Δεκεμβρίου 27, 2020
Το Τραγικό Τέλος Του Αυτοκράτορα Νικηφόρου Από Τον Βούλγαρο Κρούμο (811 Μ.Χ.)
Η μάχη της Πλίσκας (811) της Βέρμπιτσα και της Βερσονικίας (813) – Οι Βούλγαροι μπροστά στα τείχη της Κωνσταντινούπολης – Ο θάνατος του Κρούμου – Οι βυζαντινοί αυτοκράτορες ως το 820
Το 679, εμφανίστηκαν κοντά στα βυζαντινά σύνορα οι Βούλγαροι, ένας νομαδικός λαός, πιθανότατα τουρκικής καταγωγής. Ζήτησαν από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Δ’ να καταφύγουν για προστασία στα “ρωμαϊκά” (βυζαντινά) εδάφη του Δούναβη. Αυτός όμως δεν το δέχθηκε. Παρά την άρνησή του, οι Βούλγαροι πέρασαν τον ποταμό και ήρθαν αντιμέτωποι με τον αυτοκρατορικό στρατό του Βυζαντίου. Λόγω κακής πειθαρχίας, έλλειψης συνοχής και λανθασμένων εντολών, οι Βυζαντινοί νικήθηκαν, οι Βούλγαροι εδραίωσαν την παρουσία τους στην περιοχή και εγκαθίδρυσαν χαλαρή ηγεμονία επί των γηγενών Σλάβων και των άλλων πληθυσμών της εποχής.
Στα πρώτα χρόνια του 8ου αιώνα, το βουλγαρικό χανάτο, ήταν μια σοβαρή απειλή για την βυζαντινή Θράκη. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ε’, για 20 χρόνια πολεμούσε τους Βουλγάρους και έφτασε πολύ κοντά στο να τους υποτάξει, ωστόσο αυτοί πρόβαλλαν σθεναρή αντίσταση και ως τα τέλη του 8ου αιώνα αποτελούσαν σοβαρό εμπόδιο στα σχέδια της αυτοκράτειρας Ειρήνης και του γιου της Κωνσταντίνου ΣΤ’ για την ανακατάληψη της νότιας και της κεντρικής Ελλάδας.
Ο Νικηφόρος Α΄ στον θρόνο του Βυζαντίου
Στις 31 Οκτωβρίου του 802, επανάσταση των ανώτερων αξιωματούχων της αυτοκρατορίας ανέτρεψε την Ειρήνη και έθεσε τέρμα στη Συριακή δυναστεία. Ο Νικηφόρος Α’ που ανέβηκε στον θρόνο, ήταν ικανός ηγέτης, ενώ έχοντας διατελέσει ανώτατος αξιωματούχος επί των οικονομικών στη διάρκεια της βασιλείας της Ειρήνης, προσπάθησε αρχικά να ανασυγκροτήσει τη διαλυμένη οικονομία του Βυζαντίου. Επέβαλε βαριά φορολογία στα μοναστήρια και τις εκκλησίες.
Τα μέτρα αυτά καταδικάζονταν σφοδρά από τους άμβωνες και τις μονές, Οι Στουδίτες μοναχοί, έφτασαν στην ανοιχτή εξέγερση. Ο Νικηφόρος κατάργησε το μοναχικό αυτό Τάγμα και εξόρισε τα μέλη του. Τώρα, ήταν ελεύθερος να ασχοληθεί με τα στρατιωτικά θέματα.
Έστειλε επιστολή στον χαλίφη Χαρούν αλ-Ρασίντ, με την οποία του ανέφερε ότι οι ταπεινωτικές καταβολές φόρου προς αυτόν, έπρεπε να σταματήσουν. Επίσης, του ζήτησε να επιστρέψει τα πανάκριβα δώρα που του είχε δώσει η Ειρήνη. Ο Χαρούν αλ-Ρασίντ διάβασε την επιστολή, τη γύρισε ανάποδα οργισμένος και έγραψε στο πίσω μέρος της :
«Από τον Χαρούν, τον διοικητή των πιστών, προς τον Νικηφόρο, τον ρωμαϊκό σκύλο. Βεβαίως και έχω διαβάσει την επιστολή σου, ω γιε της άπιστης μάνας. Σε ό, τι αφορά την απάντηση, θα τη δεις με τα μάτια στο… Σαλάμ».
Η απάντηση του Χαρούν, ήταν η επίθεση με 135.000 άνδρες εναντίον των Βυζαντινών. Ανάμεσα στο 803 και το 806, οι Άραβες κατέλαβαν την Ηράκλεια και τα Τύανα της Καππαδοκίας, από τα οποία αποχώρησαν μόνο αφού έλαβαν ακριβώς το είδος του φόρου που ο Νικηφόρος είχε αρχικά αρνηθεί να καταβάλει.
Έτσι ο Βυζαντινός αυτοκράτορας, στράφηκε προς τα Βαλκάνια, έχοντας όμως υποστεί μια σειρά από ταπεινωτικές ήττες από τους Άραβες…
Το 803, ένας ισχυρός νέος ηγεμόνας, ο Κρούμος, αναδείχτηκε για να ενώσει τους Βουλγάρους. Έως το 807, κατάφερε να συγκροτήσει έναν ιδιαίτερα αξιόμαχο στρατό. Ο Νικηφόρος εκστράτευσε εναντίον του διαμέσου της Θράκης, αλλά όταν έφτασε στην Αδριανούπολη, επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη για να αντιμετωπίσει μια συνωμοσία σε βάρος του.
Ο Κρούμος, βρήκε την ευκαιρία να αφανίσει ένα βυζαντινό στρατιωτικό απόσπασμα που είχε στρατοπεδεύσει στον Στρυμόνα και κινήθηκε προς τη Σαρδική (σημ. Σόφια), όπου μπήκε με τέχνασμα και κατέσφαξε τη βυζαντινή φρουρά που την αποτελούσαν 6.000 άνδρες.
Ο λαός ξεσηκώθηκε εναντίον του Νικηφόρου, ο οποίος αρχικά προσπάθησε να κρύψει τις νίκες των Βουλγάρων.
Η μόνη του επιλογή πλέον, ήταν να εκστρατεύσει εναντίον του Κρούμου. Την άνοιξη του 811, επέβαλε νέα βαριά φορολογία. Άνθρωποι του περιβάλλοντός του, τον προειδοποίησαν ότι αυτό μπορεί να του στοίχιζε τον θρόνο αλλά και την ίδια του τη ζωή. Όμως ο Νικηφόρος τους αγνόησε.
Το 809, είχε εκστρατεύσει εναντίον των Βουλγάρων και έφτασε μέχρι την τότε πρωτεύουσά τους, την Πλίσκα, στη σημερινή Άμπομπα, στη βορειοανατολική Βουλγαρία και τη λεηλάτησε. Θεώρησε λοιπόν, ότι με μια ακόμα πιο οργανωμένη εκστρατεία, θα κατάφερνε να εξουδετερώσει πλήρως τις δυνάμεις του Κρούμου.
Οι προετοιμασίες για τη νέα εκστρατεία, ξεκίνησαν στα τέλη Μαΐου του 811 και ολοκληρώθηκαν στις αρχές Ιουλίου. Συγκεντρώθηκε μια μεγάλη δύναμη με στρατεύματα από τα θέματα της Μικράς Ασίας, ενισχυμένα με στρατεύματα από τα θέματα της Ευρώπης και τις μονάδες της αυτοκρατορικής φρουράς, τα Τάγματα. Τον στρατό συνόδευαν αυλικοί και οφικιάλιοι του παλατιού, όπως ο γιος του Νικηφόρου Σταυράκιος, ως συναυτοκράτορας και διάδοχος, ο γαμπρός του και κουροπαλάτης Μιχαήλ, ο υπουργός Θεόκτιστος, ο έπαρχος (διοικητής της Κωνσταντινούπολης) και δεκάδες άλλοι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι. Ο Νικηφόρος, θεωρούσε ότι θα πετύχει μια μεγαλειώδη νίκη σε βάρος του Κρούμου. Οι εξελίξεις όμως, δεν τον δικαίωσαν…
Η Μάχη της Πλίσκας (811)
Ο Χαρούν αλ – Ρασίντ, πέθανε το 809 και οι διάδοχοί του, ήταν απορροφημένοι σε μια δυναστική διαμάχη.
Ο Νικηφόρος, υπόγραψε μια συνθήκη μη επίθεσης με τον Καρλομάγνο στη Δύση και με περίπου 100.000 άνδρες, βγήκε από τη Χρυσή Πύλη για να κατατροπώσει τους Βούλγαρους.
Πολλοί από τους άνδρες του όμως, ήταν άπειροι νεοσύλλεκτοι, πάμφτωχοι χωρικοί που είχαν καταταγεί στον στρατό μόνο και μόνο για να κερδίσουν μερικά χρήματα.
Είχαν ελάχιστη εκπαίδευση και ήταν οπλισμένοι με σφεντόνες και κοντά ρόπαλα.
Στις 10 Ιουλίου, φαίνεται ότι ο βυζαντινός στρατός, βρισκόταν στρατοπεδευμένος στις Μάρκελλες, στα σύνορα της αυτοκρατορίας. Εκεί υπήρξε μια καθυστέρηση, μάλλον αδικαιολόγητη, ενώ και ένας υπηρέτης της αυτοκρατορικής αυλής, λιποτάκτησε και ενημέρωσε τον Κρούμο για την ακριβή δύναμη του βυζαντινού στρατού.
Παρ’ όλα αυτά, όταν στις 19 ή 20 Ιουλίου ξεκίνησε η κύρια επίθεση των βυζαντινών, οι Βούλγαροι αιφνιδιάστηκαν. Ο στρατός του Νικηφόρου, προχωρούσε διαιρεμένος σε διάφορες φάλαγγες, η καθεμιά από τις οποίες διέσχισε τα σύνορα από διαφορετικό άξονα. Η πρώτη, κατά πάσα πιθανότητα, κινήθηκε στην παραλιακή οδό, παρακάμπτοντας τις ανατολικές παρυφές της Σρέντνα Γκόρα, ενώ η δεύτερη χρησιμοποίησε ορεινά δρομολόγια, διασχίζοντας τη διάβαση Σίπκα. Οι δύο φάλαγγες ενώθηκαν μπροστά στην Πλίσκα της οποίας συνέτριψε τη φρουρά, όπως και μια νέα βουλγαρική στρατιωτική δύναμη που έσπευσε για να ενισχύσει τη φρουρά της Πλίσκα.
«Κέρδισες. Πάρε ό, τι θέλεις και φύγε ειρηνικά απ’ αυτή τη χώρα»
Στην πρωτεύουσα των Βουλγάρων, οι βυζαντινοί βρήκαν και το θησαυροφυλάκιό τους και ο Νικηφόρος μοίρασε τα λάφυρα στους στρατιώτες του. Το ανάκτορο και τα γύρω οικήματα πυρπολήθηκαν, πολλές εκτάσεις ερημώθηκαν, τα σπαρτά κάηκαν, τα ζωντανά σφάχτηκαν και πολλοί οικισμοί καταστράφηκαν.
Και μεθυσμένος από την επιτυχία, ο Νικηφόρος, έδωσε εντολή στους στρατιώτες του να σφάξουν Βούλγαρους αμάχους και να ρίξουν τα μωρά τους σε αλωνιστές σιταριού (!) Περίπου 50.000 Βούλγαροι έχασαν τη ζωή τους. Ο Κρούμος, έστειλε μήνυμα στον Νικηφόρο, ζητώντας του απεγνωσμένα ειρήνη: «Κέρδισες. Πάρε ό, τι θέλεις και φύγε ειρηνικά απ’ αυτή τη χώρα».
Ο Νικηφόρος όμως, έχασε την πολύ μεγάλη ευκαιρία που του παρουσιάστηκε καθώς ήθελε να εξαφανίσει τη βουλγαρική απειλή για την αυτοκρατορία. Σύμφωνα με το αποκαλούμενο “Ανώνυμο Χρονικό”, τη μόνη αξιόπιστη πηγή που έχουμε για τα γεγονότα, ο Βυζαντινός αυτοκράτορας, έπαθε κάποιο είδος διανοητικής ταραχής.
“Ήταν ιδιαίτερα αλαζόνας και ούτε βγήκε από τη σκηνή του, ούτε έδωσε οποιαδήποτε διαταγή σε κανέναν”. Μάλιστα, τιμώρησε τον γιο του Σταυράκιο, επειδή απλά του ζήτησε να εμφανιστεί.
Στις 24 Ιουλίου, ο βυζαντινός στρατός, μπήκε μέσα στη βραχώδη διάβαση Βέρμπιτσα. Ο Νικηφόρος έκανε το μεγάλο λάθος να ακολουθήσει την παράτολμη συμβουλή του επιτελείου του και να κινηθεί αγνοώντας ότι οι Βούλγαροι παρακολουθούσαν κάθε του κίνηση.
Έτσι, όταν οι Βυζαντινοί μπήκαν στη Βέρμπιτσα, οι Βούλγαροι έφραξαν και τα δύο άκρα της με πασσάλους, ενισχυμένους με τάφρους. Ο Νικηφόρος κατάλαβε ότι είχε παγιδευτεί και είπε προς τους αξιωματικούς του: “ότι καν πτερωτοί γενώμεθα, μηδείς ελπίση διαφυγείν τον όλεθρον” (“και φτερά να βγάλουμε, κανείς δεν μπορεί να ελπίζει ότι θα ξεφύγει από τον όλεθρο”). Στις 25 Ιουλίου 811, ο Κρούμος επιτέθηκε εναντίον των Βυζαντινών. Αυτό που ακολούθησε, ήταν μια από τις πιο φρικτές ήττες στη στρατιωτική ιστορία. Ολόκληρες μονάδες του βυζαντινού στρατού σφαγιάσθηκαν ή συντρίβηκαν, καθώς οι Βούλγαροι τους πετούσαν βράχια από ψηλά! Άλλοι κάηκαν όταν πυρπολήθηκαν τα πασσαλοπήγματα.
Μεγάλο μέρος του βυζαντινού ιππικού αφανίστηκε στα έλη και τα ρυάκια της περιοχής.
Οι Βούλγαροι πατώντας, στην κυριολεξία, επί πτωμάτων κατάφεραν να φτάσουν στη σκηνή του Νικηφόρου και να τον σκοτώσουν, μαζί με 6 ανώτατους αξιωματικούς του, τον διοικητή των Εξκουβιτόρων και αρκετούς κατώτερους αξιωματικούς.
Ανάμεσα στα θύματα ήταν: ο δρουγγάριος της Βίγλας, οι πατρίκιοι Αέτιος και Πέτρος, ο πατρίκιος και στρατηγός του θέματος Ανατολικών, πολλοί και πρωτοσπαθάριοι κ.ά. Όπως έγραψε χαρακτηριστικά χρονικογράφος της εποχής “πάσα Χριστιανών η καλλονή εφθάρη”. Πάντως, μέρος των βυζαντινών στρατευμάτων που έφθασε στο πεδίο της μάχης την επόμενη μέρα, αποχώρησε χωρίς απώλειες.
Ένας από τους ανώτερους αξιωματικούς που κατάφεραν να ξεφύγουν, ήταν ο έμπιστος του αυτοκράτορα Θεόδωρος Σαλιβαράς στον οποίο οφείλουμε πολλές από τις πληροφορίες που παραθέσαμε.
Η ήττα του Νικηφόρου στην Πλίσκα το 811, ήταν μία από τις μελανότερες στιγμές στην ιστορία του Βυζαντίου. Ο Νικηφόρος ήταν ο πρώτος αυτοκράτορας που έπεφτε στο πεδίο της μάχης, μετά τον Ουάλη που σκοτώθηκε το 378 πολεμώντας τους Γότθους στην Αδριανούπολη (πρόκειται για μια συγκλονιστική μάχη στην οποία θα αναφερθούμε διεξοδικά σύντομα).
Η βαρβαρότητα του Κρούμου με το κρανίο του Νικηφόρου
Ο Κρούμος γιόρτασε τη νίκη του στη Βέρμπιτσα διατάσσοντας να μπήξουν το κεφάλι του Νικηφόρου σ’ ένα πάσσαλο για μερικές μέρες. Στη συνέχεια, σε μία από τις πλέον φρικιαστικές, αποκρουστικές και βάρβαρες ενέργειες στην παγκόσμια ιστορία, ζήτησε να αφαιρέσουν το κρανίο, να το αδειάσουν από το περιεχόμενό του και να το επαργυρώσουν. Το επάργυρο κρανίο του Νικηφόρου, χρησίμευε πλέον για να πίνει το κρασί του ο Κρούμος…
“Έτσι έχασε τη ζωή του ο Νικηφόρος κα μαζί της τη δύναμη της αυτοκρατορίας λόγω της νωθρότητας και της υπεροψίας του” (Ανώνυμο Χρονικό)
Σταυράκιος και Μιχαήλ Α’ Ραγκαβές στον θρόνο του Βυζαντίου
Ο γιος του Νικηφόρου, Σταυράκιος, διασώθηκε από την τραγωδία στη Βέρμπιτσα αλλά με ένα βαρύ τραύμα στον αυχένα που είχε προκαλέσει βλάβη στο νωτιαίο μυελό. Ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας όμως αιμορραγούσε από την ουροδόχο κύστη και δεν μπορούσε να κινήσει τα πόδια του. Έτσι στις 2 Οκτωβρίου 811, στέφθηκε αυτοκράτορας ο Μιχαήλ (ως Μιχαήλ Α’ Ραγκαβές). Ο Σταυράκιος πέθανε τρεις μήνες αργότερα. Ο Μιχαήλ όφειλε την άνοδό του στην εξουσία στον κλήρο και τους υψηλόβαθμους αξιωματούχους του Βυζαντίου. Σύντομα, κλήθηκε να αντιμετωπίσει με τη σειρά του τον Κρούμο.
Το 812, ο Βούλγαρος ηγέτης κατέλαβε τη Δεβελτό στη Μαύρη Θάλασσα, τη Μεσημβρία και άλλα ζωτικής σημασίας λιμάνια. Ο Μιχαήλ υποχρεώθηκε να συγκροτήσει στρατό για ν’ αντιμετωπίσει τους Βούλγαρους οι οποίοι εκτός από όλα τα άλλα, είχαν αποκτήσει άφθονο υγρό πυρ και μηχανήματα εκτόξευσης από την κατάληψη της Μεσημβρίας.
Τον Μάιο του 813, ο Μιχαήλ, επικεφαλής 30.000 ανδρών, ξεκίνησε από την Κωνσταντινούπολη εναντίον του Κρούμου.
Η μάχη της Βερσινικίας (813)
Οι δυο στρατοί συναντήθηκαν στη Βερσινικία, 32 χλμ. Βορειοανατολικά της Αδριανούπολης στην κοιλάδα του Έβρου. Οι βυζαντινές δυνάμεις παρέμειναν αναποφάσιστες. Ο Κρούμος είχε συγκεντρώσει 12.000-15.000 άνδρες.
Ο Ιωάννης Απλάκης, διοικητής της μακεδονικής τούρμας, προέτρεπε για γρήγορη επίθεση. Όμως, ο Μιχαήλ δίσταζε. Μέσα στο κατακαλόκαιρο, ο στρατός υπέφερε. Ασθένειες άρχισαν να εμφανίζονται ενώ πολλοί στρατιώτες-αγρότες λιποτάκτησαν και επέστεψαν στα χωράφια τους για τον θερισμό (!).
Στην Κωνσταντινούπολη, ο λαός είχε αγανακτήσει. Κάποιοι πήγαν στον τάφο του Κωνσταντίνου Ε’ του Κοπρώνυμου, εκλιπαρώντας τον να επανέλθει στη ζωή και να σώσει την Πόλη! Πολλοί ισχυρίστηκαν πως τον είδαν να πηδά έξω από τον τάφο και να ιππεύει το άλογό του(!!!).
Ο Κρούμος στο μεταξύ, συγκέντρωσε 20.000 άνδρες. Ο Απλάκης, με 8.000 άνδρες, δεν μπορούσε να περιμένει άλλο. Επιτέθηκε εναντίον των Βουλγάρων σημειώνοντας επιτυχίες. Όμως ο Βυζαντινός διοικητής στην απέναντι πτέρυγα, ο Λέων ο Αρμένιος, διοικητής του θέματος Ανατολικών, αντί να εμπλακεί στη μάχη οπισθοχώρησε. Έτσι, ο Απλάκης βρέθηκε να πολεμά μόνος του τους Βουλγάρους και σκοτώθηκε καθώς και ο αυτοκράτορας Μιχαήλ αρχικά έμεινε αδρανής και έπειτα “το έσκασε” για την Κωνσταντινούπολη! Ο Κρούμος στη Βερσινικία, πέτυχε άλλη μια μεγάλη νίκη εναντίον των Βυζαντινών.
Τι ακριβώς όμως έγινε και ο ικανότατος Απλάκης έμεινε να πολεμά μόνος του τις δυνάμεις του Κρούμου, δεν γνωρίζουμε. Πρόκειται για μία από τις σκοτεινότερες στιγμές της βυζαντινής ιστορίας…
Ο Μιχαήλ Α’, η σύζυγός του Προκοπία, οι τρεις γιοι τους και οι δύο κόρες τους κατέφυγαν σε μια εκκλησία ντυμένοι με ρούχα μοναχών. Οι γιοι του Μιχαήλ ευνουχίστηκαν για να μην αποκτήσουν απογόνους. Η Προκοπία και οι κόρες της στάλθηκαν σε γυναικείες μονές. Ο Μιχαήλ έζησε άλλα 32 χρόνια ως μοναχός στη νήσο Πρώτη, αφοσιωμένος στη θρησκεία.
Νέος αυτοκράτορας ήταν ο Λέων ο Αρμένιος, ως Λέων Ε’. Ο Κρούμος σε μια επίδειξη δύναμης έφτασε έξω από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης. Μια προσπάθεια των Βυζαντινών να τον δολοφονήσουν, απέτυχε. Έξαλλος ο Κρούμος, επέστρεψε στη Βουλγαρία, σφαγιάζοντας αμάχους και λεηλατώντας πόλεις και κωμοπόλεις. Οι Βυζαντινοί ανταπέδωσαν, αρπάζοντας τα παιδιά άμαχων Βουλγάρων και συντρίβοντας τα κεφάλια τους πάνω σε πέτρες…
Το τέλος του Κρούμου – Η βασιλεία του Λέοντα Ε’
Στις αρχές του 814, ο Κρούμος είχε συγκεντρώσει στρατό και ετοιμαζόταν να επιτεθεί εναντίον της Κωνσταντινούπολης. Όμως στις 13/4/814 άρχισε να βγάζει αίμα από τη μύτη, το στόμα και τα αφτιά. Σε λίγα λεπτά, πέθανε. Ο θάνατός τους οφειλόταν είτε σε εγκεφαλικό επεισόδιο είτε σε ύπουλη δολοφονική ενέργεια είτε σε ένα παλιό τραύμα του από την πολιορκία της Μεσημβρίας. Ήταν λυτρωτικός για τους Βυζαντινούς και τον αυτοκράτορα Λέοντα Ε’ που βασίλευσε σε μία περίοδο ειρήνης. Ανατράπηκε από τον Μιχαήλ, από το Αμόριο, παλιό του φίλο, που έγινε αυτοκράτορας ως Μιχαήλ Β’ ο Τραυλός (λόγω κάποιου προβλήματος που είχε στην ομιλία του) (820).
Ο Μιχαήλ ήταν άξεστος, ανελέητος και αμόρφωτος. Μάλιστα, οι σύγχρονοί του έλεγαν ότι στον χρόνο που χρειαζόταν για να βάλει την υπογραφή του, μπορούσε κανείς να προλάβει να διαβάσει ένα ολόκληρο βιβλίο (!).
Στον Μιχαήλ Β’ και τους διαδόχους του όμως, ίσως αναφερθούμε κάποια άλλη φορά…
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου