Καθώς οι φλόγες του πολέμου δεν έχουν καταλαγιάσει στο μαλακό
υπογάστριο της Ευρώπης, την Εγγύς Ανατολή, όπου πλέον έχει ανοίξει ακόμα μία πληγή, της Συρίας, οι δύο ισχυρότερες πολιτικά δυνάμεις της Ε.Ε. η Γαλλία και η Γερμανία στροβιλίζονται στην δίνη πολιτικών κρίσεων οι οποίες δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι μπορεί να επιλυθούν με καθαρές λύσεις.Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η πτώση της κυβέρνησης στην Γαλλία μετά την αδυναμία της να καταρτίσει προϋπολογισμό καταδεικνύει τη δυσλειτουργία στο Παρίσι, σχολιάζoυν οι Financial Times. Και δεν παραλείπουν να τονίσουν «την εκπληκτική επιτυχία αυτού που έχουμε αποκαλέσει υποτιμητικά “περιφέρεια” της Ευρωζώνης μια δεκαετία ή και περισσότερο μετά την κρίση δημόσιου χρέους της.
Γαλλία και Γερμανία έχουν ζητήματα. Το γαλλικό κόστος δανεισμού αυξήθηκε σε σύγκριση με της Γερμανίας, η αυτοκινητοβιομηχανία της οποίας όμως δεν μπορεί να αποτελέσει την κινητήρια δύναμη της οικονομίας, όπως άλλοτε. Και οι δύο χώρες αντιμετωπίζουν ταυτοχρόνως πολιτική κρίση.
Η κρίση στην Γαλλία
Η δήλωση που έκανε ο Μακρόν την Τρίτη ότι σε 48 ώρες θα ανακοινώσει το όνομα του νέου πρωθυπουργού, δεν λύνει το ζήτημα της κυβέρνησης, μετά την παραίτηση Μπαρνιέ. Λέει στην ουσία ότι θα ανακοινώσει την Πέμπτη το πρόσωπο που θα αρχίσει διαπραγματεύσεις για να σχηματιστεί κυβέρνηση. Δεν έχει λοιπόν καθαρό πολιτικό περιεχόμενο η ανακοίνωση της Πέμπτης, γιατί δεν υπάρχει πολιτική συμφωνία.
Το ερώτημα είναι αν μπορεί να υπάρξει τέτοια. «Θα προσπαθήσουμε να δούμε τα σημεία στα οποία συμφωνούμε», είπε ο Μακρόν. Άρα ο Γάλλος πρόεδρος στην ουσία επιδιώκει να βρεθεί μια μορφή συμφωνίας ώστε να μην εξαρτάται το κράτος από την καλή θέληση της ακροδεξιάς Εθνικής Συσπείρωσης και του Αριστερής Ανυπότακτης Γαλλίας. Είναι οι δύο πολιτικοί του αντίπαλοι που έριξαν την κυβέρνηση Μπαρνιέ. Αλλά η συμφωνία να μην υποβάλλεται η κυβέρνηση σε πρόταση μομφής, δεν είναι κυβερνητική συμφωνία. Είναι μάλλον μια συμφωνία χωρίς πολιτικό χρώμα.
«Μια ανίερη συμμαχία που θα εκτεινόταν από την Αριστερά μέχρι τους Ρεπουμπλικάνους θα ανάγκαζε κάθε ένα από αυτά τα στρατόπεδα να συμφωνήσει σε μια ατζέντα αποκήρυξης και όχι σε ένα χρονοδιάγραμμα μεταρρυθμίσεων», γράφει χαρακτηριστικά η Le Figaro.
«Μια εβδομάδα μετά την κοινή πρόταση μομφής της ακροδεξιάς και του αριστερού Νέου Λαϊκού Μετώπου η οποία ανέτρεψε την κυβέρνηση του Μπαρνιέ, δεν υπάρχει ακόμη πραγματικός πιλότος στο αεροπλάνο του Matignon. Αναμενόμενος το αργότερο μέχρι το βράδυ της Πέμπτης, σύμφωνα με την τελευταία προεδρική δέσμευση, ο διορισμός ενός νέου πρωθυπουργού έχει μετατραπεί σε δοκιμασία αλήθειας για κάθε έναν από τους εμπλεκόμενους παίκτες. Ξεκινώντας, φυσικά, από τον Εμανουέλ Μακρόν», σχολιάζει η εφημερίδα.
Μπορεί ο αρχηγός του κράτους να σημείωσε ότι «οι πολιτικές δυνάμεις είναι ομόφωνες στο να μην εξαρτώνται πλέον από την Εθνική Συσπείρωση», αλλά αυτό δεν αναιρεί σε καμία περίπτωση την πραγματικότητα ότι η χώρα γίνεται όλο και πιο δεξιά, αλλά ταυτοχρόνως και τόσο αριστερά, που στη Βουλή να μην υπάρχει πλειοψηφία, όπως δείχνουν οι τελευταίες εκλογές.
Η Γερμανία
Στην Γερμανία η κατάσταση δεν είναι καλύτερη. Ο Όλαφ Σολτς έγινε την Τετάρτη ο 5ος καγκελάριος στην ιστορία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας που ζητεί την ψήφο εμπιστοσύνης της Bundestag. Οι βουλευτές θα ψηφίσουν την Δευτέρα και αναμένεται να ανοίξουν και τυπικά τον δρόμο για τις εκλογές, οι οποίες έχουν οριστεί για τις 23 Φεβρουαρίου 2025.
Και αυτό γιατί μέχρι στιγμής, στην ψηφοφορία που θα γίνει στην Δευτέρα, 16 Δεκεμβρίου ο Όλαφ Σολτς δεν θα καταφέρει να εξασφαλίσει την πλειοψηφία στο ομοσπονδιακό κοινοβούλιο. Σύμφωνα με το Σύνταγμα, ο ομοσπονδιακός πρόεδρος θα πρέπει τότε να διαλύσει την Βουλή και εντός 60 ημερών να διεξαχθούν νέες εκλογές.
Πώς έπεσε ο Σολτς
Μετά την αποχώρηση των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP) από την κυβέρνηση, ο Όλαφ Σολτς ηγείται κυβέρνησης μειοψηφίας του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) και των Πρασίνων, η οποία συγκεντρώνει μόνο 315 από τις 733 ψήφους της Bundestag, ενώ θα χρειαζόταν 367. Το ενδιαφέρον για την ψηφοφορία της Δευτέρας επικεντρώνεται τώρα στους αριθμούς του αποτελέσματος της ψηφοφορίας.
Η κοινοβουλευτική ομάδα των Πρασίνων έχει ήδη ανακοινώσει ότι θα απόσχει από την ψηφοφορία. Αυτή τουλάχιστον είναι η οδηγία της ηγεσίας, η οποία δήλωσε ότι θεωρεί σωστή την διεξαγωγή πρόωρων εκλογών. «Προκειμένου να γίνουν εκλογές, η ψήφος εμπιστοσύνης πρέπει να αποτύχει. Θα το καταστήσουμε εφικτό με την αποχή των βουλευτών μας», δήλωσαν οι δύο επικεφαλής της Κ.Ο. Μπρίτα Χάσελμαν και Καταρίνα Ντρέγκε.
Γιατί θα απέχουν οι Πράσινοι
Σύμφωνα με ανάλυση του τηλεοπτικού δικτύου ntv, ο λόγος που επελέγη η αποχή ήταν ότι, εάν οι Πράσινοι ψήφιζαν υπέρ του καγκελάριου, θα υπολείπονταν 52 ψήφοι, τις οποίες θα μπορούσαν να δώσουν οι (76) βουλευτές της ακροδεξιάς Εναλλακτικής για την Γερμανία (AfD) προκειμένου να καθυστερήσουν την διεξαγωγή εκλογών.
Ο βουλευτής της AfD Γιούργκεν Πολ έχει δηλώσει ότι σκοπεύει στην ψηφοφορία της Δευτέρας να εκφράσει την εμπιστοσύνη του στον καγκελάριο, τον οποίο περιέγραψε ως «το μικρότερο κακό», σε σύγκριση με τον υποψήφιο καγκελάριο της Χριστιανικής Ένωσης (CDU/CSU) Φρίντριχ Μερτς.
Ηγετικά στελέχη πάντως της AfD, όπως η αρχηγός Αλίς Βάιντελ, έχουν κατά το παρελθόν ταχθεί υπέρ των πρόωρων εκλογών.
Οι Σύροι πρόσφυγες
Μια ακόμα «πικρή» αντιπαράθεση μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης στην Γερμναία, ενδεικτική του πολιτικού σπαραγμού στην χώρα, είναι η διαφωνία για το μέλλον των Σύρων προσφύγων. Υπάρχουν τουλάχιστον ένα εκατομμύριο άτομα στην Γερμανία με διαβατήριο Συρίας.
Η αντιπολίτευση ζητεί να σχεδιαστεί οργανωμένη επιστροφή των Σύρων στην πατρίδα τους. Ήταν η κυβέρνηση Μέρκελ πάντως εκείνη που αποφάσισε να ανοίξει τα σύνορα στους Σύρους που ήθελαν να φύγουν από τον εμφύλιο πόλεμο.
Η κυβέρνηση απορρίπτει το αίτημα της αντιπολίτευσης. Η υπουργός Εσωτερικών προτείνει να τους δοθεί η ευκαιρία να εξετάσουν το μέλλον τους, αν θέλουν δηλαδή να ενσωματωθούν ή να φύγουν. Αν φύγουν κινδυνεύουν ολόκληροι τομείς όπως η υγεία, είπε, η Φέζερ.
Σε αυτό το κλίμα πολιτικής αδυναμίας της «ατμομηχανής» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των δύο δηλαδή ισχυρότερων χωρών της, Γαλλίας και Γερμανίας, είναι σε πλήρη εξέλιξη η κρίση στην Συρία, ενώ δεν έχουν τελειώσει οι εκστρατείες του Ισραήλ σε Γάζα και Λίβανο.
Η ανατροπή του Άσαντ, μπορεί να αλλάξει την Μέση Ανατολή, όπως είναι το όνειρο και η υπόσχεση του Νετανιάχου στους ψηφοφόρους του Ισραήλ. Ωστόσο βρίσκει την Ευρώπη στην πολιτικά πιο ανίσχυρη φάση της τα τελευταία 15 χρόνια, την ώρα που στις ΗΠΑ εδραιώνεται το δόγμα Τραμπ, «Πρώτα η Αμερική».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου