«Η Τουρκία διαπράττει δύο μεγάλα διεθνή εγκλήματα κατά της Κύπρου. Εισέβαλε και χώρισε ένα μικρό, αδύναμο αλλά μοντέρνο και ανεξάρτητο Ευρωπαϊκό κράτος…
Επίσης η Τουρκία έχει αλλάξει τον δημογραφικό χαρακτήρα του νησιού και έχει αφοσιωθεί στην συστηματική καταστροφή και εξάλειψη της πολιτιστικής κληρονομιάς των περιοχών που βρίσκονται υπό την στρατιωτική της κυριαρχία.» –
– «Η Απώλεια ενός Πολιτισμού: Καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς στην κατεχόμενη Κύπρο.»
Περισσότερες από 550 Ελληνορθόδοξες εκκλησίες, παρεκκλήσια και μοναστήρια που βρίσκονται σε πόλεις και χωριά των κατεχόμενων περιοχών έχουν λεηλατηθεί, σκόπιμα βανδαλιστεί και, σε ορισμένες περιπτώσεις, κατεδαφιστεί.
Πολλοί χριστιανικοί τόποι λατρείας έχουν μετατραπεί σε τζαμιά, αποθήκες του τουρκικού στρατού, μάντρες και αχυρώνες.» — Υπουργείο Εξωτερικών της Κύπρου.
«Η UNESCO θεωρεί την εκ προθέσεως καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς ως έγκλημα πολέμου.» –Artnet News, 2017.
Της Uzay Bulut*
Αφού η Τουρκία εισέβαλε και κατέλαβε τη βόρεια Κύπρο, αρχαία ψηφιδωτά κλάπηκαν από την εκκλησία της Παναγίας της Κανακαριάς, (εικόνα) που βρίσκεται στην κατεχόμενη τουρκική ζώνη.
Τα ψηφιδωτά βρέθηκαν αργότερα στις Ηνωμένες Πολιτείες και επεστράφησαν στην Κύπρο το 1989. (Πηγή εικόνας: Julian Nitzsche / Wikimedia Commons)
Ένα ψηφιδωτό του Αγίου Μάρκου που χρονολογείται από τον 6ο αιώνα, που εκλάπη από μια εκκλησία μετά την εισβολή του τουρκικού στρατού στην Κύπρο το 1974, ανακτήθηκε πρόσφατα σε διαμέρισμα στο Μονακό και επέστρεψε σε Κύπριους αξιωματούχους.
O Arthur Brand, Ολλανδός ερευνητής, που βρήκε το αρχαίο αυτό αριστούργημα το περιέγραψε ως «ένα από τα τελευταία και ωραιότερα δείγματα τέχνης από την πρώιμη βυζαντινή εποχή».
Πολλά άλλα πολιτιστικά κυπριακά κειμήλια εκλάπησαν από εκκλησίες και άλλους χώρους της Κύπρου από Τούρκους εισβολείς και στάλθηκαν λαθραία στο εξωτερικό.
Μερικά βρέθηκαν και επιστράφηκαν. Το 1989, ψηφιδωτά που κλάπηκαν από την εκκλησία της Κανακαριάς, βρέθηκαν στις ΗΠΑ και επιστράφηκαν στην Κύπρο.
Το καλοκαίρι του 1974, η Τουρκία πραγματοποίησε δύο μεγάλες στρατιωτικές εκστρατείες κατά της Κύπρου και κατέλαβε το βόρειο τμήμα του νησιού (που η Τουρκία ονομάζει τώρα «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου», που αναγνωρίζεται μόνο από την Τουρκία).
Από την τουρκική εισβολή και μετά, έχουν ανακαλυφθεί πολλές πληροφορίες όχι μόνο για τις βιαιοπραγίες που διαπράττονται κατά των Κύπριων, αλλά και για την καταστροφή ιστορικών, πολιτιστικών και θρησκευτικών μνημείων.
Σύμφωνα με μια έκθεση του 2012, «Η Απώλεια ενός Πολιτισμού: Καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς στην κατεχόμενη Κύπρο» (The Loss of a Civilization: Destruction of cultural heritage in occupied Cyprus):
«Η Τουρκία διαπράττει δύο μεγάλα διεθνή εγκλήματα κατά της Κύπρου. Εισέβαλε και χώρισε ένα μικρό, αδύναμο αλλά μοντέρνο και ανεξάρτητο Ευρωπαϊκό κράτος (από την 1η Μαΐου 2004 η Κυπριακή Δημοκρατία είναι μέλος της ΕΕ)·
Επίσης η Τουρκία έχει αλλάξει τον δημογραφικό χαρακτήρα του νησιού και έχει αφοσιωθεί στην συστηματική καταστροφή και εξάλειψη της πολιτιστικής κληρονομιάς των περιοχών που βρίσκονται υπό την στρατιωτική της κυριαρχία…
«Πρόκειται για μία από τις πιο τραγικές πτυχές του κυπριακού προβλήματος και είναι επίσης σαφής απόδειξη της αποφασιστικότητας της Άγκυρας να «τουρκοποιήσει» την κατεχόμενη περιοχή και να διατηρήσει μόνιμη παρουσία στην Κύπρο.
«Η κυρίαρχη δύναμη και το καθεστώς που απλώς ακολουθεί εντολές, από το 1974 μέχρι σήμερα, εργάζονται μεθοδικά για να σβήσουν οτιδήποτε είναι Ελληνικό ή/ και Χριστιανικό από την κατεχόμενη Κύπρο…»
Μια έκθεση του 2015 της Βιβλιοθήκης του Κογκρέσου των Ηνωμένων Πολιτειών επιβεβαίωσε την έκθεση:
«Ξένες αρχαιολογικές ομάδες που ασχολούνταν με ανασκαφές στην Κύπρο αναγκάστηκαν να διακόψουν τη δουλειά τους μετά τα γεγονότα του 1974. Τα πολύτιμα ευρήματα τους λεηλατήθηκαν και οι ομάδες δεν κατάφεραν να επιστρέψουν και να συνεχίσουν τις ανασκαφές τους.
«Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, μέσω παράνομων ανασκαφών στο βόρειο τμήμα της Κύπρου, περισσότερα από 60.000 κυπριακά αντικείμενα έχουν κλαπεί και εξάγονται στο εξωτερικό για πώληση σε δημοπρασίες ή από έμπορους τέχνης.
Φανερό παράδειγμα ένας αρχαίος χώρος που χρονολογείται από τη Νεολιθική εποχή στο ακρωτήριο του Αγίου Ανδρέα.
Ο χώρος, ο οποίος είχε ήδη ανασκαφεί υπό την αιγίδα του Τμήματος Αρχαιολογίας πριν από το 1974, υπέστη αργότερα ζημιά από τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις κατά την εγκατάσταση και την ανύψωση των σημαιών της Τουρκίας και της Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου.»
Το 2016, μια έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών της Κύπρου ανέφερε πως:
«Περισσότερες από 550 Ελληνορθόδοξες εκκλησίες, παρεκκλήσια και μοναστήρια που βρίσκονται σε πόλεις και χωριά των κατεχόμενων περιοχών έχουν λεηλατηθεί, σκόπιμα βανδαλιστεί και, σε ορισμένες περιπτώσεις, κατεδαφιστεί.
Πολλοί χριστιανικοί τόποι λατρείας έχουν μετατραπεί σε τζαμιά, αποθήκες του τουρκικού στρατού, μάντρες και αχυρώνες.
Το γεγονός αυτό αποδεικνύει σαφώς ότι η θρησκευτική κληρονομιά στις κατεχόμενες περιοχές υπήρξε στόχος του καθεστώτος κατοχής ως μέρος της πολιτικής του για την εξάλειψη του πολιτιστικού χαρακτήρα της περιοχής.
Επιπλέον, σημαντικά πολιτιστικά μνημεία και τόποι λατρείας εξακολουθούν να είναι εντελώς απροσπέλαστα επειδή βρίσκονται μέσα στις «στρατιωτικές ζώνες» του τουρκικού στρατού κατοχής…
«Η καταστροφή δεν περιορίζεται στα μνημεία που ανήκουν στην Εκκλησία της Κύπρου αλλά επεκτείνεται και στα θρησκευτικά μνημεία που ανήκουν στο Ορθόδοξο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και στις Αρμενικές, Μαρωνίτικες και Καθολικές Εκκλησίες της Κύπρου,
όπως για παράδειγμα το Αρμένικο Μοναστήρι του Αγίου Μακαρίου (Sourp Magar) στη Χαλεύκα και τη Μονή Μαρωνιτών του Προφήτη Ηλία στη Σκυλλούρα».
Ένα άρθρο του 2017 για την Artnet, που περιγράφει τις φρικαλεότητες που διέπραξε το Ισλαμικό Κράτος (ISIS) κατά των κειμηλίων σε μουσεία, τζαμιά, εκκλησίες και αρχαιολογικούς χώρους στη Συρία και το Ιράκ, λέει ότι «η UNESCO θεωρεί την εκ προθέσεως καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς ως έγκλημα πολέμου.»
Εν τω μεταξύ, η Τουρκία — η οποία σκόπιμα καταστρέφει την πολιτιστική κληρονομιά της κατεχόμενης Κύπρου για περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες — παραμένει μέλος του ΝΑΤΟ και υποψήφια για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αυτή είναι μια κατάσταση που η Τουρκία καλείται να αντιμετωπίσει – και όχι μόνο όταν πρόκειται για ένα ξεχωριστό κομμάτι λεηλατημένης τέχνης, όπως το ψηφιδωτό του Αγίου Μάρκου.
Η Ουζάι Μπουλούτ, δημοσιογράφος από την Τουρκία, είναι Distinguished Senior Fellow στο Gatestone Institute. Τώρα ζει στην Ουάσινγκτον D.C.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου