Κανείς δεν πίστευε ότι ο Αντόλφ Σαξ θα ζούσε πέραν της παιδικής ηλικίας μετά τα πολλά ατυχήματα που είχε. Αλλά τα κατάφερε και εφηύρε ένα όργανο που έφερε την επανάσταση στον κόσμο της μουσικής.
Χτύπησε το κεφάλι του με ένα τούβλο. Καταπιεί μια βελόνα. Ήπιε θειικό οξύ. Έπεσε με το πρόσωπο σε ένα καυτό τηγάνι. Αυτά ήταν μερικά από τα ατυχήματα του επιρρεπής από την παιδική του ηλικία Σαξ, που γεννήθηκε στο Βέλγιο το 1814. Ήταν ένα από τα 11 παιδιά της οικογένειάς του. Και ευτυχώς που τα κατάφερε, επειδή θα γινόταν ο άνθρωπος που θα άλλαζε για πάντα το πρόσωπο της μουσικής καθώς ήταν ο εφευρέτης του σαξοφώνου.
Τα πρώτα χρόνια της ζωής του Σαξ
Ο Αντουάν-Ζοζέφ Σαξ (Antoine-Joseph Sax) γεννήθηκε στις 6 Νοεμβρίου στο Ντινάν του Βελγίου, από οικογένεια οργανοποιών. Μικρό τον φώναζαν Αντόλφ, όνομα με το οποίο έγινε γνωστός και τον ακολούθησε ως το τέλος της ζωής του.
Γεννημένος σε μια οικογένεια εμπόρων, από πατέρα -τον Σαρλ–Ζοζέφ Σαξ- ξυλουργό, ο Αντουάν–Ζοζέφ ή Αντόλφ Σαξ ήταν αρχικά ξυλουργός. Για την ακρίβεια, ήταν τόσο ικανός με το ξύλο, που ο Γουλιέλμος Α', πρίγκιπας της Οράγγης (γνωστός και ως Γουλιέλμος ο Σιωπηλός ή πιο γνωστός ως Γουλιέλμος της Οράγγης), ο τότε μονάρχης της περιοχής, τον εκμεταλλεύτηκε για να φτιάξει κατάλληλα όργανα για τον βελγικό στρατό.
Ο Σαξ μεγάλωσε σε αυτό το μουσικό περιβάλλον στο οποίο ευημερούσε. Μπορούσε να χρησιμοποιεί το εργαστήριο του πατέρα του ως δικό του και έκανε κλαρινέτα σε ηλικία μόλις 14 ή 15 χρόνων. Βελτίωσε το όργανο, αλλάζοντας το διαμέτρημα και την ακριβή θέση των οπών, ώστε να ακούγεται καλύτερα. Μάλιστα, ο νεαρός Σάξ έφτιαξε ένα κλαρινέτο και δύο φλάουτα από ελεφαντόδοντο, κάτι που μέχρι τότε θεωρούνταν αδύνατο. Στην πραγματικότητα, ο Σαξ μπορούσε να φτιάξει κλαρινέτα, φλάουτα και τρομπέτες που ήταν κλάσης ανώτερα από τους προκατόχους του. Το 1840, παρουσίασε με υπερηφάνια εννέα από τα νέα του όργανα στη Βελγική Έκθεση, αλλά λόγω του νεαρού της ηλικίας του, δεν του αποδόθηκε το πρώτο βραβείο. Όμως, του απονεμήθηκε ένα μετάλλιο για το έργο του, το οποίο όμως απέρριψε, λέγοντας, "Αν με θεωρούν πολύ νέο για να αξίζω το χρυσό μετάλλιο, εγώ με θεωρώ πολύ μεγάλο για να δεχτώ αυτό το επιχρυσωμένο".
Ο Σαξ άκμασε μέσα στο εργαστήριο, χωρίς να αποφύγει τις παγίδες που κρύβει ένα τέτοιο μέρος. Η παιδική ηλικία του ήταν γεμάτη από θανατηφόρα ατυχήματα.
Για παράδειγμα, κάποτε, ήπιε κάτι που νόμισε ότι ήταν γάλα, αλλά στην πραγματικότητα ήπιε αραιό θειικό οξύ. Κάποτε δέχτηκε μια πέτρα στο κεφάλι, σχεδόν πνίγηκε σε ένα ποτάμι και δηλητηρίασε τρεις φορές με βερνίκι. Επίσης, κατάπιε μια βελόνα και έπεσε από ένα παράθυρο από ύψος τριών ορόφων. Δεν είναι απορίας άξιο που η μητέρα του είχε πει, "Αυτό το παιδί είναι καταδικασμένο μέσα στην ατυχία. Δε θα ζήσει.", ενώ του κόλλησαν το παρατσούκλι "ο μικρός Σαξ, το φάντασμα".
Επινοώντας το σαξόφωνο
πηγή
Τελικά, ο Σαξ ενηλικιώθηκε και στη δεκαετία του 1840 έφυγε για το Παρίσι, με 30 φράγκα στην τσέπη του, αφού είχε σπουδάσει στο Ωδείο των Βρυξελλών. Το Παρίσι της εποχής των Αθλίων ήταν ένα περίεργο μέρος υπό τον βασιλιά Λουδοβίκο Φίλιππο. Ήταν μια εποχή μετά την Επανάσταση και τον Ναπολέοντα -και οι δύο αιματηρές εποχές-, αλλά υπήρχαν χρήματα από το στρατό. Στόχος του δεν ήταν παρά να εισάγει μια εντελώς νέα γκάμα οργάνων στον γαλλικό στρατό, ο οποίος, φυσικά, ήταν μια τεράστια αγορά. Ο Σαξ άρχισε να δημιουργεί ένα όργανο ιδανικό για στρατιωτικές ασκήσεις. Όμως, αυτή τη φορά, για τον γαλλικό στρατό.
Κατάφερε να δημιουργήσει μια συλλογή από σαξόχορνα, συμπεριλαμβανομένου του ίδιου του οργάνου, της σαξοτρόμπας και της σαξοτούμπας. Το κάθε όργανο παρήγαγε διαφορετικό ήχο καθώς απελευθερωνόταν αέρας σε ένα ορείχαλκο σωλήνα. Όμως, ακόμη και πριν από αυτά, ο Σαξ είχε ήδη πειραματιστεί με το αριστούργημά του: το σαξόφωνο.
Το 1842, ο Σαξ γνώρισε τον ρομαντικό συνθέτη Εκτόρ Μπερλιόζ, ο οποίος του πρότεινε να τον συστήσει στους μουσικούς κύκλους του Παρισιού. Οι δύο τους μίλησαν εκτενώς για τις εφευρέσεις του Σαξ και την ίδια νύχτα που συναντήθηκαν, ο συνθέτης είπε στον Σαξ, "Αύριο, θα ξέρεις τι σκέφτομαι για το έργο σου". Ο Σαξ εμφανίστηκε στο τεύχος Ιουνίου του 1842 του Journal des Débats.
Ο Μπερλιόζ γιόρτασε τη δημιουργία του, η οποία τότε ονομαζόταν "μπάσο κόρνο", ενώ ο συνθέτης ήταν ο πρώτος που αναφέρθηκε στο όργανο ως "σαξόφωνο".
Θέλοντας να συνδυάσει τη λεπτή ομορφιά των πνευστών που έφτιαξε, με την ευελιξία των χορδών, ο Σαξ δημιούργησε ένα εντελώς νέο όργανο σε δύο μεγέθη, το sopranino ή το μικρό σαξόφωνο και το μεγαλύτερο subcontrabass σαξόφωνο. Το όργανο συνδύαζε τα πνευστά με τον ορείχαλκο. Μπορούσε να αποδώσει μπλουζ νότες και μάλιστα μιμούνταν τις μελαγχολικές νότες των χορδών οργάνων χάρη στη μοναδική αρχιτεκτονική του.
Το σαξόφωνο ήταν ένα μουσικό θαύμα που αργότερα το περιοδικό Time αποκάλεσε την "πολυετή Σταχτοπούτα της σοβαρής μουσικής". "Θα περιμένω άλλον έναν χρόνο πριν το καταχωρήσω για δίπλωμα ευρεσιτεχνίας", δήλωσε ο Σάξ, φοβούμενος τη λογοκλοπή. "Θα δούμε αν, μέχρι τότε, κάποιος κατασκευαστής θα έχει δημιουργήσει ένα πραγματικό σαξόφωνο!".
Με αυτά τα όργανα, ο Σαξ ήλπιζε να φέρει την επανάσταση στον ορχηστρικό κόσμο. Και τα κατάφερε.
Το σαξόφωνο και ο κατασκευαστής του δεν εκτιμήθηκαν στην εποχή τους. Αφού κατοχύρωσε με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας το σαξόφωνο το 1846, υπήρξαν διάφορες πειρατικές εκδοχές στη Γαλλία, κάτι που είχε σαν αποτέλεσμα ο Σαξ να μην κερδίσει τίποτα.
Ο εφευρέτης ήταν γνωστός για τη δύσκολη προσωπικότητά του. Ο Σαξ, ήταν τόσο αμφιλεγόμενος που είτε κάποιος ήταν υπέρ του, ή εναντίον του. Αυτός ο επικίνδυνος, δυναμικός και παραγωγικός Βέλγος που είχε φτάσει στο Παρίσι, χώρισε τον μουσικό κόσμο της Γαλλίας ανάμεσα σε υπέρ και κατά του.
Όντας πολύ φιλόδοξος και δημιουργικός, ο άνθρωπος που εφηύρε το σαξόφωνο, ήρθε σε αντιπαράθεση και με τους πιο παραδοσιακούς μουσικούς. Ως εκ τούτου, το σαξόφωνο δεν μπήκε στις ορχήστρες της εποχής του -όπως δηλαδή ονειρευόταν ο Σάξ.
Δημιουργήθηκαν ομάδες εναντίον του, ενώ ο Τύπος παρουσίασε σκληρά άρθρα εναντίον του. Ο Σάξ κήρυξε πτώχευση τρεις φορές, το 1852, το 1873 και το 1877.
Όμως, υπήρξαν και υποστηρικτές του. Μεταξύ του 1843 και του 1860 πούλησε περίπου 20.000 σαξόφωνα από το εργαστήριό του, ενώ τον υποστήριζε και ο Μπερλιόζ.
Το όργανο, αργότερα, θα αντιπροσώπευε ένα ολόκληρο ύφος μουσικής, αλλά πριν από αυτό, ο εφευρέτης του θα πέθαινε πάμφτωχος στις 7 Φεβρουαρίου του 1894.
Δεν παντρεύτηκε ποτέ, αλλά είχε πέντε παιδιά με τη σύντροφό του, Louise-Adèle Maor. Ένας από τους γιους του, ο Adolphe-Edouard, συνέχισε να κατασκευάζει σαξόφωνα στο εργαστήριο του πατέρα του. Το 1928, το εργαστήριο εξαγοράστηκε από την εταιρία Selmer του Παρισιού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου