Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα των άρθρων -Τα δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν τους συγγραφείς.

Μαΐου 27, 2019

Διώξεις Σοφών στην Αρχαία Ελλάδα

Γράφει η Κίττυ Παπαδοπούλου*

Τα τελευταία χρόνια, διαπιστώνουμε μια αφύσικη στροφή πολλών συνανθρώπων μας προς την αναβίωση των αρχαίων ξεχασμένων παγανιστικών θρησκευμάτων.


Αυτό στα πλαίσια της ανεξιθρησκίας, η οποία χαρακτηρίζει τον πολιτισμό μας, κανένας δε θα είχε αντίρρηση, όποιοι το επιθυμούν, να ακολουθούν τα αρχαία θρησκεύματα. Όμως η κατάσταση είναι πολύπλοκη.


Ο νεοπαγανισμός είσβαλε στις κοινωνίες με εκδηλωμένες μορφές αντιπαλότητας και θανάσιμου μίσους κατά του Χριστιανισμού, που σπάνια γνώρισε η ανθρωπότητα εως τώρα.

Μια απο τις κύριες τακτικές των αρχαιολατρών σε όλο τον κόσμο είναι οτι διαστρέβλωνουν την ιστορία, προκειμένου να εξωραΐσουν τις αρχαίες παγανιστικές θρησκείες, αλλά και να κατασυκοφαντήσουν-αφανίσουν τον Χριστιανισμό.


Η όλη προσπάθειά τους είναι ενταγμένη στο γενικότερο σχέδιο για την αποχριστιανοποίηση του πλανήτη.

Μια από τις αισχρότερες κακοποιήσεις της ιστορικής πραγματικότητας είναι η προσπάθεια να παρουσιαστεί στην χώρα μας η αρχαιοελληνική θρησκεία ως η βάση της επιστήμης και η γενέτειρα του "ορθού" λόγου, την στιγμή που είναι απόλυτα αποδεδειγμένο ότι υπήρξε μέγας εχθρός της επιστήμης και της προόδου, διότι δίδασκε ακριβώς τα αντίθετα απ’ ότι πρέσβευε και αποδείκνυε η επιστήμη.


Το τρομερότερο ηταν οτι δεν έμενε στην θεωρητική αντιπαράθεση, αλλά έπαιρνε ενεργή εχθρική στάση απέναντι στις επιστημονικές γνώσεις-έρευνα και στους ίδιους τους σοφούς, με συγκεκριμένες πρακτικές και διώξεις.

Η αρχαία θρησκεία, όπως είναι γνωστό, είχε πανθεϊστικό χαρακτήρα. Ο υλικός κόσμος θεωρούνταν έμψυχος και ένθεος.


Οι παιδαριώδεις μύθοι, οι οποίοι μας διασκεδάζουν με την αφέλειά τους, μας παραξενεύουν με τις παραδοξότητές τους και μας αηδιάζουν με τις ανηθικότητές τους, ήταν για την αρχαία θρησκεία δόγματα πίστης, η «θεολογία» της!


Δίδασκε ότι ο ήλιος, η σελήνη και τα αστέρια ήταν «θεοί»! Ο ηλιακός δίσκος λατρευόταν ως πραγματικός «θεός» (Υπερίων, Φοίβος, Απόλλων), το ίδιο και η σελήνη (Εκάτη, Άρτεμις) καθώς και οι άλλοι πλανήτες λατρεύονταν ως «θεοί» (Δίας, Αφροδίτη, Άρης κλπ).


Στα Ρωμαικά χρόνια ο Ιουλιανός (361-363) κάθε πρωί προσευχόταν και θυσίαζε στον ήλιο. Έγραψε και έργο με τίτλο: "Εις Βασιλέα Ήλιον», παρ’ όλο ότι η επιστήμη της εποχής του είχε αποφανθεί σαφέστατα ότι ο ήλιος είναι άψυχη ύλη. Τα μετεωρολογικά και τα άλλα φυσικά φαινόμενα πιστευόταν ως θεϊκές ενέργειες.


Θεωρούσαν ότι οι άνεμοι προερχόταν από το ασκί του Αιόλου. Τα ηφαίστεια προκαλούσαν οι Τιτάνες και τα υπόγεια εργαστήρια του Ηφαίστου, τα κύματα της θάλασσας και τους σεισμούς προκαλούσε η τρίαινα του Ποσειδώνα, τους κεραυνούς τους εκτόξευε ο Δίας, κλπ.


Τα μετεωρολογικά φαινόμενα τα ονόμαζαν «διοσημίες», δηλαδή σημάδια του Δία. Είναι γνωστές οι απίστευτες δεισιδαίμονες φοβίες των αρχαίων μπροστά στα φυσικά φαινόμενα, καθ’ ότι σε αυτά έβλεπαν» την μήνη των θεών!

Η αρχαιοελληνική γραμματεία διέσωσε πληθώρα μαρτυριών του ανείπωτου φόβου που ένοιωθαν οι λάτρεις των αρχαίων "θεών" και τις απίστευτες μαγικού χαρακτήρα τελετουργίες για τον υποτιθέμενο εξευμενισμό τους, με αποκορύφωμα τις αμέτρητες-φρικτές ανθρωποθυσίες από την μυθική περίοδο, στα ιστορικά χρόνια της αρχαιότητας εως και τον 4ο μ. Χ. αιώνα!


Αρχαίοι συγγραφείς, οι οποίοι έζησαν μετά Χριστόν, όπως ο περιηγητής Παυσανίας, ο Πλούταρχος, ο γεωγράφος Στράβων, ο νεοπλατωνικός Πορφύριος, ο Λιβάνιος κ.α. αναφέρουν λεπτομέρειες ανθρωποθυσιών της εποχής τους.


Επίσης ένα ακόμη παράδειγμα θρησκευτικου παραλογισμού της αρχαίας θρησκείας, ηταν οι ποταμοί της Ελλάδος.


Οι ποταμοί θεωρούνταν "θεοί" και λατρεύονταν από τις παρακείμενες πόλεις, για να τύχουν της ευμένειάς τους προέβαιναν σε εκατόμβες θυσιών.


Η Έσχατη κατάντια ηταν οτι θυσίαζαν στα άψυχα ποτάμια και στις λιμνες.


Στο «Περί Δεισιδαιμονίας» σύγγραμμα του Πλατωνικού φιλοσόφου Θεόφραστου (4ος π. Χ. αιών) ή το «Περί Δεισιδαιμονίας» κεφάλαιο στα «Ηθικά» του Πλουτάρχου (2ος μ. Χ. αιών) και οι δυο μας βεβαιώνουν για τον αφάνταστο σκοταδισμό της αρχαίας θρησκείας.


Με ολα τα προαναφερόμενα διαπιστώνουμε σαφέστατα την αγεφύρωτη διάσταση μεταξύ της αρχαίας θρησκείας και της επιστήμης. Το δωδεκάθεο ηταν ένα από τα πιο πρωτόγονα και σκοταδιστικά θρησκεύματα της ιστορίας.

Εν τούτοις το αθάνατο Ελληνικο πνευμα παρ’ όλο ότι συνθλίβονταν για αιώνες από τις φοβερές συμπληγάδες της θρησκείας, δεν έπαψε ποτέ να είναι αναζητητής της αλήθειας.


Εκτος απο τα εωσφορικά "ιερά", τα μαντεία, τα θυσιαστήρια ζώων και ανθρώπων, δίπλα στους μαύρους μάντεις, τους μάγους, τους οιωνοσκόπους, τους ορφεοτελεστές, τους μητραγύρτες, τους θεραπευτές, τους πυθαϊστές κλπ, συντελούνταν η επιστημονική κοσμογονία, ξέχωρα από την πρωτόγονη θρησκεία και τα σκοτεινά επιτελεία της.


Δεν υπάρχει καμία ιστορικη μαρτυρία στην μακραίωνη αρχαιοελληνική ιστορία να είναι κάποιος ιερέας της αρχαίας θρησκείας και ταυτόχρονα επιστήμων και σοφός πλην του Πλουταρχου.

Το αποτέλεσμα ήταν η ανάπτυξη του πνεύματος και της θετικής επιστημονικής σκέψεως να περιορίζει την επιρροή της παγανσιτικής θρησκείας, με τα αντιεπιστημονικά και παράλογα δόγματά της και τις άκρως δεισιδαίμονες τελετουργίες της.

Μια ομαδα σοφών ανθρώπων με οδηγό τον ορθό λόγο και την παρατήρηση, διαπίστωσαν πως στην φύση κυριαρχεί ο νόμος του αιτιατού. Τα πάντα μέσα σε αυτή λειτουργούν βάσει αιώνιων φυσικών νόμων και ό, τι αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας είναι αποτελέσματα φυσικών αιτιών.


Η μεταφυσική ερμηνεία της φύσεως, που έκανε η αρχαία θρησκεία, καταδείχτηκε αναμφίβολα παράλογη και το πνευματικό και ηθικό ξεγύμνωμα των σκοτεινών παραγόντων της υπήρξε σημαντικός σταθμός για την ανάπτυξη της επιστήμης και την επικράτηση του ορθού λόγου.

Η πνευματική επανάσταση άρχισε στην Ιωνία, εξαιτίας του ευνοϊκού πολιτικού και κοινωνικού κλίματος που επικρατούσε εκεί τον 6ο π.Χ. αιώνα και εντεύθεν.


Μακριά από τα θρησκευτικά σκοταδιστικά κέντρα της μητροπολιτικής Ελλάδος και τον φανατισμό των όχλων, μπόρεσαν οι Ίωνες σοφοί να απαγκιστρωθούν από τους ασφυκτικούς βρόγχους του θρησκευτικού κατεστημένου και να σκεφτούν ελεύθερα, με οδηγό την λογική-έρευνα.


Οι μεγάλοι εκείνοι άνδρες, σύμφωνα με το Σουηδό καθηγητή M. Nilsson :

"έχτιζαν σε έδαφος λιγότερο παιδιάστικο από εκείνο που μπορούσε να προσφέρει η ανθρωπομορφική θεωρία του Ομήρου. Είχαν υψωθεί πάνω από την λαϊκή δεισιδαιμονία και είχαν δώσει βάρος στον τρόπο που εξελισσόταν ο κόσμος και στη διάφορη μοίρα των ανθρώπων"


(M.Nilsson, Ιστορία της αρχαίας ελληνικής θρησκείας,
σελίδα 238).

Αυτή η ανατολή της επιστήμης δεν έγινε χωρίς την σφοδρή αντίδραση της θρησκείας. Όταν οι επιστήμονες αποφάνθηκαν ότι τα ουράνια σώματα είναι υλικές μάζες και τα μετεωρολογικά φαινόμενα φυσικές διεργασίες, οι φανατικοί λάτρεις της Αιγυπτιακής θρησκείας αντέδρασαν δυναμικά και τους κατήγγειλαν ως ασεβείς και άθεους.


Οι μεγάλοι Ίωνες φιλόσοφοι δεινοπάθησαν από το ιερατείο και τον δεισιδαίμονα ειδωλολατρικό όχλο, όταν προσπάθησαν να απομυθοποιήσουν την φύση και να εξηγήσουν ότι ο υλικός κόσμος διέπεται από φυσικούς νόμους.


Ο καθηγητής M.Nilsson επισημαίνει πως οι ερμηνειες των φιλοσόφων παρουσιάσθηκαν σαν αντίπαλες των θρησκευτικών ιδεών και η διαμάχη έγινε πραγματική» (M.Nilsson, Μ. έργο, σελίδα 279). Δεν υπάρχει κανένας σοβαρός μελετητής της αρχαιότητας, Ελληνας ή ξένος, που να μην αναφέρεται σε αυτή την φοβερή σύγκρουση.

Μόνον οι ανιστόρητοι, οι απαίδευτοι και οι εμπαθείς βλέπουν την αρχαία θρησκεία ως "θεμέλιο" της επιστήμης, μόνο αυτοί τα παρουσιάζουν όλα αγγελικά πλασμένα στην αρχαία Ελλάδα.


Οι διάφοροι παντογνώστες "ειδήμονες" προσπαθούν να μας πείσουν ότι τις διώξεις περί αθεΐας στην αρχαία Αθήνα τις έκανε η Πολιτεία και όχι η θρησκεία.


Τίποτε δεν είναι πιο ψευδές από αυτό. Ειναι φαιδρή διαστρέβλωση της ιστορικής πραγματικότητας. Τις διώξεις τις πραγματοποιούσε η Πολιτεία, κατ’ απαίτηση της θρησκείας.

Το παντοδύναμο ιερατείο είχε απόλυτη επιρροή στις μάζες και κατά συνέπεια μπορούσε όχι απλά να επηρεάζει πολιτικές επιλογές, αλλά και να τις επιβάλλει.


Για αυτον τον λόγο αυτό οι πολιτικοί ήταν οι μόνιμοι εντολοδόχοι του.

Απόδειξη περι αυτών ηταν το γεγονός ότι οι διώξεις γινόταν σχεδόν πάντοτε κατ’ απαίτηση του διαβόητου Αθηναίου ιερέα και μάντη Διοπείθη.

Εκεινος παρακολουθούσε με το πολυπληθές αργόσχολο «ιερό» συνεργείο του τα λόγια, τα γραπτά και τις πράξεις των επιστημόνων και των φιλοσόφων και όπου έκρινε ότι θίγεται η θρησκεία, τους κατάγγειλε στις αρχές και δρομολογούνταν η απηνή δίωξή τους.

Το αποτέλεσμα της σφοδρότατης σύγκρουσης μεταξύ της αρχαιοελληνικής Αιγυπτιακής-Φοικικική ς θρησκείας και της επιστήμης υπήρξε προδοτικό και καταστροφικο, καθως περισσότεροι από 600 γνωστοί σοφοί και επιστήμονες, μόνο στην Αθήνα, θα διωχθούν, θα εξορισθούν, θα καούν τα συγγράμματά τους και θα βρουν φρικτό θάνατο.


Ενδεικτικά αναφέρουμε, τον Σωκράτη, τον Αναξαγόρα, τον Αλκιβιάδη, τον Περικλή,την Ασπασία, το Φειδία, τον Αισχύλο, τον Ευριπίδη, το Θεόφραστο, τον Αριστοτέλη, τον Αρίστιππο, τον Αντισθένη, τον Κριτία, τον Διαγόρα το Μήλιο, τον Στείλπωνα το Μεγαρέα, τον Πρωταγόρα και εκατοντάδες άλλους.

Ο θρησκευτικός διωγμός ήταν γενικευμένος και σε άλλες πόλεις, μόνο που δεν έχουν καταγραφεί τα περιστατικά των διωγμών αυτών.

Τον παγανισμό απέρριψαν οι ίδιοι οι αρχαίοι πρόγονοι μας και ασπάστηκαν ελεύθερα την πνευματική και λογική λατρεία του μόνου αληθινού Θεού-δημιουργού (Πλατων-Τιμαιος), ο οποίος αποκαλύφτηκε μερικούς αιωνες αργοτερα στο Θείο Πρόσωπο του Χριστού.


Ολα τα μεγάλα πνεύματα της αρχαιότητας άσκησαν κριτική και αρνήθηκαν την αρχαιοελληνική ειδωλολατρία. «Κατά τους εξ π.Χ. αιώνας προσεπάθησαν να υπερβούν την πολυθεΐαν, να διαμορφώσουν μίαν υψηλοτέραν ιδέαν περί πνευματικού Θεού, να καθάρουν την έννοιαν του θείου από όλα εκείνα τα στοιχεία τα οποία είχαν επισωρεύσει η μυθολογία, η δεισιδαιμονία και η πρωτόγονος μαγική σκέψις των μαζών» (Κ. Σπετσιέρη, «Εικόνες Ελλήνων Φιλοσόφων», Αθήαν 1964, σελ.75). «Οι μεγάλοι Έλληνες φιλόσοφοι αντιτάχθησαν στην ειδωλολατρική πολυθεΐα και ηγωνίσθησαν, ώστε να καθαρθεί η έννοια του θείου από το μη θεοπρεπές στοιχείον» (Ν. Βασιλειάδη « Ο ανθρωπισμός του Χριστιανισμού» Αθήναι 1986, σελ. 48). Πρώτος ο Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος τόλμησε να αρνηθεί την κρατούσα ειδωλολατρική θρησκεία της εποχής του και να διακηρύξει επίσημα: «Είς Θεός, εν τε θεοίσι καί ανθρώποισι μέγιστος ούτε δέμας θνητοίσι όμοιος ουδέ νόημα». Όμως «πάντα θεοίσ’ ανέθηκαν Όμηρος θ’ Ησίοδος τε… όσσα παρ’ ανθρώποισιν ονείδεα και ψόγος εστίν, κλέπτειν, μοιχεύειν τε και αλλήλους απατεύειν» (Ξενοφ. Απ.,11)! Τους θεούς θεωρούσε εξ ολοκλήρου αποκυήματα της ανθρώπινης φαντασίας, ανάρμοστα για τη θεία φύση. Υποστήριζε μάλιστα πως όσοι πιστεύουν ότι οι θεοί γεννήθηκαν, ασεβούν το ίδιοι με όσους λένε πως οι θεοί πεθαίνουν.


Ο Ηράκλειτος επιζητούσε «εξαγνισμόν από τα είδωλα» και πνευματική λατρεία του θείου (Αποστ.5, Diels). Συνέλαβε την έννοια του ενός Θεού υποστηρίζοντας πως « Έν πάντα… εκ πάντων έν καί εξ ενός πάντα…ταυτό τε ζών καί τεθνηκός καί εγρήγορος καί καθεύδον καί νέον και γηραιόν… αγαθόν και κακόν -εν καί ταυτόν-» (Β΄ 50, 10, 88, 58). Καθιέρωσε την πνευματική έννοια του Λόγου ως την υπέρτατη αιτία των πάντων και ως τον πάνσοφο νου που συγκροτεί τον κόσμο και προνοεί γι’ αυτόν (Α 16). Υποστήριζε πως ο Ομηρος και ο Ησίοδος, αποδίδοντας στους θεούς κακίες και ανηθικότητες είχαν ολέθρια επίδρασή στα ήθη των ανθρώπων. Ακόμη στηλίτευσε τον ανόητο ανθρωπομορφισμό, τόνισε την απόλυτη διαφορά ανθρώπου και Θεού (Αποσπ. 88) και απειλούσε όσους έκαναν ανίερες τελετές (Βακχισμός, ιερά όργια, ιερή πορνεία κλπ) Ο Αναξίμανδρος αποφάνθηκε πως το θείον είναι «αθάνατον καί ανόλεθρον», «περιέχει δε άπαντα καί πάντα κυβερνά» (Αριστ., Μεταφ. 203Β). Ο Εμπεδοκλής (493-433 π.Χ.) καταδίκασε έντονα τον ανθρωπομορφισμό της αρχαιοελληνικής θρησκείας και όρισε ότι το θείον είναι πνεύμα (Β΄ 134).


Ο Παρμενίδης αρνήθηκε μετά βδελυγμίας τις απαράδεκτες αντιλήψεις της εποχής του για το θείο και αποφάνθηκε πως αυτό είναι πέρα από κάθε φυσικό φαινόμενο και ανθρώπινη σύλληψη. Το θείον είναι «ατεμές» και «ακίνητον» (Β΄ 23,24,26). Ο Αναξαγόρας απεφάνθη ότι ο ήλιος, η σελήνη και τα αστέρια, δεν είναι θεοί, όπως πρέσβευε η ειδωλολατρική θρησκεία και η οποία απαιτούσε λατρεία γι’ αυτά, αλλά πύρινες μάζες. Το ίδιο είχαν υποστηρίξει και ο Αναξίμανδρος, ο Αναξιμένης, ο Θαλής, ο Λεύκιππος, ο Δημόκριτος. Ο Αναξαγόρας είχε ιδρύσει σχολή στην Αθήνα.


Μεταξύ των μαθητών του ήταν ο Περικλής, ο δάσκαλος του Σωκράτη Αρχέλαος και ο Ευριπίδης. Επηρεασμένος από τις θεωρίες της Σχολής της Μιλήτου ο Αναξαγόρας συγκέντρωσε τις έρευνές του στη σπουδή των φυσικών φαινομένων, πολλά από τα οποία είχε ερμηνεύσει επιτυχώς.


Κατόπιν αστρονομικών παρατηρήσεων διατύπωσε την θεωρία, ότι ο Ήλιος είναι μύδρος διάπυρος ή λίθος διάπυρος, κατά τον Πλάτωνα.


("Απολογία Σωκράτους", 26 d) και τον Ξενοφώντα
(«Απομνημονεύματα», VI 7 κ.ε.).


Η θεωρία όμως αυτή ερχόταν σε αντίθεση προς την θρησκευτική παράδοση, σύμφωνα με την οποία ο Ήλιος ήταν θεότητα.


Ο Αναξαγόρας μηνύθηκε για ασέβεια, ρίχτηκε στην φυλακή και καταδικάστηκε σε πρόστιμο πέντε ταλάντων και εξορία. Κατά άλλους καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο, αλλά με την επέμβαση του Περικλή η ποινή μετατράπηκε σε ισόβια εξορία. [«Σωτίων μεν γαρ φησιν εν τη Διαδοχή των φιλοσόφων υπό Κλέωνος αυτόν ασεβείας κριθήναι, διότι τον ήλιον μύδρον έλεγε διάπυρον· απολογησαμένου δε υπέρ αυτού Περικλέους του μαθητού, πέντε ταλάντοις ζημιωθήναι και φυγαδευθήναι. Σάτυρος δ’ εν τοις Βίοις (FHG iii. 163) υπό Θουκυδίδου φησίν εισαχθήναι την δίκην, αντιπολιτευομένου τω Περικλεί· και ου μόνον ασεβείας αλλά και μηδισμού· και απόντα καταδικασθήναι θανάτω» (Διογένης Λαέρτιος, «Βίοι Φιλοσόφων», 2, 12-13).]


Βρισκόμενος στην φυλακή ο Αναξαγόρας ασχολούνταν με το πρόβλημα του τετραγωνισμού του κύκλου, όπως πληροφορούμαστε από τον Πλούταρχο, που γράφει: «Αλλ’ Αναξαγόρας μεν εν τω δεσμωτηρίω τον του κύκλου τετραγωνισμόν έγραφε» («Περί φυγής» 17, 607 F).


Ο Μητρόδωρος μαθητής του Αναξαγόρα, διακήρυξε πως «οι θεοί δεν είναι εκείνο που νόμιζαν όσοι τους έχτιζαν ναούς και τους προσκυνούσαν» (P. Decharme, «Ελληνική Μυθολογία» τομ. Α΄, σελ.286).




Ο Πρωταγόρας θεμελίωσε την έννοια της απόλυτης υπερβατικότητας του θείου και σατύρησε την παιδαριώδη θρησκευτικότητα της εποχής του, γι’ αυτό οι φανατικοί ειδωλολάτρες αποφάσισαν να τον σκοτώσουν (Θ.Η.Ε., τομ. 10,692).



Στο βιβλίο του "Περί θεών" ο Πρωταγόρας υποστήριζε, ότι δεν ήξερε εάν υπάρχουν θεοί, οι αθηναίοι τον έδιωξαν από την πόλη, κατέκαψαν τα βιβλία του στην Αγορά κι απέστειλαν κήρυκα και τα μάζεψαν ένα-ένα από όσους είχαν αντίτυπα.


"Δια ταύτην δε την αρχήν του συγγράμματος εξεβλήθη προς Αθηναίων· και τα βιβλία αυτού κατέκαυσαν εν τη αγορά, υπό κήρυκι αναλεξάμενοι παρ’ εκάστου των κεκτημένων» (Διογένης Λαέρτιος, «Βίοι Φιλοσόφων", 9, 52).


Ο Ηρόδοτος δεν δίστασε να ασκήσει κριτική στο Μαντείο των Δελφών για ψεύτικους χρησμούς και στηλίτευσε την απαράδεκτη ιερή πορνεία (Ιστ. Ι. 199). Ο Αριστόδημος και ο Δημοσθένης περιγελούσαν επίσης τις ανόητες μαντείες του δελφικού μαντείου (P. Dech., ό.π.). Επίσης ο Επίχαρμοςλοιδορούσε την αρχαία ειδωλολατρεία, διότι αυτή θεωρούσε τούς θεούς είναι ανέμους, ύδωρ, γήν, ήλιον, πύρ, αστέρες (Στοβ. Ανθ. 91,92).


Ο Πίνδαρος στα περίφημα ποιήματά του απογύμνωσε τους θεούς από τις μυθολογικές γελοιότητες που προσβάλουν το θείο, (Πινδ. Ολυμ. Θ΄35) και (P. Dech., ό.π., σελ.7) και δεν έκρυβε τις μονοθείζουσες ιδέες του (Θ.Η.Ε., τόμ. 10, 393).Ο Πρόδικος υποστήριξε με πάθος πως οι άνθρωποι της αρχαιότητας, λόγω πλάνης, θεωρούσαν ως θεούς ό,τι ήταν χρήσιμο για τη ζωή τους, όπως ο ήλιος, η σελήνη, τα ποτάμια οι πηγές, τα ζώα, κ.λπ. (Ξενοφ. Απομν. 11,3) Ο Αντισθένης διακήρυξε πως ο Θεός είναι ένας και απόλυτα υπερβατικός για τον ανθρώπινο νου. Αποκήρυξε την θρησκεία της εποχής του γιατί οι θεοί της ήταν θεοποιηθέντες άνθρωποι! (Cicero de Nat. Deor. I,II, 13). Ο Θεόφραστος ζήτησε να πάψουν οι ανόητες ζωοθυσίες, αφενός μεν από σεβασμό προς τα ζώα και αφετέρου, επειδή ο Θεός δεν έχει ανάγκη τέτοιες ταπεινές πράξεις (Θ.Η.Ε., τόμ. 6,415).



Ο Ευριπίδης χαρακτήρισε τις γελοίες για τους θεούς διηγήσεις των ποιητών «αοιδών δυστήνους λόγους» (Ευρ., Ηρακλ. Μαιν. 1346) και υποστήριξε πως «εί οι θεοί εισί κακοί ουκ εισί θεοί» (Ευρ., Βαλλεροφ. 23) με αποτέλεσμα να γίνει στόχος του φανατικού ειδωλολατρικού όχλου και να καταφύγει στη Μακεδονία. Ο Σωκράτης υπήρξε σαφώς μονοθεϊστής. Κατά κανόνα ομιλούσε για Θεό και σπανιότατα ομιλούσε για θεούς. Στους μαθητές του δίδασκε διαφορετική θρησκευτική πίστη, γι’ αυτό καταδικάστηκε σε θάνατο ως «έτερα καινά δαιμόνια εισφέρων». Ο Πλάτων δεν αναφερει τον Όμηρο στην «Πολιτεία» του, διότι θεώρησε ότι οι ανήθικοί μύθοι για τους θεούς αποτελούν επιζήμια πρότυπα για τους νέους. Τόνισε εμφατικά ότι ο Όμηρος και ο Ησίοδος έπλασαν ψευδείς και ανάξιους μύθους για τους θεούς (Πολιτ. 368Α-383C). Αρνήθηκε ουσιαστικά την πατρώα ειδωλολατρική θρησκεία και προσηλώθηκε στην δική του ιδεατή θεότητα, το «Όντως Όν». Χαρακτηριστικά είναι τα εξής αποφθέγματα του μεγάλου φιλοσόφου, τα οποία προδίδουν τις μονοθεϊστικές αντιλήψεις του: «Ο δή Θεός ημίν πάντων χρημάτων μέτρον άν είη μάλιστα» (Νομ. IV 716e), «Ομοιούσθαι Θεώ» (Πολ. 613Β), «Ο Θεός έχει ταίς χερσίν αυτού τήν αρχήν, το μέσον και το πέρας πάντων των όντων» (Νομ. Δ 713e). Ο Αριστοτέλης όρισε το θείον ως «τό πρώτον κινούν ακίνητον», ως «Νόησιν Νοήσεως» και ως «Ζώον αΐδιον άριστον» (Μεταφ. 1072, Β΄ 29) ορίζοντας έτσι την πίστη του σε μία υπερβατική αρχή. Υπεράσπισε την ενότητα της θείας ουσίας ως εξής: «ουκ πολυκοιρανίη εις κοίρανος» (Μεταφ. 1076Α). Αρνήθηκε κατηγορηματικά τις ανόητες περί θεών πίστεις της αρχαιοελληνικής θρησκείας και γι’ αυτό κατηγορήθηκε για αθεϊσμό.




Οι Στωικοί, ακολουθώντας την διδασκαλία του Ζήνωνα καθιέρωσαν την πίστη στον ένα Θεό και ερμήνευσαν τους μύθους του Ομήρου αλληγορικά (P. Nilsson, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Θρησκείας, Αθήναι 1977, σελ 304). Αρνητές της αρχαιοελληνικής ειδωλολατρικής θρησκείας υπήρξαν ακόμα ο Καρνεάδης, ο Θεόδωρος ο Κυρηναίος, ο Λεύκιππος, ο Δημόκριτος, ο Επίκουρος και όλοι οι σοφιστές, οι κυνικοί και οι στωικοί φιλόσοφοι.

Το τελειωτικό κτύπημα στην αρχαία θρησκεία, το έδωσε ο Ευήμερος ο Μεσσήνιος ο οποίος διατύπωσε τη θεωρία η οποία έγινε τελικά ευρέως αποδεκτή, πως οι θεοί της αρχαιοελληνικής θρησκείας ήταν κάποιοι επιφανείς άνθρωποι της παλιάς αρχαιότητας, τους οποίους οι άνθρωποι λόγω αμάθειας θεοποίησαν.



Η μεγάλη εποχή της ελληνικής Διανόησης ήταν επίσης μια εποχή Διωγμών - δίωξη των διανοουμένων, παρωπίδες στη σκέψη, και ακόμη κάψιμο βιβλίων» (Πηγή: E.R. Doods, Οι Έλληνες και το παράλογο, εκδ. Καρδαμίτσα, σ. 124).



Κλεινοντας, συνοπτικα ο Ξενοφάνης εξορίστηκε, ο Πυθαγόρας έγινε σκλάβος στην Βαβυλώνα, δικάστηκε για αθεΐα και διαφθορά των νέων, αργότερα εξορίστηκε και οι οπαδοί του κάηκαν μέσα στην σχολή τους ζωντανοί, ο Ίππασος εκδιώχθηκε επειδή κοινοποίησε τα απόρρητα της Πυθαγόρειας σχολής και θανατώθηκε με πνιγμό από τους ιερείς και συμπολίτες του, ο Διογένης ο Απολλωνιάτης εκδιώχθηκε στην Αθήνα με την κατηγορία της αθεΐας.

Ο Φαληρεύς (Παρ. Διογ. Λαερτ. IX57) μας λέει ότι ο Διογένης κινδύνευσε να διωχθεί στην Αθήνα, διότι θεωρούσε τον αέρα αρχή του παντός, αυτός όμως ο αέρας ήταν πνευματική δύναμη κατ΄ αυτόν που τον ταύτιζε με τον Θεό (Diels. Frg. 51 B 5 – ει του περί φύσεως βλ. 51 Α 8).

Ο Ζήνωνας ο Ελεάτης καταδικάστηκε σε θάνατο από τον τύραννο της πατρίδας του, ο Σωκράτης καταδικάστηκε δια ασέβεια διότι κατά την κατηγορία δίδασκε νέες θεότητες στην πόλη της Αθήνας, ο Πλάτωνας αναγκάστηκε να φύγει από την Αθήνα μετά τον θάνατο του Σωκράτη εφόσον το κλίμα ήταν βαρύ ενώ πουλήθηκε  ως σκλάβος από τους Σπαρτιάτες,

Ο Φιλόλαος εκδιώχθηκε μαζί με άλλους Πυθαγόρειους της Μεγάλης Ελλάδας κατά τον διωγμό τους το 430 π.Χ., ο Ανάξαρχος ο Αβδηρίτης θανατώθηκε από τον Αλέξανδρο τον Μακεδόνα, ο Διογένης ο Κυνικός εξορίστηκε και πουλήθηκε ως δούλος,

Ο Σπεύσιππος χαρακτηρίστηκε άθεος, ο Αριστοτέλης έφυγε από την Αθήνα διότι κινδύνεψε να κατηγορηθεί για ασέβεια, ο Καλλισθένης ο Ολύνθιος θανατώθηκε από τον Μ. Αλέξανδρο ως συνωμότης,  ο Μενέδημος ο Ερετριεύς εξορίστηκε ως ύποπτος για προδοσία, ο Αρίσταρχος ο Σάμιος κατηγορήθηκε για ασέβεια επειδή υποστήριξε το ηλιοκεντρικό σύστημα, ο Ηγησίας εκδιώχθηκε από την Αλεξάνδρεια διότι η διδασκαλία του είχε ολέθρια επίδραση στους νέους, ο Βίων ο Βορυσθενίτης πουλήθηκε ως σκλάβος.


ΣΤΙΛΠΩΝ Ο ΜΕΓΑΡΕΥΣ ΕΙΡΩΝΕΥΤΑΙ ΤΟΥΣ ΦΟΙΝΙΚΕΣ ΔΩΔΕΚΑΘΕΙΣΤΕΣ.

Για αυτο καταδικάστηκε για ασέβεια προς το άγαλμα της Αθηνάς· η ποινή του ήταν η εξορία. [«Τούτόν φασιν περί της Αθηνάς της του Φειδίου τοιούτόν τινα λόγον ερωτήσαι· “άρά γε η του Διος Αθηνά θεός εστι;” φήσαντος δε, “ναι,” “αύτη δε γε,” είπεν, “ουκ έστι Διος, αλλά Φειδίου·” συγχωρουμένου δε, “ουκ άρα,” είπε, “θεός εστιν” εν ω και εις Άρειον πάγον προσκληθέντα μη αρνήσασθαι, φάσκειν δ’ ορθώς διειλέχθαι· μη γαρ είναι αυτήν θεόν, αλλά θεάν· θεούς δε είναι τους άρρενας. και μέντοι τους Αρεοπαγίτας ευθέως αυτόν κελεύσαι της πόλεως εξελθείν. Ότε και Θεόδωρον τον επίκλην θεόν επισκώπτοντα ειπείν, “πόθεν δε τούτ’ ήδει Στίλπων; η ανασύρας αυτής τον κήπον εθεάσατο;” ην δ’ αληθώς ούτος μεν θρασύτατος· Στίλπων δε κομψότατος


 
*Η Κίττυ Παπαδοπούλου ειναι απόφοιτη φιλοσοφίας, παιδαγωγικής, ψυχολογίας και αθλήτρια 

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΜΟΥ ΤΟ ΕΓΡΑΨΑ ΩΣ ΠΡΟΛΟΓΟ ΣΤΗΝ
ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΣΚΟΥΡΕΛΗ :

Ο ΕΒΡΑΙΟΣ ΔΑΙΜΟΝΑΣ ΤΩΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΩΝ ΑΠΟΛΛΥΩΝ-ΑΠΟΛΛΩΝ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΣΤΟΝ ΣΥΝΔΕΣΜΟ 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου