Μια βαθιά ανάσα. Έπειτα, μια δεύτερη. Μετά από λίγη ώρα, η τρισχιλιοστή εβδομηκοστή ένατη- βλέπετε, αυτό που ετοιμαζόμασταν να κάνουμε είχε μεγαλύτερο βαθμό δυσκολίας κι από το πρόγραμμα που χάρισε το χρυσό μετάλλιο στον Ιωάννη Μελισσανίδη στις ασκήσεις εδάφους του 1996 στην Ατλάντα.
Έπειτα, σηκώναμε το ακουστικό και πληκτρολογούσαμε το νούμερο. Το τηλέφωνο χτυπούσε μια, δυο, τρεις φορές (τουτ-τουτ-τουυυυυτ), την ίδια στιγμή που η καρδιά μας είχε ανοίξει ξεδιάντροπες παρτίδες με το έμφραγμα και του έλεγε, σε πρόστυχο ύφος, «κάνε με δικιά σου τώρα…».
«Παρακαλώ;», ακουγόταν μια μπάσα φωνή από την άλλη πλευρά της γραμμής. Η αρχική, ανδροπρεπής μας αντίδραση ήταν κάτι θηλυπρεπείς συριγμοί, όμως σύντομα ανακτούσαμε την αυτοκυριαρχία μας και με μια στριγκή φωνή που θύμιζε 12χρονο αγοράκι που υποβάλλεται σε ορμονοθεραπεία γι’ αλλαγή φύλου, λέγαμε αποφασιστικά:
«Ναι, γεια σας. Μήπως είναι εκεί η Ειρήνη;»
«Ποια Ειρήνη;»
«Η παγκόσμια… Ποια Ειρήνη, η κόρη σας!»
«Ποιος την ζητεί, παρακαλώ;», μας ρωτούσε τότε μ’ επιτακτικό τόνο στη φωνή ο πατέρας της Ειρήνης.
«Η Νίτσα κ. Γιώργο, η συμμαθήτριά της», λέγαμε ψέματα εμείς και περιμέναμε να γίνει το θαύμα.
«Εντάξει, μικρή μου Νίτσα», αποκρινόταν επιτέλους ο πατέρας και φώναζε τον παιδικό μας έρωτα τον αγιάτρευτο, τη γυναίκα που όταν πηγαίναμε έκτη δημοτικού, διαρρηγνύαμε τα ιμάτιά μας (την αντιανεμική πολύχρωμη φόρμα μας, δηλαδή) πως θα παντρευτούμε και που έχουμε να τη δούμε από το 2001.
«Ναι;», ακούγαμε, μια αιωνιότητα και μία ημέρα αργότερα, τη «μελίρρυτη» φωνή της Ειρήνης μας και τότε κολλούσαμε το ηχείο του κασετόφωνου στο ακουστικό του τηλεφώνου και πατούσαμε το play, αφού πρώτα είχαμε βεβαιωθεί πως η ένταση του ήχου είναι γυρισμένη στο “Ολική κώφωση ακροατή” (η βελόνα μετά το max).
«Νεκρός ή ζωντανός, εσένα θα ζητάω/ Σα να ’μουνα σκορπιός σε φλόγες τριγυρνάω/ Νεκρός ή ζωντανός, εσένα θα ζητάω/ Γιατί είσαι συ το μόνο που αγαπάω/ Νεκρός η ζωντανόοοος…», τσίριζε η δική μας πλευρά του τηλεφώνου, ενόσω προβληματιζόμασταν για το πώς θα βαφτίσουμε το δεύτερο παιδί μας, το κοριτσάκι που θα κάναμε με την Ειρήνη.
«Ποιος μιλάει στο τηλέφωνο; Δημητράκη εσύ;», παρενέβαινε η ανεπιθύμητη (τη δεδομένη χρονική στιγμή) φωνή της μητέρας μας, η οποία είχε σηκώσει το τηλέφωνο του σαλονιού και μας είχε αποκαλέσει μόλις με το υποκοριστικό μας, ξενερώνοντας τον έρωτά μας που μέχρι πρότινος ήταν πιο «φτιαγμένη» κι από ήρωα σε ταινία του Γκάι Ρίτσι.
Πίσω στα mid-90s το (πέρα για πέρα αθώο) καμάκι της πιτσιρικαρίας δε γινόταν μέσω inbox στο Facebook και ατελεύτητη ανταλλαγή emoji, αλλά συνήθως με γράμματα ή με τηλεφωνήματα που σύντομα κατέληγαν σε μίνι-καντάδα με την «αρωγή» του κασετόφωνου.
Για καλή μας τύχη, το 1995 το αλήστου μνήμης MEGA έδειχνε τη σειρά «Σκορπιός», το τραγούδι τίτλων της οποίας ήταν του (εξωπραγματικά ταλαντούχου) Στέφανου Κορκολή.
Ο «Σκορπιός» ήταν ιδιαιτέρως αγαπητός σε όλα τα υπόλοιπα ζώδια του κύκλου και αποτελούσε μια εναλλακτική επιλογή για πέσιμο/ κατάθεση ψυχής στην εκάστοτε αγαπημένη μας, καθώς είχε και κάποια ψήγματα ροκιάς μέσα του, ενώ οι στίχοι του δεν άφηναν κανένα περιθώριο παρερμηνείας: ναι, είχαμε δαγκώσει τη λαμαρίνα με όλη μας την οδοντοστοιχία και τώρα βάζαμε πλώρη για την 4η κατά σειρά μασέλα μας.
Το «Νεκρός ή ζωντανός…» αποτελούσε το έναυσμα για ν’ αρχίσουμε να κοπανιόμαστε- σαν χταπόδι με σοβαρά αναπνευστικά προβλήματα που αίφνης βρέθηκε έξω από το νερό- στο πάρτι που έκανε ο Γιωργάκης ο συμμαθητής μας στο σπίτι του, ενώ μέχρι ν’ ακουστεί δεύτερη φορά το ρεφρέν είχαμε κλείσει ήδη το μάτι στην Ειρήνη και σε άπταιστα γυπαετίστικα ελληνικά της λέγαμε “For you”.
Η συνηθέστερη αντίδραση ήταν ένα, ερωτικής υφής, υπομειδίαμα κι έπειτα σπριντ επιπέδου Βούλας Πατουλίδου για να πάει να το πει στις φίλες της («Κορίτσια, κορίτσια, ο Δημήτρης μου αφιέρωσε τον Σκορπιό!ΑΑΑ»- όχι οι μπαταρίες, επιφώνημα ενθουσιασμού ήταν αυτό το τελευταίο).
Μπορεί, λοιπόν, η τότε λογική να επέτασσε κάτι πιο πιασάρικο- ας πούμε το «Δεν έχει σίδερα η καρδιά μου να σε κλείσει…», του Ρουβά- όμως το έπος του Κορκολή αποτελούσε τον ξεχωριστό δρόμο προκειμένου να καταστήσεις σαφές στο παιδικό τούμπανο της τάξης ότι την έχεις καψουρευτεί.
Δεν είναι τυχαίο πως αν σήμερα πλησιάζεις με την ταχύτητα του φωτός την ηλικία που η πρώτη εξέταση προστάτη κρίνεται επιβεβλημένη, με το που ακούς τον «Σκορπιό» σου γεννώνται αυτομάτως θετικά συναισθήματα και το μυαλό σου ταξιδεύει σε αλλοτινές, πιο αθώες, εποχές.
Αυτό το τραγούδι ήταν ο καλύτερός σου σύμμαχος όταν έκανες κατάθεση ψυχής και (θα) το άκουγες παντού με την ίδια ευχαρίστηση.
Νεκρός ή ζωντανός. Και πάντα θα ζητούσες εκείνη– την Μαρία, την Σοφία, την Χριστιάνα, την Νατάσα, την Στέλλα, την Ρίτα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου