Γράφει η Ειρήνη Δούκα*
Η Άννα Κομνηνή ήταν Ελληνίδα πριγκίπισσα, ιστορικός και ιατρός, από τις σημαντικότερες μορφές της πνευματικής ζωής της αυτοκρατορίας, κόρη και πρωτότοκο παιδί του Βυζαντινού αυτοκράτορα Αλέξιου Α' Κομνηνού και της αυτοκράτειρας Ειρήνης Δούκα.
Η Άννα Κομνηνή ήταν Ελληνίδα πριγκίπισσα, ιστορικός και ιατρός, από τις σημαντικότερες μορφές της πνευματικής ζωής της αυτοκρατορίας, κόρη και πρωτότοκο παιδί του Βυζαντινού αυτοκράτορα Αλέξιου Α' Κομνηνού και της αυτοκράτειρας Ειρήνης Δούκα.
Ηταν επίσης εγγονή της Άννας Δαλασσηνής. Στο ιστορικό της έργο «Αλεξιάς» καθρεφτίζεται η μεγάλη παιδεία της, η αρχαιομάθειά της, η εξοικείωσή της με την Αγία Γραφή και προπαντός η αφοσίωση και ο θαυμασμός της για τον πατέρα της. Γεννήθηκε την 1η Δεκεμβρίου του 1083 στην Πορφύρα, το δωμάτιο στο ανάκτορο της Κωνσταντινούπολης όπου γεννιούνταν τα παιδιά των αυτοκρατόρων και έτυχε επιμελέστατης μόρφωσης και παιδείας.
Το 1091 μνηστεύθηκε τον Κωνσταντίνο Δούκα, γιο του αυτοκράτορα Μιχαήλ Ζ' ενώ, μετά τον θάνατο του Κωνσταντίνου Δούκα, το 1097, παντρεύτηκε τον Νικηφόρο Βρυέννιο. Ο Νικηφόρος Βρυέννιος ο Νεότερος γεννήθηκε το 1062 στην Ορεστιάδα της Αδριανούπολης και ήταν γιος του ομωνύμου του στρατηγού. Σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν λόγιος άνδρας, ικανός διπλωμάτης, σπουδαίος ρήτορας και γενναίος στρατιώτης.
Ο αυτοκράτωρ Αλέξιος Κομνηνός, εκτιμώντας την μόρφωση και την φυσική ωραιότητά του, του έδωσε ως σύζυγο την κόρη του Άννα Κομνηνή και τον τίμησε με το αξίωμα του καίσαρος. Επίσης του εμπιστεύτηκε σημαντικές στρατιωτικές αποστολές. Ο Νικηφόρος διηύθυνε την άμυνα της Κωνσταντινουπόλεως εναντίον του στρατού του Γοδεφρείδου της Μπουιγιόν κατά την διάρκεια της Πρώτης Σταυροφορίας το 1097, ενώ το 1116 ηγήθηκε της εκστρατείας των Βυζαντινών εναντίον του Σελτζούκου σουλτάνου του Ικονίου. Μετά τον θάνατο του Αλεξίου Α΄ το 1118 η Άννα Κομνηνή και η μητέρα της Ειρήνη Δούκαινα, οργανώνοντας συνωμοσία εναντίον του νομίμου διαδόχου Ιωάννη Κομνηνού, προσπάθησαν ανεπιτυχώς να τον ανεβάσουν στον θρόνο.
Ο ίδιος ο Νικηφόρος έδειξε αδιαφορία και συνέχισε να είναι νομιμόφρων στον Ιωάννη Κομνηνό. Συνέχισε την ενασχόλησή του με τα γράμματα, έγραψε δε ιστορικό έργο για τον Αλέξιο Κομνηνό, καθώς και φιλοσοφικές και ρητορικές πραγματείες. Κυριότερο έργο του είναι η Ύλη Ιστορίας, χωρισμένη σε τέσσερα βιβλία. Κατ’ ουσίαν πρόκειται περί απομνημονευματικού χαρακτήρος σύγγραμμα.
Ο συγγραφέας στηρίζεται σε προφορικές κυρίως μαρτυρίες από το οικογενειακό του περιβάλλον και δίδει έμφαση σε ό,τι αναφέρεται στην ιστορία των Κομνηνών, των Δουκών και των Βρυεννίων. Ο Νικηφόρος Βρυέννιος πέθανε το έτος 1137. Όταν το 1118 πέθανε ο πατέρας της, οργάνωσε συνωμοσία κατά του νόμιμου διάδοχου, του αδελφού της Ιωάννη, η οποία απέτυχε εξ αιτίας της άρνησης του συζύγου της να πάρει μέρος σε αυτή. Το 1137, μετά τον θάνατο του συζύγου της Νικηφόρου Βρυέννιου, αποσύρεται στην Αγία Μονή της Κεχαριτωμένης, στην Κωνσταντινούπολη, όπου και συνέγραψε μεταξύ του 1137 και του 1148 την Αλεξιάδα, σε 15 βιβλία (κεφάλαια). Στο έργο της κατέγραψε την ιστορία του πατέρα της Αλεξίου Α' μεταξύ 1069 και 1118. Η γλώσσα και η μορφή του κειμένου αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα του αττικισμού
Οι Ηρόδοτος, Θουκυδίδης, Ξενοφών, Πολύβιος, Πλούταρχος
αποτέλεσαν πρότυπα προς μίμησιν ως προς το ύφος και την μεθοδολογία στην βυζαντινή ιστοριογραφία,
Αναμφισβητητη είναι η επίδραση που άσκησαν οι αρχαίοι κλασσικοί ιστορικοί. Οι Ρωμαίοι ιστορικοί μας αφησαν αξιόλογα έργα από απόψεως ιστοριογραφίας και λογοτεχνίας. Πολλοί εξ αυτών υπήρξαν σπουδαίοι ιστορικοί, αν και δεν εκτιμήθηκαν δεόντως από τους συγχρόνους, οι οποίοι προτιμούσαν να διαβάζουν τους αρχαίους κλασσικούς ιστορικούς (Θουκυδίδη, Ηρόδοτο, Ξενοφώντα, Πολύβιο, Πλούταρχο) και να θαυμάζουν με προγονική υπερηφάνεια τους αρχαίους Έλληνες, των οποίων οι Ρωμαίοι-Ελληνες αποτελούσαν φυσικούς και πνευματικούς κληρονόμους.
Είναι γνωστή η σχέση των Ρωμαιων με τον αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό, η αγάπη και ο σεβασμός που έτρεφαν για την προγονική τους πολιτιστική κληρονομιά. Δικαίως αισθάνονταν υπερήφανοι για το ένδοξο παρελθόν και για τα ιστορικά και πνευματικά επιτεύγματα των προγόνων τους. Σε αυτό λοιπόν το πλαίσιο ήταν αναμενόμενο να αναπτυχθεί έντονο ενδιαφέρον για την μελέτη της αρχαίας κλασσικής γραμματείας, αλλά και μία τάση μιμήσεως των προγενεστέρων ως πρότυπα λογοτεχνικά, φιλολογικά, γλωσσικά και ιστορικά.
Γράφει πολύ χαρακτηριστικά ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος σε μίαν επιστολή του προς κάποιον σοφιστή Αβλάβιον: «Πυνθάνομαί σε σοφιστικής εράν, και το χρήμα είναι θαυμάσιον, οίον σοβαρόν φθέγγεσθαι, μέγα βλέπειν, βαδίζειν υψηλόν καιμετέωρον, το λήμμα σοι φέρειν εκείσε εις Μαραθώνα και Σαλαμίνα, ταύτα δη τα ημέτερα καλλωπίσματα, και μηδέν εννοείν, ότι μη Μιλτιάδας και Κυναιγέρους και Καλλιμάχους τε και Τηλεμάχους, και πάντα εσκεύασθαι σοφιστικώς".
Μέσα από την μελέτη των αρχαίων ιστορικών οι Ελληνες-Ρωμαίοι εύρισκαν παραδείγματα γενναίων και ηθικών ανδρών αξίων να λειτουργήσουν ως πρότυπα.
Η ιστοριογραφία γνώρισε μεγάλη άνθιση κατά την διάρκεια ζωής της Ρωμαϊκής-Ελληνικής αυτοκρατορίας, και ανεδείχθησαν αξιόλογοι ιστορικοί και χρονικογράφοι. Χαρακτηριστικό της Ρωμαικής ιστοριογραφίας είναι ότι τόσον οι ιστορικοί όσο και οι χρονικογράφοι δεν περιορίζονται στην εξιστόρηση των σύγχρονων προς αυτούς γεγονότων, αλλά επιχειρούν να συγγράψουν γενικές ιστορίες, θέλοντας να φανερώσουν ότι πίσω από την ιστορική πορεία των λαών και την δράση των ιστορικών προσώπων εκδηλώνεται η πρόνοια του Θεού, δημιουργού του σύμπαντος κόσμου, ο Οποίος με την θεϊκή Του βούληση κατευθύνει την πορεία των ιστορικών πραγμάτων, προνοεί για τα χριστιανικά έθνη και ενδιαφέρεται για τα πράγματα της χριστιανικής Ρωμαικής αυτοκρατορίας.
Κυρίαρχη μορφή στα Ρωμαικά γράμματα, για την μόρφωσή της και το συγγραφικό της έργο είναι η Άννα Κομνηνή. Ως η αγαπημένη κόρη του πατέρα της, έλαβε μία εξαιρετική παιδεία και απέκτησε εκπληκτική ευρυμάθεια στην αρχαια Ελληνική γραμματεία, μελέτησε τους αρχαίους συγγραφείς, ιστορικούς, φιλοσόφους.
Επιπλέον, συμπλήρωσε την εγκύκλιο μόρφωσή της με σπουδές στα μαθηματικά, μουσική, αστρονομία, ιατρική, όπως συνηθιζόταν τότε να λαμβάνουν αυτήν την πολύπλευρη κλασσική παιδεία οι Ρωμαίοι υπηκοοι της αυτοκρατορίας. Για ένα διάστημα εθεωρείτο ως διάδοχος του πατέρα της στον αυτοκρατορικό θρόνο, μέχρι την γέννηση άρρενος διαδόχου, του Ιωάννου Κομνηνού.
Η Άννα Κομνηνή καταγόταν από μία από τις μεγαλύτερες οικογένειες της Ελληνικής αριστοκρατίας, από αυτούς τους μεγάλους οίκους που τα μέλη τους είχαν ανέλθει στον αυτοκρατορικό θρόνο.
Οι εξέχουσες οικογένειες της Ελληνικής-Ρωμαικής αυτοκρατορίας στηρίζουν τον πολιτισμό, την πνευματική μόρφωση και την καλλιέργεια.
Η εποχή αυτή των Κομνηνών και αργότερα των Παλαιολόγων χαρακτηρίζεται τόσο από έντονα ιστορικά γεγονότα, όσο και από μία ιδιαίτερη άνθηση των γραμμάτων που χαρακτηρίστηκε ως Ρωμαική αναγέννηση. Η καλλιέργεια των γραμμάτων και των επιστημών ποτέ δεν έπαυσε καθ’ όλην την Ρωμαική περίοδο).
Η ρητορική, η φιλοσοφία, η ιστοριογραφία γνωρίζουν μεγάλη άνθιση. Τους χρόνους εκείνους που γεννήθηκε η Άννα Κομνηνή δέσποζε η μορφή του Μιχαήλ Ψελλού, του «υπάτου των φιλοσόφων», όπως χαρακτηρίσθηκε, ο οποίος δίδασκε στο Πανδιδακτήριο (Πανεπιστήμιο).
Σε αυτό λοιπόν το πνευματικό περιβάλλον γεννήθηκε και μεγάλωσε η Άννα Κομνηνή, και από μικρή έλαβε επιμελημένη μόρφωση.
Το ιστορικό της έργο, διαιρούμενο σε 15 βιβλία, καλύπτει την χρονική περίοδο 1069-1118, τιτλοφορείται «Αλεξιάς» και είναι αφιερωμένο στην βασιλεία του πατέρα της Αλεξίου Α’ Κομνηνού. Καταγράφει τα ιστορικά γεγονότα και την δράση του Αλεξίου Α’, τις επιδρομές των Νορμανδών στα Βαλκάνια και των Τούρκων στην Μικρά Ασία. Κεντρική μορφή της «Αλεξιάδας» είναι ο Αλέξιος Α’, για τον οποίον εκφράζεται με μεγάλο θαυμασμό.
Από το έργο της διαπιστώνουμε την πνευματική συγκρότηση της Άννης Κομνηνής, την βαθιά αρχαιομάθεια, την γνώση των Γραφών, αλλά και την ανθρωπιστική της και ηθική καλλιέργεια. Μέσα από την «Αλεξιάδα» αναδεικνύεται η Άννα Κομνηνή ως βαθύτατη γνώστρια «των Γραφών και των αρχαίων συγγραφέων, θαυμάστρια του ηρωισμού αλλά και της ειρήνης, εκτιμώσα την γενναιότητα, την αγχίνοιαν, την πνευματικήν καλλιέργειαν, την ελευθερίαν του ανθρώπου, την σύνεσιν της προκεχωρημένης ηλικίας, ευρίσκει συλλήβδην τας αρετάς ταύτας κοσμούσας τον επιφανή πατέρα της .
Κύριες πηγές για την συγγραφή της ιστορίας της η Άννα Κομνηνή χρησιμοποίησε τις προσωπικές της μνήμες, πληροφορίες διαφόρων προσώπων πρωταγωνιστικών και ιστορικά αρχεία. Τα πρότυπά της είναι ο Θουκυδίδης, ο Πολύβιος, άλλοι κλασσικοί συγγραφείς, αλλά και προγενέστεροι βυζαντινοί συγγραφείς, όπως ο ιστορικός Προκόπιος. Το κείμενό της διακρίνεται για την αντικειμενικότητα, την σαφήνεια και την χάρη της εξιστορήσεως. Περιγράφει με ζωντάνια τις μάχες, τα όπλα και τις τακτικές των μαχών, όπως και την δράση των πρωταγωνιστών των ιστορικών γεγονότων, χωρίς ωστόσο να μπορεί να μετριάσει τον θαυμασμό της για τον πατέρα της Αλέξιο Α’. η γλώσσα της είναι η αρχαϊζουσα, στην οποία συνήθιζαν να γράφουν οι λόγιοι βυζαντινοί της εποχής μιμούμενοι τους κλασσικούς συγγραφείς. Τέλος, η ευρεία της εγκύκλιος και κλασσική παιδεία επιτρέπει στην Άννα Κομνηνή να προσθέτει στο έργο της αναφορές και παρατηρήσεις ιατρικής και αστρονομικής φύσεως, στοιχεία που καθιστούν την «Αλεξιάδα» της ένα αξιοπρόσεκτο κείμενο υψηλού επιπέδου και αξίας, όχι μόνον ιστορικής αλλά και φιλολογικής.
Οι επιδράσεις της αρχαίας κλασσικής γραμματείας.
Η επιδράσεις που δέχθηκε η Άννα Κομνηνή στο ιστορικό της έργο «Αλεξιάς» ειναι κυρίως από τους μεγάλους κλασσικούς Έλληνες ιστοριογράφους, Ηρόδοτο, Θουκυδίδη, Ξενοφώντα, αλλά και άλλους κλασσικούς συγγραφείς. Ξεκινούμε από την αρχική διαπίστωση ότι η «Αλεξιάς» έχει δεχθεί επιδράσεις από τους αρχαίους κλασσικούς συγγραφείς, και αυτή είναι μία γενική παραδοχή των σπουδαιοτέρων βυζαντινολόγων και ιστορικών της βυζαντινής λογοτεχνίας. Π.χ. ο M.E.Colonna, K. Krumbacher[16], Ε.Θ. Τσολάκης
Μέσα από μία παράλληλη ανάγνωση των έργων του Θουκυδίδου και της Άννης Κομνηνής μπορούμε να ανιχνεύσουμε κάποιες ομοιότητες, όπως παραδέχονται οι επιφανέστεροι των βυζαντινολόγων, παρ’ ό,τι η Άννα Κομνηνή σε κανένα σημείο της «Αλεξιάδας» δεν αναφέρει ονομαστικώς τον Θουκυδίδη. Αντιθέτως, η Άννα Κομνηνή επιδεικνύει την βαθιά αρχαιομάθεία της παραπέμποντας στον Όμηρο, στους αρχαίους τραγικούς[, στον Αριστοφάνη. Ωστόσο, παρά την παντελή έλλειψη αναφοράς στον Θουκυδίδη, είναι εμφανής η επίδραση του μεγάλου αυτού ιστορικού της αρχαιότητος στο έργο της Άννης Κομνηνής. Και σε άλλα σημεία του έργου της μπορούμε να ανιχνεύσουμε επιρροές πιο εμφανείς από αρχαίους ιστορικούς, όπως οι Ηρόδοτος, Πολύβιος, Πλούταρχος.
Κλείνοντας να περάσουμε να δούμε τι αναφέρει σχετικά ο κατά γενική ομολογία όλων των πατριωτών, κορυφαίος Έλληνας σε ηθική, παιδεία, θάρρος, αξιοπρεπεια, ευρηματικότητα-δημιουργικότητα και προσφορά την δεκαετία που διανύουμε ο Άγγελος Φ. Γιαννόπουλος :
Οι Ηρόδοτος, Θουκυδίδης, Ξενοφών, Πολύβιος, Πλούταρχος
αποτέλεσαν πρότυπα προς μίμησιν ως προς το ύφος και την μεθοδολογία στην βυζαντινή ιστοριογραφία,
Αναμφισβητητη είναι η επίδραση που άσκησαν οι αρχαίοι κλασσικοί ιστορικοί. Οι Ρωμαίοι ιστορικοί μας αφησαν αξιόλογα έργα από απόψεως ιστοριογραφίας και λογοτεχνίας. Πολλοί εξ αυτών υπήρξαν σπουδαίοι ιστορικοί, αν και δεν εκτιμήθηκαν δεόντως από τους συγχρόνους, οι οποίοι προτιμούσαν να διαβάζουν τους αρχαίους κλασσικούς ιστορικούς (Θουκυδίδη, Ηρόδοτο, Ξενοφώντα, Πολύβιο, Πλούταρχο) και να θαυμάζουν με προγονική υπερηφάνεια τους αρχαίους Έλληνες, των οποίων οι Ρωμαίοι-Ελληνες αποτελούσαν φυσικούς και πνευματικούς κληρονόμους.
Είναι γνωστή η σχέση των Ρωμαιων με τον αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό, η αγάπη και ο σεβασμός που έτρεφαν για την προγονική τους πολιτιστική κληρονομιά. Δικαίως αισθάνονταν υπερήφανοι για το ένδοξο παρελθόν και για τα ιστορικά και πνευματικά επιτεύγματα των προγόνων τους. Σε αυτό λοιπόν το πλαίσιο ήταν αναμενόμενο να αναπτυχθεί έντονο ενδιαφέρον για την μελέτη της αρχαίας κλασσικής γραμματείας, αλλά και μία τάση μιμήσεως των προγενεστέρων ως πρότυπα λογοτεχνικά, φιλολογικά, γλωσσικά και ιστορικά.
Γράφει πολύ χαρακτηριστικά ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος σε μίαν επιστολή του προς κάποιον σοφιστή Αβλάβιον: «Πυνθάνομαί σε σοφιστικής εράν, και το χρήμα είναι θαυμάσιον, οίον σοβαρόν φθέγγεσθαι, μέγα βλέπειν, βαδίζειν υψηλόν καιμετέωρον, το λήμμα σοι φέρειν εκείσε εις Μαραθώνα και Σαλαμίνα, ταύτα δη τα ημέτερα καλλωπίσματα, και μηδέν εννοείν, ότι μη Μιλτιάδας και Κυναιγέρους και Καλλιμάχους τε και Τηλεμάχους, και πάντα εσκεύασθαι σοφιστικώς".
Μέσα από την μελέτη των αρχαίων ιστορικών οι Ελληνες-Ρωμαίοι εύρισκαν παραδείγματα γενναίων και ηθικών ανδρών αξίων να λειτουργήσουν ως πρότυπα.
Η ιστοριογραφία γνώρισε μεγάλη άνθιση κατά την διάρκεια ζωής της Ρωμαϊκής-Ελληνικής αυτοκρατορίας, και ανεδείχθησαν αξιόλογοι ιστορικοί και χρονικογράφοι. Χαρακτηριστικό της Ρωμαικής ιστοριογραφίας είναι ότι τόσον οι ιστορικοί όσο και οι χρονικογράφοι δεν περιορίζονται στην εξιστόρηση των σύγχρονων προς αυτούς γεγονότων, αλλά επιχειρούν να συγγράψουν γενικές ιστορίες, θέλοντας να φανερώσουν ότι πίσω από την ιστορική πορεία των λαών και την δράση των ιστορικών προσώπων εκδηλώνεται η πρόνοια του Θεού, δημιουργού του σύμπαντος κόσμου, ο Οποίος με την θεϊκή Του βούληση κατευθύνει την πορεία των ιστορικών πραγμάτων, προνοεί για τα χριστιανικά έθνη και ενδιαφέρεται για τα πράγματα της χριστιανικής Ρωμαικής αυτοκρατορίας.
Κυρίαρχη μορφή στα Ρωμαικά γράμματα, για την μόρφωσή της και το συγγραφικό της έργο είναι η Άννα Κομνηνή. Ως η αγαπημένη κόρη του πατέρα της, έλαβε μία εξαιρετική παιδεία και απέκτησε εκπληκτική ευρυμάθεια στην αρχαια Ελληνική γραμματεία, μελέτησε τους αρχαίους συγγραφείς, ιστορικούς, φιλοσόφους.
Επιπλέον, συμπλήρωσε την εγκύκλιο μόρφωσή της με σπουδές στα μαθηματικά, μουσική, αστρονομία, ιατρική, όπως συνηθιζόταν τότε να λαμβάνουν αυτήν την πολύπλευρη κλασσική παιδεία οι Ρωμαίοι υπηκοοι της αυτοκρατορίας. Για ένα διάστημα εθεωρείτο ως διάδοχος του πατέρα της στον αυτοκρατορικό θρόνο, μέχρι την γέννηση άρρενος διαδόχου, του Ιωάννου Κομνηνού.
Η Άννα Κομνηνή καταγόταν από μία από τις μεγαλύτερες οικογένειες της Ελληνικής αριστοκρατίας, από αυτούς τους μεγάλους οίκους που τα μέλη τους είχαν ανέλθει στον αυτοκρατορικό θρόνο.
Οι εξέχουσες οικογένειες της Ελληνικής-Ρωμαικής αυτοκρατορίας στηρίζουν τον πολιτισμό, την πνευματική μόρφωση και την καλλιέργεια.
Η εποχή αυτή των Κομνηνών και αργότερα των Παλαιολόγων χαρακτηρίζεται τόσο από έντονα ιστορικά γεγονότα, όσο και από μία ιδιαίτερη άνθηση των γραμμάτων που χαρακτηρίστηκε ως Ρωμαική αναγέννηση. Η καλλιέργεια των γραμμάτων και των επιστημών ποτέ δεν έπαυσε καθ’ όλην την Ρωμαική περίοδο).
Η ρητορική, η φιλοσοφία, η ιστοριογραφία γνωρίζουν μεγάλη άνθιση. Τους χρόνους εκείνους που γεννήθηκε η Άννα Κομνηνή δέσποζε η μορφή του Μιχαήλ Ψελλού, του «υπάτου των φιλοσόφων», όπως χαρακτηρίσθηκε, ο οποίος δίδασκε στο Πανδιδακτήριο (Πανεπιστήμιο).
Σε αυτό λοιπόν το πνευματικό περιβάλλον γεννήθηκε και μεγάλωσε η Άννα Κομνηνή, και από μικρή έλαβε επιμελημένη μόρφωση.
Το ιστορικό της έργο, διαιρούμενο σε 15 βιβλία, καλύπτει την χρονική περίοδο 1069-1118, τιτλοφορείται «Αλεξιάς» και είναι αφιερωμένο στην βασιλεία του πατέρα της Αλεξίου Α’ Κομνηνού. Καταγράφει τα ιστορικά γεγονότα και την δράση του Αλεξίου Α’, τις επιδρομές των Νορμανδών στα Βαλκάνια και των Τούρκων στην Μικρά Ασία. Κεντρική μορφή της «Αλεξιάδας» είναι ο Αλέξιος Α’, για τον οποίον εκφράζεται με μεγάλο θαυμασμό.
Από το έργο της διαπιστώνουμε την πνευματική συγκρότηση της Άννης Κομνηνής, την βαθιά αρχαιομάθεια, την γνώση των Γραφών, αλλά και την ανθρωπιστική της και ηθική καλλιέργεια. Μέσα από την «Αλεξιάδα» αναδεικνύεται η Άννα Κομνηνή ως βαθύτατη γνώστρια «των Γραφών και των αρχαίων συγγραφέων, θαυμάστρια του ηρωισμού αλλά και της ειρήνης, εκτιμώσα την γενναιότητα, την αγχίνοιαν, την πνευματικήν καλλιέργειαν, την ελευθερίαν του ανθρώπου, την σύνεσιν της προκεχωρημένης ηλικίας, ευρίσκει συλλήβδην τας αρετάς ταύτας κοσμούσας τον επιφανή πατέρα της .
Κύριες πηγές για την συγγραφή της ιστορίας της η Άννα Κομνηνή χρησιμοποίησε τις προσωπικές της μνήμες, πληροφορίες διαφόρων προσώπων πρωταγωνιστικών και ιστορικά αρχεία. Τα πρότυπά της είναι ο Θουκυδίδης, ο Πολύβιος, άλλοι κλασσικοί συγγραφείς, αλλά και προγενέστεροι βυζαντινοί συγγραφείς, όπως ο ιστορικός Προκόπιος. Το κείμενό της διακρίνεται για την αντικειμενικότητα, την σαφήνεια και την χάρη της εξιστορήσεως. Περιγράφει με ζωντάνια τις μάχες, τα όπλα και τις τακτικές των μαχών, όπως και την δράση των πρωταγωνιστών των ιστορικών γεγονότων, χωρίς ωστόσο να μπορεί να μετριάσει τον θαυμασμό της για τον πατέρα της Αλέξιο Α’. η γλώσσα της είναι η αρχαϊζουσα, στην οποία συνήθιζαν να γράφουν οι λόγιοι βυζαντινοί της εποχής μιμούμενοι τους κλασσικούς συγγραφείς. Τέλος, η ευρεία της εγκύκλιος και κλασσική παιδεία επιτρέπει στην Άννα Κομνηνή να προσθέτει στο έργο της αναφορές και παρατηρήσεις ιατρικής και αστρονομικής φύσεως, στοιχεία που καθιστούν την «Αλεξιάδα» της ένα αξιοπρόσεκτο κείμενο υψηλού επιπέδου και αξίας, όχι μόνον ιστορικής αλλά και φιλολογικής.
Οι επιδράσεις της αρχαίας κλασσικής γραμματείας.
Η επιδράσεις που δέχθηκε η Άννα Κομνηνή στο ιστορικό της έργο «Αλεξιάς» ειναι κυρίως από τους μεγάλους κλασσικούς Έλληνες ιστοριογράφους, Ηρόδοτο, Θουκυδίδη, Ξενοφώντα, αλλά και άλλους κλασσικούς συγγραφείς. Ξεκινούμε από την αρχική διαπίστωση ότι η «Αλεξιάς» έχει δεχθεί επιδράσεις από τους αρχαίους κλασσικούς συγγραφείς, και αυτή είναι μία γενική παραδοχή των σπουδαιοτέρων βυζαντινολόγων και ιστορικών της βυζαντινής λογοτεχνίας. Π.χ. ο M.E.Colonna, K. Krumbacher[16], Ε.Θ. Τσολάκης
Μέσα από μία παράλληλη ανάγνωση των έργων του Θουκυδίδου και της Άννης Κομνηνής μπορούμε να ανιχνεύσουμε κάποιες ομοιότητες, όπως παραδέχονται οι επιφανέστεροι των βυζαντινολόγων, παρ’ ό,τι η Άννα Κομνηνή σε κανένα σημείο της «Αλεξιάδας» δεν αναφέρει ονομαστικώς τον Θουκυδίδη. Αντιθέτως, η Άννα Κομνηνή επιδεικνύει την βαθιά αρχαιομάθεία της παραπέμποντας στον Όμηρο, στους αρχαίους τραγικούς[, στον Αριστοφάνη. Ωστόσο, παρά την παντελή έλλειψη αναφοράς στον Θουκυδίδη, είναι εμφανής η επίδραση του μεγάλου αυτού ιστορικού της αρχαιότητος στο έργο της Άννης Κομνηνής. Και σε άλλα σημεία του έργου της μπορούμε να ανιχνεύσουμε επιρροές πιο εμφανείς από αρχαίους ιστορικούς, όπως οι Ηρόδοτος, Πολύβιος, Πλούταρχος.
Κλείνοντας να περάσουμε να δούμε τι αναφέρει σχετικά ο κατά γενική ομολογία όλων των πατριωτών, κορυφαίος Έλληνας σε ηθική, παιδεία, θάρρος, αξιοπρεπεια, ευρηματικότητα-δημιουργικότητα και προσφορά την δεκαετία που διανύουμε ο Άγγελος Φ. Γιαννόπουλος :
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου