Η Καίτη Ντιριντάουα ήταν ελληνίδα ηθοποιός του μουσικού θεάτρου, που έλαμψε τη δεκαετία του ‘50.
Υπήρξε η τρίτη σύζυγος του Κώστα Χατζηχρήστου, με τον οποίο απέκτησε μια κόρη, την Μαριαλένα Χατζηχρήστου.
Η Αικατερίνη Οικονόμου, όπως ήταν το πραγματικό της ονοματεπώνυμο, γεννήθηκε το 1921 στη Θεσσαλονίκη. Ορφανή από πατέρα, μεγάλωσε με τη μητέρα της, η οποία βλέποντας την κλίση της για το χορό και ζώντας την εποχή των «παιδιών-θαυμάτων» την έβαλε σε μικρή ηλικία σε σχολή μπαλέτου.
Πρωτοεμφανίστηκε στο «Μικρό Ζάππειο» της Αθήνας το 1935. Αργότερα δούλεψε σε βαριετέ και σε «μπουλούκια», μέχρι που ο Αττίκ την προσέλαβε στην περίφημη «Μάντρα» του το 1937. Όσο για το καλλιτεχνικό της όνομα με το οποίο έγινε γνωστή, το οφείλει στον Ορέστη Λάσκο και τον Αττίκ. Της το «κόλλησαν» σε μία περιοδεία στην Αίγυπτο και προέρχεται από την πόλη της Αιθιοπίας Ντίρε Ντάουα, όπου είχαν δοθεί ομηρικές μάχες μεταξύ των Αιθιόπων και των Ιταλών εισβολέων εκείνη τη χρονική περίοδο. «Ήμουνα μικρή ακόμα, ευλύγιστη και μαυροτσούκαλο και μ' έβγαλαν Ντιριντάουα» είχε πει σε συνέντευξή της.
Ο γάμος με τον Κώστα Χατζηχρήστο
Το «κορίτσι-λάστιχο», όπως την ονόμαζαν, στη συνέχεια είχε να επιδείξει μία λαμπρή καριέρα με πολλές επιτυχίες, όπως στο θέατρο «Αλκαζάρ» το 1942, όπου πάνω στη σκηνή, αψηφώντας τις κατοχικές δυνάμεις, φώναξε «Ζήτω η Ελλάδα», «Ζήτω η Αγγλία». Γι’ αυτό το λόγο θα φυλακιστεί, ενώ μόλις αποφυλακίστηκε εντάχθηκε στο ΕΑΜ και το ΚΚΕ.
ADVERTISEMENT
Στην πρώτη επανεμφάνισή της, μετά τα «Δεκεμβριανά», στο Θέατρο «Βέμπο», εισέβαλαν Χίτες κατά τη διάρκεια της παράστασης και της φώναζαν «Βουλγάρα, Βουλγάρα!» και προσπάθησαν να τη χτυπήσουν. Αυτή ατάραχη τους απάντησε: «Είμαι πιο Ελληνίδα από σας». Κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου συνελήφθη τη Μεγάλη Εβδομάδα του 1947 κι εξορίστηκε πρώτα στη Μακρόνησο και στη συνέχεια στη Χίο και το Τρίκερι. Στα χρόνια της εξορίας της αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα υγείας, τα οποία την ακολούθησαν μέχρι το τέλος της ζωής της.
Στις αρχές της δεκαετίας του ‘50 αποφυλακίστηκε και ξεκίνησε μία σημαντική καριέρα στο μουσικό θέατρο έως το 1966, οπότε αποσύρθηκε οριστικά από τα καλλιτεχνικά δρώμενα για λόγους υγείας. Τα χρόνια αυτά συνεργάστηκε και ως θιασάρχης με ηθοποιούς, όπως ο Μίμης Κοκκίνης, η Μπέμπα Δόξα, ο Κυριάκος Μαυρέας, ο Νίκος Σταυρίδης, ο Βασίλης Αυλωνίτης, ο Κώστας Χατζηχρήστος, ο Κούλης Στολίγκας, η Μαρίκα Νέζερ, η Άννα Ματζουράνη, η Μάγια Μελάγια, η Μάρθα Καραγιάννη και η Μπέτυ Μοσχονά.
Στη σκηνή με τον Κώστα Χατζηχρήστο
Το καλοκαίρι του 1957 ο θίασός της είχε ανεβάσει την επιθεώρηση των Γιαννακόπουλου - Ελευθερίου - Νικολαϊδη «Ελέφαντες και Ψύλλοι» στο θέατρο «Περοκέ» της Αθήνας, όπου ο Χατζηχρήστος σατίριζε τον τότε υπουργό Εξωτερικών Ευάγγελο Αβέρωφ. Όταν ένα βράδυ ο Αβέρωφ προσήλθε στο θέατρο για να παρακολουθήσει την παράσταση, ο Χατζηχρήστος ντράπηκε να τον σατιρίσει (ήταν και φίλος του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή) και ζήτησε από τη θιασάρχη του να μην παίξει το νούμερο. Η Ντιριντάουα επέμεινε και ο Χατζηχρήστος φέρεται να της είπε: «Α, όλα κι όλα Ντιριντάουα. Όχι μαστίγιο σε μένα». Ο καυγάς τους εξελίχθηκε σ’ ένα μεγάλο έρωτα που κατέληξε σε γάμο στις 30 Σεπτεμβρίου 1959. Το ζευγάρι απέκτησε μία κόρη και χώρισε επισήμως το 1975, λόγω της άστατης ζωής του Χατζηχρήστου, όπως είχε παραδεχθεί και ο ίδιος.
Στον κινηματογράφο είχε όλες κι όλες τέσσερις παρουσίες. Στα 11 της εμφανίστηκε στη βουβή ταινία του Στέλιου Τατασόπουλου «Κοινωνική σαπίλα» (1932) και ακολούθησαν οι ταινίες «Διπλή Θυσία» του Γιάννη Χριστοδούλου (1945), «Ριρίκα» του Φρίξου Ηλιάδη (1951) και «Δράκουλας & Σία» του Ερρίκου Ιατρού (1959).
Η Καίτη Ντιριντάουα πέθανε στην Αθήνα στις 9 Φεβρουαρίου 1996, σε ηλικία 75 ετών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου