«Πρέπει να κάνεις το καλό, αλλά δεν πρέπει να μιλάς γι' αυτό. Αν μιλήσεις γι' αυτό, εκμεταλλεύεσαι τη δυστυχία των άλλων για δικό σου όφελος» είχε πει κάποτε στον γιο του, ο Τζίνο Μπαρτάλι.
Η Πλατεία Μικελάντζελο, η οποία φέρει το παρατσούκλι «το μπαλκόνι της Φλωρεντίας» εξαιτίας της απέραντης θέας που προσφέρει στην πρωτεύουσα της Τοσκάνης, βρέθηκε στο επίκεντρο της μεγάλης αναχώρησης του Γύρου της Γαλλίας στις 29 Ιουνίου.
«Πρέπει να κάνεις το καλό, αλλά δεν πρέπει να μιλάς γι’ αυτό. Αν μιλήσεις γι’ αυτό, εκμεταλλεύεσαι τη δυστυχία των άλλων για δικό σου όφελος»
Εκεί παρουσιάστηκαν οι ομάδες των επίλεκτων αθλητών ποδηλασίας σε πλήθος φιλάθλων πριν από την επίσημη εκκίνηση του αγώνα από την Πιάτσα ντελλα Σινιορία στο ιστορικό κέντρο της πόλης.
Φωτογραφία; Public Domain
«Είδωλο των ιταλικών αγώνων ποδηλασίας»
Αυτή είναι η πρώτη αναχώρηση του Γύρου από την Ιταλία και οι ντόπιοι πέταξαν την σκούφια τους. Για την παθιασμένη με το ποδήλατο Ιταλία, που μόλις πριν από τρεις εβδομάδες φιλοξένησε το Γύρο της Ιταλίας, επρόκειτο για ευκαιρία για την οποία είναι περήφανη.
«Είμαι απίστευτα ενθουσιασμένη για τη Μεγάλη Αναχώρηση στη Φλωρεντία και πιστεύω ότι ο Γύρος της Γαλλίας θα μπορούσε να ξεκινήσει μόνο από εδώ και από την ομορφιά της Τοσκάνης, την πραγματική χώρα της ποδηλασίας», δήλωσε τότε η Σίλβια Λιβόνι, σύμβουλος του οργανισμού της Τοσκάνης, Toscana Promozione Turistica.
Όταν ο Ιταλός δικτάτορας Μπενίτο Μουσολίνι τον επαίνεσε για τη νίκη του στον αγώνα, ο Μπαρτάλι επέλεξε να μην απαντήσει
Και για τη Φλωρεντία, είναι η τέλεια ευκαιρία να γιορτάσει τον δικό της ήρωα, τον τρεις φορές νικητή του Γύρου της Ιταλίας και δύο φορές νικητή του Γύρου της Γαλλίας, Τζίνο Μπαρτάλι, ο οποίος επίσης τιμάται επίσημα στο πλαίσιο της προώθησης του Γύρου.
Φωτογραφία: Γύρος της Ιταλίας 1953, Στάδιο 4, Τζίνο Μπαρτάλι και Βιμ βαν Εστ. GaHetNa | Wikimedia Commons
Γεννημένος το 1914 στην Ponte a Ema, μια μικρή πόλη κοντά στη Φλωρεντία, ο Μπαρτάλι εξελίχθηκε σε έναν από τους μεγαλύτερους ποδηλάτες στην ιστορία. Ως παιδί, ο Μπαρτάλι ανέβαινε στην Πλατεία Μικελάντζελο με τον αδελφό του Τζούλιο με το ποδήλατο για να θαυμάσει τους όμορφους τρούλους της Φλωρεντίας, και ονειρευόταν να γίνει μια μέρα μεγάλος δρομέας. Χωρίς να το γνωρίζει τότε το μικρό αγόρι, θα έμενε στην ιστορία όχι μόνο ως ένας από τους καλύτερους, αλλά και ως κάτι πολύ περισσότερο.
Όταν πέθανε το 2000, η εφημερίδα Guardian τον χαρακτήρισε ως το «είδωλο των ιταλικών αγώνων ποδηλασίας» και εστίασε τη νεκρολογία της στην ποδηλατική του μαεστρία, όμως τα επιτεύγματά του δεν κινούνταν μονάχα πέριξ του αθλητισμού.
Η ιστορία του Τζίνο Μπαρτάλι
Μεταξύ 1943 και 1945, ως μέλος ενός θρησκευτικού αντιστασιακού δικτύου, ο Μπαρτάλι έκανε χιλιάδες χιλιόμετρα με ποδήλατο, μεταφέροντας πλαστά έγγραφα ταυτότητας που είχαν εκτυπωθεί κρυφά από ένα αντιστασιακό κίνημα με επικεφαλής τον φίλο του αρχιεπίσκοπο της Φλωρεντίας καρδινάλιο Ντάλα Κόστα.
Παραδίδονταν σε Εβραίους και άλλους πολιτικούς πρόσφυγες για να τους βοηθήσουν να ξεφύγουν από τη βόρεια Ιταλία που ελέγχονταν από τους Ναζί. Φορώντας τη φανέλα του αγώνα με το όνομα του τυπωμένο στο πίσω μέρος και αφήνοντας το σπίτι του μόνο με εργαλεία έκτακτης ανάγκης για το ποδήλατο, οδήγησε χιλιάδες χιλιόμετρα από τη Φλωρεντία στη Γένοβα και την Ασίζη μεταφέροντας αυτό το πολύτιμο φορτίο.
Με βάση αυτή και μόνο την πράξη του, του αναγνωρίζεται ότι έσωσε τις ζωές περισσότερων από 500 ανθρώπων.
Για τον Μπαρτάλι, η ιδιότητά του ως πρωταθλητή ποδηλάτη ήταν η απόλυτη μεταμφίεση. Κάθε φορά που τον σταματούσαν καθ’ οδόν, έλεγε απλώς «προπονούμαι» και κανείς δεν τον αμφισβητούσε περαιτέρω.
Ο Μπαρτάλι πολεμούσε το καθεστώς που είχε αρχικά χρησιμοποιήσει τη ποδηλασία για πολιτικούς σκοπούς. Η νίκη του στον Γύρο της Γαλλίας το 1938 χρησιμοποιήθηκε ως προπαγάνδα από το φασιστικό καθεστώς της Ιταλίας για να «αποδείξει» τη δύναμη της ιταλικής φυλής, και το ποδήλατό του έγινε το προκλητικό όπλο του ενάντια σε μια κυβέρνηση που δεν υποστήριζε – ειδικά όταν η Ιταλία εισήγαγε εκείνη τη χρονιά μια φυλετική πολιτική που απέκλειε τους Εβραίους από τη σχολική εκπαίδευση και την απασχόληση.
Όταν ο Ιταλός δικτάτορας Μπενίτο Μουσολίνι τον επαίνεσε για τη νίκη του στον αγώνα, ο Μπαρτάλι επέλεξε να μην απαντήσει, αφιερώνοντας τη νίκη του αντ’ αυτού στην Καθολική Εκκλησία.
Όταν ξέσπασε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, το φασιστικό καθεστώς της Ιταλίας συμμάχησε με τη ναζιστική Γερμανία και άρχισε να εφαρμόζει τη σύλληψη των Εβραίων στην Ιταλία. Οι παρτιζάνοι αντάρτες ήταν ιδιαίτερα ισχυροί στην Τοσκάνη, επειδή η περιοχή βρισκόταν στην περιοχή όπου οι Σύμμαχοι προέλαυναν από το νότο και οι Γερμανοί από το βορρά.
Η μαρτυρία
«Δεν το είπε ποτέ σε κανέναν εκτός από μένα, βάζοντάς με να ορκιστώ ότι δεν θα μιλήσω ποτέ γι’αυτό», θυμάται ο γιος του Τζίνο, Αντρέα, στην ταινία του 2014 My Italian Secret, ένα ντοκιμαντέρ για τις γενναίες πράξεις αφανών ηρώων κατά τη διάρκεια του πολέμου. Ο Αντρέα ήταν ήδη 30 ετών και, εκτός από τους άμεσα εμπλεκόμενους, ήταν ο πρώτος άνθρωπος στον οποίο ο Μπαρτάλι μίλησε για το τι ακριβώς συνέβη κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Φωτογραφία: Τζίνο Μπαρτάλι, Γύρος της Γαλλίας 1950 | GaHetNa | Wikimedia Commons
Ο Τζίνο δεν έβλεπε τον εαυτό του ως ήρωα, λέει ο Αντρέα στην ταινία, ανακαλώντας τα λόγια του πατέρα του: «Θέλω να με θυμούνται για τα αγωνιστικά μου επιτεύγματα. Οι πραγματικοί ήρωες είναι άλλοι, αυτοί που έχουν υποφέρει στην ψυχή τους, στην καρδιά τους, στο πνεύμα τους, στο μυαλό τους, για τους αγαπημένους τους. Αυτοί είναι οι πραγματικοί ήρωες. Εγώ είμαι απλώς ένας ποδηλάτης».
Την ίδια χρονιά που κυκλοφόρησε το ντοκιμαντέρ, ο Αντρέα Μπαρτάλι δήλωσε στο BBC: «Όταν ρώτησα τον πατέρα μου γιατί δεν μπορούσα να το πω σε κανέναν, μου είπε: «Πρέπει να κάνεις το καλό, αλλά δεν πρέπει να μιλάς γι’ αυτό. Αν μιλήσεις γι’ αυτό, εκμεταλλεύεσαι τη δυστυχία των άλλων για δικό σου όφελος».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου