ΡΑΦΑΕΛΛΑ ΜΑΝΕΛΗ
Τα καλοκαίρια η Αθήνα είναι καμίνι· φταίει το φαινόμενο της αστικής θερμικής νησίδας, η απώλεια περιαστικών δασών και η αλλαγή στο κλίμα. Ο Κώστας Μπακογιάννης είχε δεσμευτεί το 2019 ότι θα φύτευε 75.000 δέντρα, για να της δώσει μία «ανάσα». Η υπόσχεση αποδείχτηκε κούφια.
Ήταν Απρίλιος του 2019, όταν ο –και τότε– διεκδικητής του Δήμου και νυν Δήμαρχος Αθηναίων, Κώστας Μπακογιάννης, υποσχόταν μια περισσότερο βιώσιμη και πράσινη πόλη, αναγνωρίζοντας την ανάγκη να συμμορφωθεί η Αθήνα με τις επιταγές της κλιματικής αλλαγής. Τότε τόνιζε ότι θα αξιοποιούσε κάθε διαθέσιμο χώρο για τη δημιουργία νέων εστιών πράσινου και τη φύτευση νέων δέντρων. «Για να μιλάμε και με νούμερα» έλεγε χαρακτηριστικά «σχεδιάζουμε την αντικατάσταση και τη φύτευση περίπου 75.000 δέντρων». Όμως, από τότε έχουν περάσει τέσσερα χρόνια κι ο επίσημος απολογισμός Κάνουμε την Αθήνα πιο πράσινη, πιο ανθεκτική, πιο βιώσιμη | Κώστας Μπακογιάννης –που ο ίδιος δημοσίευσε– καταγράφει μόλις 4.800 νέα δέντρα – νούμερο που μάλλον είναι κι αυτό ανακριβές.
Η απόκλιση λόγων και έργων είναι ήδη μεγάλη. Υπάρχει όμως, μια ακόμα παράμετρος που πρέπει να ληφθεί υπόψη: Ένας πολύ μεγάλος αριθμός από μουριές, που κοσμούσαν μερικούς από τους πιο ξεκούραστους δρόμους της Αθήνας, προσβλήθηκαν από ένα εισαγόμενο έντομο (xylotrechus chinensis), υπέστησαν ανεπανόρθωτη ζημιά και έπρεπε να αντικατασταθούν
Οι μουριές της Αθήνας παλεύουν με έναν ανυποχώρητο εχθρό. Άρα, αν χιλιάδες δέντρα φυτεύτηκαν προς αντικατάσταση των πεθαμένων, πόσα τελικά ήταν τα καινούργια που ενίσχυσαν το πράσινο στην πόλη;
Για να το ξεκαθαρίσουμε, απευθυνθήκαμε στον αρμόδιο Αντιδήμαρχο Κλιματικής Αλλαγής και Πρασίνου της Αθήνας, Χρήστο Τεντόμα, ο οποίος διευκρίνισε ότι «από τις 25.000 μουριές της Αθήνας, ξεράθηκαν και έπρεπε να αντικατασταθούν γύρω στις 5.000. Μέχρι σήμερα έχουν αντικατασταθεί 4.500. Συνολικά, την τελευταία τετραετία έχουν φυτευτεί πάνω από 7.027 δέντρα, μαζί με τις μουριές» λέει επισημαίνοντας ότι ο Δήμος «έχει βάλει περίπου 2.500-3.000 νέα δέντρα σε γειτονιές που είχαμε κενούς λάκκους, εκτός από τις φυτεύσεις σε πάρκα και πλατείες».
Σε αυτή τη φωτογραφία, με τον Εθνικό Κήπο στο προσκήνιο και τον Λυκαβηττό στο φόντο, η Αθήνα θα μπορούσε να «παρεξηγηθεί» ως πράσινη πόλη. [Γιώργος Κονταρίνης/Eurokinissi]
Φαίνεται ότι τα 75.000 δέντρα των προεκλογικών δεσμεύσεων του 2019 δεν αποτέλεσαν ποτέ πραγματικό στόχο του Δήμου. Αυτό καταλάβαμε, μιλώντας με τους πλέον αρμόδιους για το θέμα. Σήμερα, ο Δήμος της Αθήνας αριθμεί 93.890 δέντρα περίπου. Η πόλη όμως παραμένει αβίωτη: Τα καλοκαίρια, η ζέστη και η έλλειψη σκιάς κάνουν αδύνατο το περπάτημα στους κεντρικούς της δρόμους. Αν και το ευρύτερο κέντρο παίρνει κάποιες ανάσες από τον Εθνικό Κήπο, τους λόφους της Ακρόπολης και του Φιλοπάππου, τον Λυκαβηττό, τον λόφο του Στρέφη, το Πάρκο Συγγρού και το Πεδίον του Άρεως, η πόλη καταγράφει αρνητικά ρεκόρ στα τετραγωνικά μέτρα πρασίνου ανά κάτοικο.
Αν κοιτάξεις την Αθήνα από την Πάρνηθα, μπορείς εύκολα να καταλάβεις ποιες είναι οι φτωχογειτονιές: βρίσκονται εκεί όπου το πράσινο είναι ελάχιστο. Η ανισοκατανομή πρασίνου ανάμεσα στις επτά δημοτικές κοινότητες είναι μεγάλη. Ο Κώστας Μπακογιάννης το αναγνώριζε αυτό το 2019: «Η Αθήνα, το ξέρουμε όλοι, είναι μια πυκνοδομημένη πόλη με λιγοστό πράσινο, άνισα κατανεμημένο και σε κακή κατάσταση». Τότε υποσχόταν να την κάνει καλύτερη. Όμως, από πρόσφατη έρευνα
Athens Urban Age Task Force: A Spatial Compendium του LSE που διεξάχθηκε σε συνεργασία με τον Δήμο, μαθαίνουμε ότι το 2023 η κατάσταση παραμένει απογοητευτική: στην 1η Δημοτική κοινότητα αντιστοιχούν 23τ.μ. πρασίνου/κάτοικο συγκριτικά με την 6η, όπου αντιστοιχεί 1 τ.μ. πρασίνου/κάτοικο, όταν η οδηγία Urban Data Platform Plus | European Commission του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας συνιστά τουλάχιστον 9 τ.μ./κάτοικο. Οι Δημοτικές Κοινότητες με το λιγότερο πράσινο είναι κατά σειρά: η 6η με 1 τ.μ. /κάτοικο, η 4η και η 5η που έχουν από 3τ.μ /κάτοικο, η 2η με 7 τ.μ., η 3η με 18τ.μ., η 7η με 20 τ.μ. Σε καλύτερη μοίρα είναι η 1η Δημοτική Κοινότητα Αθηναίων.
Πού φυτεύτηκαν άραγε τα 3.000 νέα δέντρα;
Προσπαθήσαμε να μάθουμε πού φυτεύτηκαν τα νέα δέντρα κατά την περασμένη τετραετία. Προς έκπληξή μας (ή και όχι) και παρά τις ασταμάτητες προσπάθειες που καταβάλαμε, κατέστη ανέφικτο να μάθουμε πού ακριβώς μπήκαν αυτά. Κι αυτό, παρά το γεγονός ότι το 2019 έχει προαναγγελθεί και η «δημιουργία ενιαίου μητρώου δέντρων για το σύνολο του πρασίνου του δήμου Αθηναίων, με σύστημα GIS που καταγράφει τη γεωγραφική θέση των δέντρων, το είδος, τα μετρητικά στοιχεία (ύψος, πλάτος κόμης, διάμετρος κορμού), τις ασθένειες και παρεμβάσεις, σε ενιαία χωρική βάση δεδομένων στη σύνταξη Αναλυτικού Δενδρολογίου».
Όπως μαθαίνουμε, μέχρι στιγμής το ενιαίο μητρώο έχει δημιουργηθεί μόνο για τα δέντρα του Εθνικού Κήπου και όχι για το σύνολο των δέντρων της πόλης.
Η Υπηρεσία Πρασίνου του Δήμου
Γενικότερα, ο Δήμος της Αθήνας δεν φαίνεται να έχει διαχρονικά έναν σαφή σχεδιασμό για την ενίσχυση του πρασίνου. Οι περισσότεροι που μας μίλησαν για αυτό το θέμα συμφωνούν ότι το πράσινο της πόλης παρέμεινε για χρόνια εξαιρετικά παραμελημένο, στοιχείο που επιβεβαιώνεται από την υποστελέχωση της Υπηρεσίας Πρασίνου: κάποτε αριθμούσε περισσότερους από χίλιους κηπουρούς, σταδιακά μέσα στην κρίση όμως οι περισσότεροι συνταξιοδοτήθηκαν και δεν αντικαταστάθηκαν.
«Πρόκειται για μια φτωχή υπηρεσία», εξηγεί άνθρωπος με μακρόχρονη θητεία στον Δήμο και προσθέτει ότι «η Υπηρεσία Πρασίνου δεν είναι ανταποδοτική, όπως η καθαριότητα και ο ηλεκτροφωτισμός, που πληρώνονται μέσα από τα δημοτικά τέλη, με αποτέλεσμα να υπάρχει έλλειψη πόρων που οδηγεί σε έλλειψη στελεχικού δυναμικού, αλλά κυρίως και εργατικών χεριών». Σύμφωνα με τον ίδιο, «η τρέχουσα δημοτική αρχή επέλεξε να βγάλει μια πάρα πολύ μεγάλη εργολαβία και να δώσει σε εξωτερικό εργολάβο τις υπηρεσίες πρασίνου. Υπάρχουν δύο γνώμες τελείως διαφορετικές, ως προς την αποδοτικότητα αυτής της διαχείρισης: η μία γνώμη λέει ότι με αυτόν τον τρόπο καλύφθηκαν οι ελλείψεις σε προσωπικό. Από την άλλη μεριά, το κόστος είναι πιο μεγάλο απ' ό,τι θα ήταν στην περίπτωση που ο Δήμος προχωρούσε στην ανανέωση του προσωπικού και του εξοπλισμού της Διεύθυνσης Πρασίνου. Επίσης, σε πάρα πολλές γειτονιές υπάρχουν μεγάλες γκρίνιες για το τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται ο εργολάβος τα δέντρα» λέει σχολιάζοντας την τριετή σύμβαση που έχει ο Δήμος με την εταιρεία Unison, στα χέρια της οποίας βρίσκεται το πράσινο όλων των κοινοτήτων της Αθήνας έναντι 35.445.994,50 ευρώ για μια τριετία.
Πινακίδα της υπηρεσίας Πρασίνου του δήμου Αθηναίων στον Εθνικό Κήπο, 4 Mαρτίου 2014. [Γιώργος Κονταρίνης/Eurokinissi]
«Ο Δήμος τα τελευταία χρόνια ανέκτησε χώρους πρασίνου, κυρίως οικόπεδα που είχαν μπάζα και σκουπίδια» σχολιάζει ο Δημήτρης Κυριακάκης, προϊστάμενος Πρασίνου του Δήμου Αθηναίων μέχρι τον περασμένο Αύγουστο και εργαζόμενος στην Υπηρεσία Πρασίνου για δεκαετίες. Από τον αρμόδιο Αντιδήμαρχο επισημαίνεται ότι «τα τελευταία τέσσερα χρόνια, ο Δήμος έχει προχωρήσει σε 380.327 φυτεύσεις εποχικών φυτών και 215.029 θάμνων, ενώ πραγματοποίησε ολικές αναπλάσεις 24 μεγάλων χώρων πρασίνου συνολικής έκτασης 130,4 στρεμμάτων, δημιούργησε πάρκα έκτασης 4,5 στρεμμάτων στα Σεπόλια, 10 πάρκα τσέπης σε διαφορετικές περιοχές της Αθήνας». Σε γενικές γραμμές, ο ίδιος υποστηρίζει ότι «το ισοζύγιο πρασίνου στην πόλη θα αλλάξει ριζικά με τη δημιουργία του πάρκου στον Βοτανικό».
«Το πράσινο το δίνουν τα δέντρα»
Μπορεί οι χιλιάδες των εποχικών φυτών και θάμνων που φυτεύτηκαν να μην βλάπτουν, όμως εκείνοι που ξέρουν καλά επισημαίνουν ότι το πράσινο της πόλης το δίνουν τα δέντρα. Αυτά φέρνουν τη σκιά και ρίχνουν τη θερμοκρασία. Γι’ αυτό και η φύτευση τους συστήνεται ως το αντίδοτο στο φαινόμενο της αστικής θερμικής νησίδας. Πιο συγκεκριμένα, τα δέντρα μπορούν να μειώσουν
Urban heat island mitigation by green infrastructure in European Functional Urban Areas | Sustainable Cities and Society, Vol. 77, Feb 2022 την αίσθηση που αφήνει πίσω της η θερμική νησίδα έως και 2,9 βαθμούς Κελσίου.
Θα μπορούσε όμως η πυκνοδομημένη Αθήνα να έχει περισσότερα δέντρα στους δρόμους της; Για τον Δημήτρη Κυριακάκη, η φύτευση περισσότερων, πόσο μάλλον χιλιάδων δέντρων στους δρόμους δεν μοιάζει εφικτή, εξαιτίας της εξαιρετικά πυκνής δόμησης και των στενών πεζοδρομίων. Ωστόσο, για τους αρχιτέκτονες τοπίου με τους οποίους μιλήσαμε, μια τέτοια παρέμβαση είναι όχι μόνο εφικτή υπό προϋποθέσεις, αλλά και άκρως απαραίτητη. Για τη Σταυρούλα Κατσογιάννη, γεωπόνο-αρχιτέκτονα τοπίου και Πρόεδρο της Πανελλήνιας Ένωσης Επαγγελματιών Γεωτεχνικών και Επιχειρήσεων Πρασίνου, η Αθήνα όχι μόνο θα μπορούσε να έχει περισσότερα δέντρα, αλλά θα μπορούσαν να δημιουργηθούν ακόμα και μερικές πράσινες λεωφόροι, οι οποίες θα συνέδεαν σημεία της πόλης, αξιοποιώντας τις ψυχρές αέριες μάζες που έρχονται από τα γύρω βουνά.
Ανθισμένες τζακαράντες στο Ζάππειο, τον Ιούνιο του 2020. [Γιώργος Κονταρίνης/Eurokinissi]
«Ο Υμηττός κατεβαίνει μέσω της πανεπιστημιούπολης στην πόλη και τη δροσίζει. Οι ψυχρές αέριες μάζες που έρχονται από το βουνό, κινούνται μέσα στην πόλη και φτάνουν στον Λυκαβηττό. Αν είχαμε σχεδιάσει στην πόλη κάποιους ποταμούς πρασίνου με τη φύτευση δέντρων σε πεζοδρόμια, οι αέριες μάζες θα αξιοποιούνταν και θα διοχετεύονταν καλύτερα για να δροσίσουν περισσότερο. Αυτό θα μπορούσε να γίνει αν υπήρχε η βούληση. Μπορεί να χρειαζόταν η μονοδρόμηση κάποιων δρόμων ή πεζοδρόμηση κάποιων άλλων, αλλά θα βοηθούσε. Σε άλλες χώρες του κόσμου, φυτεύουν δέντρα στην άκρη των δρόμων αφήνοντας κενές θέσεις για πάρκινγκ ενδιάμεσα. Όλα έχουν να κάνουν με το τι είδους παραδοχές κάνουμε ως κοινωνία για τον δημόσιο χώρο» εξηγεί.
Η λάθος κουλτούρα
Οι αρχιτέκτονες και πολεοδόμοι με τους οποίους μιλήσαμε γι' αυτήν την έρευνα συμφωνούν ότι η Αθήνα δεν ακολουθεί έναν σύγχρονο σχεδιασμό για την ανάπτυξη του πρασίνου, γιατί δεν αξιοποιούνται οι αρχιτέκτονες τοπίου όσο θα έπρεπε. Δηλαδή, για να αποκτήσουμε καλύτερο σχεδιασμό και να μην είναι απογοητευτικές οι αναπλάσεις, θα πρέπει να μην αντιμετωπίζονται ως καλλιτεχνικά έργα των αρχιτεκτόνων, αλλά να εστιάζουν στην αίσθηση του διαβάτη και να γίνεται λεπτομερής έρευνα για τα δέντρα που θα πρόσφεραν τα περισσότερα οφέλη σε κάθε δρόμο ξεχωριστά.«Στις μελέτες παίζουν πολύ μεγάλο ρόλο οι αρχιτέκτονες αναφορικά με το πράσινο, αλλά αυτό είναι λάθος. Θα έπρεπε να προηγούνται οι δασολόγοι και οι γεωπόνοι σε αυτό. Ο αρχιτέκτονας βλέπει το δέντρο ως δομή, υφή, σχήμα και ρωτάει τον γεωπόνο αν θα ζήσει ή δεν θα ζήσει. Αλλά θα έπρεπε να λαμβάνονται υπόψη πολλά περισσότερα» σχολιάζει ο Θυμάκης.
Για τον Νίκο Θυμάκη, κηποτέχνη-γεωπόνο (μέλος του τρέχοντος ΔΣ του Εθνικού Κήπου) είναι πολύ σημαντικό να εφαρμοστεί ο κανόνας του «3 - 30 - 300
The 3-30-300 Rule for Healthier and Greener Cities | Nature Based Solutions Institute» στις πόλεις μας. Αυτό σημαίνει ότι από τα μπαλκόνια μας θα πρέπει να βλέπουμε τουλάχιστον 3 δέντρα, να υπάρχει στην ακτίνα του ορίζοντά μας χώρος πρασίνου τουλάχιστον 30 τ.μ. και να μην χρειάζεται να διανύσουμε περισσότερα από 300 μέτρα για να φτάσουμε σε χώρο πρασίνου. Για τον ίδιο, αυτό μπορεί να γίνει πραγματικότητα ακόμα και στο κέντρο της Αθήνας.
Σε κάθε περίπτωση, ο Νίκος Θυμάκης τονίζει ότι είναι απαραίτητη η προτεραιοποίηση στο δέντρο του πεζοδρομίου, συνδυαστικά με άλλες λύσεις που μπορούν να αξιοποιηθούν για τη δημιουργία οικοσυστημάτων εντός του αστικού ιστού. Όπως σχολιάζει «το δέντρο του πεζοδρομίου είναι το αίμα που τρέχει στις αρτηρίες της πόλης. Είναι πρωταρχικό. Είναι η πρώτη επαφή του πολίτη με το πράσινο και δείχνει τον πολιτισμό του Δήμου». Με αφορμή αυτό αναφέρεται στα πολυσυζητημένα πλατάνια της Πανεπιστημίου: «Θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα στοιχείο βιοκλιματικής παρέμβασης μέσα στην πόλη, εφόσον υπάρχει ο τρόπος να υποστηριχθούν. Χωρίς διάθεση κριτικής αυτά τα δέντρα μέχρι στιγμής δεν πάνε καλά, μπορεί να μην συντηρούνται καλά. Αλλά δείχνουν τον πράσινο πολιτισμό μας. Το συγκεκριμένο έργο το έχει σχεδιάσει αρχιτέκτονας τοπίου. Εάν ο αρχιτέκτονας τοπίου θεώρησε ότι υπάρχουν νερά και θα κρατήσουν τα πλατάνια, η Υπηρεσία του Δήμου έπρεπε να κάνει τα πάντα για να το εφαρμόσει αυτό. Μπορεί η πρόθεση να είναι καλή, αλλά χρειάζεται σχεδιασμός, δεν έχουμε χρόνο να χάνουμε πράσινο».
Πρόσφατα φυτεμένα πλατάνια στην οδό Πανεπιστημίου, Αύγουστος 2023. [Κώστας Τζούμας/Eurokinissi]
Πού πρέπει να μπαίνουν τα δέντρα στα πεζοδρόμια
Για να φυτευτεί ένα δέντρο σε πεζοδρόμιο, αυτό θα πρέπει να έχει από τρεις πλάκες και πάνω, δηλαδή το πλάτος του θα πρέπει να είναι μεγαλύτερο από 1,5 μέτρο. Σε κάθε περίπτωση η φύτευση θα πρέπει να γίνεται στην άκρη του πεζοδρομίου προς τον δρόμο – ούτε στη μέση, ούτε στην πλευρά του κτιρίου. Αυτός ο χώρος του πεζοδρομίου όπου μπορεί να γίνει φύτευση λέγεται ζώνη αστικού εξοπλισμού. Γενικότερα σύμφωνα με τον νέο κτιριοδομικό
Υπ. Απόφαση ΥΠΕΝ/ΔΜΕΑΑΠ/124964/1561/2022 | kodiko.gr κανονισμό, προβλέπεται ότι «η χωροθέτηση της φύτευσης σχετίζεται πέρα από τα παραπάνω και με το πλάτος της οδού. Στα πεζοδρόμια η φύτευση χωροθετείται στην ζώνη αστικού εξοπλισμού, και οπωσδήποτε πέραν της ζώνης ελεύθερης όδευσης πεζών, ή σε σημειακές προεκτάσεις μεταξύ των παρόδιων θέσεων στάθμευσης μέγιστου πλάτους 1,00 μ. και πλάτους έως την εξωτερική πλευρά της παρόδιας θέσης στάθμευσης». Αυτή η τελευταία λύση ενδείκνυται για πεζοδρόμια μικρού πλάτους, όπου δεν εξασφαλίζεται η ελεύθερη όδευση πεζών, και όπου δεν υπάρχει δυνατότητα επέκτασης τους. «Κατά τα λοιπά, για το ύψος της κόμης των δένδρων και το ύψος των θάμνων, το κλάδεμα, τις σχάρες προστασίας κ.λπ. ακολουθούνται οι διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας και των Οδηγιών Σχεδιασμού».
Πεζοδρόμιο στον Ιππίου Κολωνού, 20 Αυγούστου 2020. [Γιώργος Δαγαλάκης/Eurokinissi]
Σε κάθε περίπτωση, η φύτευση πρέπει να γίνεται με τέτοιο τρόπο ώστε το ριζικό σύστημα να μην δημιουργεί καταστροφές στην επιφάνεια των πεζοδρομίων. Άρα, ο νόμος επιβάλλει «να εξασφαλίζεται ο επαρκής χώρος για την ζώνη ελεύθερης όδευσης πεζών και [η φύτευση] να είναι εύκολη στη συντήρηση και να ικανοποιεί τους βιοκλιματικούς και αισθητικούς της ρόλους». Η απόφαση επισημαίνει παράλληλα ότι «η λογική της φύτευσης στον οδικό χώρο οφείλει να ακολουθεί έναν συνολικότερο σχεδιασμό δημιουργίας “πράσινων διαδρομών” και δικτύων πρασίνου στον ευρύτερο οικιστικό ιστό και να εξυπηρετεί κατά το δυνατόν στόχους και κριτήρια όπως η βάδιση υπό σκιάν, η περιορισμένη άρδευση και τακτική συντήρηση (κλάδεμα κ.ά.)».
Ποια είδη δέντρων μας χρειάζονται;
Ποια είναι τα κατάλληλα δέντρα για τα πεζοδρόμια της Αθήνας; Για την Σταυρούλα Κουτσογιάννη «δεν πρέπει να είναι ξεροφυτικά είδη, όπως η ελιά. Πρέπει να είναι δέντρα που παίρνουν νερό και μετά το αποδίδουν πίσω στο περιβάλλον, όπως τα πλατάνια που προσφέρουν χαρακτηριστική δροσιά όταν κάθεται κανείς στη σκιά τους».
«Συνταγή για το τέλειο δέντρο στην πόλη δεν υπάρχει. Έχει να κάνει με τον δρόμο που βρισκόμαστε, την περιοχή και την διαθεσιμότητα των ειδών» σχολιάζει ο Νίκος Θυμάκης. «Για να εξυπηρετούμαστε, αυτό που σίγουρα πρέπει να προσέξουμε είναι: τα δέντρα να είναι λεπτόκορμα και να είναι σίγουρα η ομπρέλα τους ανοιγμένη πάνω από τα δύο μέτρα. Συνήθως τα φυλλοβόλα είναι καλύτερη επιλογή γιατί τον χειμώνα αφήνουν τον ήλιο να περάσει και το καλοκαίρι να μας δροσίζουν. Τα αειθαλή δέντρα υπάρχει περίπτωση να δημιουργούν υγρασία τον χειμώνα».
Πεδίον του Άρεως, 4 Σεπτεμβρίου 2020. [Γιώργος Δαγαλάκης/Eurokinissi]
Ο νέος κτιριοδομικός κανονισμός αναφέρει τα ακατάλληλα δέντρα για τα πεζοδρόμια, πολλά από αυτά όμως φυτεύονται εκτενώς στην πόλη. Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι «πρέπει να αποφεύγονται τα δέντρα με επιφανειακές ρίζες που μπορεί να ανασηκώσουν τις πλακοστρώσεις,όπως π.χ. ο ευκάλυπτος, ο πλάτανος, η λεύκα και η ακακία Κωνσταντινουπόλεως, καθώς μπορεί να ανασηκώσουν τις πλακοστρώσεις, δέντρα με καρπούς (π.χ. καρποφόρα μουριά) και δέντρα που προσβάλλονται εύκολα από ασθένειες (π.χ. κανάριος φοίνικας)».
Το θέμα του πρασίνου είναι, όπως διαπιστώσαμε κι εμείς από την έρευνά μας, εξαιρετικά περίπλοκο και απαιτεί ειλικρινές ενδιαφέρον και αφιέρωση. Αυτό πάντως που ξεκάθαρα προκύπτει είναι ότι, παρά την «πράσινη ατζέντα» που παρουσίασε το 2019 η απερχόμενη δημοτική αρχή και παρά τις όποιες αναπλάσεις έγιναν, ακόμα και σήμερα η Αθήνα παραμένει χωρίς σαφή και εμπεριστατωμένο σχεδιασμό για τη φύτευση των χιλιάδων δέντρων που περίμεναν οι Αθηναίοι, αλλά δεν είδαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου