"Ο καθένας είναι φεγγάρι, και έχει μια σκοτεινή πλευρά, που δεν δείχνει ποτέ σε κανέναν"Το παραπάνω απόσπασμα, είναι του Σάμουελ Λάνγκχορν Κλέμενς, γνωστότερο ως Μαρκ Τουέιν. Μπορεί να φαίνεται σαν μια συγκλονιστική παρατήρηση για έναν από τους μεγαλύτερους χιουμορίστες της Αμερικής, αλλά ο Τουέιν ήταν μια ταραγμένη ψυχή, του οποίου το έργο αποκαλύπτει μια γοητεία -μερικοί μπορεί να πουν και μια εμμονή- με τη σκοτεινή πλευρά.
Πτώματα, κηδείες, νεκροταφεία, σκελετοί και φαντάσματα, είναι όλα εκεί.
Ο Τουέιν ήταν αριστοτέχνης χιουμορίστας. Η ζωή του δείχνει τον άνθρωπο, τον γεμάτο ανήσυχη ευθυμία, διαυγή οξυδέρκεια και δυνατή λογική. Τα έργα του, από φιλολογικής άποψης έχουν γονιμότητα, ευρείς ορίζοντες και αριστοτεχνικό χειρισμό πολλών ζητημάτων και θεμάτων. Η τύχη και ο πλούτος ευνόησαν απλόχερα τον μεγάλο συγγραφέα που, παρόλο που γελούσε αληθινά στη ζωή, ήταν στο βάθος ένας πικρός σαρκαστής. Και το μυστικό του αυτό το πήρε μαζί του όταν πέθανε.
Ο Τουέιν στο εργαστήριο του Νικόλα Τέσλα την άνοιξη του 1894. Κρατάει τον πειραματικό λαμπτήρα του Τέσλα, το πρόσωπο του οποίου είναι ορατό στο παρασκήνιο
Η εμμονή του Τουέιν μπορεί να γίνει κατανοητή από όσους γνωρίζουν τη ζωή του. Μια ζωή γεμάτη με τραγωδίες και θλιβερούς θανάτους.
"Η πραγματική πηγή του χιούμορ δεν είναι η χαρά, αλλά η λύπη. Δεν υπάρχει χιούμορ στον Παράδεισο".
Ο Σάμουελ Λάνγκχορν Κλέμενς γεννήθηκε στο χωριό Φλόριντα της πολιτείας του Μιζούρι των ΗΠΑ και ήταν γιος του Τζον και της Τζέην Κλέμενς. Σε ηλικία τεσσάρων ετών, η οικογένειά του μετακόμισε στην παραποτάμια πόλη Χάνιμπαλ, αναζητώντας καλύτερες οικονομικές συνθήκες. Εκεί, ο πατέρας του έγινε δικαστής της κομητείας. Όταν το 1847 πέθανε -σε ηλικία 49 χρονών- υποκύπτοντας στην πνευμονία, ο επιβλητικός πατέρας του -αφήνοντας στην οικογένεια αρκετά οικονομικά χρέη-, ο τότε 11χρονος Σάμουελ λέγεται ότι παρακολούθησε την αυτοψία του από μια κλειδαρότρυπα.
Ο Τουέιν στα 15 του - πηγή
Ο θάνατος του πατέρα του ανάγκασε τον Τουέιν να εγκαταλείψει το σχολείο και να εργαστεί. Ο μεγαλύτερος αδελφός του Οράιον, ξεκίνησε το 1850 να εκδίδει μια εφημερίδα, στην οποία ο Τουέιν δημοσίευε κατά διαστήματα κείμενά του. Παράλληλα πραγματοποίησε αρκετά ταξίδια στις ανατολικές και στις δυτικές πολιτείες των Η.Π.Α., εργαζόμενος ως τυπογράφος. Έπειτα από δέκα χρόνια, ενώ ταξίδευε για δουλειές στη Νέα Ορλεάνη, αποφάσισε ξαφνικά να γίνει καπετάνιος σε ποταμόπλοιο, ένα επάγγελμα το οποίο ο ίδιος αναγνώρισε πως του πρόσφερε σημαντικές εμπειρίες, ενώ ήρθε σε επαφή με πολλούς διαφορετικούς χαρακτήρες. Το 1858, ενθάρρυνε τον νεότερο αδερφό του Χένρι -ήταν 19 χρονών- να πιάσει δουλειά στο πλοίο που δούλευε και εκείνος, το Pennsylvania. Στο δρόμο προς τη Νέα Ορλεάνη, ο Τουέιν μάλωσε με τον καπετάνιο του πλοίου και αναγκάστηκε να βρει άλλο. Ο Χένρι έμεινε πίσω. Στις 13 Ιουνίου, ο λέβητας του Pennsylvania εξερράγη. Ο Τουέιν, ο οποίος βρισκόταν δίπλα στον νεκρό Χένρι με τα πνευμόνια και το δέρμα του άσχημα καμμένα, κατηγορούσε τον εαυτό του που τον πήρε μαζί του στη δουλειά. Αργότερα έγραψε, "Ο φτωχός μου Χένρυ -η αγάπη μου, η υπερηφάνειά μου, η δόξα μου, τα πάντα μου- σταμάτησε η αθώα καριέρα του και το φως της ζωής μου θα βγει στο απόλυτο σκοτάδι. Ω, θεέ! Είναι δύσκολο να το αντέξω...".
"Μέσα στο χιούμορ βρίσκει κανείς τον αστεϊσμό ενός ανθρώπου που είναι σπάνια ευδιάθετος και ποτέ ευτυχισμένος".
Ο Τουέιν χρησιμοποίησε τη συγγραφή ως -ένα είδος- διαφυγής. Μια γρήγορη ανασκόπηση των έργων του δίνει ενδείξεις ως προς την ταραγμένη, εμμονική κατάσταση με το θάνατο του μυαλού του. Οι Περιπέτειες του Τομ Σόγιερ και οι Περιπέτειες του Χάκλμπερι Φιν περιέχουν αναφορές σε πτώματα και τυμβωρύχους. Η σύντομη ιστορία του 1868 "Cannibalism in the Cars" είναι μια ιστορία περί... κανιβαλισμού. Στο "The Curious Dream" (στο οποίο βασίστηκε η ομότιτλη μικρού μήκους δραματική ταινία του 1907, για την οποία ο ίδιος δήλωσε ότι έδωσε την άδεια να γυριστεί γιατί "έχω την εικόνα του John Barter, να εξετάζει την ταφόπλακα του και αυτό το βρίσκω τρομακτικά αλλά και ευχάριστα χιουμοριστικό"), οι κάτοικοι ενός παραμελημένου νεκροταφείου παραπονιούνται για την παρατημένη -από τους ίδιους- τελευταία τους κατοικία. Στο The Invalid's Story του 1877, δύο άντρες σε ένα τρένο λανθασμένα πιστεύουν ότι σε ένα κιβώτιο στην καμπίνα τους βρίσκεται το νεκρό σώμα ενός φίλου τους.
Η μοίρα δεν είχε τελειώσει με τον Τουέιν. Το 1896 πέθανε η 24χρονη κόρη του, Σούζι, από μηνιγγίτιδα. Λόγω οικονομικών προβλημάτων (είχε χάσει μεγάλο μέρος των αποταμιεύσεων της οικογένειάς του με κακές επενδύσεις), ο Τουέιν έλλειπε δίνοντας διαλέξεις. Όταν έλαβε τα νέα της αρρώστιας της, έκρινε λάθος την κατάσταση και δεν βιάστηκε να επιστρέψει. Η αγαπημένη του κόρη πέθανε προτού εκείνος επιστρέψει. Επιπροσθέτως, θεωρούσε ότι η πίεση από τα προβλήματα της οικογένειάς του οδήγησαν, εν μέρει, στην εγκατάλειψή της.
Ο Τουέιν είχε δει πάρα πολλά και έχασε πάρα πολλά. Στο τελευταίο στάδιο της ζωής του βυθίστηκε σε βαθιά κατάθλιψη. Όταν το 1904 πέθανε η σύζυγός του, Ολίβια, έγραψε, "Γιατί πρέπει να μένω εδώ;".
Στις 24 Δεκεμβρίου του 1909, δέχτηκε ακόμη ένα χτύπημα. Αυτή την φορά ήταν ο θάνατος της άλλης κόρης του, της Jean, η οποία βρέθηκε στην μπανιέρα. Είχε υποστεί μια κρίση και βυθίστηκε κάτω από το νερό.
Ο ίδιος είχε πει στον βιογράφο του, "Πάντα ζηλεύω τους νεκρούς". Η επιθυμία του θα εισακουστεί μόλις τέσσερις μήνες αργότερα, στις 21 Απριλίου του 1910.
Ο τάφος του - πηγή
Με την πάροδο των χρόνων, στην επέτειο του θανάτου του, μέρη που συνδέονται με τον Τουέιν, του αποδίδουν φόρο τιμής έτσι όπως -πιθανότατα- θα είχε εγκρίνει ο ίδιος. Στο Ρέντινγκ του Κονέκτικατ, όπου έζησε από το 1908 μέχρι το θάνατό του, διοργανώνεται μια ολονυκτία με επικήδειους λόγους και μουσική τζαζ. Όσοι πηγαίνουν στον τάφο του, στην Ελμίρα της Νέας Υόρκης, πραγματοποιούν αναπαραστάσεις κηδειών, ντυμένοι με κοστούμια της εποχής του και με άμαξες που σέρνουν μαύρα άλογα.
από: the vintage news
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου