Η γραφειοκρατία ζει και βασιλεύει και η πραγματοποίηση μιας επένδυσης, από την πιο μικρή έως την πιο μεγάλη παραμένει ηρωική πράξη...
Στην Ελλάδα η χρονοκαθυστέρηση είναι εθνικό σπορ. Ή μάλλον επιστήμη. Ενδεχομένως και τα δύο. Στην καθημερινότητα η έκφραση «θα το δούμε» ή «να τα πούμε» σημαίνει συνήθως ότι ούτε θα δούμε, ούτε θα πούμε τίποτα και ποτέ. Η Ελλάδα –όσο κι αν αυτό μας πληγώνει- είναι, επίσης, χώρα της πλάκας. Πάντα ήταν. Μόνο που πριν από το 2009, πριν από την κρίση, την πολυετή ύφεση και τα Μνημόνια, οι αδυναμίες εν πολλοίς καλύπτονταν από τον πλούτο και την καλοπέραση. Μόλις τα λεφτά τελείωσαν το σκληρό πρόσωπο της πραγματικότητας αναδύθηκε στην επιφάνεια.
Τότε κάποιοι πίστεψαν ότι το σοκ εκτός την ταλαιπωρία που προκαλεί θα λειτουργήσει και ως… ξυπνητήρι για την κοινωνία, για τη χώρα και κυρίως για το δημόσιο, που λειτουργώντας αντιπαραγωγικά αποτέλεσε ένα από τα κύρια βαρίδια που οδήγησαν τη χώρα στο βυθό. Οκτώ χρόνια μετά τίποτε δεν έχει αλλάξει θεαματικά στον τρόπο λειτουργίας των υπηρεσιών του κράτους.
Η γραφειοκρατία ζει και βασιλεύει –αν δεν έχει γίνει χειρότερη- ακόμη και στο πεδίο της επιχειρηματικότητας και των επενδύσεων, μέσω των οποίων (υποτίθεται ότι) η Ελλάδα θα επιστρέψει στην οικονομική κανονικότητα. Μέχρι σήμερα η πραγματοποίηση μιας επένδυσης, από την πιο μικρή έως την πιο μεγάλη παραμένει –ανεξαρτήτως τομέα- ηρωική πράξη. Διότι μπορεί τα φώτα της δημοσιότητας να πέφτουν σε μεγάλα και πολύπλοκα πρότζεκτ, όπως είναι η ανάπλαση του Ελληνικού, αλλά και στα πιο μικρά επενδυτικά σχέδια το κράτος λειτουργεί εχθρικά. Κάθε βήμα γίνεται με μεγάλη προσπάθεια εκ μέρους του επιχειρηματία, ενώ τα αυτονόητα αποδεικνύεται συχνά ότι δεν υπακούν στην απλή λογική.
Η Voria.gr απευθύνθηκε στον κ. Παναγιώτη Καρανάσιο, της εταιρείας συμβούλων μηχανικών «Καρανάσιος – Βαρσάμη & Συνεργάτες» και ζήτησε να περιγράψει ορισμένα χειροπιαστά παραδείγματα επενδυτικών προσπαθειών, τις οποίες καθυστερεί –στην ουσία παρεμποδίζει- η γραφειοκρατία του ελληνικού δημοσίου. Για να αντιληφθούμε το μέγεθος, αλλά και τη φύση, του προβλήματος. Σημειώστε πως περιγράφει τέσσερις διαφορετικές περιπτώσεις ο κ. Καρανάσιος:
1. Η έκδοση της οικοδομικής άδειας ενός κύριου ξενοδοχειακού καταλύματος δυναμικότητας 101 κλινών σε περιοχή εκτός σχεδίου και εκτός προστατευόμενης περιοχής (Natura) απαιτεί χρονικό διάστημα συνολικά πάνω από ένα χρόνο, καθώς πρέπει να προηγηθεί η συλλογή πλήθους εγγράφων από Δημόσιες Υπηρεσίες (βεβαίωση χρήσεων γης, βεβαίωση αποκομιδής απορριμμάτων, βεβαίωση υδροδότησης κ.λπ.), η περιβαλλοντική αδειοδότηση και η διαβίβαση φακέλων για λήψη γνωμοδοτήσεων, σε τουλάχιστον πέντε ή παραπάνω συναρμόδιους φορείς και υπηρεσίες. Ο χρόνος αυτός λόγω φόρτου εργασίας των αρμόδιων υπηρεσιών και λόγω έλλειψης προσωπικού στην πράξη αυξάνεται πολύ περισσότερο και εύκολα συνειδητοποιεί κανείς, ότι τελικά κάθε άλλο παρά ενισχύεται ο τουρισμός, που θεωρείται η «βαριά βιομηχανία της χώρας μας».
2. Η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση στην οποία μία επιχείρηση απαιτείται να διαθέτει κυκλοφοριακή σύνδεση και όχι απλή είσοδο- έξοδο, ακόμη και αν βρίσκεται στην παράπλευρη οδό μιας επαρχιακής ή εθνικής οδού, με αποτέλεσμα πολλές φορές αυτό, είτε να μην είναι δυνατό και να ακυρώνεται η επένδυση, είτε να απαιτείται χρονικό διάστημα αρκετών μηνών για να ολοκληρωθεί η διαδικασία της έγκρισης της κυκλοφοριακής σύνδεσης, ενώ ταυτόχρονα η επένδυση επιβαρύνεται με το κόστος για την κατασκευή αυτής.
3. Άλλο ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της δυσκίνητης νομοθεσίας αδειοδότησης που ξεπερνάει κάθε λογική, αφορά στην βάση του νόμου απαγόρευση, σε υφιστάμενη μονάδα στην Αττική, με εγκατεστημένο μηχανολογικό εξοπλισμό, να εντάξει στις γραμμές παραγωγής της ένα νέο και παρεμφερές με αυτά που ήδη παράγει προϊόν. Παρόλο που η παραγωγή νέου προϊόντος δεν συνοδευόταν από αύξηση της εγκατεστημένης ισχύος της μονάδας, δεν μετέβαλλε το βαθμό όχλησης της και δεν προκαλούσε καμία πρόσθετη περιβαλλοντική επιβάρυνση, κρίθηκε ότι δεν συμπεριλαμβάνεται στις επιτρεπόμενες επεμβάσεις εκσυγχρονισμού, γιατί απαιτούσε την τροποποίηση της έναρξης επιτηδεύματος της επιχείρησης στην οικεία ΔΟΥ! Μία ταξινόμηση της δραστηριότητας κατά ΣΤΑΚΟΔ, που κατά τα άλλα εξυπηρετεί αποκλειστικά στατιστικούς σκοπούς, ήταν αρκετή για να εμποδίσει την ανάπτυξη μίας καθόλα νόμιμης επιχείρησης, που προσφέρει θέσεις εργασίας.
4. Ένα εμπορικό κέντρο, με δόμηση που υπερβαίνει τα 30.000 τετρ. μέτρα, στην οποία περιλαμβάνονται εκτός από τους κύριους λειτουργικούς χώρους και όλοι οι βοηθητικοί (υπόγειος χώρος στάθμευσης, χώροι ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων κ.λπ.), χρειάζεται δύο χρόνια για να αδειοδοτηθεί περιβαλλοντικά και να φτάσει ο επενδυτής στο σημείο να εκδώσει οικοδομική άδεια.
Την ώρα που στην ελληνική πραγματικότητα οι φορολογικοί συντελεστές είναι από τους μεγαλύτερους στην Ευρώπη, οι ασφαλιστικές εισφορές το ίδιο υψηλές και χωρίς ανταποδοτικότητα, οι τράπεζες δυσκολεύονται και τα capital controls δημιουργούν ασφυκτικό κλίμα στην αγορά, το κράτος επιμένει να μην αφήνει τους επιχειρηματίες να επενδύσουν. Διότι τα τέσσερα παραδείγματα του κ. Καρανάσιου είναι στην πραγματικότητα χιλιάδες. Δεν είναι εξαιρέσεις, συνιστούν τον κανόνα. Πρόκειται για καταστάσεις που –στη θεωρία- μπορούν να αλλάξουν εύκολα και χωρίς δημοσιονομικό κόστος, αλλά στην πράξη παραμένουν στάσιμες είτε από αδυναμία κατανόησης του προβλήματος, είτε από αδιαφορία, είτε από μικροσυντεχνιακή αντίληψη, είτε διότι –πολύ απλά- για κάποιους ανάμεσά μας συνιστούν μεροκάματο.
«Όλα αυτά μπορούν πολύ απλά να διορθωθούν, εφόσον γίνουν ουσιαστικές θεσμικές παρεμβάσεις που αφορούν στην απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης, δίνοντας τη δυνατότητα μέσω ηλεκτρονικών συστημάτων να ολοκληρώνεται όλη η διαδικασία με ευθύνη του μηχανικού και του επενδυτή» επισημαίνει ο κ. Καρανάσιος, το επαγγελματικό ενδιαφέρον του οποίου είναι εύλογο. Ο ίδιος σημειώνει ότι «πρέπει επιτέλους να επιτρέψουμε στον επιχειρηματία και στον ελεύθερο επαγγελματία να δημιουργούν, ενώ ο κρατικός μηχανισμός οφείλει να εστιάσει μόνο στον έλεγχο και την εφαρμογή της Νομοθεσίας, χωρίς να αποτελεί τροχοπέδη στην ανάπτυξη», ενώ ταυτόχρονα υπογραμμίζει ότι για τις νομοθετικές παρεμβάσεις που απαιτούνται καλό θα ήταν το κράτος να ζητήσει τη συμβολή και τη γνώμη ειδικών επιστημόνων τεχνοκρατών με εμπειρία στα θέματα αυτά, αλλά και παραγωγικών φορέων (Επιμελητήρια, Σύνδεσμοι, Ενώσεις, Ομοσπονδίες επαγγελματιών κ.λπ.), ώστε το τελικό αποτέλεσμα να είναι αυτό που αρμόζει κατά περίπτωση.
Γιώργος Μητράκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου