Η Λίσα Πόλι δεν θέλει πια να ζει.
Η 47χρονη Καναδή παλεύει με τη νευρική ανορεξία εδώ και δεκαετίες. Η σχέση της με το σώμα της είναι διαταραγμένη από την ηλικία των 8 ετών, λέει η ίδια στο Reuters.
Σήμερα η Πόλι ζυγίζει 42 κιλά και συχνά δεν τρώει για μέρες. Είναι τόσο αδύναμη που πρέπει να κάνει συχνά στάσεις για ξεκούραση όταν μεταφέρει ψώνια στο σπίτι της.
«Κάθε μέρα είναι κόλαση», λέει. «Είμαι τόσο κουρασμένη. Έχω τελειώσει. Δοκίμασα τα πάντα. Νιώθω πως έχω ζήσει τη ζωή μου».
Σήμερα η Πόλι δεν μπορεί να υποβληθεί σε υποβοηθούμενη αυτοκτονία, αυτό όμως σύντομα θα αλλάξει με την αλλαγή των κριτηρίων που θα εφαρμόσει ο Καναδάς από τον Μάρτιο του 2024, οπότε η πρακτική θα επιτραπεί ακόμα και για όσους πάσχουν μόνο από ψυχικά νοσήματα.
Το 2016 ο Καναδάς νομιμοποίησε την υποβοηθούμενη αυτοκτονία για άτομα με ανίατες ασθένειες σε τελικό στάδιο και το 2021 επέκτεινε το μέτρο ώστε να καλύπτει ανίατες αλλά μη θανατηφόρες παθήσεις.
Με τις αλλαγές που πρόκειται να εφαρμόσει του χρόνου, ο Καναδάς διευρύνει την υποβοηθούμενη αυτοκτονία περισσότερο από κάθε άλλη χώρα, σύμφωνα με έκθεση ειδικών που υποβλήθηκε στο κοινοβούλιο.
Οι υποστηρικτές της πρακτικής θεωρούν πως πρόκειται για ζήτημα αυτοδιάθεσης. Ωστόσο ορισμένες οργανώσεις ασθενών με αναπηρίες ανησυχούν ότι κάποιοι πολίτες μπορεί να επιλέξουν την αυτοκτονία απλά επειδή δεν έχουν πρόσβαση σε κοινωνικές υπηρεσίες.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης πάντως διαβεβαίωσε ότι το νέο πλαίσιο δεν ανοίγει το σύστημα σε τέτοιες καταχρήσεις.
Το 2021, το τελευταίο έτος για το οποίο υπάρχουν δεδομένα, 10.064 άνθρωποι στον Καναδά υποβλήθηκαν σε υποβοηθούμενη αυτοκτονία, νούμερο που αντιστοιχεί στο 3,3% των θανάτων. Συγκριτικά, το αντίστοιχο ποσοστό στην Ολλανδία είναι 4,5% και στο Βέλγιο 2,4.
Σύμφωνα με στοιχεία της καναδικής κυβέρνησης, η συντριπτική πλειονότητα των υποβοηθούμενων θανάτων συμμορφώνεται με τα νομικά κριτήρια, υπάρχει όμως και ένας μικρός αριθμός περιπτώσεων που χρήζουν διερεύνησης.
Τη διετία 2021-22, η επαρχία του Κεμπέκ διαπίστωσε ότι 15 υποβοηθούμενοι θάνατοι, ή το 0,4% του συνόλου, παραβίασαν τους κανόνες και παραπέμφθηκαν για έρευνα στον ιατρικό σύλλογο. Σε έξι από αυτές τις περιπτώσεις, οι ασθενείς δεν έπασχαν από σοβαρή και ανίατη νόσο, σύμφωνα με επιτροπή της επαρχίας.
Στη Βρετανική Κολούμπια, συνολικά 21 περιστατικά έχουν παραπεμφθεί στον ιατρικό σύλλογο ή στην αστυνομία από το 2018.
Ποινές σε γιατρούς δεν επιβλήθηκαν σε καμία από τις παραπάνω περιπτώσεις.
H Λίσα Πόλι είναι πεπεισμένη ότι δεν αξίζει πια να ζει (Reuters)
30.000 υποβοηθούμενοι θάνατοι
Από το 2016 που νομιμοποιήθηκε η πρακτική, περισσότεροι από 30.000 Καναδοί έχουν υποβληθεί σε υποβοηθούμενη αυτοκτονία. Ακόμα και μετά την κατάργηση του κριτηρίου της ασθένειας σε τελικό στάδιο, το 98% των θανάτων αφορά ασθενείς με περιορισμένες προοπτικές επιβίωσης, δείχνουν στοιχεία του υπουργείου Υγείας.
«Μέχρι τώρα δεν βλέπω τίποτα που να υποδηλώνει ότι το παρακάναμε» δηλώνει για τις σχεδιαζόμενες αλλαγές ο καναδός υπουργός Δικαιοσύνης Ντέιβιντ Λάμετ.
Η διαδικασία είναι διαθέσιμη μόνο για όσους καλύπτονται από ασφαλιστικά ταμεία. Απαιτεί έγγραφη αίτηση και αξιολόγηση από δύο ανεξάρτητους γιατρούς, από τους οποίους τουλάχιστον ο ένας πρέπει να ειδικεύεται στην πάθηση του ασθενή εφόσον αυτός δεν είναι ετοιμοθάνατος.
Το τέλος συνήθως έρχεται με ένεση που χορηγείται στο σπίτι.
Όπως ανέφερε ο Λάμετ, η κυβέρνηση εξετάζει πρόταση κοινοβουλευτικής επιτροπής που ζητά επέκταση του μέτρου ώστε να καλύπτει και ανηλίκους που θεωρούνται ικανοί να λάβουν μόνοι τους τη μεγάλη απόφαση.
Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση εξετάζει επίσης το ενδεχόμενο να εφαρμόσει σε όλη τη χώρα νόμο που ενέκρινε τον Ιούνιο η επαρχία του Κεμπέκ, σύμφωνα με τον οποίο οι ασθενείς μπορούν να ζητούν προκαταβολικά να πεθάνουν όταν φτάσουν ένα προκαθορισμένο επίπεδο αναπηρίας λόγω Αλτσχάιμερ ή παρόμοιων παθήσεων.
Την εφαρμογή αυτού του μέτρου σε όλο τον Καναδά ζήτησε η οργάνωση Dying With Dignity Canada, η οποία έχει στείλει μέχρι σήμερα στην κυβέρνηση σχεδόν 10.000 επιστολές.
Ο Λάμετ δήλωσε πάντως ότι «απαιτείται περισσότερος χρόνος» μέχρι να ληφθεί η απόφαση.
Η Λίσα Πόλι συζήτησε για πρώτη φορά το θέμα με την ψυχίατρό της Τζαστίν Ντίνμπο το 2021. Η Πόλι έχει δοκιμάσει μια ποικιλία θεραπειών και έχει νοσηλευτεί δύο φορές λόγω της ανορεξίας, μέχρι σήμερα όμως δεν έχει βρει λύση και συνεχίζει να σκέφτεται όλη την ώρα τι θα φάει.
Η μητέρα της Πόλι, Μέρι Χίτλεϊ, αρχικά δεν μπορούσε να αποδεχτεί την ιδέα της ότι η κόρη της μπορεί να επιλέξει τον θάνατο. Άλλαξε όμως γνώμη όταν συζήτησε το θέμα μαζί της.
«Δεν μπορεί να δει τον εαυτό της να ζει ακόμα 10, 20 χρόνια σε αυτή την κατάσταση» είπε η Χίτλεϊ.
Ιατρικά κριτήρια
Ορισμένοι ειδικοί θεωρούν ότι οι ψυχικές παθήσεις από μόνες τους δεν μπορεί να είναι κριτήριο για υποβοηθούμενη αυτοκτονία. Σε πολλές περιπτώσεις είναι δύσκολο να εκτιμηθεί αν μια ψυχική πάθηση είναι πράγματι μη αντιμετωπίσιμη, όπως είναι δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς την παθολογική τάση αυτοκτονίας από μια λογική απόφαση θανάτου, επισήμανε ο Σόνου Γκέιντ, ψυχίατρος στο νοσοκομείου του Σάνιμπροκ στο Τορόντο.
«Δεν κατανοούμε καν τη βιολογία των περισσότερων ψυχικών νοσημάτων» είπε.
Ορισμένοι ακτιβιστές ανησυχούν επίσης ότι η επέκταση του μέτρου θέτει σε κίνδυνο τους ανθρώπους με σωματικές ή νοητικές αναπηρίες.
Η Μισέλ Χιούιτ της οργάνωσης ασθενών Disability Without Poverty έφερε ως παράδειγμα την περίπτωση του Σον Τάγκερτ, ασθενή με πλάγια μυατροφική σκλήρυνση, ο οποίος επέλεξε την υποβοηθούμενη αυτοκτονία το 2019, όταν προσπαθούσε χωρίς αποτέλεσμα να εξασφαλίσει 24ωρη φροντίδα στο σπίτι.
«Ήταν απολύτως σαφής για αυτό που επιθυμούσε, περισσότερες ώρες φροντίδας στο σπίτι. Όταν του είπαν ότι θα έπρεπε να μετακομίσει σε οίκο φροντίδας μακριά από την οικογένειά του, και ειδικά τον γιό του, υποβλήθηκε σε υποβοηθούμενη αυτοκτονία» ανέφερε η Χιούιτ.
Τα περιστατικά αυτού του είδους είναι «τραγικά», απάντησε ο Λάμερ, όμως ο νόμος δεν επιτρέπει στους ασθενείς να αυτοκτονούν απλά επειδή αντιμετωπίζουν κοινωνικές ή οικονομικές δυσκολίες.
«Αν δεν καλύπτονται από τα ιατρικά κριτήρια δεν έχουν πρόσβαση» είπε ο υπουργός Δικαιοσύνης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου