Ο Χένρι Φόντα (Henry Fonda) υπήρξε ένας από τους κορυφαίους ηθοποιούς
της χρυσής εποχής του Χόλιγουντ και ιδρυτής της κινηματογραφικής δυναστείας των Φόντα. Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου (AFI), κατέταξε τον Χένρι Φόντα στην έκτη θέση της λίστας με τις θρυλικές μορφές της κλασικής εποχής του αμερικανικού κινηματογράφου.Ο Χένρι Τζέινς Φόντα γεννήθηκε στις 16 Μαΐου 1905 στο Γκραντ Άιλαντ της πολιτείας Νεμπράσκα των ΗΠΑ και μεγάλωσε στην Ομάχα, τη μεγαλούπολη της πολιτείας. Ήταν γιος του τυπογράφου Γουίλιαμ Φόντα, ολλανδοϊταλικής καταγωγής, και της συζύγου του Ερμπέρτα Τζέινς.
Όταν ήταν 14 ετών, αυτός και ο πατέρας του έγιναν μάρτυρες του βάναυσου λιντσαρίσματος ενός νεαρού αφροαμερικανού από λευκούς, ένα φρικτό θέαμα που εντυπώθηκε στη μνήμη του νεαρού Φόντα και τον έφερε αντιμέτωπο με κάθε προκατάληψη για το υπόλοιπο της ζωής του.
Στα 18 του γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα για σπουδές δημοσιογραφίας, αλλά τις εγκατέλειψε δύο χρόνια αργότερα για ν’ ακολουθήσει καριέρα πρώτα σε θεατρικές παραστάσεις σε περιφερειακούς θιάσους και στη συνέχεια στη Νέα Υόρκη. Μία σειρά από ρόλους στο Μπρόντγουεϊ στη δεκαετία του 1930 οδήγησαν στο θεατρικό έργο του Μαρκ Κόνελι «Ο αγρότης παντρεύεται» («The Farmer Takes a Wife»), με το οποίο στη συνέχεια έκανε και την πρώτη κινηματογραφική του εμφάνισή το 1935 σε σκηνοθεσία του Βίκτορ Φλέμινγκ.
Σε πρωταγωνιστικό ρόλο πρωτοεμφανίστηκε στην ταινία του Φριτς Λανγκ «Έχω δικαίωμα να ζήσω» («You Only Live Once», 1937), για να δημιουργήσει στη συνέχεια μια χαρακτηριστικά αμερικανική κινηματογραφική προσωπικότητα, σε ταινίες όπως «Ο νεαρός κύριος Λίνκολν» («Young Mr. Lincoln», 1939), «Τα σταφύλια της οργής» («The Grapes of Wrath», 1940), «Καταχθόνιος δίωξις» («My Darling Clementine», 1946), ταινίες όλες σκηνοθετημένες από τον Τζον Φορντ.
Ο Φόντα ήταν ένας ευφυής ηθοποιός με απλό, φυσικό στιλ, που έδωσε ερμηνείες όλο δεξιοτεχνία σε ρομαντικές κωμωδίες [«Η γυναίκα πειρασμός» (The Lady Eve, 1941)] του Πρέστον Στάρτζες και [«Μίστερ Ρόμπερτς» («Mister Roberts», 1955)] του Τζον Φορντ, θρίλερ αγωνίας [«Δεκατρία εγκλήματα ζητούν ένοχο» («The Wrong Man», 1957)] του Άλφρεντ Χίτσκοκ και κοινωνικά δράματα [«Η πόλις του μίσους» (The Ox-Bow Incident, 1943)] του Γουίλιαμ Γουέλμαν και «Οι δώδεκα ένορκοι» («Twelve Angry Men», 1957)] του Σίντνεϊ Λούμετ.ρμός θανάτου» («Fail-Safe, 1963) του Σίντνεϊ Λούμετ, «Οι Ατρόμητοι» («Sometimes a Great Notion», 1971) του Πολ Νιούμαν και σε ρόλο «κακού» στο κλασικό πλέον γουέστερν (αν και σπαγγέτι) του Σέρτζιο Λεόνε «Κάποτε στη Δύση» («Once Upon a Time in the West», 1968).
Παράλληλα με τον κινηματογράφο συνέχιζε να εμφανίζεται σε θεατρικές παραστάσεις. Το 1948 τιμήθηκε με Τόνι για τον πρωταγωνιστικό του ρόλο στο θεατρικό έργο των Τόμας Χέγκεν και Τζόσουα Λόγκαν «Mister Roberts», που αναφέρεται στη ζωή των ναυτών των αμερικανικών πολεμικών πλοίων στον Ειρηνικό κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μία εμπειρία που είχε βιώσει και ο ίδιος ως έφεδρος αξιωματικός του ναυτικού πριν από λίγα χρόνια.
Τον ρόλο επανέλαβε το 1955 στην κινηματογραφική μεταφορά του έργου από τον Τζον Φορντ, που σηματοδότησε το τέλος της συνεργασίας τους. Με τον σπουδαίο σκηνοθέτη διέκοψε κάθε σχέση, όταν αυτός τον γρονθοκόπησε σ’ ένα καυγά τους κατά τη διάρκεια τον γυρισμάτων. Ένας άλλος χαρακτηριστικός θεατρικός του ρόλος ήταν αυτός του εμβληματικού αμερικανού ποινικολόγυ Κλάρενς Ντάροου (γνωστός από τη Δίκη των Πιθήκων) στον ομώνυμο θεατρικό μονόλογο του 1974.
Το 1978 το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου τον βράβευσε για το σύνολο της καριέρας και το 1982 η Ακαδημία Τεχνών και Επιστημών του Κινηματογράφου του απένειμε το Όσκαρ καλύτερου ανδρικού ρόλου για την ερμηνεία του στο οικογενειακό δράμα του Μαρκ Ράιντελ «Η χρυσή λίμνη» («On Golden Pond», 1981), στην οποία συμπρωταγωνίστησε με την Κάθριν Χέπμπορν.
Ο Χένρι Φόντα δεν παραβρέθηκε στην τελετή απονομής της 29 Μαρτίου, λόγω του ότι ήταν σοβαρά άρρωστος και το βραβείο παρέλαβε εκ μέρους του η κόρη του Τζέιν Φόντα. Λίγους μήνες αργότερα, στις 12 Αυγούστου 1982, ο σπουδαίος ηθοποιός άφησε την τελευταία του πνοή στο σπίτι του στο Λος Άντζελες, σε ηλικία 77 ετών.
Στην προσωπική του ζωή ο Χένρι Φόντα παντρεύτηκε πέντε φορές και απέκτησε τρία παιδιά. Δύο από τα παιδιά του ακολούθησαν τα βήματά του με επιτυχία: η «Μπαρμπαρέλα» Τζέιν Φόντα και ο «Ξένοιαστος Καβαλάρης» Πίτερ Φόντα, καθώς και δύο από τα εγγόνια του, η Μπρίτζετ Φόντα και ο Τρόι Γκάριτι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου