«Οι λέξεις είναι οι σκιές των δημιουργών»
(Γκρασιάν)
Καθημερινά στον προσωπικό ή δημόσιο λόγο καταφεύγουμε στη χρήση λέξεων, όρων
ή φράσεων που η πηγή τους μπορεί να είναι ένα πρόσωπο, μια πόλη ή ακόμη και ζώο. Λέξεις και όροι που μπορεί να πήγασαν ή να ταυτίστηκαν με ένα πρόσωπο αρχικά, αλλά στη συνέχεια το ξεπέρασαν και αποτέλεσαν βασικό στοιχείο του κώδικα επικοινωνίας μέσα από την εννοιολογική αυτονόμησή τους. Αυτή η εννοιολογική – σημασιολογική αυτονομία τους τις καθιστά και δυσνόητες στο βαθμό που πολλοί χρήστες δεν κατανοούν τον πυρήνα του νοήματός τους. Ωστόσο, αποτελούν για πολλούς τεκμήριο πνευματικής ανωτερότητας και βασικό εργαλείο της επιχειρηματολογίας τους.
Δεν λείπουν δε και περιπτώσεις που χρησιμοποιούμε αυτές τις φράσεις λανθασμένα εξαιτίας της αδυναμίας μας να εντοπίσουμε το ριζικό τους σύστημα (π.χ. ερμητισμός). Αλλά και ως δέκτες περιπίπτουμε σε ερμηνευτικά σφάλματα αφού το πρόσωπο, πόλη ή οτιδήποτε άλλο κρύβεται πίσω από τις λέξεις αυτές μας είναι άγνωστο (π.χ. Μιθριδατισμός).
Για να αποφευχθούν, λοιπόν, αυτές οι νοηματικές παρανοήσεις στην επικοινωνία και επιχειρηματολογία καλό θα είναι να γνωρίζουμε επακριβώς τη διαδρομή αυτών των λέξεων: Πηγή – εκφορά – σημαίνον – σημαινόμενον. Κύριο γνώρισμα όλων αυτών των λέξεων είναι η κατάληξη – ισμός, που στις περισσότερες φορές ενέχει αρνητικό φορτίο.
Α. ΒΑΝΔΑΛΙΣΜΟΣ: Ως όρος χρησιμοποιείται για να δηλώσει την τάση καταστροφής κάθε δημιουργήματος του ανθρώπινου πολιτισμού (υλικού, πνευματικού). Η σκόπιμη πρόκληση φθοράς οποιουδήποτε πράγματος. Ο όρος προήλθε από το Γερμανικό φύλο των Βανδάλων που κατέστρεψαν στις εκστρατείες τους έργα τέχνης των πολιτισμένων χωρών. Γνωστές είναι οι καταστροφές που προκάλεσαν οι Βάνδαλοι στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία (5ος αιώνας μ.Χ.) π.χ. «Η Αθήνα καθημερινά υποφέρει από τους βανδαλισμούς των δημόσιων κτιρίων».
Β. ΣΟΒΙΝΙΣΜΟΣ: Ο υπερπατριωτισμός, ο υπέρμετρος, παθολογικός και αλόγιστος εθνικισμός. Ο σοβινισμός ως συμπεριφορά υποβιβάζει τους άλλους λαούς ή έθνη και χαρακτηρίζεται από τη βιαιότητα σε όλες τις μορφές της (λεκτική, επιθετικότητα, βασανισμός…) και τη μισαλλοδοξία. Ως αντώνυμα της έννοιας λαμβάνεται ο πατριωτισμός και ο διεθνισμός. Ο όρος προέρχεται από το Νικολά Σωβέν, στρατιώτη του Ναπολέοντα που ήταν φανατικός του υποστηρικτής. Π.χ. «Ο σοβινισμός διαφοροποιείται από τον όρο εθνικισμό που ως ένα σημείο μπορεί να γίνει κι αποδεκτός ως η αγάπη προς το έθνος».
Γ. ΜΑΚΙΑΒΕΛΙΣΜΟΣ: Αρχικά ο όρος παρέπεμπε στην πολιτική θεωρία σύμφωνα με την οποία η κυβέρνηση ή ο ηγεμόνας χρησιμοποιεί κάθε μέσο, ηθικά ορθό ή μη, για την προστασία του κράτους του. Στη συνέχεια ο όρος ταυτίστηκε με τον ακραίο αμοραλισμό, τη δολοπλοκία για την εξυπηρέτηση προσωπικών στόχων και ταυτίστηκε με τη φράση «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Το όνομα έλκει την καταγωγή του από το έργο του Νικολό Μακιαβέλι «Ο Ηγεμόνας» π.χ. «Ο μακιαβελισμός ως άσκηση εξουσίας μπορεί να οδηγήσει και στη γενοκτονία κάποιων ολιγομελών κοινωνικών ομάδων ή εθνοτήτων».
Δ. ΜΙΘΡΙΔΑΤΙΣΜΟΣ: Ο όρος κυριολεκτείται στο βαθμιαίο εθισμό του οργανισμού στις δηλητηριώδεις ουσίες. Ο όρος χρησιμοποιείται και μεταφορικά και υποδηλώνει την ανοσία ή απάθεια – αδιαφορία προς κάτι (κοινωνικό). Η εξοικείωση – αποδοχή μιας αρνητικής – ανεπιθύμητης κατάστασης και η αδυναμία αντίδρασης προς αυτήν. Ο όρος προήλθε από το Μιθριδάτη ΣΤ, τον Ευπάτορα που συνήθισε τον οργανισμό του στα δηλητήρια για να αποφύγει τυχόν δολοφονική εις βάρος του απόπειρα: π.χ. «Υπάρχουν δυνάμεις και κόμματα που έχουν περιπέσει σε μια κατάσταση πολιτικού μιθριδατισμού σε φαινόμενα ηθικής σήψης».
Ε. ΑΒΔΗΡΙΤΙΣΜΟΣ: Ο όρος υπονοεί την ανικανότητα, την ακρισία, την κενοδοξία, την επιπολαιότητα, τη μωρία και την ανοησία στη διαχείριση των προσωπικών αλλά και των δημόσιων πραγμάτων. Ο όρος προέρχεται από τους κατοίκους της αρχαίας πόλης των Αβδήρων που πρώτα προκατασκεύασαν την κρήνη για την υδροδότηση της πόλης και μετά φρόντισαν να βρουν το νερό. Π.χ. «Η οικονομική κρίση περιόρισε δραστικά τον οικονομικό αβδηριτισμό ως καταναλωτική επίδειξη».
ΣΤ. ΣΥΒΑΡΙΤΙΣΜΟΣ: Η υπερβολική πολυτέλεια, η νωχέλεια και η μαλθακότητα. Η φιληδονία και η τάση προς ευζωία και υλικές και μόνο απολαύσεις. Η ηδυπάθεια και η αναζήτηση της πολυτελούς διαβίωσης και αλαζονείας. Η λέξη προήλθε από τη ζωή των κατοίκων της πόλης «Σύβαρις» της Κάτω Ιταλίας (ελληνική αποικία 8ος π.Χ. αιώνας) που ζούσαν στην χλιδή, στον πλούτο και στη διαφθορά των ηθών: π.χ «Ο συβαριτισμός ως στάση ζωής συνιστά πρόκληση για μια κοινωνία που μαστίζεται από οικονομική κρίση».
Ζ. ΣΟΔΟΜΙΣΜΟΣ: Ο όρος είναι νομικός και αφορά τις παρά φύσιν σεξουαλικές πράξεις. Η λέξη προέρχεται από την πόλη Σόδομα της Παλαιστίνης, γνωστής για την ανηθικότητα των κατοίκων της. Ο θεός την τιμώρησε για την ακολασία των κατοίκων της. Π.χ. «Ο σοδομισμός ως πράξη συνιστά για πολλές χώρες ποινικό αδίκημα και όχι μόνο μια ηθικά διαβλητή πράξη».
Η. ΣΤΡΟΥΘΟΚΑΜΗΛΙΣΜΟΣ: Μια συνειδητή τακτική να αγνοείς τα προβλήματα – κίνδυνο, προσποιούμενος ότι δεν υπάρχουν. Η εθελοτυφλία. Για τον Φρόιντ συνιστά ένα μηχανισμό άμυνας απέναντι σε γεγονότα στρεσογόνα. Ο όρος προέρχεται από τη στρουθοκάμηλο που μπροστά στον επερχόμενο κίνδυνο θάβει το κεφάλι της στην άμμο… πιστεύοντας ότι αφού δεν βλέπει τον κίνδυνο, ούτε αυτός υπάρχει. Π.χ. «Αποτελεί ασυγχώρητο στρουθοκαμηλισμό να αδιαφορούμε για τον ηθικό εκτραχηλισμό των ηγετών μας».
Θ. ΠΙΘΗΚΙΣΜΟΣ: Η άκριτη μίμηση και η απερίσκεπτη αποδοχή αυτών που βλέπουμε στους άλλους. Συγγενής έννοια ο μαϊμουδισμός. Ο πιθηκισμός συχνά υποδηλώνεται και ως ξενομανία ή ξενολατρία. Ο όρος προέρχεται από τον πίθηκο που εύκολα καταφεύγει σε μιμήσεις συμπεριφορών. Γνωστό και το ρήμα πιθηκίζω: «Ο πιθηκισμός ως συμπεριφορά διαβρώνει την αυθεντικότητα του ατόμου».
Ι. ΠΥΡΡΕΙΟΣ: Η λέξη ως επίθετο ζευγαρώνει αποκλειστικά με τη λέξη – ουσιαστικό νίκη και υποδηλώνει πως ο νικητής μιας μάχης έχει υποστεί σοβαρές απώλειες. Η λέξη προήλθε από το βασιλιά της Ηπείρου, Πύρρο που σε κάποια μάχη με τους Ρωμαίους αναδείχτηκε νικητής αλλά έχασε πολλούς στρατιώτες τους. Χαρακτηριστική είναι η φράση του: «Μια ακόμη νίκη επί των Ρωμαίων και θα καταστραφούμε». Π.χ. «Τελικά πύρρειος αναδείχτηκε η νίκη του Παναθηναϊκού αφού τραυματίστηκαν τρεις παίκτες….».
ΙΑ. ΔΡΑΚΟΝΤΕΙΑ: Η σκληρότητα κάποιων μέτρων. Ο όρος συνήθως συνοδεύει το ουσιαστικό «μέτρα» θέλοντας να υποδηλώσει την αυστηρότητα κάποιων μέτρων. Η φράση προέρχεται από τον Αθηναίο νομοθέτη Δράκοντα που έμεινε γνωστός για τους αυστηρούς και σκληρούς νόμους που επέβαλε στην Αθήνα τον 7ο π.Χ. αιώνα. Ειπώθηκε πως οι νόμοι του δεν γράφτηκαν με μελάνι αλλά με αίμα. Π.χ. «Η κυβέρνηση θα λάβει δρακόντεια μέτρα για την πάταξη της βίας στα γήπεδα».
Στην ομάδα αυτών των λέξεων – όρων θα μπορούσαν αν προστεθούν κι άλλες που προέρχονται από τη λογοτεχνία, την επιστήμη ή την ψυχολογία και καθιστούν το λόγο μας πιο πλούσιο και νοηματικά αποτελεσματικό. Βέβαια στις λέξεις αυτές δεν θα συμπεριλάβουμε όρους που είναι γνωστές λόγω του «μεγέθους» των προσώπων από τις οποίες πήγασαν και ως ένα βαθμό κυριάρχησαν στην επικοινωνία, όπως: Μαρξισμός, Χριστιανισμός, Λενινισμός, Πλατωνισμός, Καλβινισμός, Ιουδαϊσμός, Κομφουκιανισμός,…..
1. ΔΟΝΚΙΧΩΤΙΣΜΟΣ: Η επιθυμία να διορθώνει ή να υπερασπίζεται κάποιος με ανιδιοτέλεια υποθέσεις άσχετες με το προσωπικό του συμφέρον. Η ουτοπική στάση που χαρακτηρίζει κάποιον και ο οποίος δεν έχει επαφή με την πραγματικότητα. Ο ονειροπόλος και αφελής που φαντάζεται ανύπαρκτους κινδύνους. Συμπληρωματική φράση «το κυνήγι των ανεμόμυλων». Ο όρος προήλθε από το μυθιστορηματικό ήρωα του Θερβάντες Δον Κιχώτη (1605) που προσπαθούσε να πραγματώσει χιμαιρικούς σκοπούς με τη βοήθεια του ιπποκόμου του Σάντσο Πάντσα. Π.χ. «Ο δονκιχωτισμός στη εποχή μας με την ακραία πεζότητα συνιστά μια παραδοξότητα».
2. ΤΑΡΤΟΥΦΙΣΜΟΣ: Η ενσάρκωση της κακίας και της υποκρισίας. Ο απατεωνισμός, ο φαρισαϊσμός. Απόκρυψη των πραγματικών σχεδίων και προθέσεων. Ταρτούφος είναι αυτός που υποκριτικά υπερασπίζεται αξίες και ιδανικά που δεν πιστεύει. Ο όρος προέρχεται από τον ήρωα Ταρτούφο της ομώνυμης κωμωδίας του Μολιέρου που καταγγέλλει την υποκρισία των θρησκόληπτων και ψευδο-ευλαβών της εποχής του (17ος αιώνας). «Ο πολιτικός ταρτουφισμός συνιστά την πληγή της δημοκρατίας μας».
3. ΦΑΡΙΣΑΪΣΜΟΣ: Η δολιότητα, η υποκρισία, η άκριτη προσήλωση στους εξωτερικούς τύπους και η αδιαφορία για την ουσία. Η απόκρυψη των πραγματικών αισθημάτων και του αληθινού χαρακτήρα. Συνώνυμη λέξη ο ταρτουφισμός. Ο όρος πηγάζει από τη συμπεριφορά των Φαρισαίων που στο όνομα της τυπικής τήρησης των κανόνων και των νόμων της εποχής καταδίκασαν τον Χριστό. Γνωστή η φράση του Ευαγγελίου «Ουαί υμείς Γραμματείς και Φαρισαίοι»: π.χ. «Η υπεράσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων από την εργοδοσία συνιστά φαρισαϊσμό».
4. ΓΚΑΙΜΠΕΛΙΣΜΟΣ: Η λέξη είναι συνώνυμη της προπαγάνδας και της παραπληροφόρησης. Η χρήση κάθε μέσου για την παραπλάνηση του λαού. Η συκοφάντηση των αντιπάλων και η ενοχοποίησή τους. Ο όρος έλκει την καταγωγή του από τον υπουργό ενημέρωσης – προπαγάνδας του Χίτλερ, τον Γκαι(ε)μπελς, που εγκαλείται για την εχθρική του στάση προς τους πνευματικούς ανθρώπους και τον αντισημιτισμό του. Γνωστή είναι η φράση του «λέγε, λέγε….στο τέλος κάτι θα μείνει». Π.χ. «Η αντιπολίτευση κατηγορεί τον υπουργό ενημέρωσης για έναν άμετρο γκαιμπελισμό στο θέμα της οικονομικής κρίσης της χώρας μας».
5. ΜΑΚΚΑΡΘΙΣΜΟΣ: Ο άκρατος αντικομμουνισμός. Η πολιτική κατασυκοφάντηση και η απαγγελία κατηγοριών για προδοσία χωρίς αποδείξεις. Οι ανυπόστατες και άδικες κατηγορίες εναντίον των «εχθρών» του έθνους. Η αντικομμουνιστική υστερία. Εισηγητής του μακκαρθισμού ο Αμερικανός γερουσιαστής Μακάρθυ που εξαιτίας του τη δεκαετία 1940-50 κατά την περίοδο του ψυχρού πολέμου κατηγορήθηκαν πολλοί Αμερικανοί ως φιλικά προσκείμενοι στον Κομμουνισμό. Π.χ. «Οι βολές κατά του κομμουνιστικού κόμματος μας επαναφέρουν στην εποχή του μακκαρθισμού».
Οι επόμενοι όροι σχετίζονται με την ερωτική συμπεριφορά των ανθρώπων και πολλές φορές οι χρήστες αυτών των όρων αγνοούν την προέλευσή τους. Ωστόσο οι έννοιες αυτές ξέφυγαν από την αρχική τους σημασία κι απέκτησαν ευρύτερα περιεχόμενο.
6. ΣΑΔΙΣΜΟΣ: Γενετήσια διαστροφή, κατά την οποία ο φυσικός ή ηθικός βασανισμός άλλου ατόμου προκαλεί ηδονή στο υποκείμενο. Με την ευρύτερη έννοια ο σαδισμός είναι η ευχαρίστηση που νιώθει κάποιος από την κακοποίηση – βασανισμό του άλλου. Η πρόκληση σωματικού ή ψυχικού πόνου στους άλλους και η απόλαυση που απορρέει από αυτόν. Αντίθετη έννοια ο μαζοχισμός. Η έννοια του σαδισμού προέρχεται από το όνομα του μαρκήσιου ντε Σαντ, που περιέγραφε στα μυθιστορήματά τους παθολογικές επιθυμίες με βασανισμούς, μαστιγώσεις και ταπεινώσεις. Το υποκείμενο του σαδισμού ονομάζεται σαδιστής και είναι έννοια αρνητικά φορτισμένη (ηθικά…). Π.χ. «Ο σαδισμός ως συμπεριφορά αποκαλύπτει τις πρωτόγονες ορμές και τα αδιαμόρφωτα ένστικτα του ανθρώπου».
7. ΜΑΖΟΧΙΣΜΟΣ: Σεξουαλική διαστροφή κατά την οποία το υποκείμενο νιώθει ηδονή μέσα από τον αυτοβασανισμό του. Ο μαζοχιστής, δηλαδή, ηδονίζεται μόνο όταν υποφέρει. Ο βασανισμός μπορεί να είναι σωματικός, ψυχικός ή ηθικός. Αντίθετη έννοια ο σαδισμός, αν και πολλές φορές ένα άτομο καθίσταται φορέας και των δυο και τότε μιλάμε για σαδομαζοχισμό. Ο όρος προέρχεται από το συγγραφέα Σάχερ Μάζοχ (1835-1895), αλλά ο όρος εφευρέθηκε από τον Αυστριακό ψυχίατρο Κραφτ – Εμπιγκ που έκανε αναφορές στον Μαζόχ. Π.χ. «Αποτελεί δυσεξήγητο φαινόμενο ο μαζοχισμός, αφού ο άνθρωπος στοχεύει σύμφωνα με αυτόν στη βίωση της ήττας και του πόνου».
8. ΜΑΝΙΧΑΙΣΜΟΣ: Δυαρχική θρησκεία που πρεσβεύει πως στον κόσμο κυριαρχεί η αιώνια πάλη – σύγκρουση ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι, στο καλό και το κακό του πνεύματος και της ύλης. Σύμφωνα με αυτόν δεν υπάρχει τίποτα άλλο παρά μόνο το καλό ή το κακό. Στις μέρες μας ο όρος υπονοεί πως πρέπει να επιλέξουμε ως βασικό στοιχείο το ένα (καλό, φως….) ή το άλλο (κακό, σκότος). Μέση λύση, δηλαδή, δεν υπάρχει. Το όνομα προέρχεται από τον ιδρυτή της θρησκείας, περσικής καταγωγής «Μανί-Χαβέ» (ο Μάνης ζει), που εκφράστηκε ως «Μανιχαίος». Π.χ. «Ο μανιχαϊσμός συγγενεύει με το λαϊκισμό αφού και οι δυο ‘’ιδεολογίες’’ δεν αναγνωρίζουν τις ενδιάμεσες αποχρώσεις ανάμεσα στο καλό και κακό».
9. ΜΗΔΙΣΜΟΣ: Λέξη συνώνυμη της παράδοσης στον αντίπαλο χωρίς αγώνα, δηλαδή προδοσία. Για τους αρχαίους Έλληνες ο μηδισμός και το μηδίζω εθεωρούντο ντροπή αφού απεικόνιζε τη συνεργασία – υποταγή – αυτομόληση στους Μήδους – Πέρσες. Εθεωρείτο δε ντροπή γιατί σήμαινε και προσχώρηση (δειλία) στους βάρβαρους. Χρησιμοποιείται και μεταφορικά όταν υπονοεί την άρνηση της εθνικής ταυτότητας και την προσχώρηση σε αλλότρια ήθη. Για μηδισμό κατηγορήθηκε η Θήβα στην αρχαία Ελλάδα αλλά και ο Θεμιστοκλής: π.χ. «Στις μέρες μας βιώνουμε έναν άλλο μηδισμό στο δέλεαρ του υλικού πλούτου».
10. ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Συχνή είναι η χρήση της έννοιας όχι με την κυριολεκτική της σημασία αλλά με τη μεταφορική και κυρίως στον πληθυντικό αριθμό «Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος τόνισε πως διαψεύστηκαν οι κασσάνδρες της αντιπολίτευσης περί επικείμενης οικονομικής καταστροφής της Ελλάδας». Ως όρος υπονοεί κάποιον που κάνει δυσοίωνες προβλέψεις και ως ένα σημείο καταστροφολογεί. Ο όρος παραπέμπει στην κόρη του Πριάμου και της Εκάβης, την Κασσάνδρα που είχε το χάρισμα (από τον Απόλλωνα) να προφητεύει τα δυσάρεστα γεγονότα χωρίς όμως να γίνεται πιστευτή (τιμωρία από τον Απόλλωνα).
11. ΘΑΤΣΕΡΙΣΜΟΣ: Η συντηρητική οικονομική πολιτική. Ο άκρατος νεοφιλελευθερισμός που στοχεύει στον περιορισμό του κράτους πρόνοιας και στην ενίσχυση της ελεύθερης οικονομίας. Η αποθέωση των νόμων της αγοράς και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Σε ένα άλλο επίπεδο ο Θατσερισμός είναι συνώνυμος της σκληρής πολιτικής στην αντιμετώπιση των προβλημάτων. Ο όρος προέρχεται από τη μονεταριστική πολιτική που άσκησε κατά τη δεκαετία του 1980 η βρετανίδα πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ, γνωστή και ως «σιδηρά κυρία». Γνωστή ήταν η αποστροφή της «Δεν υπάρχουν κοινωνίες. Υπάρχουν μόνο οικογένειες και άτομα». Έτσι η άσκηση μιας σκληρής – αυστηρής οικονομικής πολιτικής εμπλούτισε το λεξιλόγιο της πολιτικής πρακτικής και της οικονομικής πολιτικής: π.χ. «Τα σκληρά μέτρα της κυβέρνησης παραπέμπουν σε ένα θατσερισμό παλιάς κοπής».
Ωστόσο υπάρχουν και όροι λιγότερο γνωστή αλλά χρησιμοποιούνται στην επικοινωνία που αρέσκονται να ενδύουν τα επιχειρήματά τους με τέτοιους όρους ( για λόγους εντυπωσιασμού και όχι μόνο) αυτοί οι όροι πηγάζουν από ποικίλες πηγές (πόλη, ζώα, πόλεμος, λογοτεχνία, πρόσωπά, ήρωες, συγγραφείς….)
Ι. ΣΟΛΟΙΚΙΣΜΟΣ: Ο όρος παραπέμπει στα συντακτικά σφάλματα και γενικότερα σε βασικές παραβιάσεις της γλωσσικής επικοινωνίας. Οι αποκλίσεις από τους κοινωνικά αποδεκτούς κανόνες της δομής της γλώσσας και εκφοράς της σκέψης και των νοημάτων. Παράδειγμα σολοικισμού: «Στο διαδίκτυο εγκυμονούν κίνδυνοι» (Το σωστό είναι: Το διαδίκτυο εγκυμονεί κινδύνους). Ο όρος προέρχεται από την πόλη Σόλοι της Κιλικίας, όπου κάποιοι Αθηναίοι άποικοι με την πάροδο του χρόνου λησμόνησαν την αττική διάλεκτο και άρχισαν να περιπίπτουν σε γλωσσικά και συντακτικά σφάλματα. Π.χ. «Τα κείμενα των μαθητών είναι γεμάτα από σολοικισμούς που επιτείνουν την ασάφεια και την αοριστία».
ΙΙ. ΠΑΡΘΙΟΝ – ΒΕΛΟΣ: Με τον όρο αυτό εννοούμε το ξαφνικό και απροσδόκητο – ύπουλο χτύπημα. Η φράση προήλθε από την τακτική – ικανότητα των Πάρθων ιππέων να γυρίζουν απότομα το σώμα τους και να χτυπούν τους αντιπάλους, ενώ οπισθοχωρούσαν. Οι Πάρθοι ως λαός κατοικούσαν στη Ν.Δ. Ασία. Αυτή, λοιπόν, η ιδιαίτερη τεχνική των Παρθίων τοξοβόλων έδωσε τη φράση: π.χ. «Αφού η αντιπολίτευση έριξε τα πάρθια βέλη της, αποχώρησε από την αίθουσα του κοινοβουλίου».
ΙΙΙ. ΚΥΚΝΕΙΟ ΑΣΜΑ: Έτσι ονομάζεται η τελευταία ενέργεια, η πράξη, το έργο κάποιου. Η φράση προέρχεται από το προθανάτιο άσμα του Κύκνου. Αυτή η επιθανάτια μελωδική κραυγή του Κύκνου λαμβάνεται ως προαίσθηση θανάτου και ως στοιχείο αποχαιρετισμού. Π.χ. «Η συμφωνία των Πρεσπών για το Σκοπιανό είναι το κύκνειο άσμα της κυβέρνησης».
IV. ΧΑΜΑΙΛΕΟΝΤΙΣΜΟΣ: Στην κυριολεκτική του σημασία ο όρος παραπέμπει στην ικανότητα κάποιων ζώων να μεταβάλλουν το χρώμα του δέρματός τους και να προσαρμόζονται στο περιβάλλον. Κατεξοχήν, όμως, αυτή η ικανότητα χαρακτηρίζει τους χαμαιλέοντες. Σε μεταφορικό επίπεδο ο όρος παραπέμπει σε εκείνα τα άτομα που έχουν την ικανότητα να αλλάζουν ιδέες, απόψεις και πολιτικές θέσεις, να ελίσσονται και να επιβιώνουν σε όλες τις καταστάσεις. Υποδηλώνει, επίσης, τον άστατο και ευμετάβλητο άνθρωπο που στο όνομα της εξυπηρέτησης του συμφέροντός του αλλάζει πεποιθήσεις, αξίες και φρονήματα. Σύγχρονη απόδοση του χαμαιλέοντα, ο «Κωλοτούμπας». Π.χ. «Η αντιπολίτευση κατηγορεί τον πρωθυπουργό για πολιτικό χαμαιλεοντισμό» (άλλα υποσχέθηκε κι άλλα πράττει).
V. ΠΡΩΤΕΪΚΟΣ: Συναφής όρος με το χαμαιλεοντισμό και παραπέμπει στη θαλάσσια θεότητα του Πρωτέα, που είχε τη δυνατότητα να μεταβάλλει τη μορφή του, ανάλογα με τη βούλησή του. Έτσι χαρακτηρίζονται άνθρωποι και έργα που δεν χαρακτηρίζονται από σταθερή μορφή αλλά από μια πολλαπλότητα. Π.χ. «Το έργο του Ν. Καζαντζάκη αποκαλύπτει την πρωτεϊκή μορφή του χαρακτήρα του».
VI. ΟΒΙΔΙΑΚΟΣ: Ο όρος προέρχεται από το έργο του Οβιδίου «Μεταμορφώσεις». Σε αυτό περιγράφεται η ικανότητα μεταβολής της μορφής κάποιου προσώπου ή πράγματος. Χρησιμοποιείται ως όρος όταν θέλουμε να επισημάνουμε την ανακολουθία κάποιου ή τη αλλαγή συμπεριφοράς κάποιου και τότε μιλάμε για «οβιδιακή μεταμόρφωση». Ο όρος στις περισσότερες περιπτώσεις έχει αρνητικό πρόσημο ως κοινωνική συμπεριφορά. Π.χ. «Οι οβιδιακές μεταμορφώσεις του πρωθυπουργού οδήγησαν το κόμμα στην αποσύνθεση».
VII. ΚΡΟΚΟΔΕΙΛΙΑ ΔΑΚΡΥΑ: Ο όρος έλκει την καταγωγή του από τα δάκρυα του κροκόδειλου την ώρα που καταναλώνει τα θύματά του. Μεταφορικά η συμπεριφορά του κροκόδειλου έχει αναλογίες με αντίστοιχες των ανθρώπων που, ενώ προκαλούν το θάνατο – κακό σε κάποιον, μετά θρηνούν γοερά – ηχηρά και δημόσια για αυτόν. Η φράση έχει αρνητικό πρόσημο και υποδηλώνει την υποκρισία και το ψεύδος. Στόχος η παραπλάνηση του άλλου μέσα από την πρόκληση συναισθηματικής φόρτισης. Υπάρχουν πολλές ερμηνείες για τα δάκρυα των κροκοδείλων, αλλά όχι για τα κροκοδείλια δάκρυα των ανθρώπων, που εμπεριέχουν μια αρνητική και καταδικαστέα συμπεριφορά. Π.χ. «Τα κροκοδείλια δάκρυα του κατηγορούμενου δεν στάθηκαν ικανά να αλλάξουν την απόφαση των δικαστών».
VIII. ΔΗΛΙΟΣ – ΟΝ: Το επίθετο κυριολεκτικά παραπέμπει στον κάτοικο της Δήλου. Οι Δήλιοι ως κολυμβητές χαρακτηρίζονταν δήλιοι - ικανοί – δεινοί: Ως δήλιον πρόβλημα ονομάζεται το σύνθετο, το περίπλοκο και το δυσεπίλυτο. Συνιστά μαθηματικό πρόβλημα και έχει να κάνει με το διπλασιασμό του όγκου του κύβου και με τη χρήση κανόνα και διαβήτη. Στα ιστορικά δεδομένα αναφέρεται η προσπάθεια των κατοίκων της Δήλου να αντιμετωπίσουν το λοιμό μέσα από το διπλασιασμό του όγκου του κύβου, δηλαδή του ναού του Απόλλωνα. Π.χ. «Η σχέση των Ελλήνων με την παράδοση κατέστη δήλιον πρόβλημα».
IX. ΙΩΒΕΙΟΣ ΥΠΟΜΟΝΗ: Ο όρος σχετίζεται με τις φοβερές δοκιμασίες που υπέστη ο Ιώβ και την αντοχή – υπομονή που επέδειξε. Η επιβράβευση ήλθε στο τέλος από τον ίδιο το θεό, αφού απέκτησε πάλι υγεία και πλούτο. Έτσι προήλθε η φράση «Ιώβειος υπομονή» για την καρτερικότητα του Ιώβ. «Ο υπομείνας εις τέλος ούτος σωθήσεται», (Ματθ ι, 22). Ως φράση χρησιμοποιείται με διδακτικό – παραινετικό χαρακτήρα. Π.χ «Η ιώβειος υπομονή των Ελλήνων κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης λειτούργησε θετικά στην υπέρβαση των προβλημάτων».
X. ΟΜΗΡΙΚΟΙ ΚΑΒΓΑΔΕΣ: Έτσι αποκαλούμε τις έριδες, τις διαμάχες και τις συμπλοκές μεταξύ ατόμων που διακρίνονται από την ένταση και τη διάρκεια. Η φράση προήλθε από τις εκτενείς περιγραφές του Ομήρου. Περιγραφές που αφορούσαν τις έντονες διαμάχες μεταξύ Ελλήνων και Τρώων αλλά κι ανάμεσα στους ίδιους τους Έλληνες. Το περιεχόμενο της φράσης «Ομηρικοί καβγάδες» εμπλουτίζει και ο αριθμός των εμπλεκομένων σε αυτές τις διαμάχες, λεκτικές και μη. Π.χ. «Πολλές φορές σε τηλεοπτικές εκπομπές κάποιες αντιθέσεις καταλήγουν σε ομηρικούς καβγάδες».
XI. ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΛΟΓΙΕΣ: Ο όρος αφορά τις σπουδές και τον επιστημονικό κλάδο που εξετάζει τη βυζαντινή ιστορία και τον πολιτισμό. Μεταφορικά ο όρος παραπέμπει σε ανούσιες θεωρητικές συζητήσεις χωρίς αντικείμενο και περιεχόμενο. Συζητήσεις που χαρακτηρίζονται από διάρκεια χρόνου αλλά και από την αδυναμία τους να καταλήξουν κάπου, σε κάτι πρακτικό. Ως βυζαντινολογία χαρακτηρίζεται και η φλύαρη συζήτηση που δεν λαμβάνει υπόψη την πραγματικότητα. Κάποιοι κύκλοι του Βυζαντίου (Εκκλησία….) αρέσκονταν σε ατέρμονες συζητήσεις για θέματα που δεν είχαν σημείο αναφοράς την πραγματικότητα, όπως η συζήτηση – διαμάχη για το φύλο των αγγέλων. Π.χ. «Δυστυχώς ο διάλογος για το επαναστατικό υποκείμενο της εποχής μας ξέπεσε σε μια ανούσια και ατελέσφορη βυζαντινολογία».
XII. ΔΑΝΤΙΚΗ ΚΟΛΑΣΗ: Ο όρος προέρχεται από το έργο του Δάντη «Θεία Κωμωδία» που χωρίζεται σε τρία μέρη: Κόλαση – Καθαρτήριο – Παράδεισος. Το ποίημα αφηγείται το φανταστικό ταξίδι του Δάντη στον Άδη. Εκεί καταγράφονται βίαιες σκηνές που προκαλούν φόβο, συγκίνηση και τρόμο. Στην πύλη της κόλασης υπήρχε η επιγραφή: «Όποιος μπει εδώ μέσα, ας εγκαταλείψει κάθε ελπίδα». Μεταφορικά ο όρος παραπέμπει σε ένα κλίμα – περιβάλλον όπου κυριαρχεί η καταστροφή, ο βασανισμός, το αδιέξοδο, η τιμωρία και η απουσία κάθε ελπίδας. Χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να εκφράσουμε το απόλυτο μέγεθος της καταστροφής αλλά και όλων των αρνητικών στοιχείων που συνθέτουν μια κατάσταση μέσα στην οποία ο άνθρωπος υποφέρει. Π.χ. «Οι πύρινες φλόγες κατέστρεψαν τα πάντα και δημιούργησαν ένα περιβάλλον που θύμιζε τη Δαντική κόλαση».
XIII. ΟΡΓΟΥΕΛΙΚΟ ΚΛΙΜΑ: Ο όρος έλκει την καταγωγή του από το βιβλίο του Όργουελ «1984». Σε αυτό καταγράφεται ένα σκηνικό όπου το άτομο παρακολουθείται από ένα άγρυπνο μάτι εξουσίας που ελέγχει τα πάντα. Αποτέλεσμα η απουσία της ατομικότητας, της ελευθερίας και της ιδιωτικότητας. Η παραπληροφήρηση, η προπαγάνδα και η καταπίεση εξανδραποδίζουν το άτομο και το οδηγούν σε μια κατάσταση ετερονομίας και ανελευθερίας. Σε αυτό το κλίμα η σκέψη καταδικάζεται ως έγκλημα. Η διπλή σκέψη επιτρέπεται εκφράζοντας έτσι την αντιφατικότητα του κόσμου και την απολυταρχική εξουσία. «Ο πόλεμος είναι Ειρήνη. Η Ελευθερία είναι σκλαβιά. Η άγνοια είναι δύναμη» (1984). Π.χ «Η σύγχρονη προπαγάνδα των Fake news συνθέτει το Οργουελικό κλίμα των ημερών μας».
XIV. ΣΑΡΔΟΝΙΟ ΓΕΛΙΟ: Η λέξη «σαρδόνιο» προέρχεται από κάποιο φυτό «σαρδάνη» που ευδοκιμεί στη Σαρδηνία. Αυτό είναι δηλητηριώδες και όποιος το φάει πεθαίνει γελώντας. Έτσι η έκφραση υπονοεί το πονηρό, υποκριτικό ή ειρωνικό – κυνικό γέλιο. Η έκφραση είναι παλιά κι απαντάται και στον Όμηρο με παραπλήσια σημασία «μείδησε δε θυμώ σαρδάνιον μάλλον τοίον». Αυτό το πικρόχολο γέλιο – χαμόγελο χαρακτηρίζει εκείνους που κρύβουν μέσα τους μοχθηρία και κακία. Μια χαιρεκακία έντεχνα κρυμμένη από ένα σαρκαστικό χαμόγελο. Π.χ. «Ο υπουργός με το σαρδόνιο χαμόγελό του ανακοίνωσε τη μείωση των συντάξεων».
Η καταγραφή όλων των παραπάνω όρων και η συνοπτική παρουσίαση του περιεχομένου τους καθώς και της καταγωγής τους ίσως βοηθήσει στην ορθή χρήση τους και στην επικοινωνία μας. Βέβαια δεν είναι οι μοναδικοί αλλά αντιπροσωπευτικοί.
Πολλές φορές αυτοί οι όροι είναι τόσο οικείοι, όπως: Δαρβινισμός, Ναρκισσισμός, πουριτανισμός αλλά και τόσο άγνωστοι ως προς την προέλευση (όνομα, πόλη, ζωή….) και τις νοηματικές τους αποχρώσεις. Υπάρχουν βέβαια και άλλες πιο σπάνιες και δύσκολες για τον εντοπισμό τόσο του περιεχομένου τους όσο και της προέλευσής του, όπως: Λουδισμός, Ψιττακισμός…
Μια άλλη παράμετρος αυτής της καταγραφής των όρων (το πόθεν και το «τι») είναι και η «τύχη» ή «ατυχία» να συνδεθεί το όνομα ενός ανθρώπου, πόλης ή ζώου με μια συμπεριφορά που απέκτησε παγκόσμιο και διαχρονικό χαρακτήρα. Άλλοι (οι περισσότεροι) δεν το επιδίωξαν. Ωστόσο χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Ηρόστρατου που από την έντονη επιθυμία του να μείνει γνωστό το όνομά του ανά τους αιώνες πυρπόλησε το ναό της Αρτέμιδας στην Έφεσο (356 π.Χ.).
Βέβαια οι Εφέσιοι τον θανάτωσαν και απαγόρευσαν τη μνεία του, το όνομά του όμως διασώθηκε, έστω και με αρνητικό περιεχόμενο, μέσα από τους όρους «Ηροστράτειο έργο», «Ηροστράτειος δόξα» ή το γνωστό «Ηροστράτειο σύνδρομο» (χαρακτηρίζει ανθρώπους που επιχειρούν να καταστρέψουν κάτι λαμπρό για να ακουστεί το όνομά τους).
Διευρύνοντας, λοιπόν, τον κύκλο των λέξεών μας μεγαλώνουμε και τον κόσμο μας, δικαιώνοντας τη θέση του Βίτγκενστάιν: «Τα όρια της γλώσσας μου σημαίνουν τα όρια του κόσμου μου».
«Τα μέταλλα αναγνωρίζονται από τον ήχο τους, οι άνθρωποι από τα λόγια τους»
(Graffidi)
πηγη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου