Δομικό, αν όχι κυρίαρχο συστατικό του καπιταλισμού είναι οι διακρίσεις και η ανισότητα, είτε αυτή βασίζεται στο φύλο, είτε στον σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταξική προέλευση ή την φυλή. Εξαιρέσεις (φωτεινές και φυσικά ευπρόσδεκτες), δυστυχώς, αποδεδειγμένα επιβεβαιώνουν τον θλιβερό κανόνα.
Οι αποκαλύψεις της Σοφίας Μπεκατώρου για την σεξουαλική επίθεση που δέχθηκε, ενεργοποίησαν τα κοινωνικά αντανακλαστικά θεσμών και προσώπων σε ολόκληρη την πολιτική πυραμίδα.
Παράλληλα, όμως, επανέφεραν στο προσκήνιο το ασταμάτητο παιχνίδι επίδειξης ισχύος του οικονομικά και κοινωνικά ισχυρού έναντι του ανίσχυρου (αλλά ενίοτε δυνατού).
Επιπλέον, εξέθεσαν κενά και αδυναμίες (;) ενός κατά τα άλλα προβαλλόμενου ως ανθρωποκεντρικού συστήματος.
Απαιτείται ένα αποφασιστικό βήμα, χωρίς πολιτικές ή και οικονομικές παρωπίδες, προκειμένου να διαβεί κάποιος τον ατομικό Ρουβίκωνα των εσφαλμένων πεποιθήσεων του και να διαπιστώσει ότι η σεξουαλική παρενόχληση, το κουρέλιασμα της αξιοπρέπειας ενός ανθρώπου και ο βιασμός σώματος και ψυχής, δεν αποτελούν έκφραση μιας διαστρεβλωμένης σεξουαλικής επιθυμίας, αλλά άσκηση βίας και εξουσίας.
Και για να χρησιμοποιήσει κάποιος τα (κατά την μυθολογία) αδέλφια Κράτος και Βία, θα πρέπει απλώς να… μπορεί.
Είτε να του επιτρέπεται (έστω και με έμμεσο τρόπο) είτε, απλώς, να μην του απαγορεύεται.
Το να καταγγείλει το θύμα την σεξουαλική επίθεση ή την δυσμενή διάκριση χρειάζεται αναμφισβήτητα θάρρος, αλλά και ένα αποτελεσματικό πλαίσιο διερεύνησης και ελέγχου των κρουσμάτων αυτών, με στόχο την τιμωρία του δράστη.
Σύμφωνα με έμπειρα συνδικαλιστικά στελέχη, τα οποία ασχολούνται επί σειρά ετών με υποθέσεις διακρίσεων και βίας σε βάρος εργαζομένων, οι καταγγελίες δεν ξεπερνούν τις τρεις με τέσσερις ετησίως και ακόμη λιγότερες καταλήγουν στις δικαστικές αίθουσες.
Οι συνδικαλιστές, όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά, διαπιστώνουν “έντονο συναισθηματικό δημόσιο λόγο” από πολλές πλευρές, ωστόσο στην πράξη οι υποθέσεις αυτές είτε καλύπτονται από την “ομερτά” του φόβου, της επιβολής και του εκβιασμού σε βάρος του θύματος (τις περισσότερες φορές) είτε καταλήγουν σε μηνύσεις από τους θύτες (σε κάποιες περιπτώσεις)!
Και ναι, υπήρξαν υποθέσεις καταδίκης της παρενόχλησης και της κακοποίησης.
Αλλά η κοινωνική και οικονομική μήτρα, από την οποία προέρχονται παραμένει απρόσβλητη.
Το κουβάρι των κρουσμάτων αυτών, κάποιες φορές, ξετυλίγεται από μια απλή καταγγελία εργατικής διαφοράς. Και τότε, συνδικαλιστικά στελέχη διαπιστώνουν ότι η απόλυση, η περικοπή μισθού ή η δυσμενής μετακίνηση εργαζόμενης, οφείλεται στην σθεναρή αντίσταση της απέναντι σε σεξουαλική παρενόχληση.
Ακόμη και η ΓΣΕΕ, η μεγαλύτερη συνδικαλιστική οργάνωση της χώρας χαρακτηρίζει “αχαρτογράφητα νερά” αυτές τις υποθέσεις…
Όπως επισημαίνουν οι συνδικαλιστές, τα σημεία-κλειδιά για την αντιμετώπιση των διακρίσεων και της σεξουαλικής παρενόχλησης στους χώρους εργασίας, είναι:
- Η αυτεπάγγελτη εξέταση της παραβίασης της νομοθεσίας για τις διακρίσεις (ν. 3896/2010 και ν. 4443/2016) κατά την εξέταση καταγγελιών των εργαζομένων για εργοδοτική αυθαιρεσία σε βάρος τους.
- Η κύρωση της Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας 190 για τον “Τερματισμό της βίας και της παρενόχλησης σε βάρος των γυναικών και των ανδρών στον κόσμο της εργασίας”, με τη λήψη των απαραίτητων και κυρίως κατάλληλων μέτρων εφαρμογής της.
- Η διεύρυνση της έννοιας των “πράξεων βίας” στη βάση των γενεσιουργών αιτιών: στην έννοια της βίας κατά των γυναικών, στην οποία εντάσσονται η ενδοοικογενειακή βία, ο βιασμός, η σεξουαλική παρενόχληση στην εργασία, η σεξουαλική κακοποίηση, το trafficking, οι ρατσιστικές επιθέσεις λόγω χαρακτηριστικών ή ταυτότητας φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμού, πρέπει να ενταχθεί ώστε να παρακολουθείται και να τιμωρείται η διάσταση της οικονομικής βίας.
- Διασταύρωση στοιχείων μεταξύ φορέων (ΕΛΑΣ, ΣΕΠΕ, Συνήγορος του Πολίτη), καθώς σήμερα παρατηρείται έλλειψη διασύνδεσης, η οποία ενδεχομένως θα μπορούσε να οδηγήσει με μεγαλύτερη ευκολία τις αρχές στην άκρη του νήματος, σε υποθέσεις σεξουαλικής παρενόχλησης ή διακρίσεων σε χώρους εργασίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου