Η σπάλα του αρνιού, σύμφωνα με την παράδοση, έχει σημάδια και την ικανότητα να “φανερώσει” πράγματα από το μέλλον. Μάλιστα, σε πολλές ορεινές περιοχές της Βόρειας Ελλάδας διατηρείται μέχρι σήμερα η πίστη ότι το αρνί διαθέτει “προφητικές” δυνάμεις, οπότε οι χωρικοί και ιδιαίτερα οι βοσκοί, επιδίδονται στην ωμοπλατοσκοπία, προφητεύοντας το μέλλον, με “οδηγό” την πλάτη του σφαγίου. Άλλοτε πάλι “διαβάζουν” τον καιρό στην ωμοπλάτη του ζώου για να δουν αν θα είναι καλός τις επόμενες μέρες για να προγραμματίσουν τις αγροτικές τους εργασίες.
Το έθιμο της ωμοπλατοσκοπίας ξεκινάει από τους αρχαίους Έλληνες που θεωρούσαν ότι τα καλά και τα κακά μαντάτα ήταν “γραμμένα” στην πλάτη του ζώου. Καλύτεροι “ωμοπλατοσκόποι” ήταν οι βοσκοί, που μέχρι και σήμερα γνωρίζουν τα μυστικά που κρύβει η πλάτη του αρνιού.
Η ωμοπλατοσκοπία, μελετά τη σπάλα του ψημένου αρνιού. Συγκεκριμένα “διαβάζει” τις γραμμές που υπάρχουν κατά μήκος της πλάτης του ζώου. Όπως λέγεται, η βαθουλωτή γραμμή επάνω στην πλάτη, προς το χοντρό μέρος είναι κακό σημάδι. Η σκιά είναι αρρώστια. Αν το νεύρο της είναι δυναμωμένο θα πάνε καλά τα οικονομικά του σπιτιού. Κάποιοι μάλιστα πιστεύουν ότι για να “δείξει” η πλάτη του αρνιού καθαρά τα σημάδια και για να μπορούν να τα ερμηνεύσουν στη συνέχεια, πρέπει το ζωντανό αρνί του να έχει κοιμηθεί τουλάχιστον δύο νύχτες στην αυλή του σπιτιού.
Το διάβασμα της πλάτης του αρνιού, χρησιμοποιούσαν και οι αγωνιστές της Επανάστασης του 1821, καθώς πίστευαν πως με αυτόν τον τρόπο μπορούσαν να προβλέψουν την έκβαση μιας μάχης. Έτσι, μόλις έτρωγαν τα αρνιά, ο γεροντότερος από αυτούς, έσπευδε να “διαβάσει” το μέλλον. Μία χαρακτηριστική σκηνή ωμοπλατοσκοπίας, υπάρχει στην ταινία “Μαντώ Μαυρογένους”, που την ενσαρκώνει η Τζένη Καρέζη, η οποία ζητάει από τον γέρο μάντη, Λαυρέντη Διανέλλο, να της διαβάσει την τύχη της στη σπάλα του αρνιού.
Της λέει χαρακτηριστικά: “Καπετάνισσα, βλέπω μία μεγάλη αγάπη με ένα παλικάρι από ψηλή γενιά”. Ξαφνικά το βλέμμα του σκοτεινιάζει αλλά η Μαντώ Μαυρογένους του ζητάει να συνεχίσει. Και εκείνος κάνει όπως προστάζει η αφέντρα: “Ύστερα βλέπω μοναξιά, χωρισμό και κλάμα, πολύ κλάμα”.
Όπως έγραφε η εφημερίδα «Χρόνος» (1939 Γ.Σ. Τσιμπ.) και αναδημοσιεύει η ιστοσελίδα “paliathina”: «Οι παληοί Αθηναίοι επίστευαν επίσης ακραδάντως σ’ εκείνα που «έγραφε» η πλάτη του αρνιού. Υπήρχαν ωρισμένοι άνθρωποι που «διάβαζαν» την πλάτη αυτή. Και οι οιωνοσκόποι –έθιμον πιθανώς παραδοθέν από την αρχαίαν Ελλάδα- έκαναν χρυσές δουλειές την ημέραν του Πάσχα. Περιήρχοντο τα σπίτια των γνωστών των και με ένα μικρό φιλοδώρημα –συνήθως εις είδος παρεχόμενον- «διάβαζαν» τις πλάτες και εχρησμοδοτούσαν περί της υγείας, της εσοδείας των αγρών, θανάτου ή μη συγγενικού προσώπου κλπ.»
Οι λαμπάδες
«Οι νέες της τότε εποχής εναγωνίως ανέμενον την νύκτα της Αναστάσεως. Περίμεναν να μάθουν «αν θα ανοίξη η τύχη των». Σύμφωνα με την νοοτροπίαν της εποχής επίστευαν ότι η νυξ της Αναστάσεως απετέλει μαντείον αλάθητον των ιδιοτροπιών της τύχης και ότι στο όνειρό των θα διέκρινον τον «καλόν» των. Προς τούτο εις την λαμπάδα της Αναστάσεως εχάρασσον το όνομα του ανδρός «των ονείρων των» και ετοποθετούσαν εις το στήθος των το κερί. Το πρωί του Πάσχα εγένετο η χρησμοδότησις και η εξήγησις του ονείρου που θα έβλεπον εν συνδυασμώ με την κατάστασιν που θα ευρίσκετο η λαμπάδα.
Άν μεν το χαραχθέν επ’ αυτής όνομα διετηρείτο ανέπαφον, το γεγονός εθεωρείτο ως οιωνός άριστος. Αν εξ εναντίου το όνομα υπό την θερμοκρασίαν του σώματος έσβυνε τότε οι οιωνοί ήσαν κάκιστοι», σημειώνεται επίσης στην εφημερίδα «Χρόνος» σχετικά με τα πασχαλινά έθιμα στην παλιά Αθήνα.
Η πίτα του φτωχού και ο κουβάς με το νερό
«Ένα συμβολικόν έθιμον του Πάσχα απορρέον απολύτως από τας περί φιλανθρωπίας και φιλαλληλίας παραδόσεις της Χριστιανωσύνης ήτο και η «πήττα του φτωχού».
Οι παληές νοικοκυράδες των Αθηνών εθεώρουν απαραίτητον καθήκον των, κάτι σαν γούρι για το σπιτικό των, να φτιάσουν την πήττα αυτή. Και μαζί με τα χριστόψωμα εζύμωναν μια μεγάλη κουλούρα με ένα κόκκινο αυγό στη μέση. Η πήττα αυτή εφυλάσσετο και προ της ανατολής του ηλίου την ημέραν του Πάσχα, εκρεμάτο εις εμφανές μέρος της εξώπορτας του σπιτιού από όπου οι πτωχοί της συνοικίας την παρελάμβανον. Η νοικοκυρά κρεμώντας την πήττα στην εξώπορτα, έκανε αμέσως μεταβολή και δεν έπρεπε να κυττάξη πίσω της μέχρις ότου μπή στο σπίτι με τον σκοπόν όπως μη δη ποιος θα πάρη την πήττα. Και επι του σημείου αυτού έγκειται ο συμβολισμός της φιλανθρωπίας δια την οποίαν οι πρόγονοί μας επίστευαν ακραδάντως ότι έπρεπε να γίνεται κρυφά και χωρίς τυμπανοκρουσίες δια να έχη κάποιαν σημασίαν.
Εν συνεχεία η νοικοκυρά έρριχνε ένα κουβά νερό στην αυλή του σπιτιού της ενώ συγχρόνως απήγγελε και μια ευχή: «Πολυχρονεμένοι. Δροσιά στον νοικοκύρη και την φαμίλια του», αναφέρεται επίσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου