Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα των άρθρων -Τα δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν τους συγγραφείς.

Δεκεμβρίου 08, 2020

ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ. ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΟΥΝ ΜΟΝΟ ΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ ΤΗΣ ΒΙΑΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΤΗΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑΣ

 γράφει ο Ιωάννης Παπακωνσταντίνου

Σύμφωνα με τόν Καποδίστρια, οι Έλληνες θα

κατόρθωναν να απελευθερωθούν από τόν Οθωμανικό ζυγό και παράλληλα να προασπίσουν τήν απελευθερωθείσα Ελληνική Επικράτεια, μόνον “διὰ τῆς δυνάμεως τῶν ὅπλων” και όχι διά “διαπραγματεύσεων” ή διά διπλωματίας κατευνασμού τών Τούρκων.


Αυτήν τήν πάγια άποψή του, ο Καποδίστριας τήν διετύπωσε ρητώς ενώπιον τού Τσάρου Αλεξάνδρου Α΄ τόν Αύγουστο 1821 (προφορικά) και μετέπειτα ενώπιον τού Τσάρου Νικολάου Α΄ τόν Δεκέμβριο 1826 (γραπτά), προετοιμάζοντας τό διπλωματικό έδαφος για τίς πολλαπλές πολεμικές επεμβάσεις τών Μεγάλων Δυνάμεων τό 1827-1829 υπέρ τών Ελλήνων στον Αγώνα τής Παλιγγενεσίας. Ενδεικτικά, στο από 12 Δεκεμβρίου 1826 ιστορικό υπόμνημα-παρέμβασή του προς τόν Τσάρο Νικόλαο Α΄, ο Καποδίστριας εισηγείτο μεταξύ άλλων τά εξής:


“Tὸ νὰ ἐλπίζωμεν ὅτι δυνάμεθα νὰ παρωθήσωμεν διὰ διαπραγματεύσεων τοὺς Τούρκους νὰ συμπεριφέρονται κατὰ ἕναν ἀνθρώπινο καὶ λογικὸ τρόπο, σημαίνει ὅτι περιφρονοῦμεν τὴν ἐμπειρίαν αἰώνων καὶ ὰγνοοῦμεν τὴν δικήν μας ἐμπειρίαν. Ἐπομένως μόνον διὰ τῆς δυνάμεως τῶν ὅπλων θὰ δυνηθῶμεν, ἐὰν ὑφίστανται ἀκόμη περιθώρια χρόνου, νὰ φέρωμεν τὴν ειρήνην εἰς τὴν Ἀνατολικήν Μεσόγειον καὶ τὴν Δυτικὴν Ασίαν [Λεβάντες] χωρὶς νὰ παρακινδυνεύσωμεν τὴν γενικὴν συμμαχίαν [τῶν Μεγάλων Δυνάμεων].”


(To hope that by negotiation we can bring the Turks to behave to Christians in a humane and reasonable fashion means that we disdain the experience of the ages and ignore our own experience. Therefore only by force of arms can we, if there is still time, bring peace to the Levant without endangering the general alliance.)


Ο Καποδίστριας προέβλεψε τότε (ορθώς) ότι η Ρωσία θα εξηναγκάζετο σύντομα να προστατέψει ενόπλως τούς Χριστιανούς ραγιάδες τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από “τὴν αἱμοσταγῆ παραφροσύνην” και “τὴν ἀδαῆ σκληρότητα τῶν Τούρκων” (“the bloodthirsty madness” and “the ignorant, blind cruelty of the Turks”), διότι η εγειρομένη Ελλάς είχε εμπλακεί σε έναν πόλεμο ολικού αφανισμού, όπου στους εμπόλεμους Έλληνες είχαν απομείνει πλέον δύο μόνον επιλογές: «νὰ νικήσουν ή νὰ ἀποθάνουν».


Πέντε χρόνια πριν, ο Καποδίστριας είχε ρητώς διατυπώσει αυτήν τήν άποψή του και στην από 17 Ιουλίου 1821 διαγγελματική του εγκύκλιο προς τούς πολιτικούς και στρατιωτικούς ηγέτες τών Ελλήνων, δια τής οποίας τούς καλούσε να αγωνισθούν μέχρις εσχάτων, ήτοι επί λέξει ότι «πρέπει νὰ νικήσωμεν ή νὰ ἀποθάνωμεν», διότι σύμφωνα με τόν Καποδίστρια η Ελλάδα θα μπορούσε να απελευθερώσει και διατηρήσει κάθε σπιθαμή ελληνικού εδάφους μόνον διά «τῆς υλικῆς δυνάμεως ἢ τῆς δυνάμεως τῶν ὅπλων» και όχι διά «ἠθικῆς δυνάμεως» («καὶ ἀκόμη λιγότερον ἠθικῆς δυνάμεως ξένης»), ήτοι όχι διά διπλωματικής διαμεσολαβήσεως τών Μεγάλων Δυνάμεων μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων κατ’ επίκληση ανθρωπιστικών αρχών ή ηθικών αξιών χωρίς παράλληλο πολεμικό «καταναγκασμό» (compulsion) τών Τούρκων.


Η απόλυτη απαξία τού Καποδίστρια για τό (ανύπαρκτο) πολιτισμικό ήθος και τήν βαρβαρότητα τών Τούρκων εδράζετο στη βαθιά γνώση που είχε ο Καποδίστριας για τίς γενοκτονιακές «επιδόσεις» τών Οθωμανών κατά τών Ελλήνων5 και άλλων λαών (όπως π.χ. κατά τών Αρμενίων τό 1720).6 Αυτή η επίγνωση τού Καποδίστρια περί τής γενοκτονιακής προδιάθεσης τών Οθωμανών, ήτοι περί τής διαχρονικής ερωτοτροπίας τους με τήν ανθρωπιστικώς διεστραμμένη ιδέα τού “παντελοῦς ἀφανισμοῦ” υποδούλων εθνοτήτων σε περίπτωση που εξεγείροντο και έθεταν σε κίνδυνο τήν εδαφική ακεραιότητα τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ο Καποδίστριας τήν επεσήμανε ρητώς στο Ρωσικό τελεσίγραφο πολέμου κατά τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τό 1821, τό οποίο συνέταξε ο ίδιος στις 16 Ιουνίου 1821, μεταξύ άλλων ως εξής:


“Ὅ,τι πρὸ παντὸς ἄλλου ἐφοβεῖτο ὁ αὐτοκράτωρ ἦτο μήπως ἡ Πύλη, ἐνισχύουσα διὰ τῆς διαγωγῆς της τὸ ἐπιχείρημα τῶν προταιτίων τῆς ἐπαναστάσεως, ἐνομιμοποίει τὴν ἐξ ανάγκης ἔνοπλον ἀντίστασιν εἰς ἀποτροπὴν τοῦ παντελοῦς ἀφανισμοῦ τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ καὶ τῆς θρησκείας, ἣν πρεσβεύει. Οἱ φόβοι τοῦ αὐτοκράτορος ἐπραγματοποιήθησαν. […]


Κίνδυνοι ὄχι ὀλιγώτερον δεινοὶ ἠπείλησαν ἄλλοτε τὴν Πύλην, καθ’ οὓς μάλιστα καιροὺς ἐξωτερικοί πόλεμοι ἀπεκαθίστων δεινοτέραν τὴν θέσιν της· καὶ ὅμως οὐδέποτε ἐν τῇ ὀθωμανικῇ αὐτοκρατορίᾳ γενικὴ προγραφὴ ἔπεσεν ἐπὶ ὁλόκληρον ἔθνος, οὔτε τόσον ἀναισχύντως ἐξυβρίσθη ἡ χριστιανικὴ θρησκεία. […]


Βέβαιον κατὰ δυστυχίαν εἶναι, ὅτι ἡ Πύλη δὲν καταδιώκει μόνον τοὺς ταραχοποιοὺς καὶ τοὺς ὀπαδοὺς των, ἀλλὰ ὅλον τὸ ἑλληνικὸν ἔθνος, ὡς καὶ αὐτὰς τὰς πηγὰς τῆς ὑπάρξεώς του καὶ τῆς ἐκ νέου παραγωγῆς του καὶ ἀναγκάζει τὴν χριστιανωσύνην νὰ ἐκλέξῃ ἓν ἐκ τῶν δύο: ἢ νὰ μὴ μένῃ ἀκίνητος θεατὴς τῆς ἐξολοθρεύσεως χριστιανικοῦ λαοῦ, ἢ νὰ ἀνέχεται κατάστασιν πραγμάτων τείνουσαν εἰς διατάραξιν τῆς εἰρήνης, ἢν ἠγόρασε διὰ τόσων θυσιῶν. […]


῾Η τουρκικὴ κυβέρνησις […] νὰ εἰδοποιηθῇ ἀπὸ τοῦ νῦν ὅτι καθίσταται φανερᾷ πολέμιος πρὸς ὅλον τὸν χριστιανικὸν κόσμον, ὅτι νομιμοποιεῖ τὴν ἰδίαν ὑπεράσπισιν τῶν Ἑλλήνων πολεμούντων εἰς αποφυγὴν τῆς ἀφεύκτου φθορᾶς των.”


Είναι αξιοσημείωτο, ότι τό 1821, διά τού εν λόγω τελεσιγράφου, οι εξεγερθέντες ραγιάδες ανεγνωρίσθησαν για πρώτη φορά ως εμπόλεμο έθνος, και μάλιστα ως έθνος υπό γενοκτονιακό διωγμό—επομένως έθνος που δεν είχε άλλη επιλογή παρά να προσβλέπει μόνον στη στρατιωτική βία για τήν απελευθέρωσή του και για τήν συνακόλουθη φυσική του επιβίωση.


Εν όψει εκείνου τού ερεβώδους φάσματος γενοκτονιακού αφανισμού τών Ελλήνων, ο Καποδίστριας προέβλεψε ορθώς ότι θα αποτύγχαναν (όπως και απέτυχαν τό 1821-1827) «αἱ ἀποκαλούμεναι είρηνικαὶ καὶ συλλογικαὶ διαπραγματεύσεις τῶν Μεγάλων Δυνάμεων μὲ τὴν Πύλην» (the so-called peaceful and collective negotiations of the Powers with the Porte)8 προς επίλυση τού Ελληνικού Ζητήματος. Αντ΄ αυτών, ο Καποδίστριας προέβαλε ευλόγως και μετ’ επιτάσεως ενώπιον τών ευρωπαϊκών ανακτοβουλίων «τὴν ἀπόλυτoν ἀνάγκην τερματισμοῦ τῶν διαπραγματεύσεων καὶ ἀνάληψης [πολεμικής] δράσεως» (the absolute necessity of ending the negotiations and of taking action)9 κατά τών Τούρκων.


Αμέσως, εντός διμήνου, μετά τήν αποστολή τού υπομνήματός του προς τόν Τσάρο Νικόλαο Α΄, ο Καποδίστριας άρχισε τήν επί 6μηνο επική και συνάμα λυσιτελή εθνοαπελευθερωτική του περιοδεία απ’ άκρου εις άκρον στην Ευρώπη τό 1827, προκειμένου να πείσει τά ανακτοβούλια τών Μεγάλων Δυνάμεων για τήν επιτακτική ανάγκη μιας κοινής πολεμικής τους επέμβασης στον Αγώνα τής Παλιγγενεσίας ως σύμμαχοι τών προμαχούντων Ελλήνων—που τότε εμάχοντο απεγνωσμένα μόνοι κατά στόλων και στρατευμάτων από τρεις ηπείρους (Ασία, Αφρική, Ευρώπη)—με αποτέλεσμα τήν Ναυμαχία τού Ναυαρίνου (1827) και τόν Ρωσο-Τουρκικό Πόλεμο υπέρ τών Ελλήνων (1828-1829), όπως επίσης και τήν συμμαχική επέμβαση Γαλλικών στρατευμάτων στην Πελοπόννησο (1828). Όταν μάλιστα ανέλαβε ο ίδιος τά ηνία διακυβέρνησης Ελλάδος, ο Καποδίστριας επεδίωξε και επέτυχε, ως εθναρχών πολέμαρχος10 τών Ελλήνων από τό 1828, τήν απελευθέρωση τής Ρούμελης διά τής βίας τών Ελληνικών Όπλων και επ’ ουδενί δι’ απευθείας11 διαπραγματεύσεων με τούς Τούρκους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου