Κινέζος εθνικιστής ηγέτης, που μετά την κατάληψη της χώρας του από τους κομουνιστές του Μάο Τσε Τουνγκ
έφυγε στην Ταϊβάν, όπου δημιούργησε ανεξάρτητο κράτος.Ο Τσιανγκ Κάι Σεκ (ή Τσανγκ Κάι-Σεκ) ήταν κινέζος στρατιωτικός και πολιτικός, ο μεγάλος αντίπαλος του Μάο Τσε Τουνγκ στον αγώνα για την κατάκτηση της εξουσίας στην αχανή χώρα της Άπω Ανατολής. Ήταν ο ηγέτης της εθνικιστικής κυβέρνησης στην ηπειρωτική Κίνα από το 1928 έως το 1949, ενώ διετέλεσε Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Κίνας από το 1928 έως το 1931 και από το 1943 έως το 1948.
Αγωνίστηκε για την απελευθέρωση της χώρας του από τους Ιάπωνες σε συμμαχία με τους κομμουνιστές, αλλά μετά την ήττα του από τον Μάο το 1949, εγκαταστάθηκε με τα υπολείμματα του στρατού του στο νησί Ταϊβάν (πρώην Φορμόζα), όπου συνέχισε ν’ αποκαλεί τη χώρα του Δημοκρατία της Κίνας και να διεκδικεί την ηπειρωτική πατρίδα από τους κομμουνιστές. Αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, κυβέρνησε δικτατορικά στο νησί μέχρι τον θάνατό του το 1975, αλλά συνέβαλε σημαντικά στην εκρηκτική οικονομική άνοδο της Ταϊβάν.
Η στρατιωτική σταδιοδρομία και επαναστατική δράση του Τσιανγκ Κάι Σεκ
Ο Τσιανγκ Κάι Σεκ γεννήθηκε στις 31 Οκτωβρίου 1887 στην παραθαλάσσια επαρχία Τσεκιάνγκ της Κίνας από γονείς σχετικά εύπορους που ασχολούνταν με το εμπόριο και τη γεωργία. Προετοιμάστηκε για στρατιωτική σταδιοδρομία και παρακολούθησε αρχικά τη Στρατιωτική Ακαδημία του Παοτίνγκ στη Βόρεια Κίνα (1906) και κατόπιν πήγε στην Ιαπωνία, όπου μετεκπαιδεύτηκε και υπηρέτησε στον ιαπωνικό στρατό, τον οποίο θαύμαζε απεριόριστα.
Κατά την παραμονή του στο Τόκιο συνδέθηκε με τον επαναστάτη συμπατριώτη του Σουν Γιατ Σεν και τους ομοϊδεάτες του, οι οποίοι συνωμοτούσαν για την εκθρόνιση της δυναστείας των Μαντσού που κυβερνούσε την Κίνα από τον 17ο αιώνα και την επιβολή δημοκρατικού καθεστώτος. Μόλις πληροφορήθηκε τα επαναστατικά κινήματα στην Κίνα το 1911, ο Τσιανγκ επέστρεψε κι έλαβε μέρος στις μάχες που κατέληξαν στην ανατροπή των Μαντσού και την εκθρόνιση του «Τελευταίου Αυτοκράτορα» Που Γι.
Ακολούθως συμμετείχε στους αγώνες των Κινέζων δημοκρατών και των άλλων επαναστατών εναντίον του Γιουάν Σικάι, του νέου προέδρου της Κίνας, που κυβερνούσε δικτατορικά και απέβλεπε στο αυτοκρατορικό αξίωμα. Η δράση του αυτή του στοίχισε τη θέση του στο στράτευμα. Μετά τον θάνατο του Γιουάν το 1916, επικράτησε αναρχία και η αχανής χώρα ήταν διαιρεμένη από διάφορους πολέμαρχους. Ο Τσιανγκ επανασυνδέθηκε με τον Σουν, ο οποίος ήταν ο ηγέτης του Κουομιτάνγκ (Εθνικιστικό Κόμμα) και είχε ως σκοπό της ζωής του να ενοποιήσει την Κίνα.
Η άνοδος στην ηγεσία του Κουομιτάνγκ και η πορεία προς το Πεκίνο
Το 1923 ο Σουν έστειλε τον Τσιανγκ στη Μόσχα για να μελετήσει τη στρατιωτική δομή και τους πολιτικούς θεσμούς της νεοσύστατης Σοβιετικής Ένωσης. Με την επιστροφή του τον διόρισε διοικητή της στρατιωτικής ακαδημίας της Καντόνας (Γκουανγκτζού) που ήταν το προπύργιο των επαναστατών. Πλήθος σοβιετικών συμβούλων πλημμύρισε την Καντόνα και οι κινέζοι κομμουνιστές έγιναν δεκτοί στο Εθνικιστικό Κόμμα.
Μετά τον θάνατο του Σουν το 1925, ο Τσιανγκ με τη βοήθεια των σπουδαστών της σχολής ανέλαβε την ηγεσία του Κουομιτάνγκ και τον επόμενο χρόνο ως διοικητής του επαναστατικού στρατού ξεκίνησε την προέλασή του προς τα βόρεια της Κίνας, με στόχο το Πεκίνο, την πρωτεύουσα της αδύναμης δημοκρατίας. Σε μια πορεία 1.900 χιλιομέτρων, απέκτησε τον έλεγχο της νότιας και κεντρικής Κίνας.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ο Τσιανγκ έλαβε δύο αποφάσεις που επρόκειτο να έχουν σημαντικές συνέπειες για τη χώρα και τη ζωή του. Θορυβημένος από την ανάπτυξη του κομμουνισμού, απέλυσε τους σοβιετικούς συμβούλους του κι έδιωξε τους κομμουνιστές από το κόμμα του. Επίσης, νυμφεύτηκε σε τέταρτο γάμο την αμερικανοτραφή Σουνγκ Μέι Λινγκ, που έγινε η πιο στενή του σύμβουλος. Η Σουνγκ ήταν χριστιανή και ώθησε και τον ίδιο ν’ ασπαστεί τον χριστιανισμό.
Ο Τσιανγκ Κάι Σεκ στο «τιμόνι» της Κίνας
Το 1928 ο στρατός του μπήκε στο Πεκίνο και, ως αρχηγός του Κουομιντάγκ, τέθηκε επικεφαλής της Δημοκρατίας της Κίνας. Μία από τις πρώτες του αποφάσεις ήταν να μεταφέρει την πρωτεύουσα στο Νανκίνγκ (Ναντζίνγκ) στα νότια.
Ωστόσο, η Κίνα απείχε ακόμη πολύ από την ενοποίηση. Για χρόνια ο Τσιανγκ πολεμούσε τους εξεγερμένους περιφερειακούς διοικητές και τις ένοπλες κομμουνιστικές δυνάμεις.
Όταν η Ιαπωνία εισέβαλε στη Μαντζουρία το 1931, ο Τσιανγκ δεν προέβαλε αντίσταση, καθώς πίστευε ότι η Κίνα ήταν ακόμα πολύ αδύναμη για να διακινδυνεύσει έναν πόλεμο με τον ισχυρό γείτονά της. Η κριτική που του ασκήθηκε για την πολιτική του τον ανάγκασε να παραιτηθεί από αρχηγός του έθνους, αλλά συνέχισε ως διοικητής του στρατού.
Ο Τσιανγκ επιτάχυνε το πρόγραμμά του για την ενοποίηση και την ενίσχυση της Κίνας. Το 1935 ξεκίνησε το κίνημα της Νέας Ζωής, ένα πρόγραμμα που σχεδιάστηκε για να βελτιώσει την κατάσταση των αγροτών μέσω της εκπαίδευσης, των οικιακών βιομηχανιών και της αυτοβοήθειας. Στόχος του ήταν να σταματήσει την εξάπλωση του κομμουνισμού, διδάσκοντας τις παραδοσιακές κινεζικές αξίες του Κομφούκιου.
Η συμμαχία με τους κομμουνιστές, η σύγκρουση με την Ιαπωνία και η ήττα από τον Μάο
Όταν η Ιαπωνία εισέβαλε ξανά στην Κίνα το 1937, ο Τσιανγκ αναγκάστηκε να σχηματίσει μία προσωρινή συμμαχία με τους κομμουνιστές. Οι δυνάμεις του κράτησαν το μεγαλύτερο μέρος της Κίνας απαλλαγμένο από τον ιαπωνικό έλεγχο και κατάφεραν να μεταφέρουν βιομηχανίες και σχολεία στο εσωτερικό.
Όταν οι συμμαχικές δυνάμεις (εκτός της Σοβιετικής Ένωσης) κήρυξαν τον πόλεμο στην Ιαπωνία κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ο Τσιανγκ ανέλαβε επικεφαλής των συμμάχων στην Κίνα και το 1943 επανήλθε στην προεδρία της χώρας του.
Κατά τη διάρκεια της προεδρίας του, η Κίνα έλαβε σημαντική οικονομική βοήθεια από τις ΗΠΑ, αλλά ο Τσιανγκ δεν προώθησε οικονομικές ή πολιτικές μεταρρυθμίσεις. Μεγάλο μέρος της εθνικιστικής κυβέρνησής του ήταν διεφθαρμένο και ο πληθωρισμός ροκάνιζε το πενιχρό ούτως η άλλως εισόδημα των Κινέζων.
Ο Τσιανγκ δεν αντιστάθηκε ενεργά στους Ιάπωνες κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, βασιζόμενος στις ΗΠΑ για να κερδίσουν τον πόλεμο κι επιθυμώντας να διατηρήσει το δικό του στρατό για τις μελλοντικές μάχες με τους κομμουνιστές του Μάο.
Πιστεύεται ότι αυτή η στρατηγική τού στοίχισε την υποστήριξη πολλών Κινέζων και αποθάρρυνε τα δικά του στρατεύματα. Ως αποτέλεσμα, όταν οι εμφύλιες διαμάχες μεταξύ των κομμουνιστών και των δυνάμεων του Τσιανγκ ξεκίνησαν ξανά του 1946, οι Κινέζοι κομμουνιστές είχαν πλέον την πρωτοβουλία. Έως το 1949 είχαν κερδίσει ολόκληρη την ηπειρωτική χώρα και ο Μάο ίδρυσε τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας την 1η Οκτωβρίου του ίδιου χρόνου.
Η έξοδος στην Ταϊβάν και η ίδρυση της «Δημοκρατίας της Κίνας»
Ο Τσιανγκ δραπέτευσε στο νησί Ταϊβάν και δημιούργησε ένα νέο κράτος που το ονόμασε Δημοκρατία της Κίνας. Με την υποστήριξη των ΗΠΑ, ήταν η εκπρόσωπος όλης της Κίνας στον ΟΗΕ, καθώς η Λαϊκή Κίνα δεν αναγνωριζόταν από τις δυτικές χώρες έως το 1971.
Η ονομασθείσα «διπλωματία του πινγκ πονγκ» που προώθησε ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Χένρι Κίσινγκερ, είχε ως αποτέλεσμα η Δημοκρατία της Κίνας (Ταϊβάν) ν’ αποβληθεί από τον ΟΗΕ και τη θέση της να πάρει η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, οπότε αναγνωρίστηκε απ’ όλα τα κράτη του κόσμου εις βάρος της Ταϊβάν.
Ο Τσιανγκ Κάι Σεκ παρέμεινε πρόεδρος της Δημοκρατίας της Κίνας μέχρι τον θάνατό του, που επισυνέβη στις 5 Απριλίου 1975 στην πρωτεύουσα της χώρας Ταϊπέι. Μέχρι την τελευτή του βίου του διατηρούσε ζωντανό το όραμά του για την επανένωση όλης της Κίνας (ηπειρωτικής και νησιωτικής) υπό την ηγεσία του. Το όραμά του συμμερίζονται μέχρι και σήμερα και οι επίγονοί του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου