Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζεται η πολιτική ανωμαλία, που προέκυψε στην ελληνική πολιτική σκηνή στα τέλη του 1874 και διάρκεσε μέχρι τις εκλογές του Ιουλίου του 1875, με κύριο πρωταγωνιστή τον πρωθυπουργό Δημήτριο Βούλγαρη.
Οι εκλογές του 1874 (23-26 Ιουνίου) δεν έδωσαν πλειοψηφία στον Βούλγαρη. Ο Υδραίος πολιτικός προσπάθησε να καλυτερεύσει τη θέση του, ακυρώνοντας την εκλογή σε ολόκληρες περιφέρειες, ελπίζοντας να πετύχει την πολυπόθητη αυτοδυναμία. Όχι μόνο δεν τα κατάφερε, αλλά είδε και κάποιους δικούς του βουλευτές να τον εγκαταλείπουν.
Έτσι, όταν στις 30 Νοεμβρίου ζήτησε να ψηφισθεί ο προϋπολογισμός δεν συγκέντρωσε τους 96 βουλευτές που χρειαζόταν για να έχει την προβλεπόμενη από το Σύνταγμα απαρτία στη Βουλή (96 επί συνόλου 140 βουλευτών). Παρ' όλα αυτά, ο προϋπολογισμός ψηφίστηκε από 85 μόνο βουλευτές, αγνοώντας την ένσταση που είχαν υποβάλει δύο βουλευτές τhς αντιπολίτευσης, οι οποίοι είχαν παραμείνει στην αίθουσα.
Στη συνεδρίαση της 2ας Δεκεμβρίου, όταν ο πρόεδρος της Βουλής Ιωάννης Ζάρκος, βουλευτής Καλαμάτας, κάλεσε τη Βουλή να επικυρώσει τα πρακτικά, ο Θρασύβουλος Ζαΐμης και ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος επανήλθαν στο ζήτημα της έλλειψης απαρτίας. Η κυβέρνηση, όμως, απέρριψε το αίτημά τους και οι βουλευτές τhς αντιπολίτευσης αποχώρησαν από την αίθουσα. Την επομένη δημοσιεύθηκε βασιλικό διάταγμα, που κήρυσσε τη λήξη της πρώτης συνόδου της Βουλής.
Μετά το κλείσιμο της Βουλής, η κατάσταση χειροτέψε. Αφού δεν είχαν κυρωθεί τα πρακτικά, δεν υπήρχε και ψηφισμένος προϋπολογισμός. Οι διαμαρτυρίες της αντιπολίτευσης και η εξέγερση της κοινής γνώμης επιδείνωσαν το πολιτικό κλίμα. Ο Βούλγαρης, μετά το αποτέλεσμα των επαναληπτικών και αναπληρωματικών εκλογών, αύξησε κατά 10 τους βουλευτές του κόμματός του, που ανήλθαν συνολικά στους 90, στους οποίους προστέθηκε ο βουλευτής Κυθήρων Στυλιανός Κασιμάτης, στον οποίο προσφέρθηκε η προεδρία της Βουλής.
Στην πρώτη συνεδρία της επόμενης συνόδου της Βουλής, στις 19 Μαρτίου 1875, προσήλθαν 82 βουλευτές του Βούλγαρη και 10 της αντιπολίτευσης ως παρατηρητές. Παρά την αποχώρηση των τελευταίων, η κυβέρνηση όρκισε 10 νεοεκλεγέντες βουλευτές και με μία νομική ακροβασία του βουλευτή Μαντινείας και προσωρινού προέδρου της Βουλής, Γεωργίου Ρεβελιώτη, προχώρησε στην επικύρωση των πρακτικών της προηγουμένης συνόδου των σχετικών με τον προϋπολογισμό, χωρίς να διαθέτει και πάλι την απαρτία στο σώμα.
Η εγκυρότητα, όμως, των επαναληπτικών εκλογών και η ερμηνεία που έδινε η κυβέρνηση στο Σύνταγμα όσον αφορά την απαρτία αμφισβητήθηκε από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (τη μοναδική της χώρας εκείνη την περίοδο) και τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών και σχεδόν όλες οι εφημερίδες.
Στις 21 Μαρτίου, οι τρεις καθημερινές εφημερίδες της Αθήνας, «Εφημερίς», «Στοά» και «Νεολόγος», δημοσίευσαν πίνακα με τα ονόματα των 82 βουλευτών, που είχαν μείνει στη συνεδρίαση της 19ης Μαρτίου και παρακολουθήσει την ορκωμοσία των 10 νέων. Η «Εφημερίς» του Δημητρίου Κορομηλά έγραφε: «Οι προπάτορες ημών τα ονόματα των προδοσάντων τα προς την πατρίδαν χρέη ητίμαζον αναγράφοντες επί στήλην. Ο τύπος οφείλει να εκτελέση την υπηρεσίαν, ην άλλοτε εξετέλουν τα δημόσια μάρμαρα».
Εξ αυτού του λόγου, οι 82 αυτοί βουλευτές, που επέμεναν να ασκούν νομοθετική εξουσία, χωρίς να αποτελούν την πλειοψηφία στη Βουλή, ονομάστηκαν «Στηλίτες» και η περίοδος αυτή της πολιτικής ανωμαλίας «Στηλιτικά».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου