Ταμπάκηδες στα Χανιά (Στιβανάδικα)
Ως ταμπαχανιώτικα ή μανέδες προσδιορίζουμε τα μη χορευτικά τραγούδια των αστικών περιοχών της δυτικής Κρήτης, που αναπτύχθηκαν κυρίως (όσα έχουν διασωθεί) τον 19ο και τον 20ό αιώνα σε αλληλεπίδραση του χριστιανικού και του μουσουλμανικού στοιχείου των περιοχών αυτών, καθώς και της κρητικής αστικής μουσικής με την αντίστοιχη μουσική της Μικράς Ασίας και αργότερα με το ρεμπέτικο.
Γράφει οι Κώστας Βασιλάκης και ο Θεόδωρος Ρηγινιώτης. Μια συνεργασία με το www.cretan-music.gr
Μα ο σταφιδιανός σκοπός παλιώνει μα δε λειώνει
κι απού ΄χει αγάπη στα κρυφά, αυτός τη φανερώνει.
Νά ΄μουν γιατρός αθάνατος, ποτές να μην ποθάνω,
των πληγωμένω τσι καρδιές εγώ ΄θελα τσι γιάνω...
(σταφιδιανός σκοπός)
Ο όρος "ταμπαχανιώτικα" σχετίζεται με τους ταμπαχανέδες (τα βυρσοδεψεία) και με τα Ταμπάχανα, τις συνοικίες των βυρσοδεψών (π.χ. τα Ταμπάχανα της Σμύρνης, όπου και ταμπαχανιώτικα τραγούδια).
Στη δισκογραφία [που τα "έπιασε" βέβαια από τη δεκαετία του 1930 και εντεύθεν (με εξαίρεση τα ρεμπέτικα που ηχογράφησε από το 1926 ο κορυφαίος λυράρης Χαρίλαος Πιπεράκης, 1892-1981, ο οποίος όμως έδρασε και ηχογράφησε στις Η.Π.Α)] χαρακτηρίζονται επίσης "τραγούδια της ταβέρνας" και "τραγούδια μερακλίδικα".
"Σήμερα είναι γνωστότερα τα μικρασιατικού ύφους τραγούδια που δημιουργήθηκαν από τους ελληνικούς πληθυσμούς της Μ. Ασίας από τα μέσα του 18ου αιώνα μέχρι και τα χρόνια της μεγάλης καταστροφής του 1922, που πέρασαν στο "κρητικό ρεπερτόριο" μέσα από διάφορες παραλλαγές των μουσικών και τραγουδιστών της Κρήτης... (όμως) είναι βέβαιο ότι η πρόωρη ανάπτυξη του Ηρακλείου, των Χανίων, και του Ρεθύμνου σε σχέση με αυτή της Σμύρνης, του κυριώτερου χώρου παραγωγής ελληνικού πολιτισμού, και η εγκατάσταση πληθυσμών κρητικής προελεύσως κατά τη διάρκεια του 18ου και 19ου αιώνα εκεί, πρέπει να μετέφερε και τις πολιτισμικές λειτουργίες, που με το πέρασμα των χρόνων ενσωματώθηκαν στο Σμυρνέικο τραγούδι σαν κρητικό ιδίωμα" (Παναγιώτης Κουνάδης, εισαγωγή στη συναυλία του Μάνου Μουντάκη "Κρήτη-Μικρά Ασία, Μουσικοί Διάλογοι", Ρέθυμνο 26.8.98).
Από τα παλιά σωζόμενα κρητικά ταμπαχανιώτικα τραγούδια περίφημος είναι ο σταφιδιανός σκοπός, που αποδίδεται στον πλούσιο Χανιώτη τουρκοκρητικό σταφιδέμπορο Μεχμέτ Σταφιδάκη και ηχογραφήθηκε πρώτη φορά σε δύο δίσκους 78 στροφών από δύο κορυφαίους Ρεθεμνιώτες μουσικούς, το λυράρη Αντώνη Παπαδάκη (Καρεκλά, 1893-1980) και το λαγουθιέρη και τραγουδιστή Γιάννη Μπερνιδάκη (Μπαξεβάνη, 1910-1972), και τις δύο φορές με τη συνεργασία ενός άλλου κορυφαίου Ρεθεμνιώτη μουσικού, του Στέλιου Φουσταλιεράκη (Φουσταλιέρη, 1911-1992). Αργότερα ηχογραφήθηκε και από τον Κώστα Μουντάκη (δίσκος "Έτσι τραγουδάει η Κρήτη νο1") και από άλλους Κρητικούς μουσικούς [1].
Ο Φουσταλιέρης, δεξιοτέχνης στο μπουλγαρί (είδος τρίχορδου μπουζουκιού πολύ διαδεδομένου την εποχή εκείνη), αναδείχθηκε τα τέλη της δεκαετίας του 1930, μετά και τη συνεργασία του με τους ρεμπέτες του Πειραιά (1933-37), στον κυριότερο εκπρόσωπο του κρητικού ταμπαχανιώτικου τραγουδιού. Τότε ηχογραφήθηκαν πολλά από τα γνωστά και σήμερα κρητικά αυτά τραγούδια, με τη φωνή κυρίως του Μπαξεβάνη, αλλά και του Γιώργη Τζαγκαράκη (Τζιμάκη), επίσης μεγάλου τραγουδιστή της εποχής, που ζει σήμερα στα Χανιά σε μεγάλη ηλικία.
Τότε ηχογραφήθηκαν, μεταξύ άλλων, τα τραγούδια χαλεπιανός μανές (πιο γνωστό με τον τίτλο "τα βάσανά μου χαίρομαι", μελωδία διαδεδομένη στην ανατολική Μεσόγειο, ηχογρ. και από το Θαν. Σκορδαλό με τον τίτλο "ούλοι μου λένε γιάειντα κλαις"), πονεμένη καρδιά (πιο γνωστό με τον τίτλο "σαν είχες άλλο στην καρδιά"), όσο βαρούν τα σίδερα (και από Θ. Σκορδαλό, τίτλ. "Αμανές", και από το Ν. Ξυλούρη), το μερακλίδικο πουλί (και από Θ. Σκορδαλό), όσο σιμώνει ο καιρός (διασκ. από τον Κ. Μουντάκη με τίτλο "οι πέντε μερακλήδες"), στ’ αραχνιασμένο μνήμα μου, σαν δεις αγάπης δάκρυα κ.λπ.
Τα τραγούδια αυτά φυσικά, όπως και όσα θα αναφέρουμε στη συνέχεια, εκτός από τους μουσικούς για τους οποίους ήδη μιλήσαμε ηχογραφήθηκαν πολλές φορές και από άλλους, σύγχρονους ή μεταγενέστερους, περισσότερο ή λιγότερο διασκευασμένα.
Άλλα ταμπαχανιώτικα είναι ο βαρύς ρεθεμνιώτικος [Μανώλης Λαγουδάκης (Λαγός) - Μπαξεβάνης – και τη δεκαετία του 1970 Λεων. Κλάδος - Μαν. Κακλής και Ν. Ξυλούρης, τίτλ. "δακρύζω με παράπονο"], ο βαρύς πισκοπιανός (Θαν. Σκορδαλός - Μπαξεβάνης), το νενέ μου (Γιώργος Κουτσουρέλης, Χανιά, αργότερα και με το Ν. Ξυλούρη, δ. "Τα που θυμούμαι τραγουδώ") κ.ά., ενώ στο είδος συγκαταλέγονται και τα τραγούδια πάρε καρότσα κι έλα, καναρίνι μου γλυκό, φιλεντέμ και πλήθος άλλων, καθώς και τα τραγούδια που ηχογράφησε ο γνωστός ρεμπέτης συνθέτης Παναγιώτης Τούντας με το Γιάννη Μπαξεβάνη: Θα σε κάνω μενεξέ, Ώχ μικρό μελαχρινό, Aσπρο περιστέρι μου, Μαριώ (από αυτά, η "καρότσα" διασκευάστηκε από τον Κ. Μουντάκη, τίτλ. "Πύργος τσ’ αγάπης", η "πονεμένη καρδιά" και το "καναρίνι" από τον Ευ. Μαρκογιαννάκη, τίτλ. "Αμέτε με στην εκκλησιά" και "νυχτοπούλι κάθ’ αργά", τραγ. Ν. Μανιάς, ενώ ο Ν. Μανιάς ηχογράφησε το "άσπρο περιστέρι μου" με τίτλο "όσα ψαράκια βόσκουνται") κ.λπ.
Συγκεκριμένα για το πασίγνωστο φιλεντέμ, τόσο γνωστό που ο Βρετανός πράκτορας στην Κρήτη κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής αξκός Πάτρικ Λη Φέρμορ είχε λάβει από τους Κρητικούς το παρατσούκλι "ο Φιλεντέμ", από την αγάπη του σ’ αυτό το τραγούδι (και μια αμερικανική κιν/κή ταινία με θέμα την απαγωγή του Γερμανού στρατηγού Κράιπε, στην οποία απαγωγή πρωταγωνίστησε ο Λη Φέρμορ, είχε μουσικό σήμα το φιλεντέμ, διασκευασμένο· ελλ. τίτλος "Συνάντηση τα μεσάνυχτα"), για το φιλεντέμ λοιπόν ο Στέλιος Φουσταλιέρης είχε δηλώσει ότι το είχε μάθει ο ίδιος από το πλήρωμα ενός τουρκικού φορτηγού πλοίου που είχε δέσει στο λιμάνι του Ρεθύμνου. Το τραγούδι αναφερόταν στον αιμοσταγή Τούρκο πολέμαρχο Εντέμ, τον οποίο προσφωνούσε "φίλε Εντέμ" (= "φιλεντέμ") και τον καλούσε να μετριάσει τις σφαγές του κατά των χριστιανών. Ο Φουσταλιέρης διασκεύασε στιχουργικά το τραγούδι, το οποίο θεωρούσε πολύ σοβαρό, ενώ αργότερα το ηχογράφησε ο Θαν. Σκορδαλός και κατόπιν, με τους γνωστούς πλέον στίχους, ο Νίκος Ξυλούρης.
Από μουσικής απόψεως πρόκειται για μελωδίες άλλες πρωτότυπες και άλλες βασισμένες σε επεξεργασμένα μικρασιατικά πρότυπα, οι οποίες, όλες (το ίδιο το είδος ως όλον), ανήκουν στην οικογένεια της Βυζαντινής Μουσικής, όπως και η κρητική και γενικότερα η ελληνική παραδοσιακή μουσική στο σύνολό της.
Στην επόμενη γενιά Κρητικών μουσικών (την "κλασική γενιά") δημιουργήθηκαν επίσης τραγούδια στα πρότυπα των παλαιότερων ταμπαχανιώτικων, με πιο γνωστό το τραγούδι του Ευάγγ. Μαρκογιαννάκη (Μαρκοβαγγέλη) Πές μου και γιάειντα τη χτυπάς, με τραγουδιστή το Νίκο Μανιά (δ. "Κρητική Λεβεντιά"). Aλλα τραγούδια, το κρητικό ακρογιάλι και το καλύτερα στη μαύρη γη του Θαν. Σκορδαλού, διάφορα καλαματιανά και πολλά άλλα, τα οποία βρίσκονται διάσπαρτα στην κρητική δισκογραφία μέχρι και σήμερα.
Ενδεικτική δισκογραφία
Πρωτομάστορες της Κρητικής μουσικής ιστορίας
Τζιμάκης
Ακρίτες
Μουσικό κουτί Θ. Σκορδαλού
[1] Σημειωτέον ότι ο μουσουλμανικός πληθυσμός της τουρκοκρατούμενης Κρήτης, εκτός από στρατιωτικούς και διοικητικούς υπαλλήλους και από κάποια δερβισικά τάγματα, αποτελούνταν στη συντριπτική του πλειοψηφία από εξισλαμισμένους Κρητικούς (συχνά εξισλαμισμένους φαινομενικά –τουλάχιστον στην πρώτη γενιά– αν και αργότερα πολλοί κατέληξαν φανατικοί και αδίστακτοι μουσουλμάνοι· άλλοι όμως παρέμειναν κρυπτοχριστιανοί και κάποιοι απ’ αυτούς εκδηλώθηκαν σε καιρούς επαναστάσεων, όπως ο Μιχάλης Κουρμούλης και οι Τέσσερις Μάρτυρες του Ρεθύμνου). Όλοι αυτοί, αν και ασπάστηκαν την ισλαμική θρησκεία, λόγω των φρικτών συνθηκών ζωής των ραγιάδων, όμως δεν άλλαξαν ιδιαίτερα τη γλώσσα τους ούτε τη στάση τους απέναντι στη ζωή, γι’ αυτό και οι "γνήσιοι Τούρκοι" τους αποκαλούσαν περιφρονητικά "μπουρμάδες" (=γυρισμένους, δηλ. εξωμότες). Αυτό εξάλλου έγινε φανερό όταν το κύμα των Τουρκοκρητικών έφθασε στη Μικρά Ασία, με την Ανταλλαγή των Πληθυσμών, φέροντας τα κρητικά επώνυμα (που υποχρεώθηκαν να τα αλλάξουν) και την άπταιστη κρητική διάλεκτο, τις μαντινάδες κ.τ.λ. βλ. Ι. Κονδυλάκη, Οι Τουρκοκρητικοί, Π. Πρεβελάκη, Το Χρονικό μιας Πολιτείας, Ν. Αγγελή, Τα Ενεψίζικα, Χορωδία και Ορχήστρα Παραδ. Μουσικής Δήμου Ρεθύμνης "Παύλος Βλαστός", CD "Αστραπή Περίφημος-Αρκαδίου Έπος", Κρητ. Μουσ. Εργ. 1999 κ.λπ.
Άλλοι Χανιώτες Τουρκοκρητικοί με σημαντική συμβολή στην κρητική μουσική παράδοση ήταν ο Μουσταφά Καραγκιουλές (1845-1930;, συνθέτης του περίφημου συρτού καραγκιουλέ) και ο οργανοποιός Αμπντούλ Καλημεράκης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου