Στις Γούβες, ένα από τα χωριά – διαμάντια της βόρειας Εύβοιας, όλοι τη ξέρουν με το δισύλλαβο Γιούλα.
Με την καλοσύνη της προικίζει το χωριό κάθε χρόνο από το Μάρτιο μέχρι το Νοέμβριο. Το χειμώνα τον περνάει στην Αθήνα. Μακριά από τη φύση που τόσο αγαπά, σε ένα διαμέρισμα στα «ορεινά» των Αμπελοκήπων, κάτω από το Πολύγωνο. Καλοκαίρι και χειμώνα τα τελευταία 60 χρόνια βρίσκεται στο πλευρό της ο άντρας της, Νίκος.
Όταν στις 8 Αυγούστου 2021 ο φωτογραφικός φακός του Αλέξανδρου Τσακαλίδη την απαθανάτισε, μέσα σε ένα φλεγόμενο και απόκοσμο σκηνικό στις Γούβες, ο κύριος Νίκος ήταν δίπλα της και την είδε να λιποθυμά.
Εκείνος ήταν η αιτία που η 81χρονη Παναγιώτα Νουμίδη ερωτεύτηκε τη βόρεια Εύβοια. Ο κυρ Νίκος πήγαινε για χρόνια εκεί ως επισκέπτης, μέχρι που αποφάσισε να αγοράσει ένα οικόπεδο και να χτίσει με τις οικονομίες του –σιγά σιγά- ένα σπίτι. Αυτό θα ήταν το «δώρο ζωής» του ίδιου και της γυναίκας του. Εκεί θα περνούσαν τα γηρατειά τους.
Από το μακρινό 1988 – δηλαδή τα τελευταία 33 χρόνια – ο κύριος Νίκος και η κυρία Γιούλα ζουν στο χωριό τους περισσότερους μήνες του χρόνου. Δέθηκαν με τον τόπο. Με τους ανθρώπους του χωριού, τα δέντρα, τα χώματα που ζουν τους χωριανούς. Την πρώτη καραντίνα – μετά την απρόσμενη «άφιξη» της πανδημίας- την πέρασαν στις Γούβες. Η Αθήνα έκανε να τους δει ενάμιση χρόνο.
Οι δυο τους έχουν περάσει κατοχή και εμφύλιο. Όπως λένε, εντούτοις, η μεγαλύτερη δοκιμασία τους βρήκε στα 81 τους χρόνια, όταν είδαν τον αέρα στο χωριό να βάφεται πορτοκαλί.
Όταν η 81χρονη ήρθε πρόσωπο με πρόσωπο με τις φλόγες που «τύλιγαν» το τοπίο γύρω της, έπιασε με το χέρι την καρδιά και έκλεισε τα μάτια. Όπως εκμυστηρεύεται στους δικούς της ανθρώπους, δεν ήταν μόνο ο φόβος για τη ζωή της. Ήταν ο βαθύς πόνος για την καταστροφή του δάσους και των σπιτιών των γειτόνων της.
Η εικόνα που μπήκε στο πρωτοσέλιδο του “TIME”
Ήταν, όμως, και κάτι ακόμα που έκανε τη κυρία Γιούλα ευάλωτη. Είκοσι ημέρες πριν πολιορκήσει η φωτιά το σπίτι της, είχε χάσει την αγαπημένη της αδερφή. Οι φλόγες τη βρήκαν σε μία περίοδο με μεγάλη συναισθηματική φόρτιση. Μετά την καταστροφή το χωριό την αγκάλιασε. Δεκάδες και από κάθε γωνιά της Ελλάδας ήταν αυτοί που την πλησίασαν συγκινημένοι για να της προσφέρουν βοήθεια, ακόμα και χρηματική. Η απάντηση που έδινε ήταν πάντα η ίδια: «Να πάτε να βοηθήσετε τους συγχωριανούς μου που έχουν ανάγκη».
Για εκείνη η μεγαλύτερη πληγή είναι αυτή που υπέστη ο φυσικός πλούτος. «Δεν έχουμε ανάγκη ούτε από τρόφιμα ούτε από υλικά αγαθά. Τα πεύκα μας θέλουμε», συνηθίζει να λέει. Στην ερώτηση εάν θα ξαναπάει στις Γούβες απαντά: «Μα φυσικά και θα ξαναπάω. Και μάλιστα πολύ σύντομα».
Η Παναγιωτούλα Νουμίδη, όπως είναι το όνομά που γράφει η ταυτότητά της, γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Πέρασε φτώχεια αλλά πάντα είχε για «αντίβαρο» την αγάπη και το δέσιμο με την οικογένειά της, που «αυγάτισε» με παιδιά και εγγόνια. Δούλεψε για πάρα πολλά χρόνια σε γουναράδικο της πλατείας Συντάγματος. Διακρίθηκε για την εργατικότητά της, μέχρι που κάποια στιγμή έγινε υπεύθυνη του μεγάλου καταστήματος, από το οποίο πήρε σύνταξη.
Η εικόνα που ταξίδεψε
Η δύναμη της εικόνας του Κωνσταντίνου Τσακαλίδη αναγνωρίστηκε από το αμερικάνικο περιοδικό Time, το οποίο την έκανε εξώφυλλο ως μία από τις κορυφαίες φωτογραφίες του 2021.
Τη στιγμή του «κλικ» η κυρία Γιούλα δεν είχε δει τον φωτογράφο που βρισκόταν σε κοντινή απόσταση μπροστά της, όπως είπε αργότερα στους δικούς της ανθρώπους. Εκείνος που τον διέκρινε ήταν ο άντρας της.
Στην αρχή του κακοφάνηκε που «μέσα στο χαμό» ο φωτορεπόρτερ απαθανάτιζε τη γυναίκα του που βρισκόταν σε απόγνωση. Αντάλλαξε, μάλιστα, και κάποιες κουβέντες μαζί του… Γρήγορα, όμως, κατάλαβε ότι έκανε τη δουλειά του και τον… συγχώρησε. Η φωτογραφία της κυρίας Γιούλα θα μείνει ανεξίτηλη στο χρόνο, καθώς σε ένα «κλικ» χώρεσε όλος ο πόνος των ανθρώπων της βόρειας Εύβοιας.
Όσο για τη δημοσιότητα που προκάλεσε, η γιαγιά Γιούλα απαντά ότι «εγώ απλά φώναζα για να σωθεί ο τόπος και οι άνθρωποι που αγαπώ. Δεν θέλω ούτε κανάλια ούτε συνεντεύξεις. Θέλω ο τόπος να γίνει όπως ήταν πριν».
Ήταν, όμως, και κάτι ακόμα που έκανε τη κυρία Γιούλα ευάλωτη. Είκοσι ημέρες πριν πολιορκήσει η φωτιά το σπίτι της, είχε χάσει την αγαπημένη της αδερφή. Οι φλόγες τη βρήκαν σε μία περίοδο με μεγάλη συναισθηματική φόρτιση. Μετά την καταστροφή το χωριό την αγκάλιασε. Δεκάδες και από κάθε γωνιά της Ελλάδας ήταν αυτοί που την πλησίασαν συγκινημένοι για να της προσφέρουν βοήθεια, ακόμα και χρηματική. Η απάντηση που έδινε ήταν πάντα η ίδια: «Να πάτε να βοηθήσετε τους συγχωριανούς μου που έχουν ανάγκη».
Για εκείνη η μεγαλύτερη πληγή είναι αυτή που υπέστη ο φυσικός πλούτος. «Δεν έχουμε ανάγκη ούτε από τρόφιμα ούτε από υλικά αγαθά. Τα πεύκα μας θέλουμε», συνηθίζει να λέει. Στην ερώτηση εάν θα ξαναπάει στις Γούβες απαντά: «Μα φυσικά και θα ξαναπάω. Και μάλιστα πολύ σύντομα».
Η Παναγιωτούλα Νουμίδη, όπως είναι το όνομά που γράφει η ταυτότητά της, γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Πέρασε φτώχεια αλλά πάντα είχε για «αντίβαρο» την αγάπη και το δέσιμο με την οικογένειά της, που «αυγάτισε» με παιδιά και εγγόνια. Δούλεψε για πάρα πολλά χρόνια σε γουναράδικο της πλατείας Συντάγματος. Διακρίθηκε για την εργατικότητά της, μέχρι που κάποια στιγμή έγινε υπεύθυνη του μεγάλου καταστήματος, από το οποίο πήρε σύνταξη.
Η εικόνα που ταξίδεψε
Η δύναμη της εικόνας του Κωνσταντίνου Τσακαλίδη αναγνωρίστηκε από το αμερικάνικο περιοδικό Time, το οποίο την έκανε εξώφυλλο ως μία από τις κορυφαίες φωτογραφίες του 2021.
Τη στιγμή του «κλικ» η κυρία Γιούλα δεν είχε δει τον φωτογράφο που βρισκόταν σε κοντινή απόσταση μπροστά της, όπως είπε αργότερα στους δικούς της ανθρώπους. Εκείνος που τον διέκρινε ήταν ο άντρας της.
Στην αρχή του κακοφάνηκε που «μέσα στο χαμό» ο φωτορεπόρτερ απαθανάτιζε τη γυναίκα του που βρισκόταν σε απόγνωση. Αντάλλαξε, μάλιστα, και κάποιες κουβέντες μαζί του… Γρήγορα, όμως, κατάλαβε ότι έκανε τη δουλειά του και τον… συγχώρησε. Η φωτογραφία της κυρίας Γιούλα θα μείνει ανεξίτηλη στο χρόνο, καθώς σε ένα «κλικ» χώρεσε όλος ο πόνος των ανθρώπων της βόρειας Εύβοιας.
Όσο για τη δημοσιότητα που προκάλεσε, η γιαγιά Γιούλα απαντά ότι «εγώ απλά φώναζα για να σωθεί ο τόπος και οι άνθρωποι που αγαπώ. Δεν θέλω ούτε κανάλια ούτε συνεντεύξεις. Θέλω ο τόπος να γίνει όπως ήταν πριν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου