Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα των άρθρων -Τα δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν τους συγγραφείς.

Απριλίου 24, 2023

«Εάν συναντούσα σήμερα τον Καβάφη…»


Στις 29 Απριλίου συμπληρώνονται 160 χρόνια από τη γέννηση και 90 από τον θάνατο του Κ.Π. Καβάφη

 Για πόσους ποιητές ισχύει η – καταχρηστική στις μέρες μας – απόφανση ότι έκαναν το τοπικό παγκόσμιο; Για πόσους λειτούργησε απελευθερωτικά η πρόσμειξη διαφορετικών χρονοστρωμάτων από την ίδια γλώσσα, ώστε όλα να συγχωνεύονται σε ένα ξεχωριστό ιδίωμα; Πόσοι κατάφεραν να «δραπετεύσουν» από τις περσόνες και τις προβολές της δημόσιας εικόνας δανείζοντας την ποίησή τους σε μια διεθνή μυθολογία;


Στις 29 Απριλίου συμπληρώνονται 160 χρόνια από τη γέννηση και 90 από τον θάνατο του Κ.Π. Καβάφη. Τα 154 ποιήματά του αποτελούν το επίσημο ποιητικό σώμα, ανοιχτό και ανεξάντλητο σε ερμηνείες και επανερμηνείες, αναγνώσεις (προφανώς και παραναγνώσεις). Εζησε στην περιφέρεια του ελληνισμού (το περίφημο «προσοχή, όχι Ελλην, ούτε Ελληνίζων, αλλά ελληνικός»), ανέπλασε την ιστορική μνήμη – οι Αλεξανδρείς, οι Αντίοχοι, οι Κομμαγηνές – σε ποιητικό σύμπαν, έθεσε μέτρα και σταθμά για την οικονομία του ύφους. Η ειρωνεία απέναντι στη ζωή, ο ηρωικός πεσιμισμός, το θαύμα της ίδιας της λέξης ανήκουν στον Κανόνα ενός ποιητή που κατάφερε να συρρικνώσει την απόσταση ανάμεσα στη δική του εποχή και τη δική μας.


Ζητήσαμε από δύο νεοελληνιστές «της περιφέρειας», τον Πίτερ Τζέφρις (Suffolk University) και τον Ρόντερικ Μπίτον (King’s College), να περιγράψουν μία φανταστική συνάντηση με τον μεγάλο Αλεξανδρινό εν έτει 2023. Μια συνάντηση, δηλαδή, με έναν σύγχρονό μας.


Peter Jeffreys, αναπληρωτής καθηγητής Αγγλικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Suffolk στη Βοστώνη



Εάν σε κάποια εναλλακτική πραγματικότητα είχα την ευκαιρία να συναντήσω τον Καβάφη, θα σταματούσα για μια στιγμή πριν του μιλήσω, για να θυμηθώ άλλες σημαντικές συναντήσεις με τον ποιητή και τις πρώτες εντυπώσεις από αυτές. Πρώτη ανάμεσά τους θα ήταν η γνωστή περιγραφή του E.M. Forster: «ένας Ελληνας κύριος με ψαθάκι, που στέκει απολύτως ακίνητος σε ελαφρήν απόκλισην προς το σύμπαν». Αποτυπωμένη πριν από έναν αιώνα, η εντύπωση αυτή κατάφερε να παρουσιάσει τον Καβάφη σε μια «παγωμένη» απεικόνιση. Πάντοτε αναρωτιόμουν εάν η εικόνα του ίδιου ανταποκρινόταν στην περιγραφή ή εάν ήταν ευχαριστημένος που τον παρατηρούσαμε μέσα στο λογοτεχνικό «κεχριμπάρι» του Φόρστερ. Η πρώτη μου ερώτηση θα ήταν -για να σπάσει ο πάγος: «Αγαπημένε μου ποιητή, πώς ήταν να στέκεστε σε ελαφρήν απόκλισην προς το σύμπαν για πάνω από 100 χρόνια;».

Κι ύστερα υπήρχε η λιγότερο συμπαθητική εντύπωση του Νίκου Καζαντζάκη: «Επρεπε να είχε γεννηθεί στο 15ο αιώνα στη Φλωρεντία, καρδινάλιος, μυστικοσύμβουλος του Πάπα…». Φαντάζομαι ότι η τολμηρή αυτή εικόνα θα κέντριζε τον Καβάφη και θα ικανοποιούσε τη ματαιοδοξία του – να είναι ντυμένος με μετάξι κόκκινο, όπως εκείνος είχε ντύσει με μετάξι τριανταφυλλί τον Καισαρίωνα στο αριστούργημά του «Αλεξανδρινοί βασιλείς». Ισως, όμως, να έβρισκε την παρακμιακή συνέχεια της περιγραφής του Καζαντζάκη λιγότερο κολακευτική: «Ο Καβάφης είναι από τα τελευταία άνθη ενός πολιτισμού. Με διπλά, ξεθωριασμένα φύλλα, με μακρό ασθενικό κοτσάνι, δίχως σπόρο». Η πρόβλεψη αυτή, με έμπνευση από την κηπουρική, αποδείχθηκε απολύτως λανθασμένη. Αν και χρειάστηκε κάποιος χρόνος, η ποιητική ωρίμανση των σπόρων του Καβάφη υπήρξε μεγάλη. Στην πραγματικότητα, τα δικά του «άΑνθη του Κακού» ξεπέρασαν εκείνα του Μπωντλαίρ και ανθίζουν παντού σε όλο τον πλανήτη.

Ποιος, ωστόσο, θα μπορούσε να συγκριθεί με τον αλεξανδρινό κριτικό Τίμο Μαλάνο στις μοχθηρές περιγραφές του: ο Καβάφης σαν ηθοποιός που φοράει μάσκα, ο επιδειξιομανής με τα δαχτυλίδια, ο φιλάρεσκος, ο δειλός τεχνίτης επαναλαμβανόμενων, άψυχων στίχων; Και πάνω απ’ όλα η παρανοειδής ομοφοβική εικόνα του σαν σαρκοβόρου φυτού, μια μεταφορά που περιγράφει στην πραγματικότητα περισσότερο τον Μαλάνο απ’ ό,τι τον Καβάφη, από τη στιγμή που ο πρώτος ξόδεψε όλη τη ζωή του για να καταβροχθίσει τον αλλοτινό μέντορά του. Θα ήθελα να μάθω τι σκεφτόταν ο Καβάφης για τον Μαλάνο και την ολοκληρωτική εμμονή του για εκείνον. Εμοιαζε σαν ένα διαδικτυακό τρολ του 21ου αιώνα, με έναν παράφρονα θαυμαστή. Πώς ένιωθε άραγε ο Καβάφης για τους οπαδούς και τους επικριτές του, τους «φίλους και εχθρούς της ποίησής του», όπως ο ίδιος τους αποκάλεσε; Πόσο ευάλωτος ήταν εξαιτίας της κριτικής, με δεδομένη την απόλυτη εμπιστοσύνη στο έργο του;

Νομίζω ότι η πιο πιεστική ερώτησή μου θα αφορούσε τη φήμη του και εάν ποτέ φαντάστηκε ότι θα γινόταν περσόνα με παγκόσμια απήχηση. Θα τον ενημέρωνα επίσης για τις πιο πρόσφατες λογοτεχνικές «εμφανίσεις» του: τη θεατρική παρουσία του στις σκηνές της Νέας Υόρκης και του Λονδίνου, όταν ένας τόμος με τα μεταφρασμένα ποιήματά του βγαίνει από το σακίδιο ενός νεαρού ζιγκολό στην «Κληρονομιά» του Μάθιου Λόπεζ – μια γκέι διασκευή του Χάουαρντς Εντ του Φόρστερ. Εμφανίζεται επίσης σε ορισμένα πρόσφατα μυθιστορήματα. Το Τι μένει από τη νύχτα της Ερσης Σωτηροπούλου βασίζεται στο ταξίδι του στο Παρίσι το 1897. Στο Ελα να με βρεις, σίκουελ του πετυχημένου Να με φωνάζεις με τ’ όνομά σου του Αντρέ Ασιμάν, οι δύο εραστές Ελιο και Ολιβερ συναντιούνται ξανά στην Αλεξάνδρεια και επισκέπτονται την οικία Καβάφη στην οδό Lepsius. Υπάρχει ακόμη ο Alec – η συνέχεια του William di Canzio για το Maurice του Φόρστερ, όπου ακούγεται το ποίημα «Ενας θεός των». Η Νέα Υόρκη, εξάλλου, γιορτάζει την 160ή επέτειο από τη γέννησή του με το «Archive of Desire: ένα Φεστιβάλ εμπνευσμένο από τον ποιητή Κ.Π. Καβάφη», που διοργανώνει το Ιδρυμα Ωνάση. Πώς να ένιωθε, λοιπόν, τώρα που είναι τόσο διάσημος;

Θα τον παρηγορούσα για την τραγική κατάληξη της αγαπημένης του Αντιόχειας, που ισοπεδώθηκε από τον σεισμό. Θα τον ενημέρωνα για την υπέροχη ανακαίνιση στο διαμέρισμά του της οδού Lepsius και τη μετατροπή του σε εκθεσιακό χώρο για να διατηρηθεί η κληρονομιά του, σχεδιασμένο με κάθε λεπτομέρεια. Θα ακολουθήσει η Αθήνα και τα εγκαίνια του χώρου για το Αρχείο Καβάφη, όπου οι επισκέπτες θα μπορούν να βλέπουν τα προσωπικά αντικείμενα και να επεξεργαστούν τη σύνδεση με την πόλη που κάποτε του αντιστάθηκε, αλλά τελικά του παραδόθηκε.

Χρωστούσε στην Τζάκι Κένεντι-Ωνάση την πιο συναρπαστική ποιητική στιγμή του, όταν η «Ιθάκη» του ακούστηκε στην κηδεία της φτάνοντας σε ένα ακροατήριο εκατομμυρίων. Η σύνδεση αυτή συνεχίζεται με τη διαχείριση του Αρχείου του και την παγκόσμια διάδοση της πολύτιμης κληρονομιάς του, με «το πιο τίμιο – τήν μορφή του», όπως έγραψε κάποτε στο «Ευρίωνος τάφος».

Θα τον συνέχαιρα επειδή μπήκε στον ψηφιακό πολιτισμό – ζητώντας την άποψή του για τα δημόσια ανοιχτά αρχεία. Με ένα κλικ άλλωστε οι αναγνώστες του μπορούν να έχουν πρόσβαση σε όλες τις λεπτομέρειες της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής του στο Αρχείο Καβάφη (https://cavafy.onassis.org/el/). Φαντάστηκε ποτέ ότι ο κόσμος θα αναζητούσε με περιέργεια τις λίστες, τις επιστολές, τα σημειωματάρια και τα προσωπικά του αντικείμενα;

Εάν συναντούσα τον Καβάφη, θα έκλεινα τη συνάντησή μας διασφαλίζοντάς τον ότι αυτός έγινε τελικά το ποιητικό σύμπαν, στο οποίο εμείς, οι αφοσιωμένοι αναγνώστες του, στεκόμαστε όλοι με ελαφρές αποκλίσεις.

—————



Ρόντερικ Μπίτον, νεοελληνιστής, επίτιμος καθηγητής Σύγχρονης Ελληνικής και Βυζαντινής Ιστορίας, Γλώσσας και Λογοτεχνίας, King’s College (έδρα Κοραής)

«Τι κουβέντες να είχες στοιβαγμένες μέσα σου;»

Αν γνώριζα το Καβάφη σήμερα θα ήθελα να μάθω πώς βλέπει την τεράστια απήχηση που έχει το έργο του, μεταφρασμένο σε πολλές γλώσσες του κόσμου, και μάλιστα στα αγγλικά σε πάνω από 12 αυτοτελείς εκδόσεις. Το 2023 συμπληρώθηκαν περισσότερα χρόνια από τον θάνατό του σε σύγκριση με τα 70 που έζησε. Αντί να σιωπήσει, όμως, όπως είναι η μοίρα του φυσιολογικού ανθρώπου μετά το τέλος της ζωής, μεταθανάτια ο Καβάφης μιλάει σε πολύ περισσότερους ανθρώπους, σε περισσότερες γλώσσες και σε πολύ περισσότερα μέρη του κόσμου απ’ ό,τι όσο ζούσε.

Θα του έκανα, λοιπόν, την ερώτηση κάπως έτσι: «Θα το περίμενες ποτέ; Για τον άνθρωπο της τέχνης, τον «τεχνουργό» (όπως αποκαλούσες εκείνον που φτιάχνει τους αρχαίους κρατήρες), το να αποκτήσει αναγνώστες, ν’ ακουστεί τ’ όνομά του, αυτό είναι το παν – δεν είναι έτσι; Θυμάσαι τον Φερνάζη σου, τον ματαιόδοξο ποιητή που με το επικό του αριστούργημα που έχει στο σκαρί, «το είχε θετικό … / ν’ αναδειχτεί, και τους επικριτάς του, / τους φθονερούς, τελειωτικά ν’ αποστομώσει»; Αλλά μοιραία μεσολάβησε ο πόλεμος, και ποιος, τότε, «μ’ ελληνικά ποιήματα ν’ ασχοληθεί»; Εσύ όμως το κατάφερες. Και εννοείται ότι κατανοείς την αγωνία του Φερνάζη, τη συμμερίζεσαι, έστω κι αν ταυτόχρονα τον μυθοπλαστικό ποιητή τον ειρωνεύεσαι με τον γνωστό σου αριστοτεχνικό τρόπο.

Ή να σου θυμίσω άλλο στίχο δικό σου: «Την επικράτησί σου κύταζε πώς αποκτάς». Κοιτάζοντας πίσω, τώρα που γνωριζόμαστε τον Απρίλη του 2023, πώς εξηγείς την αναμφισβήτητη «επικράτησή» σου; Κανένας άλλος έλληνας ποιητής δεν έχει την παγκόσμια απήχηση που έχεις εσύ· ακόμα και στα ελληνικά είσαι αγαπητός σε όλους. Ποιος «τεχνίτης του λόγου» που καλλιεργεί τη γλώσσα αυτή, τα τελευταία 90 περίπου χρόνια, δεν θαυμάζει τους στίχους σου, δεν τους θυμάται απ’ έξω; Τι σημαίνει αυτό; Πώς το καταλαβαίνεις;

Φαντάζομαι δεν είσαι δυσαρεστημένος. Αλλά σε βλέπω να υπομειδιάς. Ποτέ δεν σου έλειπε το χιούμορ, που ήταν όλο δικό σου: οι Αλεξανδρινοί που μαζεύτηκαν «να δουν της Κλεοπάτρας τα παιδιά» στα 34 π.Χ., παρόλο που ήταν «γοητευμένοι με τ’ ωραίο θέαμα», «ήξευραν τι άξιζαν αυτά, / τι κούφια λόγια ήσαν αυτές η βασιλείες». Το βασίλειο των γραμμάτων μάλλον δεν είναι και τόσο διαφορετικό. Ακόμα και μπροστά στις μεταθανάτιες τύχες τις δικές σου δεν μπορεί να λείπει η γνωστή σου λεπτή ειρωνεία. Πάντοτε σε γοήτευαν ιστορικές περιστάσεις όπου διαψεύστηκαν οι προσδοκίες των ηρώων σου.

Δυσκολεύομαι, όμως, να εντοπίσω περίπτωση στα ποιήματά σου όταν η διάψευση αποδεικνύεται προς όφελος του ήρωα. Ισως ο «Ηγεμών εκ δυτικής Λιβύης», ο οποίος «Αρεσε γενικώς στην Αλεξάνδρεια» με τη μετριοφροσύνη και την ελληνομάθειά του, ενώ στην πραγματικότητα παλεύει με χίλια δύο να μην κάνει γκάφα και εκτεθεί ως αγράμματος που είναι; Ως τίμημα, ωστόσο, ο καημένος «έπληττεν ουκ ολίγον έχοντας / κουβέντες στοιβαγμένες μέσα του». Τι κουβέντες άραγε να έχεις εσύ στοιβαγμένες μέσα σου, αφού τόσα χρόνια η φωνή σου «ήλθε / να μείνει μες στην ποίησιν αυτή»;

Το μόνο βέβαιο είναι ότι δεν θα μας τις πεις εσύ. Με συγχωρείς που πήρα το θάρρος να σου μιλήσω στον ενικό. Συχωρεμένος ήδη εσύ, με τους συχωρεμένους και με τον Θεό μιλάμε τόσο οικεία. Αρα η συνομιλία μας δεν μπορεί παρά να μείνει μονομερής. Πιο πολύ σαν προσευχή. Τότε, με τα λόγια του ψαλμού, εἰσάκουσόν μου ἐν τῇ δικαιοσύνῃ σου, Κύριε (Καβάφη)».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου