Ολγα Στέφου
Να πάρει τη γάτα της για να τη σώσει, ήταν μία στιγμή ευθύνης, αλλά πιο πολύ μια στιγμή κανονικότητας
Η προσπάθεια βίαιης έξωσης της Ιωάννας Κολοβού, για ένα χρέος της τάξης των 15.000 ευρώ, ήταν φυσικά μια πρωτοφανής διαδικασία για τα καθ’ ημάς. Η αστυνομία, οι σπασμένες πόρτες, η απόγνωση των ανθρώπων ήταν εικόνες της προηγούμενης δεκαετίας που μας είχαν έρθει από την Ισπανία, ως εικόνες φρίκης. Λέγαμε, η Ισπανία της κρίσης να μη φτάσει ως την Ελλάδα. Τελικά έφτασε. με χρονοκαθυστέρηση.
Ήταν σοκαριστική η εικόνα της σπασμένης πόρτας, της αστυνομίας, της Ιωάννας Κολοβού να σπρώχνεται. Ήταν και ανακουφιστική η αλληλεγγύη, η αυθόρμητη αντίδραση της γειτονιάς, μετά βουλευτών και τελικά επισήμως πολιτικών κομμάτων, του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΚΕ και του ΜΕΡΑ25. Από όλα αυτά, όμως, μία φράση μου έχει «μείνει» λίγο πιο πολύ και λίγο πιο πνιγηρά.
«Αφήστε με τουλάχιστον να πάρω τη γάτα μου και το παλτό μου».
«Δεν θα πάρεις τίποτα», απάντησε στην Ιωάννα Κολοβού ο δικαστικός κλητήρας.
Το παλτό για το κρύο, για μια ανάγκη. Και η γάτα; Πώς μπορείς να στερείς από έναν άνθρωπο να σώσει τη συντροφιά του; Να προφυλαχθεί από το κρύο και να σώσει το κατοικίδιό του;
Θα θυμάστε, βέβαια, αυτές τις εικόνες των προσφύγων ή των αστέγων ή των ανθρώπων που έτρεχαν να σωθούν από τις πυρκαγιές και κουβαλούσαν τα κατοικίδιά τους και λέγαμε τότε «πόσο συγκινητικό, πόσο σπουδαίο!». Φαντάζομαι, αν χρωστάς 15 χιλιάρικα δεν έχεις δικαίωμα στα συναισθήματα κι ούτε αυτά, τα δικά σου, συγκινούν κανέναν.
Το βασικότερο πράγμα που συμβαίνει με τα ζώα συντροφιάς -όσοι τυχεροί και τυχερές έχουν, θα καταλάβουν αμέσως τι εννοώ- είναι ότι σε στιγμές πανικού, δυσκολίας, θλίψης, κάπως γίνονται προτεραιότητα και σε κάνουν να ξεμπερδέψεις, έστω για λίγο, από τη δική σου απόγνωση. Όταν τελειώνουν τα λεφτά του μήνα νωρίς, πρώτο σου μέλημα είναι η τροφή τους. Όταν η ζωή γίνεται αγρίως απίθανη και θες να μη σηκωθείς από το κρεβάτι σου, πρώτη σου υποχρέωση είναι να το κάνεις, γιατί πρέπει να πάνε βόλτα ή να φάνε. Ακόμη και στην ασθένεια, στον πυρετό μας, σε πράγματα σκληρότερα κι από τους πυρετούς, ξεχνάμε για λίγο το σώμα μας, όταν έρχονται να ζητήσουν χάδια.
Η τεράστια πλειοψηφία των ειδικών ψυχικής υγείας προτείνει σε ανθρώπους με ψυχοκοινωνικές βλάβες, όπως με κατάθλιψη, να πάρουν υπό την προστασία τους ένα ζώο συντροφιάς. Να γίνεσαι υπεύθυνος για ένα ζωντανό πλάσμα, σε φέρνει σε επαφή με τη ζωή την ίδια.
Έτσι, η ατάκα «να πάρω μόνο το παλτό και τη γάτα μου» δε μου φάνηκε τόσο απλή, ένα ρήμα και δύο αντικείμενα. Το παλτό, η ορμέμφυτη ανάγκη της προστασίας από το κρύο. Και η γάτα. Πώς πάνω στον δικό σου πανικό, μπροστά στη σπασμένη πόρτα του σπιτιού σου, παραμερίζεις τον εαυτό σου και λες: πρέπει να πάρω τη γάτα μου;
Η οποία γάτα βρίσκεται επίσης σε πανικό, μη εκλογικευμένο, ανάμεσα σε φωνές, αστυνομικές μπότες και δικαστικούς επιμελητές. Και φοβάται και δεν καταλαβαίνει γιατί.
Αλλά, ας πούμε, ότι δεν ενδιέφερε τον δικαστικό επιμελητή η γάτα. Αν θα φοβηθεί ή αν θα το σκάσει. Δεν τον ενδιέφερε ούτε η γυναίκα που εκδιώκεται από το σπίτι της και θέλει να σώσει, τελικά, κάτι -κάποιο πλάσμα- που αξίζει, μάλλον, πάρα πολύ;
Είναι αυτό το τρυφερό αντανακλαστικό του χρέους απέναντι σε ένα άλλο όν κι αλίμονο αν στερείς την τόση δα ανακούφιση από οποιονδήποτε άνθρωπο σε οποιαδήποτε στιγμή. Να πάρει τη γάτα της για να τη σώσει, ήταν μία στιγμή ευθύνης, αλλά πιο πολύ μια στιγμή κανονικότητας. Εκεί που σκέφτεσαι ότι, όντως, δεν έχουν χαθεί τα πάντα.
Στα ποιήματά του για τη Μακρόνησο, ο Γιάννης Ρίτσος περιγράφει και έναν σκύλο, τον Ντικ. Λέει, «να μην ξεχάσουμε, σύντροφοι τον Ντικ. Ναι, ναι το σκύλο μας τον Ντικ της ομάδας του Μούδρου». Τον Ντικ που τον «σκότωσαν οι χωροφυλάκοι γιατί αγάπαγε πολύ τους εξόριστους».
Να στερείς από έναν άνθρωπο που έχει χάσει τα πάντα την τελευταία του επαφή με την κανονικότητα, την τρυφερότητα, την αίσθηση της ευθύνης απέναντι σε ένα άλλο πλάσμα. Την αγάπη του. Αυτό είναι μια βαρβαρότητα τόσο μεγάλη, όσο η κλωτσιά στην καρδιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου