξη. Μετά θάνατον το πνεύμα ή ο Νους του ανθρώπου πήγαινε στα Ηλύσια πεδία, το Είδωλο πήγαινε στον Άδη, και το σώμα διαλυόταν με τον φυσικό θάνατο. Έτσι το «είδωλο» είναι το «ενσαρκωμένο εγώ», το φυσικό σώμα και η προσωπικότητα.
Ο«Δαίμων» είναι το πνεύμα ο πραγματικός εαυτός που είναι ο συνδετικός κρίκος του καθενός με τον Θεό. Τα μυστήρια σαν σκοπό είχαν να βοηθήσουν τον μυημένο να καταλάβει ότι το «είδωλο», ήταν ένας απατηλός εαυτός και πως η πραγματική του ταυτότητα είναι ο «αθάνατος Δαίμων».Σύμφωνα με την μυθολογία, ο Κάτω Κόσμος βρισκόταν πέρα του Ωκεανού που έζωνε τη γη. Η ψυχή του νεκρού πέρναγε τρεις ποτάμιες διόδους, τον Αχέροντα, τον Κώκυτο, τον Πυριφλεγέθοντα και διέσχιζε με βάρκα την Αχερουσία Λίμνη. Το βασίλειο του Άδη ήταν ένας τόπος σκοτεινός όπου κυβερνούσε μαζί με τη σύζυγό του Περσεφόνη και δίκαζε τις ψυχές των νεκρών με τη βοήθεια τριών δικαστών, του Μίνωος, του Αιακού και του Ραδαμάνθυος. Ο Πλάτωνας μας περιγράφει μέσω της ιστορίας του Ήραντα την μεταθανάτια εμπειρία και την κρίση της ψυχής.:
«Σκοτώθηκε στη μάχη. Δέκα μέρες αργότερα, όταν απομάκρυναν τα πτώματα των νεκρών που ήδη είχαν σαπίσει, βρήκαν το πτώμα του, που ήταν εντελώς άθικτο και το μετέφεραν στην πατρίδα του για να ταφή.
Στη δωδέκατη μέρα μετά τον θάνατο του, καθώς ήταν ξαπλωμένο το πτώμα πάνω στην νεκρική πυρά, ο Ήραντας επέστρεψε στην ζωή και διηγήθηκε τι είδε στον άλλο κόσμο. Είπε ότι, όταν η ψυχή του εγκατέλειψε το σώμα του πήγε ταξίδι με πολυπληθή παρέα και έφτασε σε ένα μυστηριώδες μέρος όπου υπήρχαν δυο ανοίγματα στη γη. Ήταν κοντά το ένα στο άλλο και ακριβώς από πάνω τους ήταν άλλα δύο ανοίγματα στον ουρανό. Ανάμεσα στα δύο ζεύγη ανοιγμάτων, ήταν δικαστές καθισμένοι, που διέταζαν τους δίκαιους, αφού τους έκριναν και έγραφαν τις αποφάσεις στο στήθος τους, να ανέβουν στον ουρανό από τα δεξιά. Κατά ανάλογο τρόπο, οι άδικοι αναγκάζονταν να κατέβουν στη γη από αριστερά. Και εκείνοι είχαν γραμμένες τις αποφάσεις πάνω τους, αλλά στις πλάτες και όχι στα στήθη τους.»
Ανάμεσα στους μύθους που αναφέρονται στην ζωή μετά τον θάνατο, ήταν και ο μύθος του Ταντάλου. Ο Τάνταλος είχε καταδικαστεί να βασανίζεται από ακόρεστη δίψα στον Άδη. Νερό υπήρχε παντού γύρω του, όταν όμως προσπαθούσε να πιει, το νερό απομακρύνονταν. Το ίδιο συνέβαινε και με τα φρούτα, όταν άπλωνε τα χέρια να τα πιάσει αυτά ανέβαιναν τόσο ψηλά που δεν τα έφτανε. Ο μύθος σήμαινε ότι όσοι πέθαιναν γεμάτοι επιθυμίες, μετά τον θάνατο οι ίδιες κατώτερες αυτές γήινες επιθυμίες τον κρατούσαν στα κατώτερα πεδία, αφού προσπαθούσε μάταια να τις ικανοποιήσου. Ο Πλάτων στον Φαίδων γράφει σχετικά με το θέμα:
«Κάθε ηδονή ή λύπη σαν με καρφί προσηλώνει την ψυχή εις το σώμα και οιονεί δια περόνης καρφώνει και καθιστά αυτήν σωματοειδή, και την κάνει να νομίζει ότι εκείνα είναι αληθή, όσα και το σώμα νομίζει αληθή. Διότι εξ’ αιτίας του ότι φρονεί τα ίδια προς το σώμα και δια αυτά χαίρει, αναγκάζεται, νομίζω, και ομοίους τρόπους να έχει προς το σώμα και ομοίως να τρέφεται και αναγκάζεται να είναι τοιαύτη, ώστε να μην έλθει ποτέ καθαρά εις τον Άδη, αλλά να πίπτει εις άλλο σώμα και τρόπον τινά σπειρόμενη να φύεται αλλού, και ως εκ τούτου να στερείται της κοινωνίας του θείου, του καθαρού και του απλού».
Ο άνθρωπος λοιπόν κρίνεται για τις πράξεις του και δικάζεται, όπως διαβεβαιώνει και ο Δημόκριτος:
«Όποιος δεν δώσει σ’ αυτόν που ζητά, δεν θα λάβει όταν ζητήσει».
Ας δούμε πως η Ελληνική μυθολογία περιγράφει την δράση των δυνάμεων της ανταποδιτικότητας. Σύμφωνα με τον Πίνδαρο, πρώτη σύζυγος του Δία υπήρξε η Θέμιδα αδελφή της οποίας ήταν η Μνημοσύνη. Η Θέμιδα αντιπροσώπευε την ιδέα της δικαιοσύνης, ήταν ο αντιπρόσωπος της παγκόσμιας τάξης και αρμονίας, η υπεύθυνη Θεά για την καταστολή κάθε υπερβολής και τη συγκράτηση του ανθρώπου στα όρια της Φύσης και της ορθότητας, μέσω της φοβερής Νεμέσεως, που είναι το εκτελεστικό όργανο της Θέμιδος. Η Θέμιδα είχε ως κόρες τις τρεις Μοίρες την Κλωθώ την Λάχεσης και την Ατραπό, οι οποίες μοίραζαν στους ανθρώπους τα καλά και τα κακά σύμφωνα με τον Ησίοδο.
Οι μοίρες αντιπροσώπευαν την δύναμη του πεπρωμένου η οποία κυριαρχούσε στην ανθρώπινη ζωή. Η Άτροπος αντιπροσώπευε το παρελθόν, η Λάχεσις το Μέλλον, και η Κλωθώ η οποία έκλωθε τις πράξεις και τις συνέπειες τους, το παρόν. Η εξουσία τους ήταν τόσο μεγάλη ώστε ούτε ο Δίας δεν μπορούσε να την αμφισβητήσει. Το πεπρωμένο ήταν ο ανυπέρβλητος νόμος που κυβερνούσε το σύμπαν. Στην ανατολική φιλοσοφία ο νόμος της δράσης και της αντίδρασης, της αιτίας και του αποτελέσματος, που είναι η αρχή της ανταποδιτικής δικαιοσύνης, ονομάζεται Κάρμα.
Σύμφωνα με την Μπλαβάτσκυ καμία αιτία δεν είναι χωρίς συνέπεια από την μικρότερη έως την μεγαλύτερη, από την κοσμική κίνηση, έως την κίνηση του ανθρώπινου χεριού και καθώς το όμοιο παράγει όμοιο, το «Κάρμα» είναι ο αόρατος νόμος ο οποίος σοφά, ισόποσα και διακριτικά ταιριάζει κάθε αποτέλεσμα στην αιτία του εξισορροπώντας έτσι την υπάρχουσα ανισορροπία.
Ο νόμος αιτίου-αποτελέσματος είναι ο μηχανισμός που κρατά την ισορροπία του μακρόσκοσμου και του μικρόκοσμου και ελέγχει την εξάπλωση του σύμπαντος και του ανθρώπου. Σύμφωνα με το νόμο της αιτιότητας, το οτιδήποτε συμβαίνει, γίνεται για κάποια απόλυτη ανάγκη. Κάθε γεγονός έχει την αιτία του, και κάτω από τις ίδιες συνθήκες οι ίδιες αιτίες παράγουν τα ίδια αποτελέσματα. Επομένως, τα γεγονότα συνδέονται με αναγκαίους και παγκόσμιους νόμους, όπως χαρακτηριστικά λέει και ο Αισχύλος :
«Υπάρχει το άγρυπνο βλέμμα του Νόμου που παρατηρεί τα πάντα».
Ο μύθος του Έρωτα και της ψυχής είναι μία όμορφη παραβολή της περιπέτειας της ψυχής στο ταξίδι της από την θεϊκή μονάδα στην ύλη. Ο έρωτας σε αυτόν τον μύθο συμβολίζει τον ανώτερο εαυτό, το αθάνατο πνεύμα του ανθρώπου, ενώ η ψυχή είναι το κατώτερο«εγώ», η οποία μένει στο πανέμορφο παλάτι που είναι το ανθρώπινο σώμα.
Σύμφωνα με τον μύθο, η ψυχή ήταν κόρη βασιλιά εξαίσιας ομορφιάς, και είχε δύο αδελφές. Οι αδελφές της ψυχής είχαν βρει συζύγους, ενώ η ίδια λόγω της σπάνιας ομορφιάς της φόβιζε τους άντρες. Ο πατέρας της απελπισμένος ρώτησε το μαντείο τι έπρεπε να κάνει για να βρει γαμπρό στην κόρη του Ψυχή, και το μαντείο απάντησε ότι θα έπρεπε να την στολίσουν σαν νύφη και να την αφήσουν σε ένα βράχο, όπου θα ερχόταν ένα τέρας να την κάνει δική του, όπως και έγινε.
Η Ψυχή μόνη στον βράχο αισθάνθηκε ένα άνεμο να την σηκώνει ψηλά και να την παρασύρει στον ουρανό, σε μία κοιλάδα όπου την πήρε ο ύπνος. Όταν ξύπνησε κατάλαβε ότι βρισκόταν σε ένα παλάτι από χρυσό και μάρμαρο. Επισκέφτηκε όλα τα δωμάτια και εκεί την δέχονταν φωνές που της αποκάλυπταν ότι ήταν σκλάβες της. Το βράδυ αισθάνθηκε δίπλα της μία παρουσία. Ήταν ο σύζυγος της για τον οποίο είχε μιλήσει το μαντείο, και ο οποίος δεν φαινόταν τελικά τόσο τερατώδης όσο φοβόταν, παρότι δεν μπορούσε να τον δει. Την προειδοποίησε μάλιστα ότι εάν προσπαθούσε να τον δει θα τον έχανε για πάντα.
Αυτό συνεχίστηκε για αρκετές εβδομάδες, δηλαδή την ημέρα ήταν μόνη στο γεμάτο φωνές παλάτι, ενώ το βράδυ αντάμωνε τον άντρα της. Ήταν πολύ ευτυχισμένη, κάποτε όμως επιθύμησε την οικογένεια της, οι οποίοι νόμιζαν ότι είχε πεθάνει. Ζήτησε την άδεια από τον σύζυγο της και αυτός της επισήμανε τους κινδύνους της απουσίας της, η Ψυχή όμως επέμενε και τελικά τα κατάφερε. Ο άνεμος την μετέφερε ξανά στον βράχο, και κατόπιν επέστρεψε στο πατρικό της.
Όταν οι αδελφές της διαπίστωσαν την ευτυχία της αδελφής τους ζήλεψαν, και όταν έμαθαν ότι δεν είχε δει ποτέ το πρόσωπο του συζύγου της, την έπεισαν να κρύψει την νύχτα όταν θα επέστρεφε κοντά του και να κοίταγε κρυφά το πρόσωπο του. Όταν η ψυχή έπραξε τα συμφωνηθέντα, έκπληκτη ανακάλυψε ότι δίπλα της κοιμόταν ένας όμορφος έφηβος ο Έρωτας. Τρέμοντας από την συγκίνησε μία σταγόνα από το λάδι του λύχνου έπεσε πάνω στον Έρωτα και τον ξύπνησε. Όπως την είχε όμως προειδοποιήσει ο Έρωτας έφυγε αμέσως, και δεν ξαναγύρισε ξανά. Χωρίς την προστασία του συζύγου της και λόγω της ομορφιάς της η Αφροδίτη την έκλεισε στο παλάτι της και την βασάνιζε με διάφορους τρόπους, και στο τέλος την υποχρέωσε να κατέβει στον κάτω κόσμο και να ζητήσει από την Περσεφόνη ένα φιαλίδιο με το νερό την νιότης.
Στον δρόμο της επιστροφής όμως η Ψυχή άνοιξε το απαγορευμένο μπουκάλι με το νερό της νιότης και αμέσως έπεσε σε βαθύ ύπνο. Ο σύζυγος την έρωτας όμως δεν μπορούσε να την ξεχάσει και όταν την είδε την ξύπνησε με τα βέλη του και ζήτησε από τον Δία να παντρευτεί την θνητή Ψυχή, όπως και έγινε για να ζήσουν μαζί για πάντα. Η Μετενσάρκωση δεν είναι βέβαια μια διδασκαλία που εμφανίζεται μόνο στην θεολογική σκέψη των Αρχαίων Ελλήνων. Είναι μία πίστη που υπήρχε και σε πολλές άλλες θρησκείες και χώρες, όπως, στην Ινδία στην Αίγυπτο και άλλου.
Το Ινδικό έπος «Μπαγκαβάτ Γκιτά», για παράδειγμα αναφέρει:
«Είπαν οι σοφοί, φθαρτά είναι τα σώματα και μόνο. Η ψυχή τους είναι άφθαρτη και αμέτρητη. Που ανθρώπου νους δεν νοιώθει, γιατί αυτή είναι απεριόριστη. Και εκείνος που νομίζει πως σκοτώνει η ψυχή, και ο άλλος που πιστεύει πως σκοτώνεται αυτή, και οι δύο τίποτε δεν ξέρουν. Γιατί η άφθαρτη ψυχή ούτε φθείρεται ούτε φθείρει. Δεν γεννιέται δεν πεθαίνει ούτε και ξαναγεννιέται μία που δεν γεννήθηκε ποτέ. Είναι αγέννητη και αρχαία και παντοτινή και αιώνια Κι ούτε ποτέ λιγοστεύει, ούτε και μπορεί να αλλάξει, ούτε αν σκοτωθεί το σώμα, χάνεται κι αυτή μαζί του. Την ψυχή όποιος πιστεύει πως είναι άφθαρτη και αιώνια, πως ποτέ δεν γεννηθεί, ούτε και άλλαξε ποτέ, πως μπορεί πια να νομίζει πως αυτός θα τη σκοτώσει, ή πως θα σταθεί αιτία του χαμού μιας ψυχής. Όπως κάθε άνθρωπος αφήνει τα φορέματα του τα παλιά για να πάρει άλλα καινούργια, Έτσι και η ψυχή πετάει τα παλιά τα σώματα της και άλλα ντύνεται καινούργια, την ψυχή σπαθί δεν κόβει, ούτε φωτιά την καίει. Νερό δεν την μαλακώνει, ούτε την ξεραίνει αγέρας. Για αυτό τη λένε άκοπη, άκαυτη και αμαλάκωτη, αμάραντη και αχάλαστη, και ολούθε πως περνάει Άναρχη και αμετάβλητη, αόρατη, ανείπωτη, απάτητη τέτοια σαν ξέρεις την ψυχή δεν πρέπει να λυπάσαι»..
Ο Άραβας ποιητής και φιλόσοφος Τζαλαλουντίν Ρούμι (13ος αιώνας μ.χ) περιγράφει την κοσμική διαδικασία της εξέλιξης της ψυχής με τα ακόλουθα λόγια:
«Πέθανα ορυκτό και έγινα φυτό. Πέθανα φυτό και έγινα ζώο. Πέθανα ζώο και έγινα άνθρωπος. Γιατί να φοβηθώ; Πότε ήμουν κάτι λιγότερο με τον θάνατο; Κι όμως άλλη μία φορά θα πεθάνω σαν άνθρωπος για να υψωθώ στους ευλογημένους Αγγέλους. Ακόμα και από την αγγελικότητα, πρέπει να προχωρήσω πιο πέρα. Όλοι εκτός από τον Θεό πεθαίνουν. Όταν θυσιάσω την αγγελική ψυχή μου θα γίνω αυτό που κανένα μυαλό δεν σκέφτηκε..»
H χριστιανική εκκλησία δεν αποδέχεται την μετενσάρκωση με βάση την απόφαση του συμβουλίου της Νίκαιας το 325 μ.χ, όπου και αποφασίστηκε ποια βιβλία θα αποτελούσαν την βίβλο που ξέρουμε σήμερα, ενώ πλήθος άλλων χριστιανικών βιβλίων καταστράφηκαν για να μην υπάρξει σύγχυση.
(Είναι χαρακτηριστικό ότι το 325 στην σύνοδο της Νίκαιας η συμμετοχή της Χριστιανικής Ελλάδας ανέρχεται μόλις σε τρεις επισκόπους επί συνόλου 318).
Έτσι τα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού οι Πατέρες της εκκλησίας δεν συμφωνούσαν οι μεταξύ τους σχετικά με τη φύση και το πεπρωμένο της ψυχής. Ο Κέλσος αναφέρει για παράδειγμα, ότι οι Χριστιανοί τροποποιήσαν τρεις ή τέσσερις φορές τα κείμενα τους έτσι ώστε να δυσκολέψουν όλους όσους ασκούσαν κριτική την Εποχή εκείνη, ενώ ο Ωριγένης δήλωνε :
«Είναι ένα αποδεκτό γεγονός σήμερα πως υπάρχει μια μεγάλη ποικιλία μεταξύ των χειρόγραφων, που οφείλεται άλλοτε στην απροσεξία των γραφέων ή στην διεστραμμένη αυθάδεια μερικών ανθρώπων να διορθώνουν τα κείμενα ή ξανά στο γεγονός όπου υπάρχουν κάποιοι που προσθέτουν ή διαγράφουν όπως τους ευχαριστεί, βάζοντας τους εαυτούς τους ως διορθωτές» .
Ο Χριστός επίσης είχε πει, ότι εάν κάποιος δεν γεννηθεί ξανά, δεν μπορεί να γνωρίσει την βασιλεία του Θεού. Τότε ο Νικόδημος μην καταλαβαίνοντας τον ρώτησε εάν είναι ποτέ δυνατόν ένας άνθρωπος μπορεί να μπει δεύτερη φορά σε μήτρα o Χριστός του απάντησε:
«..Εκτός και εάν κάποιος γεννηθεί από νερό και πνεύμα , δεν μπορεί να εισέλθει στο βασίλειο του Θεού. Αυτό που γεννήθηκε από σάρκα είναι σάρκα, και αυτό που γεννήθηκε από πνεύμα είναι πνεύμα».
Εξετάζοντας έτσι τις απόψεις των πρώτων Χριστιανών θεολόγων διαπιστώνουμε πως υπάρχει σαφή επίδραση του Πλάτων και του Πυθαγόρα.
Ο μάρτυρας Ιουστίνος (100-165 μ.Χ.), δέχεται ότι οι ψυχές ενσαρκώνονται πολλές φορές σε διάφορα ανθρώπινα σώματα, χωρίς κάθε φορά ο άνθρωπος να θυμάται τις προηγούμενές του ενσαρκώσεις. Αν η ζωή του ανθρώπου είναι ζωώδης, έλεγε, η ψυχή μπορεί στην επόμενή της ενσάρκωση, να ενσαρκωθεί στο σώμα κάποιου ζώου.
Ο Κλήμης Αλεξανδρείας (150-220 μ.Χ.), έλεγε ότι υπάρχει μια Εσωτερική Χριστιανική διδασκαλία που δεν είναι για όλους. Βάση αυτής, έλεγε ότι και εμείς προϋπήρξαμε σαν ψυχές και ο Χριστός προϋπήρξε, υπάρχει και θα υπάρχει πάντα πάνω στη Γη.
Ο Ωριγένης (185-254 μ.Χ.) έλεγε :
«Oι ψυχές που έχουν οι άνθρωποι, είναι αθάνατες και προϋπήρξαν. Τα περί αναστάσεως των ψυχών, είναι σκέψεις αυτών που δεν έχουν εσωτερικές εμπειρίες και χρησιμοποιούν την ανθρώπινη λογική για πράγματα που δεν υπάγονται στο φυσικό πεδίο γνώσης. Οι ψυχές, προϋπήρξαν σε άλλους πνευματικούς κόσμους και μετά από έναν μεγάλο αριθμό ενσαρκώσεων, θα ξαναεπιστρέψουν σ’ αυτούς τους ανώτερους κόσμους ..(…)…Κάθε ψυχή υπήρχε από την αρχή. Πέρασε συνεπώς από άλλους κόσμους και θα περάσει μέσα από άλλους ώσπου να φτάσει στην τελική ολοκλήρωση. Έρχεται σε αυτόν τον κόσμο ενδυναμωμένη από τις νίκες ή εξασθενημένη από τις ήττες της προηγούμενης ζωής της.»
Ο Άγιος Αυγουστίνος (354-430 μ.Χ.) υποστήριζε:
«Οι ψυχές θα έλθουν κατά την ανάσταση στο σώμα που κάποτε κατοίκησαν, αλλά δεν πηγαίνουν από ένα ανθρώπινο, σε κάποιο άλλο μη ανθρώπινο σώμα».
Ο Συνέσιος (370-430 μ.Χ.):
«Η ψυχή, έλεγε, έρχεται στη Γη και κατοικεί μέσα στο σώμα κάποιου ζώου, όπως κάποιος από μας μπαίνει σε ένα πλοίο για να ταξιδέψει. Με τον ίδιο τρόπο κατοικεί και μέσα σε σώματα ανθρώπων. Με αυτόν τον τρόπο, η ψυχή παίρνει εμπειρίες μέσα σε διάφορα σώματα στον υλικό κόσμο και τελικά επιστρέφει στο λιμάνι από το οποίο άρχισε το ταξίδι της, που είναι η Αγκαλιά του Πατέρα, το Βασίλειο των Ουρανών».
Τέλος ο Χαλκίδιος, έλεγε ότι: «οι ψυχές που δεν κατόρθωσαν σε μια τους ενσάρκωση να αποκτήσουν τη Θέωση, έρχονται και ξανάρχονται μέσα σε διάφορα ανθρώπινα σώματα, μέχρι να την αποκτήσουν».
Στην συνέχεια με την παρακμή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, τις καταστροφές των γραπτών κειμηλίων και το κλείσιμο των φιλοσοφικών σχολών, ακολούθησε η εποχή του Μεσαίωνα, που επέτρεψε να κυριαρχήσουν οι απόψεις των Ιερατείων, να διαστρεβλωθούν οι διδασκαλίες, σε βαθμό που να χαθεί το εσωτερικό τους νόημα, και σήμερα τα Ευαγγέλια να περιέχουν πολλές αντιφάσεις και ασάφειες.
Παρόλα αυτά όμως η κληρονομιά της Αρχαίας Ελλάδας έχει μπολιαστεί με την Ορθοδοξία, και όπως αποδεικνύεται οι μνήμες του λαού έχουν επηρεάσει καταλυτικά τα μυστήρια της Ορθοδοξίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η εκκλησία της «Αγίας Κόρης» που βρίσκεται στον Όλυμπο στο χωριό Βροντούτης Πιερίας, όπου έχει ανακαλυφθεί το αρχαιότερο ιερό της θεάς Δήμητρας. Η εκκλησία, η ονομασία της, η τοποθεσία που είναι χτισμένη, ο μαρμάρινος διάκοσμος της, η πηγή που υπάρχει στην εκκλησία, το όνομα του χωριού κοντά στο οποίο βρίσκεται, μαρτυρούν μία ισχυρή – αν μη τι άλλο- αρχαιοελληνική επιρροή.
Όλες οι ενδείξεις μαρτυρούν ότι υπάρχει άμεση σχέση, ανάμεσα στην «Αγία κόρη» και την θεά Περσεφόνη Κόρη της Δήμητρας, πρωταγωνίστριες στον μύθο των Ελευσίνιων μυστήριων. Η Αγία κόρη δεν αναγνωρίζεται επίσημα ως Αγία από την Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία, και δεν υπάρχει ιστορικά κάποια περιγραφή του βίου της (ως Αγίας), παρόλα αυτά τελείται κανονικά η λειτουργία στην εκκλησία από τον ιερωμένο του χωριού Βροντού, και μάλιστα λέγεται ότι είναι θαυματουργή .
Ο θρύλος λέει ότι η Αγία κόρη ήταν ένα εκπληκτικής ομορφιάς κορίτσι που έζησε κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Ο Τούρκος Αγάς την ήθελε για γυναίκα του, και η ίδια για να το σωθεί κατέφυγε στον Όλυμπο Κάποια στιγμή καταδιωκόμενη από τους Τούρκους φτάνει σε ένα σημείο όπου υπήρχε ένας τεράστιος βράχος. Την στιγμή που οι στρατιώτες προσπαθούν να την συλλάβουν ως εκ θαύματος ανοίγει μια είσοδος στον βράχο, και φαίνεται μία σπηλιά, όπου και μπαίνει η κόρη, ενώ ο βράχος αυτόματα ξανασφραγίζει γλιτώνοντας την κόρη από τους διώκτες της. Από μόνος του ο θρύλος είναι σαφώς επηρεασμένος από τον μύθο της Περσεφόνης και την απαγωγή της από τον Πλούτωνα παρά την θέληση της στον κάτω κόσμο.
Το εκκλησάκι είναι απομονωμένο από το χωρίο, κατά τον ίδιο τρόπο που ήταν και τα ιερά της Δήμητρας, καθώς επίσης στην εκκλησία υπάρχει μία πηγή που λέγεται ότι το νερό είναι ιερό και θαυματουργό, όπως συνέβαινε σε πολλά αρχαία ιερά κυρίως της Δήμητρας. Στο εσωτερικό της εκκλησίας υπάρχει ένα δένδρο το όποιο όταν η εκκλησία κατασκευαζόταν δεν πειράχτηκε ούτε καλύφθηκε, και όπως φαίνεται η εκκλησία χτίστηκε γύρω από το δένδρο με προσοχή. Τα δένδρα στην αρχαιότητα έπαιζαν σημαντικό ρόλο στα αρχαία ιερά , ας μη ξεχνάμε επίσης το«δένδρο της γνώσης» κοινό σε όλες τις μυθολογίες.
Στα δέντρα που υπάρχουν γύρω από την εκκλησία υπάρχει το έθιμο οι πιστοί να κρεμάνε σαν τάματα ρούχα και παπούτσια, κάτι που δεν συμβαίνει σε άλλες εκκλησίες. Όπως παραδέχεται και ο ιερωμένος που λειτουργεί στην εκκλησία, η συνήθεια αυτή δεν αποτελεί πρακτική της επίσημης εκκλησίας αλλά, είναι ένα τοπικό έθιμο. Η ημέρα εορτής της εκκλησίας είναι η πρώτη Μαΐου, η ημέρα της γιορτής της άνοιξης και των λουλουδιών. Για τους αρχαίους Έλληνες η άνοιξη και η εφορία της φύσης συμβολιζόταν με τη επιστροφή της Περσεφόνης στην μητέρα της μετά την αναγκαστική παραμονή της του ενός τρίτου του έτους με τον σύζυγο της στον κάτω κόσμο. Υπάρχει και δεύτερη ημέρα εορτής την ημέρα του Αγίου πνεύματος, μία μέρα μετά το «ψυχοσάββατο».
Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, οι νεκροί ονομάζονταν από τους Αθηναίους«Δημήτριοι». Σύμφωνα με την παράδοση, το Πάσχα μαζί με την ανάσταση του Χριστού, έρχονται στην Γη και οι ψυχές των πεθαμένων, και κατόπιν με την Πεντηκοστή οι ψυχές , όπως ακριβώς συνέβαινε και με την Περσεφόνη πρέπει να γυρίσουν στον κάτω κόσμο.
Σήμερα η Αγία Κόρη που βρίσκεται στις παρυφές του Ολύμπου, αποτελεί άμεσο συνδετικό κρίκο του παρελθόντος με το παρόν, και αποδεικνύει πέρα από όποιους θρησκευτικούς ή άλλους φανατισμούς την δυναμική της αρχαιοελληνικής παράδοσης….
Απόσπασμα από το βιβλίο μου : «Η ΧΑΜΕΝΗ ΚΙΒΩΤΟΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου