Το λουλούδι-σύμβολο της άνοιξης, που κάποτε έβαφε κόκκινα ολόκληρα
λιβάδια, εμφανίζεται σε όλο και μικρότερους πληθυσμούς στην Αθήνα και τα προάστιά της.Είναι το απόλυτο λουλούδι της άνοιξης, σημάδι γονιμότητας και το ιερό φυτό της Δήμητρας που πρωταγωνιστεί σε μύθους και λαϊκές δοξασίες, την αναφέρει ο Όμηρος, την αγαπούν ιδιαιτέρως αρχαίοι και νέοι συγγραφείς, ο Ιπποκράτης τη θεωρούσε από τα πιο σημαντικά φαρμακευτικά φυτά, το κόκκινο χρώμα της σηματοδοτούσε τη Μεγάλη Εβδομάδα, ήταν το βασικό λουλούδι στα στεφάνια της Πρωτομαγιάς. Η παπαρούνα ήταν το πιο κοινό λουλούδι που συναντούσες παντού και σε μεγάλους αριθμούς, σε ολόκληρα λιβάδια και χωράφια, ολόκληρες πλαγιές λόφων, ένα κόκκινο χαλί κατά μήκος των δρόμων απ' άκρη σ' άκρη στην Ελλάδα. Το όνομά της, Papaver rhoeas (παπαρούνα η κοινή), δείχνει πόσο συνηθισμένη ήταν, ακόμα και μέσα στις μεγάλες πόλεις. Ως παιδί θυμάμαι τις ανοιξιάτικες εξορμήσεις των δυο γιαγιάδων μου στην εξοχή για να μαζέψουν χόρτα κι εμένα με τα ξαδέλφια μου να ανοίγουμε αμέτρητα νεαρά μπουμπούκια παπαρούνων, μαντεύοντας το χρώμα τους, λευκό («νύφη») ή κόκκινο («γαμπρός»), σε ένα βίαιο παιχνίδι που άφηνε πίσω του δεκάδες τσαλακωμένα φυτά. Δεν ξέρω αν υπήρχαν όντως και λευκές παπαρούνες ή αν τα άνθη ήταν σε πολύ πρώιμο στάδιο και δεν είχαν αποκτήσει ακόμα κόκκινο χρώμα, αλλά πετυχαίναμε και «νύφες». Σημασία έχει ότι τότε υπήρχαν γύρω μας χιλιάδες παπαρούνες, ενώ σήμερα τις πετυχαίνεις όλο και πιο αραιά.
Η παπαρούνα η κοινή δεν είναι είδος προς εξαφάνιση αλλά μια βόλτα στα προάστια της Αθήνας και στην εξοχή της Αττικής είναι αρκετή για να καταλάβει κανείς ότι οι αριθμοί της έχουν μειωθεί αισθητά. Μέσα στην Αθήνα είναι ελάχιστες οι παπαρούνες που συναντάς πλέον σε κήπους, πάρκα και πλατείες. Η άσφαλτος, οι πλάκες, το μπετόν και η υπερβολική δόμηση έχουν κάνει το περιβάλλον της Αθήνας εχθρικό για πολλά είδη άγριας ζωής – και για τις παπαρούνες.
Η παπαρούνα η κοινή δεν είναι είδος προς εξαφάνιση αλλά μια βόλτα στα προάστια της Αθήνας και στην εξοχή της Αττικής είναι αρκετή για να καταλάβει κανείς ότι οι αριθμοί της έχουν μειωθεί αισθητά. Μέσα στην Αθήνα είναι ελάχιστες οι παπαρούνες που συναντάς πλέον σε κήπους, πάρκα και πλατείες.
«Το λιβάδι με τα κόκκινα άνθη που βλέπαμε παλιά δεν είναι πλέον τόσο συχνό, υπάρχουν ακόμα μέρη με πολλές παπαρούνες, αλλά τα λιβάδια ή τα χωράφια έχουν πλέον φυτά σε μικρότερους αριθμούς», λέει ο Θεοφάνης Κωνσταντινίδης, αναπληρωτής καθηγητής στο τμήμα Βιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, με γνωστικό αντικείμενο τη Συστηματική Βοτανική. «Αυτό οφείλεται στους εξής παράγοντες: οι παπαρούνες αγαπούν την αναμόχλευση του εδάφους, έδαφος δηλαδή που έχει υποστεί κάποιο όργωμα ή ανατάραξη. Αν ο αγρός στη συνέχεια μείνει σε αγρανάπαυση, οι παπαρούνες θα διατηρηθούν για κάποιο καιρό, αλλά με τα χρόνια μειώνεται και ο αριθμός τους. Επίσης, αν χρησιμοποιήσουμε κάποια φάρμακα για τις καλλιέργειες, όπως τα ζιζανιοκτόνα για την ανεπιθύμητη βλάστηση, οι παπαρούνες πεθαίνουν. Άρα το κακό μπορεί να είναι διπλό: αν επεμβαίνεις στο έδαφος, καταστρέφοντας την ανεπιθύμητη βλάστηση, οι παπαρούνες χάνονται, αλλά το ίδιο συμβαίνει είτε αλλάζοντας δραστικά τους τρόπους καλλιέργειας είτε αφήνοντας ένα χωράφι χέρσο για μεγάλο χρονικό διάστημα. Στην τελευταία περίπτωση συμβαίνει μια διαδοχή, σιγά-σιγά μπαίνουν μέσα σε αυτή την περιοχή άλλα φυτά και οι παπαρούνες πλέον υποχωρούν. Μερικές φορές, πιο σπάνια, μπορεί να έχουμε και την παρουσία κάποιων φυτών που δεν είναι πολύ επιθυμητά, μπορεί να είναι ξενικά είδη, εισβολικά ή απειλητικά, που γεμίζουν περιοχές κι έτσι υποχωρούν οι παπαρούνες.
Κάποτε υπήρχαν περισσότερες παπαρούνες στην Αθήνα, αλλά κάποτε ήταν διαφορετική και η Αθήνα, υπήρχαν αρκετά οικόπεδα μέσα στον αστικό ιστό, τα οποία έχουν πλέον μειωθεί πάρα πολύ σε περιοχές όπου η γη έχει αξία. Πλέον αξιοποιούνται όλα. Αν ένα οικόπεδο που παλιά είχε παπαρούνες γίνει πάρκινγκ, θα σταματήσει να έχει παπαρούνες. Οι χρήσεις της γης μέσα στην πόλη αλλάζουν σε μεγάλο βαθμό, βρίσκουμε ακόμα παπαρούνες σε αλέες, πλατείες και σε πάρκα, αλλά συνήθως είναι άλλα τα φυτά που φυτεύουμε σε αυτές τις περιοχές, π.χ. πολυετή είδη, θάμνοι, γκαζόν· δεν θα βάλει κανείς παπαρούνες σε τέτοια μέρη.
Η παπαρούνα είναι ένα πολύ απλό φυτό, το οποίο χρειάζεται ελάχιστη φροντίδα. Έχει βέβαια μια μικρή σεζόν ανθοφορίας, την άνοιξη, εκεί κοντά στο Πάσχα τις βλέπουμε κατακόκκινες, και επειδή είναι μονοετή φυτά, ανθίζουν και μετά γρήγορα ξεραίνονται. Άρα, το σημείο όπου υπάρχουν παπαρούνες είναι ωραίο για 10-20 μέρες και έως το καλοκαίρι, που τα φυτά θα έχουν ξεραθεί εντελώς, το θέαμα γίνεται άσχημο. Ούτε οι καλλιεργημένες παπαρούνες ζουν περισσότερο, κι αυτές έχουν μια συγκεκριμένη διάρκεια ζωής. Δεν τις βλέπει κανείς ανθισμένες για μεγάλο διάστημα. Είναι έτσι ο βιολογικός τους κύκλος που συνδυάζει μια σχετικά στενή περίοδο ανθοφορίας και στη συνέχεια την καρποφορία· μετά τα μονοετή είδη ξεραίνονται. Υπάρχουν και κάποιες παπαρούνες πολυετείς, αλλά στην Ελλάδα δεν έχουμε τέτοιες.
Υπάρχουν διάφορα είδη παπαρούνας στην Ελλάδα, κυρίως μιλάμε, όμως, για την κοινή παπαρούνα των αγρών. Υπάρχουν κι άλλα είδη, κάποιες σπάνιες που δεν τις βλέπουμε πολύ συχνά, οι οποίες ακολουθούν την πορεία των φυτών που ονομάζονται “τα ζιζάνια των καλλιεργημένων αγρών”, δεν καλλιεργούνται, αλλά συχνά τα βρίσκουμε σε περιοχές όπου έχουμε περιοδική αναμόχλευση του εδάφους, όργωμα κ.λπ. Εκεί, στα κράσπεδα αυτών των χωραφιών, μπορεί κανείς να βρει πληθώρα αυτοφυών ειδών, πολλές φορές ανεπιθύμητων στους γεωργούς, που δημιουργούν μια βλάστηση η οποία μπορεί να είναι πολύ θετική για τις καλλιέργειες. Δεν θα κάνει κακό να διατηρείται ένα τμήμα των αγρών με παπαρούνες ή και άλλα φυτά, ίσα ίσα, επειδή εκεί μπορεί να φωλαιοποιούν και έντομα αρπακτικά, τα οποία μπορεί να τρέφονται με παράσιτα των αγρών ή βλαβερά έντομα, δημιουργείται ισορροπία. Υπάρχουν πολλοί γεωπόνοι που συνιστούν να αφήνουμε κάποιες εκτάσεις άσπαρτες και να μη χρησιμοποιούνται ζιζανιοκτόνα, ώστε η φυσική βλάστηση να βοηθάει και την καλλιέργεια. Μέσα σ’ αυτή την περιοχή που δεν καλλιεργείται υπάρχουν διάφορες παπαρούνες, η Papaver rhoeas η κοινή, αλλά και άλλα είδη, πιο σπάνια, και άλλα, των αγρών, που πλέον γίνονται όλο και πιο δύσκολο να τα δεις, γιατί σιγά σιγά χάνονται. Μία πολύ όμορφη παπαρούνα, που είναι μοβ, είναι η Roemeria hybrida, η οποία υπάρχει στο "Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων" για τα φυτά που κινδυνεύουν, γιατί πλέον σταδιακά εξαφανίζεται. Αυτή είναι σχεδόν υποχρεωτικά ζιζάνιο αγρών και δεν μπορεί να επιβιώσει από τα ζιζανιοκτόνα, χρειάζεται ήπιες τεχνικές καλλιέργειας, τον παραδοσιακό τρόπο καλλιέργειας της γης, αυτό που παλιότερα έκαναν στα χωριά που δεν είχαν τεράστιες εκτάσεις βιομηχανικής παραγωγής σιτηρών. Σε τέτοιες μικρές εκτάσεις ακόμα βρίσκουμε Roemeria, αλλά όλο και πιο σπάνια πια. Υπήρχε παλιότερα στα προάστια της Αθήνας, είχε καταγραφεί, αλλά τώρα δεν είμαι σίγουρος αν έχει καταφέρει να επιβιώσει, και αν το έχει κάνει, είναι πλέον ακριβοθώρητη.
Μία άλλη σπάνια παπαρούνα είναι η Papaver nigrotinctum που έχει έναν πολύ επιμήκη καρπό, ο οποίος είναι σχεδόν λείος. Υπάρχουν αρκετά είδη που βλέπεις πλέον όλο και πιο σπάνια, αλλά και η κοινή δεν είναι πια τόσο διαδεδομένη όσο ήταν παλιά, ούτε στα πέριξ των Αθηνών ούτε και σε πολλές άλλες περιοχές.
Μια παπαρούνα που συναντάμε επίσης σε λίγες πλέον περιοχές της Ελλάδας είναι η Papaver somniferum, η υπνοφόρος παπαρούνα, η οποία παράγει το όπιο. Αυτή είναι ένα σημαντικό φαρμακευτικό φυτό που φέρνει ύπνο».
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Ηρακλείου εκτίθεται ένα μεγάλο πήλινο ειδώλιο γυναικείας θεότητας από το ιερό στο Γάζι, που ονομάζεται από τους ερευνητές «θεά με τα υψωμένα χέρια», αλλά είναι γνωστή και ως «θεά των μηκώνων», επειδή στο κεφάλι της φορά διάδημα που κοσμείται με τρεις καρπούς παπαρούνας, σύμβολα υγείας και ευφορίας.
«Το ειδώλιο φέρει τρεις καρπούς οι οποίοι μάλιστα έχουν και χαραγές, χαράγματα, που δείχνουν ότι εκείνη την εποχή ήξεραν πως αν χαράξουν τους άγουρους καρπούς της συγκεκριμένης παπαρούνας, θα εκρεύσει ένας λευκός χυμός που στον αέρα συμπυκνώνεται και αλλάζει χρώμα, γίνεται καφετής», λέει ο κ. Κωνσταντινίδης. «Αυτή η εύπλαστη σαν πλαστελίνη ουσία είναι το ακατέργαστο όπιο που έδιναν παλιά σε άτομα τα οποία δεν μπορούσαν να κοιμηθούν ή ήταν υπερδραστήρια. Η γιαγιά μου παλιά μού έλεγε ότι έδιναν λίγο στα παιδιά για να ηρεμήσουν, αν δεν κοιμούνταν. Η καλλιέργεια της υπνοφόρου παπαρούνας πλέον απαγορεύεται στην Ελλάδα, ωστόσο σε αρκετές περιοχές υπάρχουν φυτά από Papaver somniferum. Είναι πιο μεγάλα και εύρωστα από την κοινή παπαρούνα, με λευκά ή ροζ-μοβ άνθη, και έχουν πολύ μεγαλύτερους καρπούς».
Η θεά των μηκώνων ανήκει στη μετανακτορική εποχή (Ύστερη Εποχή του Χαλκού, 1350-1100 π.Χ.), που σημαίνει ότι ο μύθος του Μήκωνα ήταν ήδη γνωστός στους Κρήτες, όπως και οι ιδιότητες του φυτού και η σύνδεσή του με μια Μεγάλη Μητέρα Θεά, η οποία λατρευόταν με μυστηριακές τελετές. Μυστηριακή ήταν και η επίδραση του φυτού, που γειτνίαζε με τον θάνατο.
Η παπαρούνα ήταν ιερό φυτό της θεάς Δήμητρας και ως παράσιτο των σιτηρών συμβόλιζε την παρουσία της θεάς ανάμεσα στα σπαρτά. Ήταν και ένα λουλούδι απαραίτητο στις πομπές των Ελευσινίων Μυστηρίων, γιατί τα αγάλματα της Δήμητρας ήταν στολισμένα με άνθη παπαρούνας. Παπαρούνες κρατούσε στα χέρια της η θεά όταν πήρε τη μορφή της θνητής Νικίππης. Το ότι οι αρχαίοι γνώριζαν τις υπνωτικές και ναρκωτικές ιδιότητες του φυτού είναι φανερό από τις απεικονίσεις του Ύπνου και του Θάνατου, γιων του Άδη, που στα χέρια τους κρατούν παπαρούνες ή είναι στεφανωμένοι με αυτές.
Η σύνδεση της παπαρούνας με τις γιορτές της άνοιξης συνεχίστηκε και στη χριστιανική παράδοση, έτσι το λουλούδι της Δήμητρας έγινε το λουλούδι που φυτρώνει κάτω από τον σταυρό του Χριστού στον Γολγοθά – εξού και το κόκκινο χρώμα του αίματος, από τις σταγόνες του αίματος του πληγωμένου Ιησού.\\
Η παπαρούνα είναι ένα ντελικάτο, ευαίσθητο λουλούδι που ανοίγει τα πέταλά του για μία μόνο μέρα και την επόμενη αρχίζει να φυλλορροεί. Στην Ευρώπη οι παπαρούνες είναι φυτό των κήπων, καλλιεργημένες, με πολλές ποικιλίες που ανανεώνονται συνεχώς, από τα φυτά που αγαπούν πολύ οι Βρετανοί και από τα πολύ δημοφιλή στους διαγωνισμούς ανθοκομίας. Δεν αντέχει αν την κόψεις, μαραίνεται γρήγορα, κι αυτό την έκανε πάντα –και σήμερα– ακόμα πιο πολύτιμη.
Τα άνθη παπαρούνας δεν τρώγονται, τρώγονται όμως οι βλαστοί της και τα φύλλα της όταν είναι τρυφερά, μπαίνουν σε πίτες ή σε μαγειρέματα με άγρια χόρτα, όπως και οι σπόροι της, που καρυκεύουν ψωμιά και κουλούρια. Οι αρχαίοι Ρωμαίοι πίστευαν ότι η παπαρούνα μπορούσε να θεραπεύσει μια πληγωμένη από έρωτα καρδιά, γι' αυτόν τον λόγο τη χρησιμοποιούσαν στην άσκηση πρακτικών μαγείας, ενώ στα τραπέζια τους παρουσίαζαν εκλεκτές πίτες από μέλι, αλεύρι και σπόρους παπαρούνας. Και λόγω του κόκκινου χρώματος που παραπέμπει στο αίμα οι Αιγύπτιοι στόλιζαν με παπαρούνες τα νεκροταφεία και τις κηδείες.
Στη σύγχρονη εποχή οι παπαρούνες είναι σύμβολο μνήμης αλλά και θανάτου. Για τους βετεράνους του πολέμου τα πέταλα της παπαρούνας συνδέονται με τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στα πεδία της μάχης στη Φλαμανδία πιστεύεται ότι οι παπαρούνες φύτρωσαν εκεί όπου έπεσε το αίμα των γενναίων στρατιωτών και τα ελεύθερα λιβάδια με τις παπαρούνες σήμαναν το τέλος του πολέμου. Σήμερα η παπαρούνα φοριέται καρφιτσωμένη σε σακάκια, καπέλα και τσάντες προς τιμήν αυτών των νεκρών στις 11 Νοεμβρίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου