Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα των άρθρων -Τα δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν τους συγγραφείς.

Σεπτεμβρίου 21, 2023

Ο Διονύσης Μιλά για το Βίωμά του ως Ομοφυλόφιλος Μέσα στη Φυλακή

«Άρχισε να μου γλείφει το αυτί και να με χαϊδεύει».
 Βία. Αυτή είναι η λέξη την οποία συνεχώς επαναλαμβάνει για να περιγράψει αυτό που βίωσε για 730 ημέρες της ζωής του. Οι τοίχοι έμοιαζαν όλο και πιο στενοί, οι διάδρομοι φάνταζαν πιο σκοτεινοί, οι φυσιογνωμίες ακόμη πιο νωθρές. Όλα όσα υπήρχαν καταπιεσμένα μέσα τους και ασφυκτιούσαν, εκφράζονταν και ξεσπούσαν με τη μορφή βίας. Σωματικής, ψυχολογικής, σεξουαλικής. Βιώματα περισσότερο σκληρά και ταπεινωτικά για τους ανθρώπους με διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό, από την πλειοψηφία των κρατουμένων. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον ματσίλας και τοξικής αρρενωπότητας υπήρχαν ορισμένοι που απλώς αναζητούσαν την ανθρώπινη επαφή, το νοιάξιμο, το άγγιγμα. Και υπήρχαν εκείνοι που τους καθήλωναν, τους χειρίζονταν και τους χειραγωγούσαν ή τους επέβαλαν να κάνουν πράγματα με το ζόρι.

Με παίρνει τηλέφωνο για να μου πει τι φοράει προκειμένου να τον αναγνωρίσω, καθώς είναι η πρώτη φορά που θα τον δω από κοντά. Μετά από λίγα λεπτά, τον συναντάω και προχωράμε προς ένα μικρό πάρκο κοντά στη Συγγρού. Ο Διονύσης κάθεται δίπλα μου στο παγκάκι. Μιλά συγκρατημένα, φαίνεται ότι σκέφτεται προσεκτικά πριν διατυπώσει την κάθε πρόταση. Όλη του η εμφάνιση και οι κινήσεις του σώματός του, προδίδουν μια συστολή ή ίσως μερικά ψήγματα φόβου. Θέλει να αποβάλλει τις καταστάσεις που τον στιγμάτισαν όταν μπήκε στον Κορυδαλλό στα 38 του και όταν αργότερα αποφυλακίστηκε από τις φυλακές Αλικαρνασσού. Έχει περάσει ενάμισης χρόνος από τότε και λέει με σιγουριά ότι βγήκε αλώβητος από όλο αυτό.


«Έπαιζα ξύλο όταν με κορόιδευαν επειδή είμαι gay»

Το να είναι κάποιος ομοφυλόφιλος σε ένα περιβάλλον φυλακής είναι από μόνος του επιβαρυντικός παράγοντας, αφού απευθείας στοχοποιείται, χλευάζεται και γιουχάρεται από τους υπόλοιπους, ενώ σε πιο ακραίες περιπτώσεις πέφτει θύμα σωματικής βίας. «Όταν είχα συλληφθεί, την ίδια περίοδο είχαν πιάσει και άτομα του περίγυρού μου που με ήξεραν από την κοινωνία έξω. Αυτά τα άτομα, ηθελημένα ή άθελά τους, γνώριζαν για μένα και είχαν διαδώσει το γεγονός ότι είμαι ομοφυλόφιλος. Βέβαια, όταν τύχαινε να μου πει κάποιος κάτι δεν σήκωνα κουβέντα. Μπορεί να ήμουν ψαρωμένος, αλλά πάντα υπερασπιζόμουν τον εαυτό μου. Άλλωστε ήταν θέμα επιβίωσης.


»Κάποια στιγμή ήταν ένας τύπος που έμαθε ότι είμαι gay και ξεκίνησε να με γιουχάρει και να με υποτιμά μπροστά στους υπόλοιπους. Εμείς κάναμε μεροκάματα, τα οποία μειώνουν την ποινή μας και μπορούμε να φύγουμε πιο σύντομα. Αυτό λοιπόν το σκηνικό είχε γίνει πάνω στη δουλειά, που ήμασταν σε μία αποθήκη και ήρθε αυτός και άρχισε να με χλευάζει μπροστά σε όλους. Δεν το ανέχτηκα αυτό και του είπα να το βουλώσει. Εκείνη τη στιγμή δεν βρισκόταν σε κοντινή απόσταση κάποιος σωφρονιστικός υπάλληλος για να κρατήσει ισορροπίες και έτσι, βρήκα την ευκαιρία, και χωρίς δεύτερη σκέψη, γράπωσα ένα πλαστικό και άρχισα να τον κοπανάω στο κεφάλι. Μας χώρισαν οι υπόλοιποι που ήταν παρόντες και έπειτα φύγαμε, το διαλύσαμε και δεν ξαναμιλήσαμε έκτοτε», αναφέρει ο Διονύσης.

«Μια άλλη φορά, άρχισε ένας άλλος τύπος να με κοροϊδεύει για την ομοφυλοφιλία μου. Εν τω μεταξύ, αυτός είχε τελειώσει το πανεπιστήμιο και υποτίθεται πως έπρεπε να να είναι πιο ανοιχτόμυαλος, γιατί μας έλεγε συνέχεια για τις σπουδές του. Από την άλλη, μέσα στη φυλακή αλλάζει ο χαρακτήρας σου, γίνεσαι πιο μάτσο, βγαίνει στην επιφάνεια ο αληθινός σου εαυτός. Σε αυτή τη φάση, μου επιτέθηκε, με χτύπησε και τον χτύπησα και εγώ. Δεν τραυματίστηκε κανείς σοβαρά ευτυχώς, την βγάλαμε με μερικούς μώλωπες. Μου έχει τύχει να παίξω ξύλο πολλές φορές και για άλλα θέματα».


Τον ρώτησα εάν έχει συμβεί να τον προσεγγίσει κάποιος σεξουαλικά. «Ναι», απαντά ευθέως. «Ήταν ένας straight άνδρας ο οποίος είχε προσπαθήσει να έρθει πιο κοντά μου με άχαρο τρόπο. Αυτός ήταν πρεζάκιας και ήμασταν στο ίδιο κελί. Μια μέρα άρχισε να λέει πως ξέρει ότι είμαι gay και με παρότρυνε να του κάνω διάφορες σεξουαλικές πράξεις. Του είπα ότι δεν παίζει αυτό, όμως, επειδή ήμασταν όλο το βράδυ στο ίδιο κελί, συνέχιζε να με πιέζει και μου είχε πρήξει τα αρχίδια. Κάποια στιγμή συμβιβαστήκαμε και κάναμε μασάζ ο ένας στον άλλον. Ήθελε απλά την ανθρώπινη επαφή, όχι τη σεξουαλική. Ο συγκεκριμένος ήταν πολλά χρόνια μέσα και δεν είχε επαφή με άλλον άνθρωπο - είτε γυναίκα είτε άνδρα». Παράλληλα, σε άλλη φάση, «ήταν ένα παιδί που είχα γνωρίσει και αποδείχθηκε ότι είναι gay. Όπως καθόμασταν, είχε έρθει και μου ψιθύρισε ότι δεν κολλάω μέσα στη φυλακή και άρχισε να μου γλείφει το αυτί και να με χαϊδεύει. Όσοι είμαστε ομοφυλόφιλοι καταλαβαινόμαστε μεταξύ μας και μπορούμε να εντοπίσουμε ο ένας τον άλλον. Δεν ήξερα τι εστί αυτός ο τύπος, αλλά εν τέλει αποδείχτηκε καλό παιδί και συνεπής σε αυτά που έλεγε. Βέβαια επειδή είχε μπλεξίματα με τα ναρκωτικά και ξέφευγε, οι υπόλοιποι τον έκαναν πέρα».

«Του έβαζαν σκουπόξυλο στον πρωκτό»

«Όταν ήμουν στη φυλακή, ήταν μέσα κι ένα παιδί από την Τουρκία το οποίο τότε ήταν 21 ετών και ήταν gay. Είχα ακούσει ότι όταν οι κρατούμενοι πήραν χαμπάρι ότι είναι ομοφυλόφιλος, τον πετύχαιναν στις ντουζιέρες του έδιναν σφαλιάρες και ασκούσαν βία πάνω του. Στο κελί ήταν με τρία ακόμη άτομα, τα οποία δεν τον άφηναν να κοιμηθεί το βράδυ και του έβαζαν το ξύλο από τη σκούπα στον πρωκτό. Πολλές φορές, επειδή δεν μπορούσαν να το κάνουν εύκολα, το πασάλειβαν με υγρό σαπούνι για τα πιάτα. Αυτό το παιδί καταντούσε άσχημα. Τον είχα δει πολλές φορές να κυκλοφορεί χωρίς παπούτσια και με σκισμένα ρούχα. Ακόμα και τις στιγμές που περίμενε στη σειρά για να πάρει φαγητό, του πετούσαν το πιάτο. Δεν ήξερα εάν τον είχαν βιάσει κανονικά, αν και αυτό που του έκαναν με το σκουπόξυλο βιασμός θεωρείται. Υπό αυτή την έννοια, τον βίαζαν καθημερινά σωματικά και ψυχολογικά. Το παιδί δεν μιλούσε ελληνικά, οπότε μπορεί μέσα σε όλα τα άλλα να έπαιζε και ρατσισμός», λέει ο Διονύσης.


«Από την άλλη, έχω γνωρίσει άνθρωπο που είναι ομοφυλόφιλος, ο οποίος μπαινοβγαίνει συνέχεια στις φυλακές και είχε σεβασμό από όλους. Ήταν ανοιχτά gay και πείραζε ακόμα και τους πιο μεγάλους εκεί μέσα. Το νόμισμα της φυλακής είναι οι τηλεκάρτες ή τα πακέτα με τα τσιγάρα. Οπότε έλεγε σε κάποιους να τους δώσει μία τηλεκάρτα, με αντάλλαγμα να τον αφήσουν να τους κάνει μία πίπα, γιατί αυτό γούσταρε. Αυτά υπάρχουν μέσα, είναι μια μικρή κοινωνία».

Ο Διονύσης, όπως λέει, ήταν σεβαστικός προς όλους και θα προκαλούσε μόνο άμα τον προκαλούσε κάποιος. «Ήθελα να περάσω από τη φυλακή και να βγω αλώβητος. Όπως και έξω, έτσι και στη φυλακή, ήμουν άνθρωπος της σχέσης. Όταν μπήκα στη φυλακή είχα μονογαμική σχέση και ο δικός μου με στήριξε και με βοηθούσε όσο μπορούσε. Σε κάποια φάση, είχαν έρθει κάποιοι απ' έξω και είχαν μοιράσει προφυλακτικά και οι περισσότεροι κρατούμενοι θεώρησαν πως ήταν προσβλητικό. Γενικά έχω ακούσει για ομόφυλες επαφές και έχω δει άτομα να είναι αγκαλιά. Σε πολλούς λείπει η ανθρώπινη επαφή και η κατάσταση είναι περίεργη ακόμα και για τους straight. Δεν έχει να κάνει με την ομοφυλοφιλία μόνο, όταν ο άλλος είναι 15 χρόνια κλεισμένος μέσα. Γενικότερα, το πρόβλημα της σεξουαλικότητας στις φυλακές είναι τεράστιο. Μπορεί οι σωφρονιστικοί να κάνουν τα στραβά μάτια για τα κινητά που έχουν ορισμένοι κρατούμενοι, γιατί μπορούν έστω να κάνουν μια βιντεοκλήση. Δεν είναι το ίδιο βέβαια, αλλά είναι η μοναδική επαφή που έχουν με τους δικούς τους. Θα έπρεπε να υπάρχουν ειδικά διαμορφωμένοι χώροι γι' αυτό το λόγο, όπως στο εξωτερικό. Η έλλειψη επαφής εξελίσσεται και ξεσπά σε βία, αφού οι κρατούμενοι δεν μπορούν να βγάλουν τις σεξουαλικές τους ορμές και να καταλαγιάσουν τη λίμπιντο αλλιώς». Ένα 5% από όσους γνώρισε στη φυλακή ήταν gay. Κανείς τους δεν έκανε το coming out μέσα. Γνώριζε ο ένας για τον άλλον, αλλά ως εκεί. Ποτέ δεν είχε ειπωθεί κάτι σεξουαλικό μεταξύ τους. Εκείνοι που ήταν ανοιχτά gay, ήταν ήρεμοι ακριβώς επειδή ήταν ψηλά ιεραρχικά στη φυλακή, όμως οι περισσότεροι το έκρυβαν. Έτσι και ο Διονύσης, ο οποίος λέει χαρακτηριστικά πως δεν ήθελε να γίνει η «πουτάνα» εκεί μέσα.

«Θέλαμε να δραπετεύσουμε από το αίμα που βλέπαμε και μυρίζαμε καθημερινά»

Περιγράφοντας την καθημερινότητά του στο κελί, ο Διονύσης λέει πως προσπαθούσε με κάθε τρόπο να βρει πράγματα να δραπετεύσει από τη σκληρότητα αυτής της συνθήκης, τα μαχαιρώματα και τα αίματα που έβλεπε και μύριζε καθημερινά, από τα αίματα που σκορπίζονταν στο τσιμέντο. Συμμετείχε σε οτιδήποτε γινόταν στη φυλακή, παρακολουθούσε ομιλίες, σεμινάρια, βρήκε διέξοδο με τον αθλητισμό. Η επιβίωση για εκείνον ήταν πολύ δύσκολη. Όταν τελείωναν οι δραστηριότητες και επέστρεφε πάλι στο κελί, ήταν πολύ περίεργα τα πράγματα. Όλοι κοιτούσαν από κάπου να πιαστούν -επειδή δεν είχαν τι να κάνουν- οπότε ήθελαν να εκθέσουν καταστάσεις και να χτυπήσουν κόσμο, να ξεσπάσουν.


Όταν πρωτομπήκε, δεν είχε ανοιχτεί σε κανέναν, γιατί γνώριζε πως οτιδήποτε μικρό ή ανούσιο μπορεί να ξινίσει σε κάποιον, θα το πει και μπορεί να πέσουν μπουνιές και ξύλο. Ήταν στο κελί με τέσσερα ή και με πέντε άτομα. Όταν φυλακίστηκε ήταν Χριστούγεννα και τους έδιναν κάτι κουβέρτες τις οποίες έστρωναν στο παγωμένο πάτωμα. Κάποιες φορές, έπαιρναν τα καφάσια στα οποία έρχονταν τα τρόφιμα που είχαν παραγγείλλει οι κρατούμενοι, τα γυρνούσαν ανάποδα, τα έβαζαν στο πάτωμα και από πάνω έστρωναν τις κουβέρτες για να κοιμηθούν.


Η χειρότερη φυλακή από την οποία πέρασε, ήταν η αυτή της Λάρισας. Οι συνθήκες υγιεινής και καθαριότητας ήταν άθλιες, τα ντουβάρια έσταζαν από την υγρασία, ενώ παντού είχε κοριούς και οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι δεν σέβονταν κανέναν, ενώ δεν επιτρεπόταν να πάνε φαγητό απ' έξω οι οικογένειες των κρατουμένων. Τον περισσότερο καιρό ωστόσο ο Διονύσης εξέτισε την ποινή του στον Κορυδαλλό, όπου είχαν επιτευχθεί κάποια πράγματα σε ορισμένες πτέρυγες, λόγω διεκδικήσεων ομάδων κρατουμένων.

«Σε κάποια φάση στο κελί ήμουν με πρεζάκια, τελειωμένους χαρακτήρες και ψυχολογικά και σωματικά. Ο καθένας είχε τη δική του τρέλα και την έβγαζε στο κελί. Γιατί όταν κλειδώνεις την πόρτα, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα, είσαι με τέσσερις ακόμη χαρακτήρες και δεν ξέρεις πώς θα φερθεί ο καθένας. Κάποια στιγμή ήθελε ο άλλος να πάρει τη δόση του και έξυνε τον τοίχο, έβγαζε σκόνη και την έπινε από τη μύτη. Ο άλλος φώναζε, ο άλλος χαρασσόταν, ο άλλος μιλούσε όλο το βράδυ μόνος του. Εγώ τότε ήμουν ψαρωμένος και του απαντούσα και γυρνάει και μου λέει 'τι μου απαντάς; για ποιο λόγο; εγώ μιλάω μόνος μου'. Αρρωστημένα πράγματα.


Σε ορισμένες πτέρυγες, ήταν συγκεντρωμένη η χειρότερη κάστα κρατουμένων. Η ζωή τους όλη ήταν η φυλακή. Υπήρχε ένα μοτίβο, αφού μπαινόβγαιναν συνέχεια. Ένας κρατούμενος μου έλεγε ότι αν βγει έξω, δε θα επιβιώσει, αφού η φυλακή είναι το σπίτι του. Πήρε ανάσα και μου είπε 'εδώ νιώθω ζωντανός'. Και το καταλαβαίνω γιατί είναι μέσα από μικρή ηλικία. Κάποιοι νιώθουν προστατευμένοι μέσα σε αυτό το περιβάλλον. Από τη στιγμή που είναι στο κελί και κλείνει η πόρτα, δεν μπορεί να τους πειράξει κανείς».


Όπως λέει, σε συγκρατούμενό του έχει τύχει να τσακωθεί με κάποιον σωφρονιστικό υπάλληλο, με αποτέλεσμα να του τη στήσουντρεις-τέσσερις οι σωφρονιστικοί έξω, να τον μεταφέρουν σε ένα στενό, ένα αδιέξοδο μονόδρομο του Κορυδαλλού, στον οποίο δεν είχε είχε κάμερες και να τον χτυπήσουν όλοι μαζί, όσο μπορούσαν ώστε να μην του αφήσουν μελανιές. Ο ίδιος εντοπίζει στον εαυτό του αλλαγές. «Μετά από κάποιο χρονικό διάστημα γίνεσαι ψυχρός για να αντέξεις. Κάθε ώρα και κάθε λεπτό, βλέπεις να μαχαιρώνουν, να αυτοκτονούν ή να χτυπάνε κάποιον και να χάνει το μάτι του και να μένει τυφλός. Σε άλλα κελιά έβγαζαν θηλιές από το λαιμό ανθρώπων που είχαν πάει να κρεμαστούν. Στο δικό μου κελί ο άλλος κάπνιζε τσιγάρο και του έπεφτε στάχτη στην κουβέρτα και παραλίγο να καούμε όλοι. Ακόμα και εκτός φυλακής, έχει τύχει να βρεθώ μπροστά σε καυγά και να μου περάσει εντελώς αδιάφορος. Πλέον δεν με αγγίζει τίποτα. Από την άλλη, οι περισσότεροι τρώνε το κεφάλι τους από μόνοι τους. Δεν γίνεται κάποιος να σε μαχαιρώσει αν δεν υπάρχει λόγος, γιατί θα παρέμβουν οι υπόλοιποι κρατούμενοι και θα ζητήσουν το λόγο αν γίνει σε κοινή θέα. Αν γίνει μέσα στο κελί δεν το μαθαίνει κανείς».


Όλα τα συναισθήματα που ζούσε εκεί, ήταν έντονα. «Το χειρότερο ήταν όταν αποφυλακίστηκε ο συγκελίτης μου. Τότε έκλαιγα γιατί φεύγει, αλλά ταυτόχρονα χαιρόμουν που αποφυλακίζεται. Έχουμε μέχρι σήμερα καλή σχέση, γιατί είναι ελεύθερο πνεύμα, είναι αυτό που δείχνει και ό,τι θέλει να πει, το λέει χύμα. Μέσα στη φυλακή δεν του είχα εκμυστηρευτεί ότι είμαι gay, του το είπα όταν βγήκαμε και ξαφνιάστηκε. Μου είπε πως αν του το έλεγα τότε, θα με προστάτευε πιο πολύ. Δεν το χρειαζόμουν αυτό γιατί μπορούσα να προστατεύσω τον εαυτό μου. Αυτή όμως ήταν η εξαίρεση στον κανόνα. Γενικά δεν ξέρω αν μπορείς να κάνεις πραγματικές φιλίες στη φυλακή. Αν κρατήσεις επαφή με κάποιον από τους μεγάλους, θα είναι γιατί θες να κάνεις παράνομη δουλειά, αφού γνωρίζεις πως όταν βγουν έξω θα κάνουν τα ίδια. Αυτές οι καταστάσεις μας κάνουν πιο δυνατούς, αλλά είναι στο χαρακτήρα του καθενός πώς θα το διαχειριστεί. Υπάρχουν κάποιοι που βγαίνουν, αλλά το μυαλό τους είναι κολλημένο μέσα στη φυλακή. Ιδρυματοποίηση λέγεται. Και εγώ το έπαθα μόλις βγήκα. Όμως, τελικά αντιλήφθηκα ότι η φυλακή είναι μια αναμονή προς την ελευθερία. Η ζωή είναι πολύ όμορφη όταν δεν είσαι στη φυλακή. Το τσουβάλι της ζωής γεμίζει με όλες τις καταστάσεις που ζούμε. Από εκεί και πέρα, δεν κάνουμε τις ίδιες μαλακίες που κάναμε στο παρελθόν». Όπως εξηγεί, «αν έμπαινε κάποιος φίλος μου που είναι ομοφυλόφιλος μέσα στη φυλακή, θα του έλεγα να σέβεται, να τηρεί το λόγο του, να μην εμπιστεύεται κανέναν, να ακούει αλλά να μη μιλάει και να βλέπει αλλά να μη λέει τίποτα».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου