Αἰτωλοί: Ελληνικό φύλο, που κατοικούσε κατά την αρχαιότητα, στην Αιτωλία, για την οποία το
"Λεξικό Κυρίων Ονομάτων" αναφέρει τα ακόλουθα: «…Επαρχία μεταξύ Ακαρνανίας, Θεσσαλίας, Ηπείρου και της θαλάσσης, λαβούσα το όνομα από του εξ Ήλιδος προελθόντος Αιτωλού, υιού του Ενδυμίωνος. Οι κάτοικοι αυτής ήσαν ημιβάρβαροι αλλά μάχιμοι και κατώκουν κατά κώμας ατείχιστους και λίαν απομεμακρυσμένας αλλήλων…»Στο "Λεξικό της Ελληνικής Αρχαιολογίας" αναφέρεται ότι αρχαιότατοι κάτοικοι της Αιτωλίας προς Βορράν ήσαν οι Λέλεγες και προς Νότον, οι Κουρήτες (Ακαρνάνες) και οι Ύαντες, τους οποίους ο Στράβων (Ι΄ ΙΙΙ. 4) μνημονεύει, παραθέτοντας την άποψη του Απολλόδωρου, ότι οι Ύαντες κατέφυγαν ανάμεσα στους Αιτωλούς όταν εκδιώχθηκαν από την Βοιωτία.
Σύμφωνα με την παράδοση, στην Αιτωλία εγκαταστάθηκαν Επειοί (κάτοικοι του βορείου τμήματος της Ηλείας που κατά τις παραδόσεις προήρχοντο από την Θεσσαλία και ήσαν λελεγικής καταγωγής), οι οποίοι ακολούθησαν τον εκδιωχθέντα από την πατρίδα τους Αιτωλό, αδελφό του Παίονος και του Επειού, βασιλέως της Ήλιδος. Μετά την εγκατάσταση των Επειών, η περιοχή η οποία ονομαζόταν Κουρήτις ή Υαντίς έλαβε το όνομα Αιτωλία.
Τα γεγονότα αυτά συνέβησαν έξη γενιές πριν από τον Τρωϊκό πόλεμο (Λ.Ε.Α.) ή δέκα γενιές πριν συνοικισθεί (κατακτηθεί) η Ήλις από τον Όξυλο, όπως αφηγείται ο Έφορος και παραθέτει ο Στράβων (Ι΄ ΙΙΙ. 2). Οι Αιτωλοί θα επιχειρήσουν να κατακτήσουν στην συνέχεια και την περιοχή μεταξύ Φωκίδος και Εσπερίας Λοκρίδος (της χώρας των Οζολών Λοκρών), κάτι που θα επιτύχουν πολύ αργότερα όταν θα τους παραχωρηθεί από τον Φίλιππο Β΄ της Μακεδονίας η περιοχή, η οποία και θα ονομασθεί Αιτωλία Επίκτητος.
Αργυρό τετράδραχμο Αιτωλών (3ος αιώνας π.Χ.)
Οι Αιτωλοί έλαβαν μέρος στον Τρωϊκό πόλεμο με επικεφαλής τον Θόαντα (Ιλιάς Β 638), βασιλέα της Καλυδώνος (πρωτεύουσας της Αιτωλίας) και της Πλευρώνος (κοντά στον ποταμό Εύηνο). Με βάση στοιχεία από τις μυθολογικές παραδόσεις και κυρίως τα νεώτερα επιστημονικά δεδομένα, οι ερευνητές θεωρούν ως παλαιότερους κατοίκους της Αιτωλίας τους Λέλεγες και άλλους ίσως λαούς του Μεσογειακού υποστρώματος (βλ. ιστορικό περίγραμμα). Με την εμφάνιση των πρώτων προελληνικών αριοευρωπαϊκών λαών στον Ελλαδικό χώρο, η περιοχή θα κατακτηθεί από τους Ύαντες.
Με την έναρξη της καθόδου των ελληνικών φύλων νοτιότερα, στην Αιτωλία θα εγκατασταθούν γύρω στο 1900 π.Χ. Ίωνες, Αιολείς (στις περιοχές Πλευρώνος και Καλυδώνος) και αργότερα Επειοί.
Οι Αιτωλοί, το γλωσσικό ιδίωμα των οποίων συγκαταλέγεται στην Δυτική (Ηπειρωτική) ελληνική διάλεκτο, φαίνεται ότι έφθασαν αργότερα (γύρω στο 1500 π.Χ.), φέρνοντας μαζί τους στην περιοχή τα χαρακτηριστικά του Μεσοελλαδικού πολιτισμού.
Όλα αυτά τα φύλα βαθμιαία θα συγχωνευθούν κάτω από το όνομα των Αιτωλών της μυκηναϊκής εποχής (1600-1150 π.Χ.).
Οι Αιτωλοί θα συμπράξουν με τους Δωριείς και θα πάρουν μέρος στην λεγομένη κάθοδο των Ηρακλειδών (γύρω στο 1150 π.Χ.). Δεν θα ακολουθήσουν όμως τις φάλαγγες των Δωριέων προς την ανατολική και νότια Πελοπόννησο, αλλά θα στραφούν με επικεφαλής τον Όξυλο, υιό του Ανδραίμονος (Απολλόδωρος, Β΄ VIII. 3), προς την πλούσια περιοχή της Ήλιδος, όπου θα υποτάξουν τους Επειούς και τα άλλα φύλα που την κατείχαν. Θα συγχωνευθούν όμως με τους παλαιότερους κατοίκους και σύντομα θα χάσουν το εθνικό τους όνομα.
Οι Αιτωλοί στους ιστορικούς χρόνους διακρίνονταν σε τρια «υπο-φύλα» : Τους Ευρυτάνες, τους Αποδωτούς και τους Οφιονείς.
Μέχρι τον 5ο αιώνα π.Χ. οι Αιτωλοί δεν θα διαδραματίσουν σπουδαίο ρόλο στην ελληνική ιστορία. Στην συνέχεια θα εμπλακούν στην διαμάχη Αθήνας-Σπάρτης παίρνοντας το μέρος των Σπαρτιατών.
Από τον 4ο αιώνα π.Χ. η δύναμη των Αιτωλών άρχισε να ανέρχεται ραγδαία ως αποτέλεσμα της δημιουργίας της περίφημης «Αιτωλικής Συμπολιτείας» που θα κυριαρχήσει στα πολιτικά πράγματα της Ελλάδος κατά τον 3ο και 2ο αιώνα π.Χ.
Θα συγκρουσθούν συχνά με την Μακεδονία και θα συμμαχήσουν με τους Ρωμαίους εναντίον των Μακεδόνων. Όταν θα συνειδητοποιήσουν τους κατακτητικούς στόχους της Ρώμης, θα ηγηθούν αντιρωμαϊκής συμμαχίας αλλά θα είναι αργά. Οι Ρωμαίοι θα κατακτήσουν μέχρι το 146 π.Χ. ολόκληρη την Ελλάδα και η «Αιτωλική Συμπολιτεία» θα διαλυθεί τελικώς από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Οκταβιανό Αύγουστο (27 π.Χ. – 14 μ.Χ.).
Οι Αιτωλοί σταδιακά θα παύσουν να εμφανίζονται ως ξεχωριστό ελληνικό φύλο.
Ἀκαρνᾶνες: Ονομασία αρχαίου ελληνικού φύλου, εγκατεστημένου στην ομώνυμη περιοχή (Ακαρνανία) η οποία σύμφωνα με την παράδοση, παλαιότερα ελέγετο Κουρήτις και «…εν τοις αρχαιοτάτοις χρόνοις κατωκείτο υπό των Ταφίων, των Τηλεβοών, των Λελέγων και των Κουρητών…» (Λ. Ε. Α.).
Στην Ιλιάδα η περιοχή εμφανίζεται να κατέχεται στο μεγαλύτερο τμήμα της από το βασίλειο των Επειών. Αντίθετα στην Οδύσσεια, μέρος της Ακαρνανίας εμφανίζεται να κατοικείται από Κεφαλλήνες και να ανήκει στο βασίλειο του Οδυσσέα.
Κατά την μυθολογία η χώρα έλαβε το όνομά της από τον Ακαρνάνα, υιό του Αλκμαίονος (υιός του Αργείου μάντη Αμφιαράου), ενός εκ των Επιγόνων που ηγήθηκαν της δεύτερης εκστρατείας εναντίον των Θηβών και της δεύτερης συζύγου του Καλιρρόης, κόρης του Αχελώου. Ο Ακαρνάν εκδιωχθείς κατέφυγε στην χώρα των Κουρητών η οποία μετωνομάσθη προς τιμήν του Ακαρνανία.
Η σημερινή έρευνα θεωρεί πολύ πιθανόν ότι η παράδοση για την φυγή του Ακαρνάνα από την ΒΑ Πελοπόννησο και την εγκατάστασή του στην Ακαρνανία δημιουργήθηκε τον 7ο και 6ο αιώνα π.Χ. την εποχή του αποικισμού, οπότε οι Κορίνθιοι ίδρυσαν στην δυτική Ακαρνανία αποικίες και ζητούσαν ένα μυθολογικό υπόστρωμα για να στηρίξουν την επεκτατική τους πολιτική (Λεξικό Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάνικα). Πάντως μέχρι το τέλος της Μυκηναϊκής εποχής (1150/1100 π.Χ.) οι Ακαρνάνες είναι άγνωστοι και η χώρα τους κατοικείται από Κεφαλλήνες. Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της νεώτερης έρευνας, φαίνεται ότι οι Ακαρνάνες εγκαταστάθηκαν μεταξύ των ακτών του Ιονίου πελάγους και του Αχελώου, στην περιοχή που ονομάζεται στους ιστορικούς χρόνους Ακαρνανία, μετά την Δωρική εισβολή στην Πελοπόννησο, σε μια χρονολογία γύρω στο 1100 π. Χ.
Όσο για την διάλεκτό τους, δεν υπάρχουν αρκετά δεδομένα για την ξεκάθαρη κατάταξή της. Τοποθετείται γενικώς στις Δυτικές ελληνικές διαλέκτους.
Αργυρός στατήρ του Κοινού των Ακαρνάνων
(δεύτερο μισό του 3ου π.Χ. αιώνα)
Οι Ακαρνάνες έγιναν γνωστοί με την συμμετοχή τους στο πλευρό των υπολοίπων Ελλήνων στους Περσικούς πολέμους του 5ου αιώνα π.Χ. Στην διαμάχη Αθήνας-Σπάρτης οι περισσότερες πόλεις της Ακαρνανίας πήραν το μέρος των Αθηναίων εκτός από εκείνες που είχαν φιλοκορινθιακά καθεστώτα.
Από τον 5ο αιώνα π.Χ. οι ακαρνανικές πόλεις είχαν συγκροτήσει το «Κοινό των Ακαρνάνων». Στην διαμάχη του Φιλίππου Β΄ με τους Αθηναίους εντάχθηκαν στην αντιμακεδονική συμμαχία και στην μάχη της Χαιρωνείας (338 π.Χ.) πολέμησαν στο πλευρό των Αθηναίων, λόγω της συνεργασίας των αιωνίων αντιπάλων τους Αιτωλών με τους Μακεδόνες.
Αργότερα, κατά τον 3ο αιώνα π.Χ., οι Ακαρνάνες θα γίνουν σύμμαχοι των βασιλέων της Μακεδονίας, Αντιγόνου Δώσωντος και Φιλίππου του Ε΄, στο πλευρό των οποίων πολέμησαν στις συγκρούσεις των Μακεδόνων με την Αιτωλική Συμπολιτεία. Αυτός ήταν και ο λόγος που οι Ακαρνάνες θα πολεμήσουν εναντίον των Ρωμαίων, οι οποίοι θα κατακτήσουν τελικώς την περιοχή στις αρχές του 2ου αιώνα π.Χ.
Στην διάρκεια της Ρωμαϊκής κατοχής η χώρα των Ακαρνάνων παρακμάζει με γοργούς ρυθμούς και μετά την ίδρυση της Νικοπόλεως (31 π.Χ.) από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Οκταβιανό Αύγουστο, ο οποίος υποχρέωσε τους περισσοτέρους κατοίκους των ακαρνανικών πόλεων να εγκατασταθούν εκεί, οι Ακαρνάνες, σταδιακά, παύουν πλέον να αναφέρονται ως ιδιαίτερο φύλο.
Εὐρυτάνες: Ένα από τα τρία γένη (υπο-φύλα) των Αιτωλών στην αρχαιότητα (Ευρυτάνες, Αποδωτοί, Οφιονείς), εντοπιζόμενοι στις ορεινές περιοχές της δυτικής Στερεάς Ελλάδος (στον ορεινό όγκο των Αγράφων), στα όρια των σημερινών διαμερισμάτων Ηπείρου, Θεσσαλίας και Στερεάς. Σύμφωνα με τις αντιλήψεις των συγχρόνων τους, όπως αυτές αποτυπώνονται στον Θουκυδίδη (Γ΄ 94), οι Ευρυτάνες αποτελούσαν το μεγαλύτερο τμήμα των Αιτωλών, ομιλούσαν διάλεκτο δυσνόητη (προφανώς λόγω της προφοράς τους) και έτρωγαν ωμές τις τροφές τους «…αγνωστότατοι δε την γλώσσαν και ωμοφάγοι εισίν…».
Ο Στράβων (Ι΄ ΙΙ. 5 και ΙΙΙ. 6) κατονομάζοντας διάφορα γένη των Αιτωλών, μνημονεύει τους Ευρυτάνες, καθώς και τους Οφιονείς (που αποκαλεί Οφιείς) και τους Αγραίους.
Τέλος, ο Στέφανος Βυζάντιος αναφέρει τους Ευρυτάνες ως «…έθνος Αιτωλικόν…» και παραθέτει στίχο του Λυκόφρονος του Χαλκιδέως, ποιητή του 3ου αιώνα π.Χ. «…μάντιν δε νεκρόν Ευρυτάν στέψει λεώς…».
Οι Ευρυτάνες και η χώρα τους Ευρυτανία, πήραν το όνομά τους είτε από τα άφθονα νερά της περιοχής τους (εύρυτος χώρα=Ευρυτανία), είτε από τον μυθικό ήρωα Εύρυτο, που ήταν άριστος τοξότης. Πρωτεύουσα των Ευρυτάνων ήταν η Οιχαλία της Ευρυτανίας (υπήρχαν 6 αρχαίες πόλεις με το ίδιο όνομα). Απετέλεσαν το ισχυρότερο στοιχείο της Αιτωλικής Συμπολιτείας μέχρι την τελική τους υποταγή και προσάρτηση στην Ρώμη το 146 π.Χ.
Ἀγραῖοι ἤ Ἀγραεῖς: Οι κάτοικοι της Αγραίας ή Αγραΐδος, μιας περιοχής της Αιτωλίας, μεταξύ του Αχελώου και της οροσειράς που είναι γνωστή σήμερα ως Μακρυνόρος.
Σύμφωνα με τον Στέφανο Βυζάντιο «…έθνος πλησίον Ακαρνάνων, ως Θουκυδίδης εν Τρίτη, το θηλυκόν επί της χώρας Αγραία. Λέγονται δε και Αγραείς, ως Ερατοσθένης».
Κατά τον Θουκυδίδη (Γ΄ 106, 111, 114), οι Αγραίοι ήσαν σύμμαχοι των Σπαρτιατών στον Πελοποννησιακό πόλεμο και αναφέρονται στα γεγονότα που συνέβησαν στην Αιτωλία και στις εχθροπραξίες του έκτου έτους του πολέμου (425 π.Χ.), όταν οι Πελοποννήσιοι μετά από συμφωνία με τους Αθηναίους και τους συμμάχους τους Ακαρνάνες, κατέφυγαν στην χώρα των Αγραίων όπου τους υποδέχθηκε ο φίλος τους, βασιλεύς Σαλύνθιος.
Φαίνεται ότι οι Αγραίοι ήσαν ένα πολεμοχαρές φύλο, με κύρια ασχολία το κυνήγι (Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάνικα), το οποίο παρέμεινε πολιτιστικά καθυστερημένο, μέχρι τους κλασσικούς χρόνους, οπότε αρχίζουν και να συμμετέχουν στα πολιτικο-στρατιωτικά γεγονότα της εποχής.
Η μόνη πολίχνη των Αγραίων που μνημονεύεται στις αρχαίες πηγές, είναι η Εφύρα, την οποία συμπτωματικά αναφέρει ο Στράβων (Η΄ ΙΙΙ. 5) στην περιγραφή της Πελοποννήσου: «…και εν τη Αγραία όπως Αιτωλίας Εφύρα κώμη…». Στην περιγραφή της Αιτωλίας οι Αγραείς μνημονεύονται και πάλι παρεμπιπτόντως, σε κάποια σημεία που ο Στράβων απαριθμεί διάφορα γένη (υπο-φύλα) των Αιτωλών (Ι΄ ΙΙ. 5 και ΙΙΙ. 6).
Από το βιβλίο του
Δημήτρη Ε. Ευαγγελίδη:
«Λεξικό των Αρχαίων Ελληνικών και περι-ελλαδικών φύλων»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου