Τα βιολογικά προϊόντα έχουν γίνει πιο δημοφιλή τα τελευταία χρόνια. Κάθε χρόνο ο μέσος ευρωπαίος καταναλωτής ξοδεύει όλο και
περισσότερα χρήματα για βιολογικά προϊόντα, με την συνολική αγορά βιολογικών προϊόντων να μεγαλώνει κατά το 13% στην Ευρώπη το 2015. Τα κύρια επιχειρήματα για τη δημοτικότητά τους περιστρέφονται κυρίως γύρω από τέσσερις άξονες:
Είναι καλύτερης ποιότητας γευστικά
Είναι πιο θρεπτικά και υγιεινά
Είναι πιο ασφαλή για κατανάλωση γιατί δεν έχουν παρασιτοκτόνα και λιπάσματα
Η παραγωγή τους είναι πιο φιλική προς το περιβάλλον
Σκοπός μου σ’ αυτό το άρθρο είναι να παρουσιάσω τα επιστημονικά στοιχεία που υπάρχουν για να στηρίξουν (ή μάλλον να αντικρούσουν) αυτούς τους ισχυρισμούς[1]. Πάντα υπάρχουν πολλές και έντονες απόψεις σε θέματα που έχουν να κάνουν με την υγεία και το περιβάλλον – ποιες απ’ αυτές όμως υποστηρίζονται από επιστημονικά ευρήματα;
Τα βιολογικά προϊόντα έχουν καλύτερη γεύση.
Ακούγεται συχνά, είτε από σεφ, είτε από εστιατόρια, ότι προτιμούν βιολογικά προϊόντα γιατί είναι γευστικά ανώτερα. Σύμφωνα με μελέτες όμως, όπως αυτή η συστηματική ανασκόπηση από ερευνητές στη Νέα Ζηλανδία και αυτή η έρευνα από τις Η.Π.Α., οι καταναλωτές δε βρίσκουν τα βιολογικά προϊόντα πιο νόστιμα από τα κανονικά. Στην αμερικάνικη μελέτη μάλιστα, οι καταναλωτές βρήκαν τις ντομάτες που καλλιεργήθηκαν με συμβατικές μεθόδους πολύ πιο νόστιμες από τις βιολογικές. Φυσικά, οι καταναλωτές δε γνώριζαν ποιες ήταν οι συμβατικές ντομάτες και ποιες οι βιολογικές. Ίσως από αυτό να μπορούμε να πάρουμε μια ιδέα ως προς το γιατί πολύς κόσμος είναι πεπεισμένος τα βιολογικά προϊόντα είναι πιο νόστιμα. Σε μια Σουηδική έρευνα που έγινε πιο παλιά – με ντομάτες και πάλι – οι καταναλωτές δήλωσαν πως οι βιολογικές ντομάτες ήταν πιο νόστιμες από τις συμβατικές. Στην πραγματικότητα, είχαν δοκιμάσει τις ίδιες ντομάτες. Αυτό το φαινόμενο έχει παρατηρηθεί πολλές φορές, με το πιο γνωστό παράδειγμα των καταναλωτών που βρίσκουν ένα κρασί καλύτερο όταν νομίζουν είναι πιο ακριβό. Μέχρι τώρα, δεν έχουμε κάποια επιστημονική ένδειξη που να στηρίζει τον ισχυρισμό ότι τα βιολογικά προϊόντα είναι πιο νόστιμα, ειδικά όταν αυτοί που τα δοκιμάζουν δε γνωρίζουν πρώτα ότι είναι βιολογικά.
Τα βιολογικά προϊόντα είναι πιο θρεπτικά και πιο υγιεινά.
Σε μια έρευνα που έγινε σε καταναλωτές βιολογικών προϊόντων στις Η.Π.Α. το 2003, το 69% απάντησε ότι τα προτιμά επειδή είναι πιο υγιεινά. Συχνά, εμφανίζονται στο διαδίκτυο ισχυρισμοί ότι η κατανάλωση βιολογικών προϊόντων βοηθά και στην αποφυγή του καρκίνου. Ωστόσο, τα 50 χρόνια έρευνας στα βιολογικά προϊόντα δεν έχουν αναδείξει θετικές επιπτώσεις στην υγεία από την κατανάλωση αυτών των προϊόντων ούτε κάποια συγκεκριμένη βελτίωση στη θρεπτική τους ποιότητα. Οι συστηματικές ανασκοπήσεις από διάφορους ερευνητές (στη Νέα Ζηλανδία, στη Μεγάλη Βρετανία (1 και 2), στις Η.Π.Α.) συμφωνούν. Η πιο μεγάλη και πιο μακροχρόνια μελέτη του είδους, που έγινε σε 620,000 γυναίκες για 9 χρόνια στη Μεγάλη Βρετανία, βρήκε «μικρή έως καμία» μείωση στα ποσοστά καρκίνου στις γυναίκες που κατανάλωναν βιολογικά προϊόντα[2].
Τα βιολογικά προϊόντα είναι πιο ασφαλή γιατί οι βιολογικές καλλιέργειες δε χρησιμοποιούν παρασιτοκτόνα και λιπάσματα.
Στην πραγματικότητα, οι περισσότερες βιολογικές καλλιέργειες χρησιμοποιούν φυτοφάρμακα όπως όλες τις άλλες. Τα φυτοφάρμακα που χρησιμοποιούν είναι απλά «φυσικά» ή «βιολογικά», συχνά κοπριά ή βιολογικά φυτοφάρμακα από την αγορά, σε αντίθεση με τις συμβατικές καλλιέργειες που χρησιμοποιούν τα λεγόμενα συνθετικά φυτοφάρμακα. Πολλοί πιστεύουν ότι επειδή κάτι είναι «φυσικό» είναι και αυτόματα πιο ασφαλές από κάτι «συνθετικό», αλλά δεν υπάρχει κανένας επιστημονικός λόγος που να στηρίζει αυτήν την αντίληψη[3]. Οι βιολογικές καλλιέργειες χρησιμοποιούν βέβαια διάφορες μεθόδους για να μειώσουν τη χρήση παρασιτοκτόνων, και όντως η συγκεκριμένη έρευνα από το Stanfordβρήκε πως τα βιολογικά προϊόντα είχαν λιγότερα υπολείμματα από παρασιτοκτόνα σε σύγκριση με τα συμβατικά. Η διαφορά όμως ήταν τόσο μικρή που η ίδια έρευνα σημειώνει πως οι πιθανότητες αυτών των ποσοτήτων να είναι επικίνδυνες ήταν περίπου οι ίδιες. Επίσης, ένα απλό ξέπλυμα πριν την κατανάλωση μπορεί να αφαιρέσει τα όποια υπολείμματα.
Η παραγωγή βιολογικών προϊόντων είναι πιο φιλική προς το περιβάλλον.
Αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι οι βιολογικές καλλιέργειες προωθούν τη βιοποικιλότητα. Μια μελέτη μάλιστα υπολόγισε αύξηση κατά 30% στην ποικιλία ειδών σε περιοχές με βιολογικές καλλιέργειες. Η βιοποικιλότητα είναι εξαιρετικά σημαντικός παράγοντας για την ισορροπία πολλών φυσικών οικοσυστημάτων και για την ανθρώπινη υγεία και ένας σημαντικός λόγος που η περαιτέρω μελέτη βιολογικών πρακτικών είναι σημαντική όταν μιλάμε για βιώσιμη ανάπτυξη.
Μία από τις μεγαλύτερες περιβαλλοντικές επιπτώσεις της καλλιέργειας τροφίμων αρχίζει από τα λιπάσματα. Τα λιπάσματα περιέχουν κυρίως άζωτο που βοηθά την ανάπτυξη των φυτών και είναι αναπόφευκτα σε όλες τις μεγάλης κλίμακας παραγωγές. Το πρόβλημα με τα λιπάσματα είναι πως αν δεν απορροφηθούν πλήρως από την καλλιέργεια, μολύνουν το χώμα και τους υδάτινους πόρους. Ενώ τα συνθετικά λιπάσματα παράγονται βιομηχανικά με συγκεκριμένες ποσότητες αζώτου για συγκεκριμένες εφαρμογές, τα φυσικά λιπάσματα (ακριβώς επειδή δεν είναι βιομηχανικά προϊόντα) διαφέρουν στην αποτελεσματικότητά τους. Πολλοί παραγωγοί αναγκάζονται να χρησιμοποιήσουν μεγαλύτερες ποσότητες λιπασμάτων σε πιο συχνές εφαρμογές, με αποτέλεσμα οι περιβαλλοντικές ζημιές να είναι περίπου οι ίδιες. Μια μελέτη από τη Μεγάλη Βρετανία μάλιστα βρήκε περισσότερη απόπλυση αζώτου[4] να προέρχεται από τις βιολογικές καλλιέργειες.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα για τις βιολογικές καλλιέργειες όμως είναι η παραγωγή. Οι μελέτες μέχρι τώρα δείχνουν πως οι βιολογικές καλλιέργειες είναι κατά 25% λιγότερο παραγωγικές από τις συμβατικές. Αυτό συμβαίνει επειδή οι βιολογικές πρακτικές είναι λιγότερο αποδοτικές και χρειάζονται περισσότερη γη για να παράγουν τις ίδιες ποσότητες. Σε ένα πλανήτη που ήδη αξιοποιεί υπερβολικές εκτάσεις γης για την παραγωγή φαγητού, δεν ακούγεται πολύ σοφό να αρχίσουμε να χρησιμοποιούμε κι άλλες για να παράγουμε βιολογικά προϊόντα – ειδικά με τον παγκόσμιο πληθυσμό να αυξάνεται συνεχώς.
Συμπέρασμα:
Τα επιστημονικά στοιχεία για τα πλεονεκτήματα από τις βιολογικές καλλιέργειες είναι προς το παρόν λίγα, με τα πιο σημαντικά ευρήματα να έχουν να κάνουν με τη βιοποικιλότητα. Πιθανόν στο μέλλον να δούμε συμβατικά συστήματα να εφαρμόζουν κάποιες από τις πρακτικές των βιολογικών συστημάτων που είναι επωφελείς (κάτι που ήδη συζητείται), π.χ. αμειψισπορά (εναλλαγή καλλιεργειών στο ίδιο χωράφι). Προς το παρόν όμως, δεν υπάρχει λόγος να ξοδεύετε τα λεφτά σας σε ακριβά βιολογικά προϊόντα που δεν ωφελούν ούτε την υγεία σας ούτε το περιβάλλον περισσότερο από τα κανονικά προϊόντα.
Σημειώσεις:
[1] Άφησα έξω τη βιολογική παραγωγή κρέατος και γαλακτοκομικών προϊόντων που αξίζουν ξεχωριστό άρθρο.
[2] Ένα από τα αποτελέσματα ήταν πως οι γυναίκες που κατανάλωναν βιολογικά προϊόντα είχαν λιγότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν non-Hodgkin lymphoma (είδος καρκίνου του αίματος), όμως ταυτόχρονα οι ίδιες γυναίκες είχαν υψηλότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν καρκίνο του μαστού. Δεν το λες και conclusive το αποτέλεσμα.
[3] Αυτό είναι ο λεγόμενο appeal to nature. Ωστόσο, πολλά πράγματα που βρίσκουμε στη φύση μπορούν να είναι επιβλαβή (π.χ. υδράργυρος) και πολλά τεχνητά είναι απόλυτα ασφαλή (π.χ. τυρόπιτα από το Ζορπά).
[4] Η απόπλυση εδάφους αναφέρεται στη μεταφορά ουσιών όπως είναι άζωτο και το φώσφορο από τα επιφανειακά στρώματα στο χώμα σε βαθύτερα στρώματα, συνήθως μετά από βροχή.
Επιπρόσθετες σημειώσεις μετά την αρχική δημοσίευση του άρθρου:
Μετά τη δημοσίευση του άρθρου ενημερώθηκα από τον κ. Χαράλαμπο Θεοπέμπτου πως η Ε.Ε. με την επίσημη επισήμανση επιτρέπει την αναφορά σε παραγωγή «πιο φιλική προς το περιβάλλον», βασισμένο στις αρχές της βιολογικής παραγωγής για σεβασμό στο περιβάλλον. Ανέφερα μόνο την αμειψισπορά στο κείμενο, αλλά και άλλες πρακτικές της βιολογικής παραγωγής είναι πολλά υποσχόμενες και αποσκοπούν σε μια πιο βιώσιμη και ηθική παραγωγή (π.χ. η έμφαση σε μικρότερες εφοδιαστικές αλυσίδες και ευημερία των ζώων). Σκοπός μου ήταν να τις καλύψω θεματικά σε άλλο άρθρο―οι επιπτώσεις τις πρώτης στο περιβάλλον είναι δευτερογενείς και οι παρούσες έρευνες δεν τις καλύπτουν επαρκώς και η ευημερία των ζώων είναι πιο σχετική με τη βιολογική παραγωγή κρέατος και γαλακτοκομικών. Σκοπός του άρθρου δεν ήταν ο αφορισμός των βιολογικών προϊόντων αλλά μια ενημέρωση/υπενθύμιση ότι τα επιστημονικά τεκμήρια για τα πλεονεκτήματά τους είναι ακόμα ανεπαρκή.
Ένα σχόλιο που έλαβα ανέφερε ότι το κείμενο αγνοεί την συστηματική ανασκόπηση από τους Barański et al. (2014) η οποία (εν μέρει) διαφωνεί με τις τρεις πρόσφατες ανασκοπήσεις που χρησιμοποίησα που συμφωνούν μεταξύ τους (και με άλλες πιο παλιές). Συγκεκριμένα, οι συγγραφείς συμπεραίνουν ότι τα βιολογικά προϊόντα παρουσιάζουν περισσότερα αντιοξειδωτικά, λιγότερο κάδμιο και λιγότερα υπολείμματα παρασιτοκτόνων. Για τα υπολείμματα παρασιτοκτόνων αναφέρθηκα ήδη στο άρθρο και το ίδιο ισχύει για το κάδμιο: το γεγονός ότι τα συμβατικά προϊόντα παρουσιάζουν υψηλότερες ποσότητες δεν τα κάνει πιο επικίνδυνα, αφού παραμένουν κάτω από τα επιτρεπόμενα ασφαλή όρια. Δεν είμαι ειδική στο θέμα των αντιοξειδωτικών, αλλά απ’ όσο ξέρω τα πλεονεκτήματά τους για την υγεία δεν είναι ακόμα ξεκάθαρα. Κάποιες μελέτες έχουν παρατηρήσει κάποιες ευεργετικές ιδιότητες αλλά δεν είναι ακόμα ξεκάθαρο πως λειτουργούν στον οργανισμό (κάποιες σχετικές έρευνες εδώ (ανασκόπηση), εδώ και εδώ). Γι’ αυτούς τους λόγους δεν ανάφερα τη συγκεκριμένη ανασκόπηση (που στην ουσία είναι outlier) στο αυθεντικό κείμενο.
Της Αντωνίας Χατζημιχαήλ
περισσότερα χρήματα για βιολογικά προϊόντα, με την συνολική αγορά βιολογικών προϊόντων να μεγαλώνει κατά το 13% στην Ευρώπη το 2015. Τα κύρια επιχειρήματα για τη δημοτικότητά τους περιστρέφονται κυρίως γύρω από τέσσερις άξονες:
Είναι καλύτερης ποιότητας γευστικά
Είναι πιο θρεπτικά και υγιεινά
Είναι πιο ασφαλή για κατανάλωση γιατί δεν έχουν παρασιτοκτόνα και λιπάσματα
Η παραγωγή τους είναι πιο φιλική προς το περιβάλλον
Σκοπός μου σ’ αυτό το άρθρο είναι να παρουσιάσω τα επιστημονικά στοιχεία που υπάρχουν για να στηρίξουν (ή μάλλον να αντικρούσουν) αυτούς τους ισχυρισμούς[1]. Πάντα υπάρχουν πολλές και έντονες απόψεις σε θέματα που έχουν να κάνουν με την υγεία και το περιβάλλον – ποιες απ’ αυτές όμως υποστηρίζονται από επιστημονικά ευρήματα;
Τα βιολογικά προϊόντα έχουν καλύτερη γεύση.
Ακούγεται συχνά, είτε από σεφ, είτε από εστιατόρια, ότι προτιμούν βιολογικά προϊόντα γιατί είναι γευστικά ανώτερα. Σύμφωνα με μελέτες όμως, όπως αυτή η συστηματική ανασκόπηση από ερευνητές στη Νέα Ζηλανδία και αυτή η έρευνα από τις Η.Π.Α., οι καταναλωτές δε βρίσκουν τα βιολογικά προϊόντα πιο νόστιμα από τα κανονικά. Στην αμερικάνικη μελέτη μάλιστα, οι καταναλωτές βρήκαν τις ντομάτες που καλλιεργήθηκαν με συμβατικές μεθόδους πολύ πιο νόστιμες από τις βιολογικές. Φυσικά, οι καταναλωτές δε γνώριζαν ποιες ήταν οι συμβατικές ντομάτες και ποιες οι βιολογικές. Ίσως από αυτό να μπορούμε να πάρουμε μια ιδέα ως προς το γιατί πολύς κόσμος είναι πεπεισμένος τα βιολογικά προϊόντα είναι πιο νόστιμα. Σε μια Σουηδική έρευνα που έγινε πιο παλιά – με ντομάτες και πάλι – οι καταναλωτές δήλωσαν πως οι βιολογικές ντομάτες ήταν πιο νόστιμες από τις συμβατικές. Στην πραγματικότητα, είχαν δοκιμάσει τις ίδιες ντομάτες. Αυτό το φαινόμενο έχει παρατηρηθεί πολλές φορές, με το πιο γνωστό παράδειγμα των καταναλωτών που βρίσκουν ένα κρασί καλύτερο όταν νομίζουν είναι πιο ακριβό. Μέχρι τώρα, δεν έχουμε κάποια επιστημονική ένδειξη που να στηρίζει τον ισχυρισμό ότι τα βιολογικά προϊόντα είναι πιο νόστιμα, ειδικά όταν αυτοί που τα δοκιμάζουν δε γνωρίζουν πρώτα ότι είναι βιολογικά.
Τα βιολογικά προϊόντα είναι πιο θρεπτικά και πιο υγιεινά.
Σε μια έρευνα που έγινε σε καταναλωτές βιολογικών προϊόντων στις Η.Π.Α. το 2003, το 69% απάντησε ότι τα προτιμά επειδή είναι πιο υγιεινά. Συχνά, εμφανίζονται στο διαδίκτυο ισχυρισμοί ότι η κατανάλωση βιολογικών προϊόντων βοηθά και στην αποφυγή του καρκίνου. Ωστόσο, τα 50 χρόνια έρευνας στα βιολογικά προϊόντα δεν έχουν αναδείξει θετικές επιπτώσεις στην υγεία από την κατανάλωση αυτών των προϊόντων ούτε κάποια συγκεκριμένη βελτίωση στη θρεπτική τους ποιότητα. Οι συστηματικές ανασκοπήσεις από διάφορους ερευνητές (στη Νέα Ζηλανδία, στη Μεγάλη Βρετανία (1 και 2), στις Η.Π.Α.) συμφωνούν. Η πιο μεγάλη και πιο μακροχρόνια μελέτη του είδους, που έγινε σε 620,000 γυναίκες για 9 χρόνια στη Μεγάλη Βρετανία, βρήκε «μικρή έως καμία» μείωση στα ποσοστά καρκίνου στις γυναίκες που κατανάλωναν βιολογικά προϊόντα[2].
Τα βιολογικά προϊόντα είναι πιο ασφαλή γιατί οι βιολογικές καλλιέργειες δε χρησιμοποιούν παρασιτοκτόνα και λιπάσματα.
Στην πραγματικότητα, οι περισσότερες βιολογικές καλλιέργειες χρησιμοποιούν φυτοφάρμακα όπως όλες τις άλλες. Τα φυτοφάρμακα που χρησιμοποιούν είναι απλά «φυσικά» ή «βιολογικά», συχνά κοπριά ή βιολογικά φυτοφάρμακα από την αγορά, σε αντίθεση με τις συμβατικές καλλιέργειες που χρησιμοποιούν τα λεγόμενα συνθετικά φυτοφάρμακα. Πολλοί πιστεύουν ότι επειδή κάτι είναι «φυσικό» είναι και αυτόματα πιο ασφαλές από κάτι «συνθετικό», αλλά δεν υπάρχει κανένας επιστημονικός λόγος που να στηρίζει αυτήν την αντίληψη[3]. Οι βιολογικές καλλιέργειες χρησιμοποιούν βέβαια διάφορες μεθόδους για να μειώσουν τη χρήση παρασιτοκτόνων, και όντως η συγκεκριμένη έρευνα από το Stanfordβρήκε πως τα βιολογικά προϊόντα είχαν λιγότερα υπολείμματα από παρασιτοκτόνα σε σύγκριση με τα συμβατικά. Η διαφορά όμως ήταν τόσο μικρή που η ίδια έρευνα σημειώνει πως οι πιθανότητες αυτών των ποσοτήτων να είναι επικίνδυνες ήταν περίπου οι ίδιες. Επίσης, ένα απλό ξέπλυμα πριν την κατανάλωση μπορεί να αφαιρέσει τα όποια υπολείμματα.
Η παραγωγή βιολογικών προϊόντων είναι πιο φιλική προς το περιβάλλον.
Αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι οι βιολογικές καλλιέργειες προωθούν τη βιοποικιλότητα. Μια μελέτη μάλιστα υπολόγισε αύξηση κατά 30% στην ποικιλία ειδών σε περιοχές με βιολογικές καλλιέργειες. Η βιοποικιλότητα είναι εξαιρετικά σημαντικός παράγοντας για την ισορροπία πολλών φυσικών οικοσυστημάτων και για την ανθρώπινη υγεία και ένας σημαντικός λόγος που η περαιτέρω μελέτη βιολογικών πρακτικών είναι σημαντική όταν μιλάμε για βιώσιμη ανάπτυξη.
Μία από τις μεγαλύτερες περιβαλλοντικές επιπτώσεις της καλλιέργειας τροφίμων αρχίζει από τα λιπάσματα. Τα λιπάσματα περιέχουν κυρίως άζωτο που βοηθά την ανάπτυξη των φυτών και είναι αναπόφευκτα σε όλες τις μεγάλης κλίμακας παραγωγές. Το πρόβλημα με τα λιπάσματα είναι πως αν δεν απορροφηθούν πλήρως από την καλλιέργεια, μολύνουν το χώμα και τους υδάτινους πόρους. Ενώ τα συνθετικά λιπάσματα παράγονται βιομηχανικά με συγκεκριμένες ποσότητες αζώτου για συγκεκριμένες εφαρμογές, τα φυσικά λιπάσματα (ακριβώς επειδή δεν είναι βιομηχανικά προϊόντα) διαφέρουν στην αποτελεσματικότητά τους. Πολλοί παραγωγοί αναγκάζονται να χρησιμοποιήσουν μεγαλύτερες ποσότητες λιπασμάτων σε πιο συχνές εφαρμογές, με αποτέλεσμα οι περιβαλλοντικές ζημιές να είναι περίπου οι ίδιες. Μια μελέτη από τη Μεγάλη Βρετανία μάλιστα βρήκε περισσότερη απόπλυση αζώτου[4] να προέρχεται από τις βιολογικές καλλιέργειες.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα για τις βιολογικές καλλιέργειες όμως είναι η παραγωγή. Οι μελέτες μέχρι τώρα δείχνουν πως οι βιολογικές καλλιέργειες είναι κατά 25% λιγότερο παραγωγικές από τις συμβατικές. Αυτό συμβαίνει επειδή οι βιολογικές πρακτικές είναι λιγότερο αποδοτικές και χρειάζονται περισσότερη γη για να παράγουν τις ίδιες ποσότητες. Σε ένα πλανήτη που ήδη αξιοποιεί υπερβολικές εκτάσεις γης για την παραγωγή φαγητού, δεν ακούγεται πολύ σοφό να αρχίσουμε να χρησιμοποιούμε κι άλλες για να παράγουμε βιολογικά προϊόντα – ειδικά με τον παγκόσμιο πληθυσμό να αυξάνεται συνεχώς.
Συμπέρασμα:
Τα επιστημονικά στοιχεία για τα πλεονεκτήματα από τις βιολογικές καλλιέργειες είναι προς το παρόν λίγα, με τα πιο σημαντικά ευρήματα να έχουν να κάνουν με τη βιοποικιλότητα. Πιθανόν στο μέλλον να δούμε συμβατικά συστήματα να εφαρμόζουν κάποιες από τις πρακτικές των βιολογικών συστημάτων που είναι επωφελείς (κάτι που ήδη συζητείται), π.χ. αμειψισπορά (εναλλαγή καλλιεργειών στο ίδιο χωράφι). Προς το παρόν όμως, δεν υπάρχει λόγος να ξοδεύετε τα λεφτά σας σε ακριβά βιολογικά προϊόντα που δεν ωφελούν ούτε την υγεία σας ούτε το περιβάλλον περισσότερο από τα κανονικά προϊόντα.
Σημειώσεις:
[1] Άφησα έξω τη βιολογική παραγωγή κρέατος και γαλακτοκομικών προϊόντων που αξίζουν ξεχωριστό άρθρο.
[2] Ένα από τα αποτελέσματα ήταν πως οι γυναίκες που κατανάλωναν βιολογικά προϊόντα είχαν λιγότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν non-Hodgkin lymphoma (είδος καρκίνου του αίματος), όμως ταυτόχρονα οι ίδιες γυναίκες είχαν υψηλότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν καρκίνο του μαστού. Δεν το λες και conclusive το αποτέλεσμα.
[3] Αυτό είναι ο λεγόμενο appeal to nature. Ωστόσο, πολλά πράγματα που βρίσκουμε στη φύση μπορούν να είναι επιβλαβή (π.χ. υδράργυρος) και πολλά τεχνητά είναι απόλυτα ασφαλή (π.χ. τυρόπιτα από το Ζορπά).
[4] Η απόπλυση εδάφους αναφέρεται στη μεταφορά ουσιών όπως είναι άζωτο και το φώσφορο από τα επιφανειακά στρώματα στο χώμα σε βαθύτερα στρώματα, συνήθως μετά από βροχή.
Επιπρόσθετες σημειώσεις μετά την αρχική δημοσίευση του άρθρου:
Μετά τη δημοσίευση του άρθρου ενημερώθηκα από τον κ. Χαράλαμπο Θεοπέμπτου πως η Ε.Ε. με την επίσημη επισήμανση επιτρέπει την αναφορά σε παραγωγή «πιο φιλική προς το περιβάλλον», βασισμένο στις αρχές της βιολογικής παραγωγής για σεβασμό στο περιβάλλον. Ανέφερα μόνο την αμειψισπορά στο κείμενο, αλλά και άλλες πρακτικές της βιολογικής παραγωγής είναι πολλά υποσχόμενες και αποσκοπούν σε μια πιο βιώσιμη και ηθική παραγωγή (π.χ. η έμφαση σε μικρότερες εφοδιαστικές αλυσίδες και ευημερία των ζώων). Σκοπός μου ήταν να τις καλύψω θεματικά σε άλλο άρθρο―οι επιπτώσεις τις πρώτης στο περιβάλλον είναι δευτερογενείς και οι παρούσες έρευνες δεν τις καλύπτουν επαρκώς και η ευημερία των ζώων είναι πιο σχετική με τη βιολογική παραγωγή κρέατος και γαλακτοκομικών. Σκοπός του άρθρου δεν ήταν ο αφορισμός των βιολογικών προϊόντων αλλά μια ενημέρωση/υπενθύμιση ότι τα επιστημονικά τεκμήρια για τα πλεονεκτήματά τους είναι ακόμα ανεπαρκή.
Ένα σχόλιο που έλαβα ανέφερε ότι το κείμενο αγνοεί την συστηματική ανασκόπηση από τους Barański et al. (2014) η οποία (εν μέρει) διαφωνεί με τις τρεις πρόσφατες ανασκοπήσεις που χρησιμοποίησα που συμφωνούν μεταξύ τους (και με άλλες πιο παλιές). Συγκεκριμένα, οι συγγραφείς συμπεραίνουν ότι τα βιολογικά προϊόντα παρουσιάζουν περισσότερα αντιοξειδωτικά, λιγότερο κάδμιο και λιγότερα υπολείμματα παρασιτοκτόνων. Για τα υπολείμματα παρασιτοκτόνων αναφέρθηκα ήδη στο άρθρο και το ίδιο ισχύει για το κάδμιο: το γεγονός ότι τα συμβατικά προϊόντα παρουσιάζουν υψηλότερες ποσότητες δεν τα κάνει πιο επικίνδυνα, αφού παραμένουν κάτω από τα επιτρεπόμενα ασφαλή όρια. Δεν είμαι ειδική στο θέμα των αντιοξειδωτικών, αλλά απ’ όσο ξέρω τα πλεονεκτήματά τους για την υγεία δεν είναι ακόμα ξεκάθαρα. Κάποιες μελέτες έχουν παρατηρήσει κάποιες ευεργετικές ιδιότητες αλλά δεν είναι ακόμα ξεκάθαρο πως λειτουργούν στον οργανισμό (κάποιες σχετικές έρευνες εδώ (ανασκόπηση), εδώ και εδώ). Γι’ αυτούς τους λόγους δεν ανάφερα τη συγκεκριμένη ανασκόπηση (που στην ουσία είναι outlier) στο αυθεντικό κείμενο.
Της Αντωνίας Χατζημιχαήλ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου