Η Γαλλική Επανάσταση υπήρξε ένα ιστορικό γεγονός που εξαρχής βιώθηκε ως κοσμοϊστορικό. Για την ακρίβεια ήταν σε μεγάλο βαθμό αυτή που προσδιόρισε την έννοια του κοσμοϊστορικού γεγονότος όπως την έχουμε σήμερα. Αυτό άλλωστε απηχούν και τα γνωστά ιστορικά ανέκδοτα π.χ. για το ποια ήταν η μόνη μέρα που ο Ιμάνουελ Καντ δεν βγήκε για τον περίπατο που έκανε κάθε μέρα στην ίδια ώρα στο Κένιγκσμπεργκ.
Η χρήση των παραγώγων της λατινικής λέξης Revolutio με τη σημασία της ανατροπής και όχι της περιστροφής είχε ήδη προηγηθεί, όμως ήταν η Γαλλική Επανάσταση που κατεξοχήν προσέδωσε ένα σαφές νόημα, μια εικονογράφηση και ένα ευρύ φάσμα συμβόλων.
Μικρή σημασία έχει ότι μεγάλο μέρος των μετασχηματισμών που έφερε η Γαλλική Επανάσταση, όπως η διαμόρφωση σύγχρονων κρατικών διοικητικών μορφών είχε ξεκινήσει καιρό πριν –αυτό, άλλωστε, ήταν και το ερώτημα που βασάνισε όσους προσπάθησαν να αναστοχαστούν μήπως ήταν αχρείαστη, όπως π.χ. ο Τοκβίλ της ωριμότητας. Και αντίστοιχα, δεν αλλάζει τον χαρακτήρα τομής το γεγονός ότι παρότι θα θεωρηθεί η κατεξοχήν αστική επανάσταση, στην πραγματικότητα ο καπιταλισμός ήταν ο ηγεμονικός τρόπος παραγωγής ήδη από τον 18ο αιώνα.
Το βασικό ήταν ότι εξακολουθούσαν να διαπερνούν τη γαλλική κοινωνία εκρηκτικές αντιθέσεις όχι μόνο ανάμεσα στους εκπροσώπους τη αριστοκρατίας και την ανερχόμενη αστική τάξη, αλλά και ανάμεσα σε έναν ευρύ φάσμα από λαϊκά στρώματα και το «Παλαιό Καθεστώς» συνολικά. Αντιθέσεις που μπορούσαν να επιλυθούν μόνο μέσα από μια τέτοια κλιμάκωση της πολιτικής σύγκρουσης και μια τέτοια εισβολή στο προσκήνιο μιας μαζικής δημοκρατικής δυναμικής.
Ωστόσο, παρότι η κληρονομιά της Γαλλικής Επανάστασης θα αναγνωρίζεται με διάφορους τρόπους – ενδεικτική η καταλυτική της επίδραση στις εθνικές (και δημοκρατικές) επαναστάσεις όπως η ελληνική – μέχρι του σημείου που θα αρχίσουν να προβάλλονται ως πρότυπο οι σοσιαλιστικές επαναστάσεις, ξεκινώντας από τη Ρωσική, εντούτοις υπήρξε και μια συστηματική προσπάθεια να αμφισβητηθεί αυτή η κληρονομιά.
Αυτό ξεκινά ήδη από την εποχή αμέσως μετά την Επανάσταση, όταν ένα ολόκληρο πρόταγμα συντηρητισμού, που παραμένει επιδραστικό ως σήμερα, επικεντρώθηκε στην καταδίκη της Επανάστασης. Παίρνει, όμως, μια νέα μορφή από τις δεκαετίες του 1970 και 1980 και μετά, στο πλαίσιο ενός ευρύτερου αναθεωρητισμού που θα γίνει ακόμη εντονότερος μετά την «Πτώση του Τείχους». Στο πλαίσιο αυτού του ιστορικού αναθεωρητισμού η Γαλλική Επανάσταση θεωρήθηκε ότι αντιπροσώπευε μια πρακτική της πολιτικής που αναπόφευκτα οδηγούσε στην Τρομοκρατία και τον ολοκληρωτισμό. Το κλίμα της προσπάθειας να δαιμονοποιηθεί κάθε πολιτική ιδεολογία που δεν συμμορφωνόταν με τον αναδυόμενο (νέο)φιλελεύθερο κανόνα επέτεινε αυτή τη συνθήκη.
Μια νέα ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης
Απέναντι σε αυτήν ακριβώς την προσπάθεια να ταυτιστεί η Γαλλική Επανάσταση με μια λογική τρομοκρατίας και τον ολοκληρωτισμό έρχεται να τοποθετηθεί η ιστορικός Αννί Ζουρντάν με το βιβλίο της Νέα Ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Πόλις σε πολύ καλή μετάφραση του καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Κώστα Γαγανάκη.
Η Ζουρντάν προσφέρει με το βιβλίο της – που είναι και ένα πολύ πλούσιο και λεπτομερές χρονικό της ίδιας της Επανάστασης – μια διαφορετική ερμηνεία, που δεν ξεκινά από την αφετηρία ότι κάθε προσπάθεια κοινωνικού και πολιτικού μετασχηματισμού, συνολικά κάθε ιδεολογικό σχέδιο που δεν φιλοδοξεί να περιοριστεί στα όρια του υπάρχοντος, οδηγεί νομοτελειακά σε μια ολοκληρωτική βία και τρομοκρατία.
Αντιθέτως, στη δική της οπτική η τρομοκρατία, δηλαδή αυτό που θα μπορούσαμε να περιγράψουμε ως επαναστατική βία που έχει να κάνει με το γεγονός ότι η Γαλλική Επανάσταση, όπως και κάθε πραγματική αυθεντική επανάσταση, ήταν ταυτόχρονα και ένας εμφύλιος πόλεμος. «Η τρομοκρατία δεν θα κυριαρχούσε ποτέ στη Γαλλία αν δεν ήταν ο εμφύλιος πόλεμος, ο οποίος όξυνε την καχυποψία, τον φόβο, την οργή και την εκδικητικότητα. Κάθε επανάσταση είναι στην πραγματικότητα ένας εμφύλιος πόλεμος που αντιπαραθέτει δύο στρατόπεδα, εντελώς αποφασισμένα να επικρατήσουν» (σ. 413).
Μάλιστα, η Ζουρντάν επιμένει με ιδιαίτερα πειστικό τρόπο ότι σε αντίθεση με το είδος της τρομοκρατίας» που παρατηρούμε σε αυταρχικά ή δικτατορικά καθεστώτα, εδώ το αίτημα να τρομοκρατηθούν οι εχθροί της επανάστασης, πέραν του να πατά πάνω σε πραγματικούς κινδύνους και πραγματικές συνωμοσίες κατά της Επανάστασης, εντάσσεται σε ένα αίτημα δικαιοσύνης, καθώς για τους επαναστάτες όπως ο Ροβεσπιέρος «η ίδια η επανάσταση είναι η μετάβαση από το βασίλειο στο βασίλειο του εγκλήματος» (σ. 275).
Επιπλέον, επισημαίνει ότι σε μεγάλο βαθμό η ταύτιση επανάστασης και τρομοκρατίας είχε να κάνει με το πώς η ίδια η επαναστατική κυβέρνηση επιδίωξε να έχει μια εντυπωσιακή δημοσιότητα της επαναστατικής δικαιοσύνης, σε αντίθεση με την πολύ λιγότερο δημόσια «βασιλική τρομοκρατία» ή τις διάφορες συνωμοσίες σε βάρος της επανάστασης. «Το στερεότυπο μιας γιακωβίνικης επανάστασης, αιματηρής και τρομοκρατικής, διαχέεται επομένως σε ολόκληρο τον κόσμο, και είναι ένα στερεότυπο μακρόβιο, που επιβιώνει και στις μέρες μας στο ευρύ κοινό» (σ. 412).
Η διαφορά από τα ολοκληρωτικά καθεστώτα
Επιπλέον, στον πυρήνα δεν ήταν μια προσπάθεια παθητικοποίησης της κοινωνίας, αλλά το ακριβώς αντίθετο: ενεργού στράτευσης του πληθυσμού στην υπεράσπιση της Επανάστασης: «Η επαναστατική κυβέρνηση δεν προσπαθούσε να καταστήσει τον πληθυσμό παθητικό, αλλά μάλλον το αντίθετο, εφόσον του ζητούσε να πάρει τα όπλα και να συνδράμει με όλα τα μέσα τη Δημοκρατία. Προσπαθούσε να βάλει τέλος στον εμφύλιο πόλεμο και να εφαρμόσει τους νόμους της. Σε αντίθεση με τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, τα θύματα σπάνια ήταν συμβολικά, οι ύποπτοι δικάζονταν κατά τον νόμο, και απελευθερώνονταν εάν αθωώνονταν από τα δικαστήρια και τους ενόρκους» (σ. 528).
Την ίδια στιγμή το βιβλίο του Ζουρντάν πέραν του να θέτει το ζήτημα της τρομοκρατίας και της επαναστατικής βίας στους πραγματικούς όρους, έχει το επιπλέον πλεονέκτημα να παρουσιάζει και να αποτιμά συνολικά τις διαφορετικές στιγμές και φάσεις της Γαλλικής Επανάστασης. Με αυτό τον τρόπο ο αναγνώστης μπορεί να παρακολουθήσει τις μεγάλες τομές, αλλά και να κατανοήσει τον τρόπο που διατηρήθηκε μια ορισμένη δυναμική του επαναστατικού αιτήματος ακόμη και μέχρι τις μέρες του Ναπολέοντα. Ταυτόχρονα, το βιβλίο έχει την αξία ότι αποτιμά και τον τρόπο που ξέσπασαν και άλλες επαναστάσεις που συνδέθηκαν άμεσα με τη γαλλική, ενώ ιδιαίτερη αξία έχει και η συγκριτική προσέγγιση και με την αμερικανική επανάσταση.
Όλα αυτά καθιστούν τη νέα αυτή προσπάθεια ανάγνωσης της Γαλλικής Επανάστασης που προτείνει η Ζουρντάν ένα εγχείρημα ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς συνδυάζει την υπεράσπιση της επανάστασης, με την προσεκτική και τεκμηριωμένη ιστορική ματιά που κατορθώνει να αποδομεί τους διάφορους μύθους γύρω από την επανάσταση.
Και σίγουρα, η υπενθύμιση αυτή του επαναστατικού – και αναγκαστικά βίαιου – χαρακτήρα που είχε αυτή η καθοριστική στιγμή για τη διαμόρφωση των πολιτικών μορφών της νεοτερικότητας – και δη αυτών που αποτυπώνουν την δημοκρατική δυναμική – παραμένει χρήσιμη σε καιρούς που η δυνατότητα μεγάλων κοινωνικών και πολιτικών αλλαγών είτε λοιδορείται ως ανεδαφική είτε παρουσιάζεται ως εγγενώς αλυσιτελής και τελικά επικίνδυνη, ιδίως από όρους θεωρούν ότι πρέπει να υποταχτούμε στον υποτιθέμενο ορθολογισμό των αγορών και των ιεραρχιών που αυτές διαμορφώνουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου