Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα των άρθρων -Τα δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν τους συγγραφείς.

Μαρτίου 30, 2024

Έρικ Κλάπτον

Ο Έρικ Κλάπτον (Eric Clapton) είναι άγγλος βιρτουόζος κιθαρίστας και συνθέτης, από τις σημαντικότερες

προσωπικότητες του λευκού μπλουζ και εν γένει της ροκ μουσικής. Έχει επηρεάσει με το παίξιμό του πλήθος ηλεκτρικών κιθαριστών και με το συνθετικό του ταλέντο μάς έχει χαρίσει πολλά σπουδαία τραγούδια.


Ο Έρικ Πάτρικ Κλαπ, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στις 30 Μαρτίου 1945 στο Ρίπλεϊ του Σάσεξ. Μεγαλωμένος από τον παππού και τη γιαγιά του, ως εξώγαμο τέκνο της δεκαεξάχρονης μητέρας του κι ενός καναδού στρατιώτη που υπηρετούσε στην Αγγλία κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, δέχτηκε από αυτούς ως δώρο στα δέκατα τέταρτα γενέθλιά του μία κιθάρα, με την οποία αμέσως άρχισε να παίξει τραγούδια του Μπι Μπι Κινγκ και του Μάντι Γουότερς.

Οι πρώτες συμμετοχές σε συγκροτήματα


Αφού τελείωσε το σχολείο, έπαιξε σε διάφορα μέρη ως πλανόδιος μουσικός, έως το 1963, οπότε εντάχθηκε αρχικά στο συγκρότημα Roosters, όπου μυήθηκε στο ριθμ εντ μπλουζ από τον Τομ ΜακΓκίνες (Manfred Mann, Blues Band) και στη συνέχεια στο συγκρότημα Casey Jones & The Engineers. Την ίδια χρονιά εντάχθηκε στους Yardbirds του Τζον Μάγιαλ, που τον είχαν πλάι τους μέχρι και το θρυλικό «For Your Love».


Έχοντας αποκτήσει ήδη από τον Τζόρτζιο Γκομέλσκι το παρατσούκλι «Slowhand» («Αργοχέρης»), για τον άνετο τρόπο με τον οποίο έπαιζε κιθάρα, εντάχθηκε στους επιτυχημένους Bluesbrakers του Τζον Μάγιαλ, από τους οποίους έφυγε το 1966 για να σχηματίσει το σπουδαίο γκρουπ των Cream με τους Τζακ Μπρους και Τζίντζερ Μπέικερ.

Η… διαμονή στην Αθήνα

Νωρίτερα κι ενώ ήταν ακόμη μέλος των Bluesbrakers, έζησε για λίγους μήνες στην Αθήνα (από τον Οκτώβριο του 1965), όπου συμμετείχε ως κιθαρίστας σε κάποιες από τις συναυλίες του συγκροτήματος Juniors, αντικαθιστώντας τον κιθαρίστα τους Αλέκο Καρακαντά, ο οποίος είχε τραυματιστεί στο αυτοκινητιστικό δυστύχημα στο οποίο είχε χάσει τη ζωή του ο ηγέτης του γκρουπ Θάνος Σουγιούλ.


Οι σπουδαίες συνεργασίες

Με τους Cream ηχογράφησε τα άλμπουμ «Fresh Cream» (1966), «Disraeli Gears» (1967), «Wheels of Fire» (1968) και «Goodbye» (1969). Τα σόλο του στα τραγούδια «Crossroads» και «White Room» έθεσαν τις βάσεις για τα σόλο των κιθαριστών της ροκ μουσικής. Την ίδια περίοδο συνεργάστηκε με τον Τζορτζ Χάρισον και τους Beatles και μετά τη διάλυση των Cream έφτιαξε με τον Τζίντζερ Μπέικερ τους πολλά υποσχόμενους, πλην όμως βραχύβιους, «Blind Faith», οι οποίοι ηχογράφησαν το ομώνυμο άλμπουμ με τη συμμετοχή του Στιβ Γουίνγουντ.


Επόμενοι σταθμοί του υπήρξαν οι Delaney & Bonnie και οι Derek & The Dominoes, με τους οποίους ηχογράφησε το άλμπουμ «Layla & Other Assorted Love Songs» (1970), από το οποίο ξεχώρισε το τραγούδι «Layla», γραμμένο για την Πάτι Μπόιντ, τη γυναίκα του καλύτερου φίλου του Τζορτζ Χάρισον, την οποία αργότερα παντρεύτηκε.

Το πρώτο του σόλο άλμπουμ

Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε τον πρώτο του προσωπικό του δίσκο με τίτλο το όνομά του, από το οποίο ξεχώρισε η διασκευή του τραγουδιού του Τζέι Τζέι Κέιλ «After Midnight». Απογοητευμένος από τις πωλήσεις του και εθισμένος ήδη στην ηρωίνη, ο Κλάπτον εξαφανίστηκε από το μουσικό προσκήνιο για δύο χρόνια.


Ξεπερνώντας τον εθισμό του, έκανε μία επιτυχημένη επιστροφή με το άλμπουμ «461 Ocean Boulevard» (1974), το οποίο περιελάμβανε την επιτυχημένη επανεκτέλεση του τραγουδιού του Μπομπ Μάρλεϊ «I Shot the Sheriff». Στο άλμπουμ αυτό έδωσε περισσότερη έμφαση στη σύνθεση των τραγουδιών και στα φωνητικά και λιγότερο στις κιθαριστικές του ικανότητες.


Στο εξής υπήρξε συνεπής με το κοινό του, κυκλοφορώντας δίσκους όπως οι «Slowhand» (1977), Backless (1978), «Money and Cigarettes» (1983), «August» (1986) και «From the Craddle» (1994) που παλινδρομούσαν μεταξύ μπλουζ και με διαρκή παρουσία στους καταλόγους επιτυχιών.



Το τραγούδι «Tears In Heaven»

Στο απόγειο της δόξας του έφτασε με το άλμπουμ «Unplugged» (1992), ηχογράφηση της συναυλίας του με ακουστικά όργανα στο MTV. Ο δίσκος περιλάμβανε το τραγούδι «Tears In Heaven», που αναφερόταν στο χαμό του τετράχρονου γιου του Κόνορ - καρπό του έρωτά του με την ιταλίδα ηθοποιό Λόρι ντι Σάντο- ο οποίος έπεσε από το ανοιχτό παράθυρο του 53ου ορόφου ενός ουρανοξύστη της Νέας Υόρκης. Στην τελετή των Γκράμι του 1993, το «Tears in Heaven» βραβεύτηκε ως τραγούδι και ως ηχογράφηση της χρονιάς, ενώ το «Unplugged» βραβεύτηκε ως άλμπουμ της χρονιάς.


Ο Κλάπτον εξερεύνησε επίσης τις μουσικές του επιρροές με δύο σπουδαίες συνεργασίες που βραβεύτηκαν με Γκράμι: Η πρώτη με τον θρύλο των μπλουζ Μπ. Μπ. Κινγκ στον δίσκο «Riding with the King» (2000) και τον σπουδαίο κιθαρίστα Τζ. Τζ. Κέιλ στο «The Road to Escondido» (2006). Η κριτική και εμπορική επιτυχία αυτών των άλμπουμ σταθεροποίησε τη θέση του ως ένας από τους κορυφαίους της ροκ μουσικής. Οι επόμενες κυκλοφορίες του «Clapton» (2010), «Old Sock» (2013) και «I Still Do» (2016) δεν εισέφεραν κάτι διαφορετικό στην ήδη γνωστή μουσική του διαδρομή. Το 2018 κυκλοφόρησε το χριστουγεννιάτικο άλμπουμ «Happy Xmas».


Η συνεργασία με τον τον Βαν Μόρισον στο αντιεμβολιαστικό «Stand and Deliver»

Κατά τη διάρκεια της πανδημίας του COVID-19, ο Έρικ Κλάπτον έγινε γνωστός για την έντονη κριτική του στα περιοριστικά μέτρα και στον εμβολιασμό. Συνεργάστηκε με τον Βαν Μόρισον στο αντιεμβολιαστικό σινγκλ «Stand and Deliver» (2020) και αρνήθηκε να παίξει σε οποιοδήποτε χώρο που απαιτούσε πιστοποιητικό εμβολιασμού.


Η στάση του αυτή επικρίθηκε από πολλούς κι έφερε και πάλι στην επιφάνεια κάποιες παλαιότερες αρνητικές συμπεριφορές του που ο ίδιος τις έχει παραδεχτεί, αλλά αρνήθηκε ν’ αναλάβει τις ευθύνες του, υποστηρίζοντας ότι αυτές οφείλονται στον εθισμό του στα ναρκωτικά και το αλκοόλ. Δύο από τις πλέον γνωστές είναι ο βιασμός της πρώην συζύγου του Πάτι Μπόιντ τη δεκαετία του 1970 και οι ρατσιστικές ατάκες του ότι η Αγγλία είναι «μια χώρα λευκών φτιαγμένη για τους λευκούς» σε συναυλία του στο Μπέρμιγχαμ το 1976.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου